Κυριακή 6 Οχτώβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 26
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΜΕΓΑΛΟΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ
Οι μεγάλοι ένοχοι της ακρίβειας

Αν οι καταναλωτές αγοράζουν το αγγουράκι 30-35 λεπτά και τις πατάτες 60 λεπτά, οι μόνοι που δε φταίνε είναι οι αγρότες, που εισπράττουν από τους μεγαλεμπόρους μόλις 2 λεπτά για το αγγούρι και 6 έως 14 λεπτά για τις πατάτες

Η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πείσει ότι με λίγα κιλά μελιτζανοπιπεριές και ντομάτες, γίνεται κερδοσκόπος της αγοράς...
Η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πείσει ότι με λίγα κιλά μελιτζανοπιπεριές και ντομάτες, γίνεται κερδοσκόπος της αγοράς...
Κυβέρνηση και μεγαλοεπιχειρηματίες, προσπαθούν - με τη βοήθεια της συντριπτικής πλειοψηφίας των ΜΜΕ - να ρίξουν στάχτη στα μάτια των καταναλωτών, για το κύμα ακρίβειας στην αγορά και να χρεώσουν όλες τις ευθύνες στους ...μανάβηδες, στους πωλητές λαϊκών αγορών και τους εργαζόμενους αγρότες (μικροπαραγωγούς), τους οποίους εμφανίζουν να κερδοσκοπούν ασύστολα με τις τιμές των ζαρζαβατικών! Τα στοιχεία που συγκέντρωσε και παραθέτει στο σημερινό ρεπορτάζ του ο «Ρ», είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικά και ταυτόχρονα αποκαλυπτικά για τους μεγάλους ένοχους της ακρίβειας. Αποκαλύπτουν τις πραγματικές αιτίες, που τα αγροτικά προϊόντα πωλούνται πιο ακριβά σε σχέση με προηγούμενες χρονιές και απαντούν στο ερώτημα ποιους πλήττει και ποιους ωφελεί η ακρίβεια.

Η φετινή καλλιεργητική χρονιά ήταν για τη μικρομεσαία αγροτιά ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς οι κακές καιρικές συνθήκες που επικράτησαν, κατέστρεψαν μεγάλο μέρος της παραγωγής και αύξησαν σημαντικά το κόστος, αφού η χρήση πρόσθετων εφοδίων - κυρίως φυτοφαρμάκων - κρίθηκε επιβεβλημένη, προκειμένου να σωθεί ένα μέρος της παραγωγής. Τα καλλιεργητικά έξοδα για την προμήθεια μέσων παραγωγής (αγροτικά μηχανήματα, είδη άρδευσης, εξαρτήματα κλπ.) και εφοδίων (φυτοφάρμακα, λιπάσματα, κ.ά.) αυξήθηκαν κατακόρυφα, καθώς μόνον την τελευταία τριετία το ποσοστό αύξησης άγγιξε το 140%.

Για παράδειγμα:

  • Το φυτοφάρμακο «Κόντιφορ» (χρησιμοποιείται για την καταπολέμηση του σκουληκιού στα φύλλα των λεμονιών και των πορτοκαλιών) ακρίβυνε το τελευταίο δωδεκάμηνο κατά 1.150%. Από 300 δραχμές (0,88 ευρώ) που πωλούνταν πέρσι τα 200 γραμμάρια, φέτος οι αγρότες το προμηθεύονται με ...11 ευρώ!
  • Τα λιπάσματα πωλούνται φέτος 30% ακριβότερα σε σχέση με πέρσι, ενώ την τελευταία τριετία η αύξηση στις τιμές των λιπασμάτων είναι περίπου 87%.

Ανάλογες είναι οι αυξήσεις - από την αρχή της καλλιέργειας μέχρι τη συγκομιδή - σε όλα τα είδη (μεταξύ άλλων, στο σπόρο, στα λιπάσματα, στα φυτοφάρμακα, φθορά και αντικατάσταση εξαρτημάτων και μηχανημάτων, είδη άρδευσης με τα ανάλογα εξαρτήματα, πετρέλαιο, ηλεκτρικό ρεύμα, μέσα συγκομιδής, όπως ελαιόπανα, κλούβες, χαρτικά κ.ά.), τα οποία είναι απαραίτητα για τον αγρότη, προκειμένου να φέρει σε πέρας την παραγωγή του. Ενα πρώτο συμπέρασμα: Το πάγιο αίτημα των αγροτών για μείωση του κόστους παραγωγής συνθλίβεται στις μυλόπετρες των πολυεθνικών εταιριών, που πωλούν ανεξέλεγκτα εφόδια και μηχανήματα.

Ιδού ποιοι καθορίζουν τις τιμές

Οι τιμές στην αγορά και συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά τα αγροτικά προϊόντα καθορίζονται κατά κανόνα από τους μεγαλέμπορους και όχι, βέβαια, από τον παραγωγό. Ο παραγωγός είναι «ο τελευταίος τροχός της ιστορίας». Στην ουσία, είναι έρμαιο των εκβιαστικών διαθέσεων των μεγαλεμπόρων. Στην «ελεύθερη» καπιταλιστική κοινωνία που ζούμε - αυτοί έχουν το πάνω χέρι στην περίπτωση των αγροτικών προϊόντων- είναι οι μεγαλέμποροι, οι οποίοι αξιοποιούν στο έπακρο το καθεστώς των «απελευθερωμένων αγορών» και πλείστες όσες μεθόδους μπορούν, προκειμένου να αυξήσουν τα υπερκέρδη τους. Η κυβέρνηση, συνεπής στην ταξική της επιλογή, αρνείται να παράσχει οποιαδήποτε κάλυψη στον μικρομεσαίο αγρότη και αφήνει ελεύθερο, ουσιαστικά, τον μεγαλέμπορο να καθορίζει αυτός τις τιμές στην αγορά.

Οι εκβιασμοί του τύπου «τόσα δίνω, αν δε θέλεις πάω αλλού» ή «τώρα που θα κάνουμε εισαγωγές, άστα να σαπίσουν στο χωράφι», είναι συνηθισμένοι. Και, φυσικά, πληρώνουν τους παραγωγούς όποτε θέλουν, ενώ δε λείπουν και τα φέσια. Ακόμα και στις λαϊκές αγορές, οι παραγωγοί αποτελούν μειοψηφία, έναντι των επαγγελματιών μανάβηδων και των χονδρεμπόρων. Οι τελευταίοι, έχοντας τη δυνατότητα και των εισαγωγών, μπορούν ανάλογα να καθορίζουν τις τιμές.

Κοντολογίς, η ψαλίδα μεταξύ της τιμής παράδοσης του προϊόντος από τον αγρότη - παραγωγό και της τιμής στην αγορά από την οποία ψωνίζει ο καταναλωτής είναι πολλές φορές τεράστια. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως:

  • Το αγγούρι από 2 λεπτά (!!!) που πωλείται στον έμπορο φτάνει στην αγορά 30 - 35 λεπτά.
  • Οι πατάτες από 14 λεπτά το κιλό (στη συνέχεια έπεσαν και στα 6 λεπτά) καταλήγουν στην αγορά μέχρι και 60 λεπτά το κιλό.

Την ξετσίπωτη και θρασύτατη ασυδοσία των εμπόρων, όμως, δεν την πληρώνουν μόνον οι αγρότες, αλλά και οι καταναλωτές που καλούνται στο χώρο της αγοράς να συνδράμουν με το ξεπαράδιασμά τους, τις ήδη παραγεμισμένες τσέπες των εμπόρων από τα υπερκέρδη.

Μεγαλέμποροι και σούπερ μάρκετ

Η απουσία παραγωγικών συνεταιρισμών και η διαιώνιση των μεσαζόντων και των χονδρεμπόρων ανάμεσα στον παραγωγό και την αγορά, αποτέλεσαν «λίπασμα» για την άνθηση της κερδοσκοπίας και της αισχροκέρδειας. Οι συνθήκες αυτές δημιουργούν τις προϋποθέσεις, που επιτρέπουν στους χονδρεμπόρους, αλλά και στα μεγάλα καταστήματα - ενισχυόμενοι από τη συνεχιζόμενη αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ και της κυβέρνησης - να λειτουργούν ανεξέλεγκτα και ασύδοτα.

Ιδιαίτερα αποκαλυπτικές, για το πώς και από ποιους στήνεται ο «χορός της κερδοσκοπίας και της αισχροκέρδειας», είναι οι πληροφορίες που συγκεντρώσαμε από τον Κώστα Κερκουλά, στέλεχος της Παναγροτικής Αγωνιστικής Συσπείρωσης. Οπως μας εξήγησε, καθώς ο αγρότης δε διαθέτει εκείνους τους μηχανισμούς που θα του επιτρέψουν να διαθέσει τα προϊόντα του σε μια ικανοποιητική τιμή γι' αυτόν, οι χονδρέμποροι καταφέρνουν - με όπλο κυρίως τον εκβιασμό - και του αποσπούν κάθε φορά το προϊόν, στο όριο του κόστους παραγωγής, χρησιμοποιώντας διάφορους τρόπους.

«Ο έμπορος - λέει ο Κώστας Κερκουλάς - εκμεταλλευόμενος τη δεινή θέση και το άγχος του παραγωγού για να πουλήσει έγκαιρα τα προϊόντα του, του τα παίρνει και φθηνά και με τους όρους που θέλει. Ο παραγωγός, ακόμα και αν στην αρχή δεν υποκύψει, στη συνέχεια θα αναγκαστεί να ενδώσει, με τις ίδιες απαιτήσεις, προ του κινδύνου να μείνει απούλητη η παραγωγή». Για να τεκμηριώσει, μάλιστα, τις απόψεις του, μας έφερε χαρακτηριστικά παραδείγματα, για το πώς οι αγρότες παραγωγοί πέφτουν θύματα των μεγαλοχονδρεμπόρων.

Οπως μας είπε, «ο έμπορος α` αγοράζει από τον τον β` πατατοπαραγωγό 50 τόνους πατάτες. Ομως, στο τιμολόγιο που κόβει ο χονδρέμπορος, δεν εμφανίζει την πραγματική ποσότητα πατάτας που αγόρασε από τον παραγωγό, καθώς κόβει τιμολόγια μόνο για την αγορά 1 τόνου πατάτας. Μ' αυτήν την τακτική, ο μεγαλέμπορος από τη μια πληρώνει ελάχιστο ΦΠΑ (το 1/50) και από την άλλη παρουσιάζει χαμηλό τζίρο, με αποτέλεσμα να γλιτώνει από τη φορολογία προσωπικών εισοδημάτων. Η κερδοσκοπία των μεγαλεμπόρων δε σταματά εδώ, καθώς, παράλληλα, αναγκάζουν τον παραγωγό να υπογράψει τιμολόγιο, στο οποίο η τιμή του προϊόντος που θα αναγράφεται θα είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που εισέπραξε, για να δικαιολογεί στη συνέχεια την τσουχτερή τιμή του προϊόντος. Το λεμόνι, για παράδειγμα, ο έμπορος το αγοράζει από τον παραγωγό με 9 λεπτά το κιλό, στο τιμολόγιο αναγράφεται ότι το πήρε με 32 λεπτά και το πουλά στην αγορά 1 ευρώ και 10 λεπτά. Αυτά τα φαινόμενα εντάθηκαν την τελευταία 15ετία που διαλύθηκαν οι συνεταιρισμοί - όχι τυχαία - από την πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ».

Επίσης, σε ό,τι αφορά τα σούπερ μάρκετ, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το εξής: Υπάρχουν προϊόντα, όπως πατάτες και μήλα, για τα οποία ο αγρότης ή δεν έχει εισπράξει τίποτα - παρότι είναι αυτός που τα παράγει - ή απολαμβάνει τιμή ασύλληπτα χαμηλή. Για παράδειγμα, πολλά σούπερ μάρκετ προμηθεύονται τις πατάτες από συσκευαστήρια που παραλαμβάνουν πατάτα. Οι συσκευαστές, αυθαίρετα μέσα από τη διαλογή - κλοπή, παρακρατούν το 30% περίπου της παραγωγής (!!!), όταν το πραγματικό σκάρτο προϊόν είναι μόλις 3%, χωρίς να δώσουν καμία δραχμή στον παραγωγό.

Τι συμβαίνει, τελικά, με το υπόλοιπο 27%; Αυτό το αξιόλογο ποσοστό του 27% διατίθεται κανονικότατα στην αγορά. Ενα μεγάλο μέρος το καρπώνονται οι ιδιοκτήτες των σούπερ μάρκετ (μανάβικα), ενώ μια μεγάλη ποσότητα πατάτας (μεγάλες, μισοκομμένες - χτυπημένες κλπ.) παραδίδονται στις βιομηχανίες τροφίμων και στις εταιρίες παραγωγής των περίφημων «τσιπς». Δηλαδή, οι βιομηχανίες που παράγουν τα πατατάκια «τσιπς», ενώ προμηθεύονται την πατάτα σε «τιμή κοψοχρονιά», πουλάνε τα συσκευασμένα πατατάκια τσιπς στην απίθανη τιμή των 3.500 δραχμών το κιλό!

Επίσης, τα μήλα που βρίσκει συχνά κανείς στα ράφια - οι λεγόμενες πεσιάδες - είναι εκείνα που πολλές φορές λίγο πριν τη συγκομιδή πέφτουν κυρίως από τον αέρα στο έδαφος. Για τα μήλα αυτά, ο παραγωγός δεν παίρνει ούτε το ένα τριακοστό από αυτά που δίνει ο καταναλωτής για να τα αγοράσει.

Το εκπληκτικό είναι πως ο αγρότης που για ένα προϊόν μοχθεί έναν ολόκληρο χρόνο (χωρίς να γνωρίζει Σαββατοκύριακα, διακοπές, ωράρια και είναι στο έλεος των καιρικών συνθηκών, των πολυεθνικών - προμηθευτών και των μεγαλεμπόρων), συχνά το πουλάει σε τιμή που μόλις καλύπτει (και όχι πάντα) το κόστος παραγωγής. Κι αυτό γιατί, για το προϊόν που παράγει, πληρώνεται λίγο περισσότερο από το κόστος παραγωγής, ενώ στον αντίποδα οι μεγαλέμποροι κερδίζουν εικοσαπλάσια και περισσότερο από αυτό το ποσό που εισπράττει ο παραγωγός.


Ρεπορτάζ:
Νίκος ΤΣΑΚΑΝΙΚΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ