Τρίτη 16 Ιούλη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΠΑΙΔΕΙΑ
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
Μύθοι και πραγματικότητες

Eurokinissi

Το ΥΠΕΠΘ έδωσε στη δημοσιότητα στατιστικά στοιχεία για τα μαθήματα, σύμφωνα με τα οποία, κατά τις πανελλαδικές εξετάσεις του 2002, οι μαθητές κινήθηκαν σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα επιδόσεων. Κάθε χρόνο τέτοια εποχή ζούμε τη μαγεία των αριθμών, των στατιστικών και των σεναρίων για τις βάσεις, μέσα από τις σελίδες του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου. Κάθε χρόνο, άλλοτε εκστασιαζόμαστε με την πτώση των βάσεων, άλλοτε με την άνοδό τους, όψεις μιας ενιαίας και προαποφασισμένης πολιτικής, μιας πολιτικής που ανάγει όλη τη λειτουργία του σχολείου, μαζί και τις εξετάσεις, στην επιλογή των «άξιων» να συνεχίσουν στα ΑΕΙ- ΤΕΙ.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ανούσια και ατέρμονη εξετασιολογία επιχειρεί να σκεπάσει τον ταξικό χαρακτήρα της εφαρμοζόμενης εκπαιδευτικής πολιτικής, να σβήσει από τη μνήμη μας τους χιλιάδες μαθητές, που δεν κατάφεραν να φτάσουν στις εξετάσεις, τους φτωχότερους μαθητές που διώχτηκαν στα 15 τους από το σχολείο, τους μαθητές που σπρώχνουν το χρόνο τους στα Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια, (ΤΕΕ), της κυβερνητικής περιφρόνησης. Η μυθολογία αυτή των εξετάσεων προσπαθεί ακόμη να αποκρύψει τις ευθύνες όλων όσοι με άμεσο ή έμμεσο τρόπο υποστηρίζουν αυτή την πολιτική, όπως τα κόμματα του τόξου του Μάαστριχτ, οι επιστημονικές ενώσεις (Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία, Ενωση Φυσικών κ.ά.), συνδικαλιστικές ενώσεις όπως η ΟΙΕΛΕ, αλλά και εκείνοι οι εκπαιδευτικοί που στενά δεμένοι με την κρατική πολιτική αποκόμισαν ή φιλοδοξούν να αποκομίσουν οφέλη οικονομικής και κοινωνικής φύσης. Πάνω απ' όλα εκείνο που επιδιώκεται είναι η συγκάλυψη των πραγματικών παραγόντων, που οδηγούν σε δραματική, τα τελευταία χρόνια, υποβάθμιση του μορφωτικού επιπέδου της νεολαίας. Λέξη δεν ακούγεται για τον άναρχο και αποσπασματικό χαρακτήρα του σχολικού προγράμματος, που θρυμματίζει την ενότητα της σκέψης και την όποια κριτική ικανότητα, κανένας λόγος δε γίνεται για τον άχαρο και εξοντωτικό χαρακτήρα της σχολικής λειτουργίας και για την αφόρητη ασφυξία του σχολικού χρόνου. Μ' άλλα λόγια, η εξεταστική φιλολογία έρχεται να στηρίξει την κυβέρνηση στην επιχείρηση εκμετάλλευσης των αποτελεσμάτων των εξετάσεων, που στοχεύει στη συνέχιση και παγίωση της ίδιας ταξικής, αντιεκπαιδευτικής πολιτικής. Είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση δε χάνει ευκαιρία να επιρρίψει άμεσα την ευθύνη στους μαθητές, που δε διαβάζουν και γι' αυτό θα πρέπει να τους επιβληθούν πρόσθετα αυταρχικά μέτρα μέσα από το σχολικό κανονισμό, και στους καθηγητές, που δεν κάνουν καλά τη δουλιά τους και συνεπώς καθίσταται αναγκαία η «αξιολόγησή» τους. Για την κυβέρνηση ευθύνες έχουν και οι γονείς, που δε δείχνουν το απαιτούμενο ενδιαφέρον για τα παιδιά τους. Η κυβέρνηση δηλαδή θεωρεί όλα τα μέλη της εκπαιδευτικής οικογένειας υπεύθυνα για τα χάλια της εκπαίδευσης, εκτός από την πολιτική της.

Ωστόσο, είναι λάθος να πιστεύουμε ότι τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων αποτυπώνουν το πραγματικό μορφωτικό επίπεδο των μαθητών και ότι οι ίδιες οι εξετάσεις διαθέτουν έστω κάποια ίχνη παιδαγωγικού χαρακτήρα. Ο βαθμός δυσκολίας των θεμάτων και η συνακόλουθη διακύμανση, άνοδος ή πτώση των βάσεων, δεν είναι παρά η στρόφιγγα που ανοίγει και κλείνει ρυθμίζοντας κάθε φορά την κοινωνική επιλογή και την ταξινόμηση των μαθητών στα διάφορα τμήματα και σχολές των ΑΕΙ-ΤΕΙ. Εφόσον δηλαδή οι εξετάσεις δεν έχουν στόχο την πιστοποίηση και αξιολόγηση των γνώσεων αλλά το πιστοποιητικό πρόσβασης στα ΑΕΙ. Εδώ ακριβώς ενυπάρχει η αντίφαση στο χαρακτήρα τους. Απαιτούν από τη μια εύκολα θέματα για να τελειώνουν όπως όπως κάποιοι μαθητές το Λύκειο αλλά και δύσκολα, απ' την άλλη, τα οποία καθορίζουν την εισαγωγή των λίγων σε τμήματα «υψηλής ζήτησης». Επειδή όμως ο ανταγωνισμός είναι σκληρός τα εύκολα θέματα γίνονται μέτρια και τα δύσκολα δυσκολότερα, με αποτέλεσμα να είναι ανέφικτη η αποφοίτηση από το Λύκειο ολοένα για περισσότερους μαθητές.

Στα πρωτεύοντα μαθήματα ειδικού συντελεστή όλων των κατευθύνσεων διατυπώνονται θέματα που οι απαντήσεις τους θεωρούνται εύκολες και αυτονόητες, ωστόσο ο κατακερματισμός των αναλυτικών προγραμμάτων, η συσσώρευση της ύλης και η τραγική μείωση των ωρών διδασκαλίας δεν αφήνουν κανένα περιθώριο στο διδάσκοντα και στο διδασκόμενο να τα προσεγγίσει. Πρόκειται για στοιχειώδη γνωστικά αντικείμενα που πολτοποιούνται μέσα στη μεταρρυθμιστική λογική της ποσοτικής και αποσπασματικής συσσώρευσης.

Χαρακτηριστικό είναι απ' αυτή την άποψη το παράδειγμα των μαθηματικών, ενός μαθήματος που από τη φύση του και τις δυσκολίες του χρησιμοποιείται σαν μοχλός που ανεβοκατεβάζει τις βάσεις και ως μάθημα που σηματοδοτεί την επιτυχία ή την αποτυχία των διαγωνιζομένων. Το περίφημο φέτος 4ο θέμα της θετικής κατεύθυνσης της Γ΄ Λυκείου απαίτησε εφαρμογή του θεωρήματος της μέσης τιμής του διαφορικού λογισμού σε ένα αυθαίρετα επιλεγμένο διάστημα [ο, χ ]. Η μέθοδος κλασική για όσους ασχολούνται με τα μαθηματικά. Τέτοια θέματα είχε και το παλιό βιβλίο στις δέσμες. Το καινούριο όμως δεν έχει ούτε μία παρόμοια άσκηση, αλλά μόνο ασκήσεις που κατευθύνουν το μαθητή στην επιλογή του διαστήματος [α, β ] (δες άσκ. 3 σελ. 249). Βεβαίως ίσως κάποιος ισχυριστεί ότι ένας έμπειρος εκπαιδευτικός θα 'πρεπε να διδάξει τέτοιες γενικές ασκήσεις. Οποιος όμως παρακολουθήσει την εγκύκλιο για την εξεταστέα ύλη και το πόσο ασφυκτικά καθοδηγεί τον εκπαιδευτικό, θα αποδώσει σίγουρα τις ευθύνες στο ΥΠΕΠΘ και στην Επιτροπή των Εξετάσεων, επ' ουδενί βέβαια στη σχολική διαδικασία. Η λαλίστατη συνήθως Μαθηματική Εταιρεία που έχει μόνιμο σλόγκαν τον άνευ νοήματος νεολογισμό «θέματα για καλά προετοιμασμένους μαθητές», το μόνο που βρήκε να ψελλίσει ήταν ότι επρόκειτο για τα δυσκολότερα θέματα της τελευταίας τριετίας. Η ουσία είναι ότι τέτοιου είδους θέματα ανοίγουν την κερκόπορτα για την κατάργηση των ενιαίων αναλυτικών προγραμμάτων, εφόσον ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να ξεφεύγει απ' τα πλαίσια των συνθετικών θεμάτων, όπως αυτά απορρέουν από το υπάρχον σχολικό βιβλίο. Συγγραφέας σχολικού βιβλίου μαθηματικών συστήνει μάλιστα στους υποψήφιους, μέσα από τις σελίδες απογευματινής εφημερίδας, να μελετήσουν καλά το σχολικό βιβλίο, να λύσουν τις ασκήσεις που περιέχονται σ' αυτό, καθώς και τις ασκήσεις από το βιβλίο του Κέντρου Εκπαιδευτικής Ερευνας. Εύλογα αναρωτιέται κανείς, εντάσσεται και αυτό το βιβλίο στα σχολικά; Προπαντός όμως τέτοιου είδους θέματα κάνουν φανερό ότι στόχος των πανελλαδικών εξετάσεων δεν είναι να αποτιμήσουν το επίπεδο των γνώσεων που αποκτήθηκαν και εμπεδώθηκαν μέσα από την ίδια τη σχολική πράξη αλλά αυτών που αποστηθίζονται σε κάποιο ακριβό φροντιστήριο. Οποιος δηλαδή δεν μπορεί να διαθέσει έως και 400.000 δραχμές μηνιαία, ή δεν κατέχει ο ίδιος εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις για να βοηθήσει το παιδί του έχει ελάχιστες ελπίδες να το δει να αριστεύει.

Το συμπέρασμα που πρέπει να βγάλουν οι γονείς είναι ότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων αποδεικνύουν πως ο μόνος αποτυχημένος είναι η εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης και όχι οι μαθητές. Αντί να αγχώνουν τα παιδιά τους και να αγχώνονται και οι ίδιοι από το βάρος των υπέρογκων εξόδων της «μεταρρύθμισης», ας παλέψουν για την αντικατάστασή της με μια Παιδεία που θα μορφώνει και θα καλλιεργεί δημιουργικούς ανθρώπους, αντί να παραμορφώνει τη σκέψη και τον ψυχισμό των παιδιών. Το πρόβλημα της Παιδείας δεν είναι ατομικό και δεν μπορεί κανείς ατομικά να το λύσει. Στο δυνάμωμα του συλλογικού αγώνα με τη νέα χρονιά, εκεί μόνο μπορούν να μετρηθούν ουσιαστικές επιτυχίες για τη μόρφωση, τη ζωή και το μέλλον της νεολαίας.


Χάρης ΤΣΟΥΛΟΥΧΑΣ
Εκπαιδευτικός


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ