Αναφορά στο έργο και τη ζωή της Δανάης Στρατηγοπούλου - Χαλκιαδάκη, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Δανάη. Το αηδόνι του έρωτα»
Το βιβλίο που εκδόθηκε πρόσφατα από την «Αγκυρα» της Πόπης Μαγούλα - Γαϊτάνου «Το αηδόνι του έρωτα (Η ζωή και το έργο της ιέρειας της Τέχνης Δανάης Στρατηγοπούλου)», (συνοδεύεται από CD με σπάνιες ερμηνείες της Δανάης) υπήρξε πολύτιμος οδηγός στο «ταξίδι» μας στις «θάλασσες» της μακρόχρονης πολυδαίδαλης πορείας της. Σε αναγνώριση της μεγάλης καλλιτεχνικής και πνευματικής προσφοράς της στον ελληνικό πολιτισμό, η Δανάη έχει παρασημοφορηθεί με το Μετάλλιο της Πόλης των Αθηνών. Για την προσφορά της στον αγώνα κατά τη γερμανική Κατοχή, της έχει απονεμηθεί Μετάλλιο με Δίπλωμα από την Πανελλήνια Ενωση Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης, για τα 50 χρόνια από την ίδρυση του ΕΑΜ.Για την προσφορά της στον πολιτισμό της Χιλής και το λαό της, τιμήθηκε από τη Δημοκρατία της Χιλής με το παράσημο Orden Libertador Bernardo O' Higgins.
Με το πέρασμα του χρόνου, η Δανάη έχει πλέον καθιερωθεί ως μεγάλη τραγουδίστρια, όχι μόνο στη «Μάντρα», αλλά και στη συνείδηση του κόσμου. Οπου κι αν τραγούδησε στη συνέχεια, σε θέατρα, σε κέντρα, γνωρίζει το θαυμασμό, τη λατρεία. Η ύπαρξή της - συνυφασμένη απόλυτα με τον πιστό, μελωδικό της σύντροφο, την κιθάρα της. «Θα σας παρουσιάσουμε τη Δανάη με την κιθάρα της», ήταν η φράση που ανακοίνωνε κάθε εμφάνισή της, σε κέντρο, σε ραδιόφωνο, σε θέατρο.
Η στάση της - ανυπότακτη και στους χώρους που εμφανιζόταν, καθώς δεν παρέλειπε στα χρόνια που όλα τα πλάκωνε η σκλαβιά, μαζί με «τους Χαιρόπουλους και τους Αττίκ» της, να ερμηνεύει και δημοτικά τραγούδια. Η τόλμη της να τραγουδήσει τη «Σαμιώτισσα» το 1942, στο «Αλσος» όπου εμφανιζόταν, τη φέρνει για μια ακόμη φορά αντιμέτωπη με τους κατακτητές. Με την κατηγορία της υποδαύλισης επαναστατικών διαθέσεων, φυλακίζεται από τους Γερμανούς και στη συνέχεια ζει την αγωνιώδη κούρσα της καταδίωξής της. Στα χρόνια της Κατοχής, γνωρίζεται με τον ΕΑΜίτη συναγωνιστή της Γιώργο Χαλκιαδάκη, τον οποίο παντρεύεται το 1945, αλλά χάθηκε πρόωρα. Η μαχόμενη αγωνίστρια δε διώχτηκε μόνον από τους Γερμανούς, καθώς η καταδίωξή της συνεχίστηκε και μεταπολεμικά από τα Τάγματα Ασφαλείας. Ενα βράδυ στο «Αλσος» την κατέβασε κάτω μια παρακρατική οργάνωση με τα πολυβόλα. «Μου είπαν, εσύ είσαι Βουλγάρα, δεν πρέπει να τραγουδάς στην Ελλάδα». Με την ίδια λογική που της αποδόθηκε η «βουλγαρική ιθαγένεια», έκλεισαν τότε για την Δανάη και οι δίαυλοι επικοινωνίας της με το κοινό. «Με έκοψαν από το ραδιόφωνο, με έκοψαν από παντού», αναφέρει.
Στο ίδιο διάστημα πραγματοποιεί συναυλίες, μαγεύοντας Χιλιανούς, Αργεντινούς και Περουβιανούς με τη φωνή της, ενώ μετέχει σε επιστημονική ερευνητική αποστολή στη Γη του Πυρός και ασχολείται με τη Λαογραφία. Τρεις μήνες μετά την επιστροφή της στην Αθήνα, η χούντα των συνταγματαρχών γίνεται η αιτία να πάρει το δρόμο της αυτοεξορίας πλέον στη Χιλή, όπου θα μείνει έξι χρόνια. Ζει στο ρυθμό της πνευματικής ζωής της Χιλής και διορίζεται τακτική καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο, όπου διδάσκει στα ισπανικά Ελληνική Λαογραφία και Δημοτική Ποίηση. Η Δανάη μεταφράζει το «Κάντο Χενεράλ» (11 τόμοι), που βραβεύεται σε διεθνή διαγωνισμό της Λιψίας, μπολιάζοντας τα κείμενά του με αποδόσεις που έχουν την προσωπική της σφραγίδα. Ακολουθεί ένας ποταμός λογοτεχνικών, ποιητικών, λαογραφικών έργων και άρθρων της, που προβάλλουν την Ελλάδα, όπως το «Cantos de los Griegos», που περιλαμβάνει μεταφρασμένα στα ισπανικά γνωστά δημοτικά μας τραγούδια. Γίνεται μέλος του «Κέντρου Βυζαντινών και Νεοελληνικών Μελετών», στο οποίο συμμετέχουν συνάδελφοί της καθηγητές όπως οι Μιγέλ Καστίγιο, Εκτορ Χερέρα κ.ά.
Τρέφοντας απεριόριστο θαυμασμό για τον Νερούδα, τον «Ομηρο του 20ού αιώνα της αμερικάνικης κοσμογονίας» και την τέχνη του, η Δανάη αναφέρει μεταξύ άλλων: «Είναι ο άνθρωπος που ταυτίστηκε με τον κόσμο της δουλιάς, τον πάντα αδικημένο σ' αυτόν τον πλανήτη. Και όχι με λόγια. Είναι ο ποιητής, που η ποίησή του δεν είναι καμωμένη από λόγια, αλλά από έργα. Ο στίχος του είναι έργο - ποίημα. Το βλέπεις, το πιάνεις στη χούφτα σου, το ακουμπάς στην καρδιά σου κι ακούγεται διπλό τικ - τακ...». Αυτή τη μεγάλη ποίηση ακούμπησε στην καρδιά της η Δανάη, αφουγκράστηκε την ομορφιά και το μεγαλείο της και την έφερε κοντά στον ελληνικό λαό μέσα από σπουδαίες μεταφράσεις. Η ελληνική ευαισθησία της έσμιξε «με τον αντρίκειο χιλιανό λόγο και γέννησε στα Γράμματά μας τον Ελληνα Νερούδα» όπως έγραφε ο Γιάννης Ρίτσος, αναφερόμενος στο μεταφραστικό έργο της. Η Δανάη, ζώντας στη Χιλή τις μέρες της ανάτασης του 1970, τότε που εκλέχτηκε Πρόεδρος ο Αλιέντε, αναπολεί: «Η συγκίνησή μου δεν περιγράφεται, όταν σε λίγο χρόνο από την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Πρόεδρος Σαλβατόρ Αλιέντε απευθύνει προσκλητήριο πρόσταγμα στα πέρατα του κόσμου. "Ελάτε να δείτε τι έχουμε καταφέρει στη Χιλή". Προσωπικότητες από όλο τον κόσμο συρρέουν στην πρωτεύουσα του Σαντιάγο... Στη μεγάλη εκδήλωση που ακολούθησε αυτό το προσκλητήριο, στο Δημοτικό Θέατρο της Χιλής, μπροστά σε προσωπικότητες διεθνούς κύρους και μυριάδες κόσμου, ήμουνα η επίσημη διερμηνέας στα ισπανικά». Το πραξικόπημα της στρατιωτικής χούντας του Πινοτσέτ, ο βίαιος θάνατος του Αλιέντε και λίγο μετά του Νερούδα οδηγούν την Δανάη και πάλι στην Ελλάδα, μετά από εξάχρονη απουσία. Ομως, η Χιλή, ο λαός της, η ποίησή της πάντοτε τη συνοδεύουν. Εξάλλου, όπως λέει, «η Χιλή έγινε η δεύτερη πατρίδα μου. Και, βέβαια, ο Πάμπλο Νερούδα έγινε ο αγαπημένος μου φίλος. Ως την ώρα που κι εκεί τα τανκς ισοπέδωσαν τη Χιλή και τον Νερούδα». Η βράβευσή της με το παράσημο Orden Libertador Bernardo O' Higgins της Δημοκρατίας της Χιλής - απονέμεται σε εξέχουσες προσωπικότητες των Γραμμάτων, Τεχνών και Πολιτικής - είναι το «ευχαριστώ» του χιλιανού λαού για την προσφορά στον πολιτισμό τους, για τη διάδοση του έργου του Νερούδα, αλλά και της Γαβριέλας Μιστράλ, της Χιλιανής ποιήτριας που επίσης βραβεύτηκε με Νόμπελ.