Κυριακή 13 Απρίλη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η επιβράδυνση οδηγεί σε κρίση

Η κατακόρυφη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής και η αισθητή μείωση των επιχειρηματικών κερδών το 2001, σε συνδυασμό με τους συγκυριακούς λόγους για την οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων χρόνων, αποτελούν παράγοντες βάσει των οποίων είναι πολύ πιθανό η ελληνική οικονομία να ακολουθήσει στην ύφεση τις άλλες καπιταλιστικές χώρες

ICON

Η βάρβαρη επιδρομή των αγγλοαμερικανικών στρατευμάτων στο Ιράκ και το δράμα που περνά ο ιρακινός λαός έφεραν, όπως ήταν φυσικό, σε δεύτερο πλάνο τις εξελίξεις στον τομέα της οικονομίας στη χώρα. Εξελίξεις που από κάθε σκοπιά είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, μια και η πλειοψηφία πλέον των οικονομικών αναλυτών εκτιμά ότι τα σημάδια της επιβράδυνσης στις μεταβολές σε διάφορα οικονομικά μεγέθη, σε συνδυασμό με την κάμψη που παρουσιάζουν ορισμένα από αυτά, στην πραγματικότητα βάζουν την ελληνική οικονομία στον προθάλαμο μιας οικονομικής ύφεσης.

Οι απόψεις της κυβέρνησης για την πορεία της οικονομίας είναι λίγο- πολύ γνωστές και το τελευταίο διάστημα παρουσιάστηκαν αρκετές φορές διά στόματος Ν. Χριστοδουλάκη, κύρια με την ιδιότητα του προεδρεύοντος του Συμβουλίου υπουργών Οικονομίας της ΕΕ. Η κυβέρνηση, εν πολλοίς, μιλά για «μια διεθνώς δύσκολη περίοδο», στα πλαίσια της οποίας «η παγκόσμια οικονομία για δεύτερη συνεχή χρονιά διανύει μια δύσκολη φάση, με κύρια χαρακτηριστικά την αβεβαιότητα των προοπτικών, τη στασιμότητα και την έντονη διαταραχή των μακροοικονομικών ισορροπιών», ενώ, όπως σωστά εκτιμά, «στις αρχές του 2003, στη μεγάλη τους πλειονότητα οι οικονομίες των αναπτυγμένων χωρών βρίσκονται σε συνθήκες έντονης επιβράδυνσης». Παρόμοια είναι και η ανάλυση που κάνει για την ΕΕ, για την οποία σημειώνεται ότι «η οικονομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχει επηρεαστεί έντονα από την παγκόσμια οικονομία» και διατυπώνεται η εκτίμηση ότι «η έξοδος από την ύφεση αναβάλλεται συνεχώς». Ολα αυτά, βέβαια, μπορεί να παρουσιάζονται ως τεχνοκρατικές αναλύσεις προσδιορισμού της φάσης στην οποία βρίσκεται η οικονομία, πίσω τους όμως κρύβουν συγκεκριμένες καταστάσεις που αφορούν στο σύνολο της κοινωνίας, πρώτα και κύρια των ίδιων των παραγωγών του πλούτου. Δηλαδή, η οικονομική «επιβράδυνση» και η «ύφεση», πέρα από απεικόνιση των δεδομένων στους τομείς της παραγωγικής δραστηριότητας, σημαίνουν, αυτόματα, μείωση των εισοδημάτων των λαϊκών στρωμάτων, αύξηση των τιμών στα είδη κατανάλωσης, διόγκωση της ανεργίας και της υποαπασχόλησης, ένταση της φορολογικής επιβάρυνσης των οικονομικά ασθενέστερων τμημάτων της κοινωνίας κ.ο.κ. Ακόμα χειρότερα, προδιαγράφουν τον ερχομό μιας περιόδου ακόμα μεγαλύτερης έντασης όλων των αρνητικών συνεπειών, ώστε να γίνει κατορθωτή η έξοδος από την κρίση. Γιατί, έστω κι αν δε λέγεται ορθά-κοφτά, οι καπιταλιστικές χώρες ουσιαστικά βρίσκονται σε φάση οικονομικής κρίσης και ουδείς μπορεί με ασφάλεια να εκτιμήσει το χρονικό εύρος της.

Οι ρυθμοί του ΑΕΠ...

Για τα ζητήματα που αφορούν στις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, η κυβέρνηση ακολουθεί άλλο βιολί. Οχι μόνον προσπαθεί με κάθε τρόπο να δείξει πως δεν υπάρχει κανένα απολύτως πρόβλημα, αλλά πανηγυρίζει για τους «ρυθμούς ανάπτυξης» της χώρας. Για να στοιχειοθετήσει την άποψη αυτή εμφανίζει τα στοιχεία για τις μεταβολές του ΑΕΠ, τα οποία, μάλιστα, συγκρίνει με το μέσο όρο της ΕΕ. Θριαμβολογεί, δηλαδή, συγκρίνοντας το ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας, που υποτίθεται πως δε βρίσκεται ακόμα σε φάση κρίσης, με τα αντίστοιχα μεγέθη οικονομιών που εδώ και δύο χρόνια βολοδέρνουν στην ύφεση και στη στασιμότητα...

Μια προσεκτική, βέβαια, παρατήρηση ακόμα και των επίσημων στατιστικών στοιχείων επιβεβαιώνει την άποψη που θέλει την οικονομία της χώρας να πορεύεται επί ξυρού ακμής, ενώ όλο και περισσότερο θεμελιώνεται η άποψη ότι ο ελληνικός καπιταλισμός, κύρια για λόγους συγκυρίας (Ολυμπιακοί Αγώνες, ολοκλήρωση κατασκευαστικών έργων του ΚΠΣ), «ξεφεύγει» μέχρι στιγμής από την οικονομική κρίση. Τα στοιχεία που αφορούν στην πορεία της βιομηχανίας το 2002, αλλά και στην κερδοφορία των επιχειρήσεων συνολικά, είναι ενδεικτικά. Τουλάχιστον για να βγουν συμπεράσματα σε ό,τι αφορά στην επιταχυνόμενη πορεία οικονομικής επιβράδυνσης, η οποία, αλληλοδιαπλεκόμενη με την ύφεση στην ΕΕ, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε κρίση.

Απότομη κάμψη

Το 2000, η μεταποίηση είχε σημειώσει άνοδο της τάξης του 5,1% και από τους 23 κλάδους μόλις τέσσερις είχαν αρνητική μεταβολή. Το 2001 η βιομηχανική παραγωγή ακολούθησε μια κατρακύλα σημειώνοντας άνοδο 1,8%. Το 2002 η εικόνα αποδείχτηκε ακόμα χειρότερη, αφού η μέση μεταβολή στη μεταποίηση ήταν μόλις 0,7%, ενώ σε 11 κλάδους σημειώθηκε παραπέρα πτώση της παραγωγής. Πέρα όμως από τους στεγνούς αριθμούς, υπάρχουν και ορισμένα άλλα και εξόχως ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά. Ετσι, μεταξύ άλλων, διαπιστώνεται:

  • Η έστω κατά 0,7% αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής πέρσι οφείλεται κύρια στη σημαντική αύξηση κλάδων όπως οι εκτυπώσεις-εκδόσεις (31,1%), της ανακύκλωσης (25%) και ιατρικά όργανα και όργανα ακριβείας (19,2%). Παράλληλα, αύξηση της τάξης του 9,2% και 7% σημειώθηκε σε κλάδους όπως είναι τα χημικά προϊόντα και βασικά μέταλλα, αντίστοιχα, ενώ μικρές ή ανεπαίσθητες ήταν οι μεταβολές στους κλάδους καπνός, τρόφιμα- ποτά, παράγωγα πετρελαίου- άνθρακα. Σε ό,τι αφορά στη σημαντική άνοδο των δύο πρώτων κλάδων, καλό είναι να μη διαφεύγει της προσοχής ότι το φαινόμενο είναι καθαρά συγκυριακό, λόγω των νομαρχιακών και δημοτικών εκλογών και του οργασμού που παρατηρήθηκε για την έκδοση του προεκλογικού υλικού και των ψηφοδελτίων για χιλιάδες δήμους και νομαρχίες. Από εκεί και πέρα αν και οι μισοί περίπου κλάδοι της βιομηχανίας παρουσίασαν πέρσι άνοδο, στην πραγματικότητα μόνον οι εξελίξεις σε τομείς όπως των χημικών και των βασικών μετάλλων έχουν πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις στην οικονομία, ενώ τα όρια παραγωγικής δράσης άλλων (τρόφιμα, καπνός) εξαρτώνται σημαντικά από το βαθμό διείσδυσης των εισαγόμενων προϊόντων
  • Η παραγωγή σε 9 τουλάχιστον κλάδους της βιομηχανίας πέρσι ήταν σε χαμηλότερα επίπεδα ακόμα και από εκείνα του 1995! Εδώ συναντά κανείς ορισμένους από τους θεωρούμενους παλαιότερα παραδοσιακούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας (κλωστοϋφαντουργία, έτοιμο ένδυμα, δέρμα-παπούτσια, καπνός), η παραγωγή των οποίων έχει αντικατασταθεί από τις αθρόες εισαγωγές εμπορευμάτων από το εξωτερικό, αλλά και κλάδους που σχετικά πρόσφατα είχαν παρουσιάσει κάποια ανάπτυξη και τώρα φαίνεται να περνούν σε φάση κρίσης επίσης λόγω της υποκατάστασής τους από εισαγόμενα είδη (μηχανές γραφείου-ηλεκτρονικοί υπολογιστές-εξοπλισμός μέσων μεταφοράς)
  • Σε δύο τουλάχιστον κλάδους σημειώθηκε μείωση της παραγωγής και το 2000 και το 2001 και πέρσι. Πρόκειται για τις βιομηχανίες παραγωγής ειδών ενδυμασίας και ο κλάδος χαρτί και προϊόντα χαρτιού.

Συμπληρωματικά στα παραπάνω είναι τα στοιχεία που δημοσιοποίησε το απόγευμα της Παρασκευής η Στατιστική Υπηρεσία για την πορεία της βιομηχανικής παραγωγής κατά το πρώτο δίμηνο του 2003. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, η παραγωγή στους κλάδους της μεταποίησης εμφανίζει πτώση 0,8%, ενώ η παραγωγή στα ορυχεία-λατομεία πτώση 11,5%!

Τα κέρδη

Χαρακτηριστικές για τις εξελίξεις στην οικονομία είναι και οι μεταβολές που παρουσιάζονται στα καπιταλιστικά κέρδη του 2001, τελευταία χρονιά για την οποία υπάρχουν ολοκληρωμένα και κωδικοποιημένα στοιχεία. Βεβαίως -κι αυτό είναι το κύριο για τους εργαζόμενους - τα κέρδη εξακολούθησαν να κινούνται σε ιδιαίτερα σημαντικά επίπεδα. Το κύριο όμως για τα φαινόμενα που συνδέονται με τον κύκλο της καπιταλιστικής οικονομίας είναι ότι τα κέρδη του 2001 παρουσιάζουν κάμψη σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Οπως, λοιπόν, προκύπτει από τις μελέτες της ICAP, το 2001:

  • Τα κέρδη για 20.261 μεγάλες επιχειρήσεις και στις τρεις σφαίρες της οικονομίας (βιομηχανία, εμπόριο, υπηρεσίες) διαμορφώθηκαν σε 9,2 δισεκατομμύρια ευρώ (3,13 τρισ. δρχ.)
  • Αυτό σημαίνει ότι, ανεξάρτητα από το βαθμό του πλούτου που έτσι κι αλλιώς κατέχουν οι εκπρόσωποι αυτών των επιχειρηματικών μονάδων, μόνο μέσα σε μία χρονιά «τσέπωσαν» το 9% του ΑΕΠ
  • Στη βιομηχανία και στο εμπόριο η σχέση ανάμεσα στις κερδοφόρες και ζημιογόνες επιχειρήσεις ουσιαστικά δεν άλλαξε, κάτι που συνέβη στους κλάδους των υπηρεσιών κύρια λόγω των μεγάλων ζημιών που παρατηρήθηκαν σε χρηματιστηριακές και επενδυτικές εταιρίες
  • Τα κέρδη, σε σχέση με τα αντίστοιχα του 2000, εμφανίζονται μειωμένα 13,2% για τις βιομηχανίες, 1,2% για τις εμπορικές επιχειρήσεις, 35% για τον κλάδο των τραπεζών-ασφαλειών-χρηματοοικονομικών εταιριών, 13% για τις εταιρίες των άλλων κλάδων των υπηρεσιών.

Η σταδιακή μείωση των ρυθμών μεταβολής του ΑΕΠ, η κατακόρυφη πτώση της παραγωγής στη μεταποίηση, η πτωτική τάση των καπιταλιστικών κερδών σε συνδυασμό με τους συγκυριακούς λόγους που διατηρούν το ΑΕΠ στα σημερινά επίπεδα, τη συνεχή υποκατάσταση της παραγωγής από τα εισαγόμενα προϊόντα, τις συνεχείς αυξήσεις των τιμών, τη διατήρηση της ανεργίας, της ετεροαπασχόλησης και της υποαπασχόλησης σε δραματικά επίπεδα, αποτελούν παράγοντες που όχι μόνον ανατρέπουν την ευφορία που επιδιώκουν να περάσουν οι κυβερνώντες, αλλά επιταχύνουν όλο και περισσότερο τα φαινόμενα επιβράδυνσης, που κατά κανόνα οδηγούν στην οικονομική κρίση...


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ