Η εξαθλίωση των εργαζομένων, των συνταξιούχων και των μικρών ΕΒΕ, η βάση της υπέρμετρης κερδοφορίας των ελληνικών επιχειρήσεων
Τα στοιχεία αυτά κάνουν αισιόδοξες τις εταιρίες για ακόμη καλύτερα αποτελέσματα στο κλείσιμο του χρόνου και ενδυναμώνουν την πίστη τους για μια πιο καλή πορεία το «Ολυμπιακό» 2004. Οι προβλέψεις τους ενισχύονται από τη στάση της κυβέρνησης, που παραμένει αταλάντευτη στη «στρατηγική επιλογή» της για στήριξη της «κερδοσκοπίας του μεγάλου κεφαλαίου», όπως επισήμανε χαρακτηριστικά το ΚΚΕ στη Βουλή κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2004. Για να πετύχει αυτό το στόχο, η κυβέρνηση εμβαθύνει στις πιο σκληρές πλευρές της αντιλαϊκής και αντεργατικής πολιτικής της. Ανοίγει μια νέα «σελίδα» λιτότητας, επιμένει στη σκληρή «δημοσιονομική πειθαρχία», στις νέες φορολογικές ελαφρύνσεις για το μεγάλο κεφάλαιο και στις νέες πολύμορφες επιβαρύνσεις για τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους, αλλά και για τους μικρούς ΕΒΕ.
Η ίδια πολιτική ασκείται σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση, σε βάρος των λαών της. Το αναγνώρισε πρόσφατα η ίδια η Κομισιόν σε έκθεσή της: «Αναμένεται να αυξηθούν οι πολιτικές προκλήσεις σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, της φτώχειας και διαφόρων μορφών ανισοτήτων συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν σχέση με την κατάσταση της υγείας. Οι περιφερειακές ανισότητες και τα προβλήματα κοινωνικής συνοχής θα είναι μεγαλύτερα».
Οσο τα παραπάνω θα γίνονται πράξη για μεγαλύτερα τμήματα των εργαζομένων και του λαού, η ελληνική κυβέρνηση: Θα ολοκληρώνει τις ιδιωτικοποιήσεις και την «απελευθέρωση» των αγορών. Θα διευρύνει την εμπορευματοποίηση της Υγείας και της Παιδείας. Θα δίνει μεγαλύτερες χρηματοδοτήσεις στο μεγάλο κεφάλαιο και μέσα από το «νέο» αναπτυξιακό νόμο. Θα «ψαλιδίζει» τις ασφαλιστικές παροχές και δικαιώματα. Θα διαχειρίζεται την τεράστια ανεργία με έμφαση στη μερική απασχόληση και κάθε άλλη μορφή «ελαστικοποίησης». Θα συμπιέζει το εισόδημα των εργαζομένων. Θα συνεχίσει δηλαδή να κάνει ό,τι και σήμερα, μέχρι τις εκλογές που το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ θα δώσουν τη μάχη για το ποιος θα συνεχίσει να ασκεί την ίδια αντιλαϊκή πολιτική.
Το σχέδιο του νέου κρατικού προϋπολογισμού αποδεικνύει αυτή την κατεύθυνση και την προσήλωση της κυβέρνησης στις επιταγές της ΟΝΕ και στις αποφάσεις της Λισαβόνας, προβλέποντας αυξήσεις κάτω του πληθωρισμού και πρόσθετες περικοπές κοινωνικών δαπανών. Δηλώσεις σαν κι αυτές του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Ν. Γκαργκάνα, ότι οι αυξήσεις των μισθών πρέπει να κινούνται στο πλαίσιο της αύξησης της παραγωγικότητας, προδιαγράφουν το μέλλον και τις απαιτήσεις των κεφαλαιοκρατών. Τα υπέρμετρα κέρδη των ελληνικών επιχειρήσεων μένουν φυσικά στο απυρόβλητο, αφού για να υπάρξουν πρέπει να παρθούν όλα αυτά τα μέτρα σε βάρος των εργαζομένων, οι οποίοι από το Γενάρη θα έρθουν αντιμέτωποι με νέες ανατιμήσεις-«φωτιά» σε είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης.
Οι αυξήσεις των τιμών φαίνεται εξάλλου να ακολουθούν τις αυξήσεις των κερδών. Είναι ενδεικτικό ότι μέχρι αυτή τη στιγμή, τα κέρδη των μεγάλων ελληνικών τραπεζών είναι της τάξης του 34%! Η εξέλιξη αυτή χαρακτηρίστηκε απλά «ικανοποιητική» προ ημερών από τον διοικητή της Εθνικής Τράπεζας, Θ. Καρατζά, ενώ ο Ν. Νανόπουλος της «Γιούρομπανκ» ισχυρίστηκε ότι είναι «χλιαρή» η υποστήριξη της επιχειρηματικότητας και «ανεπαρκώς φιλικό» το θεσμικό πλαίσιο για τις επιχειρήσεις! Οι εκπρόσωποι του τραπεζιτικού κεφαλαίου προκαλούν σε περίοδο λιτότητας και οι βιομήχανοι απαιτούν, μεταξύ άλλων, φτηνότερη ηλεκτρική ενέργεια για να στηριχτεί το τρίπτυχο «ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα, αύξηση της παραγωγικότητας» ώστε να γεμίσουν περισσότερο τις τσέπες τους σε βάρος του λαού.
Το μέγεθος της πρόκλησης φαίνεται «διά γυμνού οφθαλμού» από τα στοιχεία των αμοιβών που πρόσφατα παρουσίασε κατά αποκλειστικότητα ο «Ρ». Στις 8 του Νοέμβρη έγραφε: «Πάνω από ένα εκατομμύριο μισθωτοί-ασφαλισμένοι του ΙΚΑ, για την ακρίβεια 1.059.428 εργαζόμενοι, το 2002 είχαν μηνιαίο εισόδημα 278 ευρώ (94.728 δραχμές)..! Αυτές είναι οι πραγματικές αποδοχές που λαμβάνει ένας στους δύο εργαζόμενους, στη χώρα μας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΙΚΑ. Δηλαδή, το 51,96% των μισθωτών που ασφαλίζονται στο ΙΚΑ, το 2002 είχαν ημερήσιο εργατικό εισόδημα μόλις 11,12 ευρώ».
Οι συνέπειες αφορούν και τους μικρούς ΕΒΕ. Χαρακτηριστική είναι η διαπίστωση στην τελευταία ετήσια έρευνα της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου για τις μικρές, ατομικές και ΟΕ εμπορικές επιχειρήσεις: «Κατ' αρχάς, σχεδόν οι μισές από τις επιχειρήσεις του δείγματος δήλωσαν στασιμότητα στις πωλήσεις τους κατά το 2001, ενώ σε ποσοστό 22% δήλωσαν μείωσή τους. Λιγότερο από το ένα τρίτο των επιχειρήσεων δήλωσε ότι υπήρξε σημαντική διεύρυνση των πωλήσεών του. Η εικόνα αυτή είναι δυσμενέστερη από την αντίστοιχη των ΑΕ και ΕΠΕ, όπου το 40% των επιχειρήσεων αύξησαν τις πωλήσεις τους κατά περισσότερο από 10%».
Ο πίνακας που δημοσιεύει σήμερα ο «Ρ» συμπληρώνει και επιβεβαιώνει την εικόνα για τις 25 επιχειρήσεις που παρουσίασε πριν από λίγες μέρες.