Κυριακή 9 Μάρτη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Δυσοίωνες προβλέψεις και για την «επόμενη μέρα» στις ΗΠΑ

Παπαγεωργίου Βασίλης

Διανύουμε κατά πάσα πιθανότητα την τελευταία βδομάδα πριν την επιδρομή κατά του Ιράκ. Αν δεχτούμε ότι μια από τις βασικές αιτίες αυτού του πολέμου είναι η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση στα τρία μεγάλα καπιταλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ενωση, Ιαπωνία), τότε έχει αξία να δούμε και πώς εκτιμούν οι ίδιοι οι καπιταλιστές τις συνέπειες που θα έχουν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στην οικονομία.

Θα περίμενε κανείς ότι, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι επιχειρήσεις προσδοκούν ευεργετικά αποτελέσματα από έναν πόλεμο μικρής διάρκειας και με ολοκληρωτική επικράτηση των αμερικανικών δυνάμεων. Προς αυτή την κατεύθυνση κινούνταν οι δηλώσεις του προέδρου της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (FED), Αλαν Γκρίνσπαν και του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Τζον Σνόου, οι οποίοι εκτιμούν ότι αφ' ης στιγμής τελειώσει ο πόλεμος στο Ιράκ, η αμερικανική οικονομία θα ανθίσει και πάλι. Και όμως, δεν είναι έτσι.

Σε έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 1.200 μέλη της Εθνικής Ομοσπονδίας Ανεξαρτήτων Επιχειρήσεων, τα κορυφαία στελέχη των μεγαλύτερων αμερικανικών επιχειρήσεων, μόνο το 8% ανέφερε ότι οι πολιτικές συνθήκες (δηλαδή ο πόλεμος) είναι ο βασικός παράγοντας για την πορεία της οικονομίας.

«Δε νομίζω ότι πρόκειται να υπάρξει μεγάλη διαφορά από έναν μικρής διάρκειας πόλεμο», δήλωσε στο πρακτορείο «Ρόιτερς» ο Χανς Κρέμερ, πρόεδρος της Baxter International, της μεγαλύτερης εταιρίας επεξεργασίας αίματος και των παραγώγων του. «Εάν κανείς παρατηρήσει προσεκτικά τις περισσότερες βασικές βιομηχανίες, συνέχισε ο κ. Κρέμερ, θα διαπιστώσει ότι υπάρχει πλεονάζον παραγωγικό δυναμικό, ενώ η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας έχει καθυστερήσει».

Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι Αμερικανοί επιχειρηματίες δε συμμερίζονται καθόλου την αισιοδοξία του επιτελείου του Αμερικανού Προέδρου Μπους για μια ταχύτατη ανάκαμψη της οικονομίας μετά από μια επιτυχημένη επιδρομή στο Ιράκ, η οποία, μεταξύ των άλλων, θα φέρει στα χέρια των ΗΠΑ τα τεράστια ιρακινά πετρελαϊκά κοιτάσματα, όπως και τον πλήρη έλεγχο της διεθνούς αγοράς του πετρελαίου.

Αυτό με τη σειρά του αποδεικνύει ότι η οικονομική κρίση στις ΗΠΑ είναι πολύ βαθύτερη απ' όσο υπολογιζόταν αρχικά και ότι το ξεπέρασμά της είναι πολύ δύσκολο.

Η δυσπραγία της αμερικανικής οικονομίας και η θολή προοπτική της ανάκαμψης προκαλούν διάσταση απόψεων και μεταξύ των ιθυνόντων. Από τη μια, ο Πρόεδρος Μπους και πολλοί Ρεπουμπλικανοί υποστηρίζουν ότι το Κογκρέσο πρέπει να προχωρήσει τώρα στη μείωση των φόρων του μεγάλου κεφαλαίου, με στόχο την πραγματοποίηση επενδύσεων και την αναθέρμανση της οικονομίας. Από την άλλη, ο πρόεδρος της FED υποστηρίζει ότι τα μέτρα αυτά πρέπει να καθυστερήσουν, γιατί υπάρχει κίνδυνος να απορροφηθεί η μείωση των φόρων από τις επιχειρήσεις, χωρίς να υπάρξει αναθέρμανση.

Ενα χαρακτηριστικό στοιχείο για την κατάσταση που επικρατεί στην αμερικανική οικονομία είναι ότι το Γενάρη του 2003 τα εργοστάσια λειτουργούσαν μόλις στο 75,7% του παραγωγικού τους δυναμικού. Το ποσοστό αυτό είναι κατά οκτώ μονάδες μικρότερο απ' την περίοδο πριν την οικονομική ύφεση.

Τέλος, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία για την πορεία των χρηματιστικών δεικτών, ο δείκτης Standard & Poor's 500, ο οποίος αντιπροσωπεύει τις 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις των ΗΠΑ, έχασε μέσα σε ένα χρόνο το 29% της αξίας του.


ΚΕΙΜΕΝΑ:
Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ