Τετάρτη 28 Αυγούστου 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΝΕΟΛΑΙΑ
Ρεσιτάλ υποκρισίας και εμπαιγμού

Με όψιμο ενδιαφέρον για τη λειτουργία των ΑΕΙ απαντά η κυβέρνηση στην πανεπιστημιακή κοινότητα

Το ζήτημα των κινητοποιήσεων των πανεπιστημιακών απασχόλησε, όπως ήταν φυσικό, τη συνάντηση που είχε χτες το πρωί ο υπουργός Παιδείας Π. Ευθυμίου με τον πρωθυπουργό Κ. Σημίτη, ενόψει και του αυριανού Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο θα ασχοληθεί με θέματα Παιδείας. Αυτό, βέβαια, που κυριάρχησε είναι η υποκρισία και ο εμπαιγμός προς τους πανεπιστημιακούς, αφού συνεχίστηκε η εμμονή της κυβέρνησης σε δύο βασικούς άξονες: στη μη ενσωμάτωση των επιδομάτων στο μισθό (πράγμα που διατηρεί τον επιδοματικό χαρακτήρα του) και στο σταθερό προσανατολισμό της, όλο και περισσότερο η χρηματοδότηση των πανεπιστημιακών να εξαρτάται από τη συρροή πελατών στα πανεπιστήμια, μέσω των ερευνητικών προγραμμάτων και της ενίσχυσης της πορείας ιδιωτικοποίησης των ιδρυμάτων.

Ετσι, οι δηλώσεις του υπουργού όσο και του κυβερνητικού εκπροσώπου, μετά τη συνάντηση, επιδίωξαν να στρέψουν τους φοιτητές αλλά και όλη την κοινωνία ενάντια στις κινητοποιήσεις, προκειμένου να αποπροσανατολίσει από τη δική της πολιτική. Σε αυτό βέβαια αντικειμενικά συμβάλλει και το στενό πλαίσιο διεκδίκησης της πλειοψηφίας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΠΟΣΔΕΠ), που δεν είναι διατεθειμένη να συγκρουστεί με την ουσία της κυβερνητικής πολιτικής.

Ο Π. Ευθυμίου έκανε λόγο για «προσπάθεια όλης της κυβέρνησης με επικεφαλής τον Κώστα Σημίτη για βελτίωση όλων των δημόσιων λειτουργιών υπέρ του πολίτη», ισχυριζόμενος ότι «επιλύθηκαν με θετικό τρόπο» τέσσερα από τα πέντε αιτήματά τους. «Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να διασπαθιστεί η τύχη 250.000 παιδιών για την έναρξη ενός διαλόγου που μπορεί να έχει θετικά και γόνιμα αποτελέσματα», είπε.

Στην ίδια κατεύθυνση του υποκριτικού ενδιαφέροντος κινήθηκαν και οι δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Χρ. Πρωτόπαππα αναφορικά με τη λειτουργία των πανεπιστημίων που ήδη με ευθύνη της κυβέρνησης στενάζουν κάτω από το βάρος της υποχρηματοδότησης και το κόστος επωμίζεται ο λαός. Πρόκειται για μια ανώτατη εκπαίδευση, που σταδιακά χάνει το δημόσιο χαρακτήρα της, διαλύεται και υποβιβάζεται στο επίπεδο της κατάρτισης. Ωστόσο, ο υπουργός δήλωσε ότι «υπάρχει η θέληση του πρωθυπουργού, αλλά και όλων μας, τόσο για την αναβάθμιση της Παιδείας, όσο και για να βρούμε λύση στα προβλήματα της πανεπιστημιακής κοινότητας». Σε ό,τι αφορά το αίτημα για αυξήσεις στους μισθούς των πανεπιστημιακών, δήλωσε ότι η σχετική συζήτηση πρέπει να γίνει από το 2003 γιατί αλλιώς -ούτε λίγο ούτε πολύ- διακυβεύεται... «η ισχυρή θέση της Ελλάδας» (!). «Ολοι γνωρίζετε τις αναφορές που έχουμε κάνει για την ανάγκη διαφύλαξης των κατακτήσεών μας στην οικονομία και θέλουμε οι όποιες παροχές να είναι μέσα στο πλαίσιο αντοχής της οικονομίας μας», είπε ο Χρ. Πρωτόπαππας συμπληρώνοντας ότι «δεν έχουμε πρόθεση ούτε για ρήξη, ούτε για αντιπαράθεση. Πιστεύουμε, όμως, ότι πρέπει -μέσα από την πορεία του διαλόγου που έχουμε εγκαινιάσει η ίδια η πανεπιστημιακή κοινότητα να συνεχίσει αυτή την πορεία, να αποδεχτεί αυτή την πορεία και βεβαίως πάνω από όλα να δώσει τέλος στην αγωνία δεκάδων χιλιάδων φοιτητών και των οικογενειών τους».

Χέρι - χέρι με τον έκδηλο εμπαιγμό υπάρχει και η θλιβερή πραγματικότητα της ανώτατης εκπαίδευσης έτσι όπως τη μετέφερε μέσα από δηλώσεις του σε ραδιοφωνικό σταθμό ο Θ.Ξανθόπουλος πρύτανης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείο. Σημείωσε ότι στη χώρα η κατά κεφαλή δημόσια δαπάνη ανά φοιτητή το χρόνο είναι κατά πολύ κατώτερη από οποιαδήποτε χώρα της ΕΕ, δηλαδή μόλις 3.300 ευρώ, ενώ στην Ευρώπη είναι πάνω από 7.000 ευρώ. Επίσης, κατέδειξε ότι οι συντάξεις των πανεπιστημιακών ακόμα και με τη ρύθμιση που προτίθεται να φέρει η κυβέρνηση στη Βουλή, δεν υπερβαίνουν το 60% των εν ενεργεία αποδοχών τους.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ