Κατάσταση «εθνικής κρίσης» επικαλείται ο υπουργός Ναυτιλίας για να δικαιολογήσει το φασιστικό μέτρο της επιστράτευσης. Το ΣτΕ παραπέμπει στο 2003 τυχόν αναστολή της επιστράτευσης
Αυτή τη φορά η κυβέρνηση συνεπικουρούμενη και από την απόφαση του Τμήματος Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που απέρριψε την αίτηση της ΠΝΟ για αναστολή της πολιτικής επιστράτευσης, γίνεται ακόμη και προκλητική και κάνει λόγο για κατάθεση στη Βουλή διάταξης που θα απαγορεύει απεργιακές κινητοποιήσεις των ναυτεργατών με τα ίδια αιτήματα! Ταυτόχρονα, ο υπουργός Ναυτιλίας απαντώντας στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας, επικαλείται κατάσταση «εθνικής κρίσης» για να δικαιολογήσει την επιστράτευση.
Η απάντηση άμεση από τα σωματεία ΠΕΜΕΝ και ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ: Με χτεσινή ανακοίνωσή τους διαμηνύουν ότι δε θα ανεχθούν την κρατική και εργοδοτική τρομοκρατία στα καράβια και γενικότερα στους χώρους δουλιάς σε βάρος των ναυτεργατών και της εργατικής τάξης.
Παράλληλα, ζητούν «την άμεση σύγκληση της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΠΝΟ για την οργάνωση άμεσων κινητοποιήσεων των ναυτεργατών στα ποντοπόρα και μεσογειακά καράβια σε παγκόσμια κλίμακα διεκδικώντας:
Τα δύο σωματεία εντοπίζουν το γεγονός ότι η κυβέρνηση προβάλλει πλέον το «χαρτί» της ψήφισης διάταξης στη Βουλή που θα απαγορεύει απεργία με τα ίδια αιτήματα και επισημαίνουν την ανακολουθία και εντεινόμενη αυταρχικότητα της κυβέρνησης, καθώς σε Δελτίο Τύπου το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας (ΥΕΝ) στις 16 Ιουλίου 2002 αναφέρονταν επί λέξει: «Η κυβέρνηση έχοντας αποσυνδέσει το θέμα της πολιτικής επιστράτευσης από διεκδικητικές λεπτομέρειες, θα προχωρήσει στην άρση της επιστράτευσης με απόφασή της».
«Ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας Γ. Ανωμερίτης αυτογελειοποιείται με τις δηλώσεις του, σημειώνουν τα σωματεία. Προφανώς, η κυβέρνηση και οι εφοπλιστές συνδέουν την άρση του στρατιωτικού νόμου στα καράβια, την πολιτική επιστράτευση των ναυτεργατών με την παροχή νέων προνομίων στο εφοπλιστικό κεφάλαιο».
ΠΕΜΕΝ και ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ καταγγέλλουν ότι η κυβέρνηση προωθεί δέσμη αντιναυτεργατικών μέτρων για την αύξηση των κερδών του εφοπλιστικού κεφαλαίου, με σχετικό έγγραφο που έχει καταθέσει στο υπουργείο Οικονομικών. Μεταξύ των μέτρων αυτών περιλαμβάνονται η μείωση του εργατικού κόστους στην εκμετάλλευση των πλοίων μέσω της μείωσης των εισφορών στο ΝΑΤ, η επιδότηση από το κράτος του επαναπατρισμού των Ελλήνων ναυτεργατών στα ελληνόκτητα πλοία και η κάλυψη των δαπανών για τη μετεκπαίδευση των σπουδαστών των ναυτικών σχολών, οι οποίοι αναγκάζονται από τους εφοπλιστές να καλύπτουν θέσεις εργασίας της οργανικής θέσης πλοίων, χωρίς να εφαρμόζεται η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Την ίδια στιγμή οι εφοπλιστές, όπως αναφέρουν η ΠΕΜΕΝ και ο ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ, αξιοποιώντας τους αντεργατικούς νόμους (3577/92 και 2932/2001) και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, απαιτούν επιπρόσθετα προνόμια, όπως τη μείωση της οργανικής σύνθεσης των πλοίων με τη συμμετοχή 4-6 Ελλήνων ναυτεργατών!
Τέλος, η ΠΕΜΕΝ και ο ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ ζητούν σταθερή 7ωρη εργασία, 35ωρο με σύστημα εναλλαγής των πληρωμάτων 1:1 στα καράβια, με πλήρεις αποδοχές και ασφάλιστη στο ΝΑΤ σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, κατάργηση του νόμου 2932/2001 για τις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες κ.α.