Κυριακή 15 Ιούνη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 31
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ"
ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Ο αγώνας για υγιεινά τρόφιμα άμεσα συνδεδεμένος με την πάλη για κοινωνική αλλαγή

Τα αλλεπάλληλα διατροφικά σκάνδαλα που αποκαλύφθηκαν την τελευταία δεκαετία στα πλαίσια του ακήρυχτου εμπορικού πολέμου, που υπάρχει ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ, δείχνουν πόσο ανασφαλή, ανθυγιεινά και επικίνδυνα μπορεί να είναι τα τρόφιμα, όταν αυτοί που τα παράγουν έχουν σαν μοναδικό τους κριτήριο τη μείωση του κόστους παραγωγής και την αύξηση των κερδών τους.

Οι αποκαλύψεις αυτές, εκτός των άλλων, ευαισθητοποίησαν σε σημαντικό βαθμό τους καταναλωτές και ανάγκασαν τις κυβερνήσεις και την ΕΕ να πάρουν κάποια μέτρα, όχι για να αντιμετωπίσουν ολοκληρωμένα το πρόβλημα, αλλά πυροσβεστικά, με στόχο να καταλαγιάσουν το θόρυβο που δικαιολογημένα προκάλεσαν αυτές οι αποκαλύψεις.

Στα πλαίσια αυτής της λογικής η ελληνική κυβέρνηση δημιούργησε πριν από λίγα χρόνια τον Ενιαίο Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ), που ούτε ενιαίος είναι, ούτε ολοκληρωμένους ελέγχους κάνει. Στα πλαίσια της ίδιας λογικής η ΕΕ χρησιμοποίησε σαν πρόφαση τα υπαρκτά διατροφικά προβλήματα για να δικαιολογήσει την αντιαγροτική ενδιάμεση αναθεώρηση της ΚΑΠ, πετυχαίνοντας με «ένα σμπάρο δυο τρυγόνια».

Με εντελώς υποκριτικό τρόπο η κυβέρνηση και η ΕΕ θεωρούν σαν βασικό στόχο της ενδιάμεσης αναθεώρησης της ΚΑΠ «τη βελτίωση της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων, που θα εγγυώνται την υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων, την προστασία του περιβάλλοντος και την προώθηση της ολοκληρωμένης ανάπτυξης της υπαίθρου».

Υποκριτικές πολιτικές

Η υποκρισία τους όμως αποκαλύπτεται από συγκεκριμένες πολιτικές που εφαρμόζουν την ίδια περίοδο, που υποτίθεται ότι προσπαθούν να εξασφαλίσουν κατάλληλα και ασφαλή τρόφιμα και να προστατεύσουν το περιβάλλον, πολιτικές που αν δεν επιδεινώνουν τα διατροφικά και περιβαλλοντικά προβλήματα, σίγουρα δεν τα βελτιώνουν.

Βασικότερες από τις πολιτικές αυτές είναι η υποχώρηση στις πιέσεις των πολυεθνικών και η νομιμοποίηση της χρησιμοποίησης των γενετικά μεταλλαγμένων οργανισμών στη γεωργία, με απρόβλεπτες αρνητικές συνέπειες στο περιβάλλον, στη βιοποικιλότητα και στη δημόσια υγεία. Η εγκατάλειψη κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή των κρεαταλεύρων που ευθύνονται για την αρρώστια των τρελών αγελάδων και η στήριξη της κοινοτικής κτηνοτροφίας στη μεταλλαγμένη σόγια των ΗΠΑ, με αποτέλεσμα από τη «Σκύλλα» να πάνε στη «Χάρυβδη». Η αποσύνδεση των επιδοτήσεων από την αγροτική παραγωγή με άμεσες αρνητικές συνέπειες στην ποιότητά τους. Η νομιμοποίηση της νοθείας του ελαιολάδου με σπορέλαια κ.ό.κ.

Με βάση αυτές τις επιλογές της ΕΕ, σε λίγα χρόνια όλα σχεδόν τα διατροφικά προϊόντα θα προέρχονται από μεταλλαγμένους οργανισμούς, χωρίς να είναι σήμερα γνωστές ποιες συνέπειες θα προκαλέσουν στη δημόσια υγεία και στο περιβάλλον. Και αυτό γιατί οι πολυεθνικές που παράγουν τους μεταλλαγμένους οργανισμούς, με κάλυψη των πολιτικών ηγεσιών των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών, δε δέχονται ούτε την ελάχιστη χρονική περίοδο που οι παγκόσμιοι φορείς υγείας και περιβάλλοντος θεωρούν απαραίτητη για στοιχειώδεις ελέγχους αυτών των οργανισμών, επειδή οι έλεγχοι αυτοί καθυστερούν τις αποσβέσεις τους και μειώνουν τα κέρδη τους.

Για συγκάλυψη αυτής της πολιτικής, αλλά και για να εξασφαλίσουν ασφαλέστερα τρόφιμα για μια καταναλωτική ελίτ, η ΕΕ και η ελληνική κυβέρνηση προωθούν τη λεγόμενη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία, την οποία προβάλλουν σαν εναλλακτική λύση στην υπάρχουσα συμβατική γεωργία. Το γεγονός όμως ότι η βιολογική γεωργία δεν αποτελεί εναλλακτική λύση στη συμβατική γεωργία, αποδείχνεται από τον «αισιόδοξο» στόχο της κυβέρνησης, σύμφωνα με τον οποίο οι εκτάσεις που θα καλλιεργούνται με βιολογικό τρόπο το 2007 θα αποτελούν το 1,3% των συνολικών καλλιεργούμενων εκτάσεων ή 450.000 στρέμματα σε σύνολο 35.000.000 στρεμμάτων.

Οι δύο γεωργίες

Ετσι στο ορατό μέλλον στην ΕΕ και στη χώρα μας θα έχουμε δύο γεωργίες. Η πρώτη που θα στηρίζεται στους μεταλλαγμένους οργανισμούς, θα παράγει φθηνά και επισφαλή τρόφιμα και θα απευθύνεται στις πλατιές λαϊκές μάζες. Και η άλλη, η βιολογική, που θα είναι περιορισμένη ποσοτικά, θα παράγει ακριβότερα και «καθαρότερα» τρόφιμα και θα απευθύνεται στους πλούσιους καταναλωτές. Επειδή όμως στο οπλοστάσιο της λεγόμενης βιολογικής γεωργίας έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί μαζικά διάφοροι τύποι βακίλων για την καταπολέμηση ορισμένων εχθρών και ασθενειών των φυτών, ίσως στο μέλλον με τη γενικευμένη χρήση αυτών των βακίλων και την επέκταση των βιολογικών καλλιεργειών να διαπιστωθεί ότι και η λεγόμενη βιολογική γεωργία μπορεί να εξασφαλίζει καθαρότερα προϊόντα στους καταναλωτές, αλλά να προκαλεί απρόβλεπτες συνέπειες στο περιβάλλον, αν δε θεσμοθετηθούν ορισμένα μέτρα. Δηλαδή από την αλόγιστη χρήση των χημικών σκευασμάτων (φυτοφάρμακα, λιπάσματα κ.ά.) που επέβαλαν στα πλαίσια της χημικής γεωργίας συγκεκριμένες πολυεθνικές, υπάρχει πιθανότητα οι ίδιες πολυεθνικές να επιβάλουν την αλόγιστη χρήση βιολογικών σκευασμάτων στα πλαίσια της βιολογικής γεωργίας με τις ίδιες και χειρότερες συνέπειες στο περιβάλλον και, σε τελευταία ανάλυση, στη δημόσια υγεία.

Απ' όλα τα παραπάνω φαίνεται ότι η παραγωγή των τροφίμων, που αποτελεί αντικείμενο κερδοσκοπίας, είναι έντονα ταξικό, πολιτικό πρόβλημα και λιγότερο τεχνολογικό. Γι' αυτό η πάλη του λαϊκού κινήματος, του καταναλωτικού κινήματος έχει την αξία της όταν διεκδικεί περισσότερους και ουσιαστικότερους ελέγχους και καλύτερους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Θα έχει όμως εξ αντικειμένου περιορισμένα αποτελέσματα αν αυτά τα αιτήματα δε συνδέονται και δεν εντάσσονται στη γενικότερη πάλη για ριζικές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές αλλαγές, στις οποίες κριτήριο παραγωγής και των τροφίμων δε θα είναι το κέρδος αλλά οι πραγματικές ανάγκες των λαών, η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας. Τα αλλεπάλληλα διατροφικά σκάνδαλα, παρά την ύπαρξη των ελεγκτικών μηχανισμών επιβεβαιώνουν αυτή την εκτίμηση και αποδείχνουν ότι είναι ώριμες αναγκαίες και επίκαιρες αυτές οι κοινωνικές ριζικές αλλαγές.


Γιάννης ΣΦΥΡΗΣ
Γεωπόνος


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ