Κυριακή 15 Σεπτέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η συνέντευξη!

Οταν ήμουνα μικρός, ο πατέρας μ' έπαιρνε από το χέρι (αχ εκείνη τη θερμή χειραψία, πόσο τη νοσταλγώ) και με πήγαινε στη Διεθνή Εκθεση. Τότε, βέβαια, δεν μπορούσα να καταλάβω το οικονομικό νόημα εκείνου του πολύχρωμου πανηγυριού, ούτε, φυσικά, υποπτευόμουνα τη σχέση, που υπήρχε ανάμεσα στα πυροτεχνήματα που στόλιζαν τον ουρανό της Θεσσαλονίκης, που τότε δεν την αποκαλούσαμε «συμπρωτεύουσα», αλλά «φτωχομάνα», και την Ελλάδα, γενικώς, που τότε δεν την αποκαλούσαμε «ισχυρή», αλλά «ψωροκώσταινα». Το μόνο που με ενδιέφερε τότε, που ήμουνα μικρός, ήτανε εκείνα τα περίφημα ολοστρόγγυλα γλυκά, γεμάτα από σιρόπι και λαχταριστή σοκολάτα, τα ροξ. Α, ροξ του Φλόκα. Εξάλλου, η προσδοκία αυτής της σιροπιαστής πανδαισίας με ανάγκαζε να είμαι φρόνιμος και πειθαρχικός και να ακολουθώ, χωρίς να γογγύζω, τις προσταγές του πατέρα μου. Ηταν κι αυτό μια πειθαρχημένη και ελεγχόμενη ευτυχία, όπως όλες οι ευτυχίες του κόσμου!

Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε, από την εποχή των ροξ, κι εγώ μεγάλωσα. Και όταν άνοιγε η Εκθεση δε χρειαζόμουνα πια το ζεστό χέρι του πατέρα μου, για να την επισκεφτώ. Είχανε αλλάξει και τα γούστα μου, τα ροξ αντικαταστάθηκαν με τη μαύρη μπίρα, και κείνα τα κοριτσίστικα χαμόγελα, που γλύκαιναν τη ζωή μου με έναν άλλο τρόπο. Και πάνω απ' όλα, άρχισα να καταλαβαίνω κάτι από οικονομία, κάτι από «φτωχομάνα» και «ψωροκώσταινα» και τα πράματα από μέσα μου άρχιζαν να δυσκολεύουν. Το μυαλό μου γέμιζε από απορίες. Στην άκρη της γλώσσας μου κρέμονταν του κόσμου τα ερωτήματα και οι απαντήσεις ήταν λιγοστές και άσχετες. Κι όταν τις έβρισκα, αυτές λέγονταν με σιγανή φωνή, γιατί απ' έξω παραφύλαγε ο χωροφύλακας και πιο πέρα οι φυλακές και τα ξερονήσια γέμιζαν, όσο να πεις. Τα σχολεία, βλέπεις, στην Ελλάδα, είτε είναι αυτή «ψωροκώσταινα», είτε «ισχυρή» και «σύγχρονη» δε δίνουν τέτοιες απαντήσεις. Είναι κι αυτά, πάνω κάτω σαν τις «φυλακές» και τα «ξερονήσια». Κι έτσι, χωρίς να το καταλάβω, η Εκθεση για μένα έγινε ένα ανεξήγητο πανηγύρι: μαύρη μπίρα και λουκάνικο Φραγκφούρτης και πότε πότε κανένα πυροτέχνημα και τα χορευτικά συγκροτήματα στην κεντρική της πλατεία.

Ωσπου μεγάλωσα κι άλλο, μπήκα στο πανεπιστήμιο και ήρθαν τα πράματα και ξεκαθάρισαν. Τα ροξ ήταν πια ένα μακρινό παρελθόν, τη μαύρη μπίρα την έβρισκες και αλλού και τα χαμόγελα των κοριτσιών δεν ήταν παιχνίδι, αλλά σχέση, και μάλιστα σχέση υπεύθυνη. Και τότε η Εκθεση έχασε και τη γλύκα της και το μεθύσι της και τα πολύχρωμα πυροτεχνήματά της. Εγινε σιγά σιγά, για μένα, ένα ανοιχτό παράθυρο απ' όπου έβλεπα ολοκάθαρα τη ζωή. Την υποκρισία που έκρυβαν τα χρώματά της, τις συναλλαγές, που καμουφλάριζαν οι μουσικές της. Κατάλαβα πως όλο εκείνο το πολύχρωμο πανηγύρι δεν ήτανε τίποτε άλλο παρά ένα παζάρι. Ενα παζάρι που για να το περπατήσω δε χρειαζόμουν τη θερμή «χειραψία» του πατέρα μου, που είχε πεθάνει κι αυτός, όπως όλες εκείνες οι παλιές ηδονές, που πλημμύριζαν την παιδική και ανυποψίαστη ζωή μου.

Τα παζάρια όμως δεν τελειώνουν ποτέ. Γίνονται κάθε χρόνο. Στη Λάρισα, στο Αργος Ορεστικό, στην Αλεξανδρούπολη, στην Καρδίτσα, στην Καλαμάτα. Ετσι και στη Θεσσαλονίκη. Κάθε Σεπτέμβρη στήνονται οι πάγκοι, αραδιάζονται επάνω τους τα πλαστικά παιχνίδια και στα σχοινιά κρέμονται οι νάιλον κιλότες. Οι αργόσχολοι περνοδιαβαίνουν, χωρίς να καταλαβαίνουν τι ακριβώς βλέπουν και τα μικρά παιδιά μαζεύουν τα πολύχρωμα διαφημιστικά φέιγ-βολάν. Ούτε λόγος, βέβαια, για κείνα τα λαχταριστά ροξ, τη μαύρη μπίρα και τα λουκάνικα της Φραγκφούρτης. Ολα αυτά, εδώ και χρόνια, τα έχει αντικαταστήσει η πρωθυπουργική συνέντευξη.


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ