Κυριακή 13 Οχτώβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Σε αρκετά μεγάλα ύψη το δημόσιο χρέος

Σε πείσμα των κυβερνώντων - και παρά το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας - το δημόσιο χρέος χρόνο με το χρόνο σκαρφαλώνει σε όλο και πιο ψηλά επίπεδα, γεγονός που προοιωνίζεται νέα αφαίμαξη του λαού

Πέρσι τέτοιο καιρό και μέχρι την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού για το έτος 2002, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, προπαγάνδιζε σαν μια από τις πολλές «επιτυχίες» της κυβερνητικής πολιτικής, την «εξυγίανση» των δημόσιων οικονομικών. Και για του λόγου το αληθές, ο αρμόδιος υπουργός Οικονομίας παρέθετε στη Βουλή στοιχεία που εμφάνιζαν το δημόσιο χρέος να μειώνεται, σαν ποσοστό του ΑΕΠ. Να θυμίσουμε ότι η μείωση του δημόσιου χρέους σαν ποσοστό του ΑΕΠ, ήταν μια από τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι ηγεσίες και οι βουλευτές όλων - πλην ΚΚΕ - των κομμάτων (ΠΑΣΟΚ, ΝΕ, ΣΥΝ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΟΙΞΗ) που υπερψήφισαν το 1992 τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, γιατί ήταν ένας από τους δείχτες της διαβόητης εισόδου στην ΟΝΕ σύμφωνα μ' αυτή τη Συνθήκη.

Ας δούμε, όμως, τους στόχους που είχε θέσει η κυβέρνηση για το δημόσιο χρέος και πως αυτό εξελίχθηκε τα τελευταία χρόνια, τόσο σε απόλυτα ποσά όσο και σαν ποσοστό του ΑΕΠ. Και φυσικά, θα πρέπει να πάρουμε σοβαρά υπόψη μας τα τρισεκατομμύρια που εισέρευσαν στα ταμεία του κράτους από τις ιδιωτικοποιήσεις, τις μετοχοποιήσεις, τις αποκρατικοποιήσεις και γενικά κάθε μορφή εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, που οι κυβερνώντες έλεγαν πως πηγαίνει και για τη μείωση δημόσιου χρέους.

Με βάση λοιπόν, τα επίσημα στοιχεία, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας (γενικής κυβέρνησης):

  • Το 1996 ήταν 97,8 τρισεκατομμύρια δραχμές. Αντιπροσώπευε δηλαδή το 111,3% του ΑΕΠ, έναντι 73,5% που ήταν ο μέσος όρος του δημόσιου χρέους για τις «15» χώρες - μέλη της ΕΕ.
  • Το 1999 διαμορφώθηκε στα 117,1 τρισ. δραχμές. Αν και αυξήθηκε κατά περίπου 20 τρισεκατομμύρια δραχμές, ωστόσο - λόγω των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της χώρας - σαν ποσοστό του ΑΕΠ το δημόσιο χρέος περιορίστηκε στο 103,9%, έναντι 64,5% στην ΕΕ των «15».
  • Περιορίστηκε το έτος 2000, στο 102,7% (έναντι 61,1% στην ΕΕ).

Αξίζει εδώ να σημειώσουμε, πως ο αρμόδιος υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκης, εξωραϊζοντας την αντιλαϊκή οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, δήλωνε πέρσι (με την εισηγητική έκθεση για τον προϋπολογισμό του 2002) ότι «αποτέλεσμα της ανωτέρω πολιτικής, είναι η μείωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης κατά 8,6 ποσοστιαίες μονάδες στην περίοδο 1996 - 2000, δηλαδή από 111,3% σε 102,7% του ΑΕΠ. Επιχειρώντας, επίσης, να δικαιολογήσει την εμμονή της κυβέρνησης στη συνέχιση της ίδιας πολιτικής, άφηνε να εννοηθεί πως οι θυσίες των εργαζομένων «πιάνουν τόπο», αφού το δημόσιο χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ παρουσίαζε συνεχή πτώση.

Ο ίδιος υπουργός - αξιοποιώντας τα στοιχεία του «Επικαιροποιημένου Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης 2001- 2004» - εκτιμούσε ότι το δημόσιο χρέος θα μειωθεί στην τετραετία (2001- 2004) περίπου 13 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση, έθετε στόχο να μειώσει το δημόσιο χρέος, σαν ποσοστό του ΑΕΠ, στο:

  • 99,6%, για το έτος 2001
  • 97,3%, για το 2002
  • 94,4% για το έτος 2003
  • 90% του ΑΕΠ για το 2004

Για τις 15 χώρες - μέλη της ΕΕ, το δημόσιο χρέος προβλεπόταν να μειωθεί το 2001 στο 57,7% και το 2002 σε ακόμη χαμηλότερο ποσοστό.

Βεβαίως η μείωση του δημόσιου χρέους επιτυγχάνεται με την πολιτική του γενικού ξεπουλήματος των ΔΕΚΟ, της φοροεισπρακτικής πολιτικής σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων και το σφαγιασμό των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, δηλαδή μιας γενικευμένης αντιλαϊκής επιδρομής. Βεβαίως για την Ελλάδα, το δημόσιο χρέος, δεν εξελίχθηκε, όπως μας το εμφάνιζαν (με τις αλχημείες τους) οι κυβερνώντες, όπως αναγκάστηκε να ομολογήσει ο υπουργός Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκης με το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2003, που δημοσιοποίησε την περασμένη βδομάδα.

Ετσι, παρά το γεγονός ότι στην περίοδο από το 1996 μέχρι και πέρσι, τα έσοδα του κράτους από την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας ανέρχονται σε αρκετά τρισεκατομμύρια δραχμές, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας παραμένει σε αρκετά ψηλά επίπεδα.

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της «Eurostat» το δημόσιο χρέος της Ελλάδας σαν ποσοστό του ΑΕΠ, θα κλείσει φέτος στο 103,2% και όχι στο 97,3% όπως μας έλεγε η κυβέρνηση και ο επί των Οικονομικών υπουργός της Ν. Χριστοδουλάκης. Θα είναι δηλαδή μεγαλύτερο κατά περίπου 6 μονάδες του ΑΕΠ, πάνω από 3 τρισεκατομμύρια δραχμές! Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι στα ταμεία του κράτους εισέρευσαν φέτος «μη φορολογικά έσοδα συνολικού ύψους 3.208 εκατ. ευρώ», ποσό που αντιπροσωπεύει περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Προκαλώντας μάλιστα την κοινή νοημοσύνη, οι κυβερνώντας έφτασαν στο σημείο, να δηλώνουν... περήφανοι επειδή η Ελλάδα κατέχει την 1η θέση στις ιδιωτικοποιήσεις μεταξύ όλων των χωρών της ΕΕ.

Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί, ότι όχι μόνο δε μίκρυνε το χάσμα που χώριζε - το δημόσιο χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ - την Ελλάδα με το μέσο κοινοτικό όρο, αλλά μεγάλωσε. Φτάνει μόνο να αναφερθεί ότι ενώ το 1996 το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, σαν ποσοστό του ΑΕΠ, ήταν 51,4% (μισή φορά) μεγαλύτερο από το μέσο κοινοτικό όρο, το 2001 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) ήταν περίπου 80 μονάδες μεγαλύτερο (έτεινε δηλαδή να διπλασιαστεί) σε σχέση με το μέσο όρο του δημόσιου χρέους της ΕΕ των «15»!

Με βάση τις μέχρι τώρα εξελίξεις, είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι κυβερνώντες ετοιμάζονται για νέα ακόμη μεγαλύτερη επίθεση ενάντια στα λαϊκά εισοδήματα, αφού αποτελούν όνειρο θερινής νυκτός οι στόχοι της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ για μείωση του δημόσιου χρέους σαν ποσοστό του ΑΕΠ στο 90% το 2004. Κι αυτό, γιατί για το 2003 η κυβέρνηση προϋπολογίζει (με βάση το καλό σενάριο) να μειώσει το δημόσιο χρέος στο 99,3%...


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ