Κυριακή 29 Σεπτέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 15
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΜΕΓΑΛΟΒΙΟΜΗΧΑΝΟΙ
Αύξηση κερδών μέχρι 3.825%!

Αποκαλυπτικά στοιχεία για την εξέλιξη των κερδών των βιομηχάνων κατά κλάδο, την τετραετία 1997-2000

Οπως αποκάλυπτε πρόσφατα ο «Ρ», η πολιτική της κυβέρνησης, που είναι μια πολιτική ανοιχτής και χωρίς προσχήματα στήριξης του κεφαλαίου, είχε για τους μεγαλοεπιχειρηματίες θεαματικά αποτελέσματα σε ότι αφορά γενικότερες ανακατατάξεις στο τομέα της συγκέντρωησης κεφαλαίων και κερδών, εξελίξεις που διαπιστώνονται απο τα στοιχεία που αφορούν ιην πορεία των μεγάλων επιχειρήσεων όλα τα τελευταία χρόνια. Ακόμα κι αν, χάρη του προβληματισμού, διαγράψει κανείς τα όσα οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου απέσπασαν μέσα στο χρόνο όλες τις προηγούμενες δεκαετίες και περιοριστεί μόνο στην τελευταία περίοδο, θα διαπιστώσει ότι ολόκληρη την τετραετία 1997-2000 που για τον ελληνικό λαό ήταν συνολικά χρόνια θυσιών, στο όνομα της ένταξης στην ΟΝΕ, για τους μεγαλοβιομήχανους ήταν χρονιές έντονων διεργασιών, εξελίξεων και κερδοφορίας. Εντείνοντας ακόμα περισσότερο την εκμετάλλευση των εργαζομένων, πέρα από την ιδιαίτερα υψηλή κερδοφορία των επιχειρήσεών τους, εξασφάλισαν την παραπέρα συγκέντρωση και συγκεντροποίηση κεφαλαίων, παραφουσκώνοντας ακόμα περισσότερο τα θησαυροφυλάκιά τους.

Ξεχωριστό ρόλο στην παρακολούθηση των εξελίξεων στο χώρο της βιομηχανίας έπαιζαν και εξακολουθούν να παίζουν τα καθαρά κέρδη των βιομηχανικών επιχειρήσεων. Πολύ περισσότερο που το επιχειρηματικό κέρδος, ανεξάρτητα από τη γενική μορφή που εμφανίζεται, δεν είναι τίποτα άλλο από μέρος της υπεραξίας που κλέβουν οι βιομήχανοι από τους εργαζόμενους. Πρόκειται για κέρδη που σε κάθε περίπτωση φαντάζουν προκλητικά, όταν αναλογίζεσαι τη συνεχή χειροτέρευση των συνθηκών ζωής για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων στη χώρα.

Τα επίσημα καθαρά κέρδη των βιομηχάνων το 2000 έφτασαν τα 825,8 δισεκατομμύρια δραχμές. Το αστρονομικό αυτό ποσό ήταν διπλάσιο από τα αντίστοιχα κέρδη του 1997, σε μια περίοδο που η εξέλιξη των μισθών των εργαζομένων ήταν γύρω στο 10%, ενώ ο επίσημος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή σημείωσε αύξηση της τάξης του 11,8%! Βεβαίως, το γενικό ποσοστό αύξησης των καθαρών κερδών, παραμορφώνει την πραγματικότητα, αφού:

  • Υπάρχουν κλάδοι βιομηχανίας που τα καθαρά κέρδη αυξήθηκαν 1.500% ως και 3.825% (!!!)
  • Στους μισούς κλάδους η αύξηση ήταν πολύ μεγαλύτερη, από το μέσο ποσοστό.
  • Ο μέσος όρος αύξησης των καθαρών κερδών αναφέρεται στο σύνολο των βιομηχανιών, χωρίς να διαχωρίζονται οι «πρώτες» επιχειρήσεις κάθε κλάδου, όπου τα σχετικά ποσοστά είναι σημαντικά υψηλότερα.


Στο σχετικό ΠΙΝΑΚΑ (1) φαίνεται η αύξηση που παρουσίασαν τα καθαρά κέρδη, ανά κλάδο βιομηχανίας και σύμφωνα με τους ισολογισμούς που δημοσιεύτηκαν στις αντίστοιχες εκδόσεις της ICAP. Αν εξαιρεθεί ο κλάδος «δέρμα - γούνα» που παρουσιάζει μεγάλη αύξηση κερδών, κύρια λόγω της μεγάλης κρίσης που πέρασε όλα τα προηγούμενα χρόνια και εξαιτίας του γεγονότος ότι στον κλάδο δραστηριοποιούνται όλο κι όλο 27 βιομηχανίες, βλέπουμε ότι στις πρώτες θέσεις του δείκτη «αύξηση καθαρών κερδών» βρίσκονται οι επιχειρήσεις που την περίοδο που προηγήθηκε κατάφεραν να εξασφαλίσουν όχι τόσο σημαντική αύξηση του ενεργητικού τους, όσο αύξηση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων και των κεφαλαίων τους.

Αν οποιοσδήποτε έχει την παραμικρή αμφιβολία για το πώς εξασφαλίζονται τα κέρδη των βιομηχάνων, η σχετική απάντηση δίνεται από τα στοιχεία που αφορούν τα «κέρδη ανά εργαζόμενο». Εδώ με τον πιο παραστατικό τρόπο αποκαλύπτεται πως μοναδική πηγή αύξησης των κερδών είναι η ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Αυτών που έναντι του μόχθου τους εισπράττουν μια μπουκιά ψωμί, επειδή ο υπόλοιπος (μόχθος) είναι η υπεραξία της εργασίας τους που καρπώνεται ο επιχειρηματίας κεφαλαιοκράτης. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι το ποσοστό αύξησης των καθαρών κερδών ανά εργαζόμενο για την περίοδο από το 1997 μέχρι το 2000 ήταν:

  • 5.485% για τον κλάδο του καπνού
  • 793% για τον κλάδο «πετρέλαιο - άνθρακας»
  • 662% για τον κλάδο «δέρμα - γούνα»
  • 231% για την «κλωστοϋφαντουργία»
  • 216% για τον κλάδο «μηχανήματα» κ.ο.κ.
Ανακατανομή κερδών

Εκεί όμως που τα στοιχεία προκαλούν πραγματική έκπληξη, είναι η ανάλυση για τον τρόπο που διανεμήθηκαν τα καθαρά κέρδη, το 1999 και το 2000, ανάμεσα στις διαφορετικού μεγέθους επιχειρήσεις. Βεβαίως, γνωρίζουμε ότι η συγκέντρωση προοδευτικά περισσοτέρων κεφαλαίων και κερδών από όλο και λιγότερες επιχειρηματικές ομάδες της άρχουσας τάξης, αποτελούν νομοτελειακή αρχή στην πορεία του καπιταλισμού. Πρόκειται για μια διαδικασία σχεδόν χωρίς διακοπή, η οποία μπορεί να παρατηρηθεί μέσα από τη σύγκριση μεγάλων χρονικών περιόδων και -όπως είναι φυσικό- εδώ εδράζεται η μέχρι θανάτου αναμέτρηση των κεφαλαιοκρατών, που συνήθως -και μέχρι την ανατροπή του συστήματος- αποβαίνει υπέρ του μεγαλύτερου, από άποψη μεγέθους, κεφαλαίου και πάντα σε βάρος της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων. Παράλληλα, είναι κατανοητό πως για λόγους ειδικής συγκυρίας είναι δυνατόν να εμφανίζονται ακόμα και ακραίες καταστάσεις, που ναι μεν δεν ξεφεύγουν από τους γενικούς κανόνες όταν οι εξελίξεις εξετάζονται σε βάθος χρόνου, αλλά παίζουν το ρόλο του... «σκαλοπατιού» στις γενικότερες διεργασίες και ανακατατάξεις που σημειώνονται στους κόλπους των διαφόρων επιχειρηματικών ομάδων. Παίρνοντας όμως υπόψη ακόμα και αυτές τις παρατηρήσεις, δεν μπορεί κανείς να μη διαπιστώσει ότι το 2000 παρατηρήθηκε μια ιδιαίτερα έντονη ανακατανομή των κερδών ανάμεσα στους βιομηχάνους. Οι πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις απέσπασαν, σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, ακόμα μεγαλύτερο μέρος των κερδών με αποτέλεσμα, όπως φαίνεται και από τον ΠΙΝΑΚΑ 2, οι 200 πρώτες να εξασφαλίσουν σχεδόν το 90%, ενώ σε όλες τις υπόλοιπες, τις 4.996, αναλογούσε περίπου το 10%... Σύμφωνα με την επεξεργασία των στοιχείων της ICAP προκύπτει ότι το 2000 το μέσο καθαρό κέρδος ανά βιομηχανική επιχείρηση ήταν:

  • 33,6 δισ. δρχ. για τις 10 πιο κερδοφόρες
  • 8,6 δισ. δρχ. για τις 50 πιο κερδοφόρες
  • 6,4 δισ. δρχ. για τις 100 πιο κερδοφόρες
  • 3,7 δισ. δρχ. για τις 200 πιο κερδοφόρες
  • 18 εκατ. δρχ. για τις υπόλοιπες 4.996, ενώ
  • το μέσο κέρδος ανά βιομηχανική επιχείρηση ήταν 159 εκατομμύρια δραχμές!

Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ