Κυριακή 20 Νοέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 21
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ
Εργαλείο εφοδιασμού της νέας ΚΑΠ και αποπροσανατολισμού των αγροτών

Η κυβέρνηση και όσοι θεωρούν μονόδρομο την ΚΑΠ, θέλουν με τα βιοκαύσιμα να δημιουργήσουν ψεύτικες προσδοκίες στα αδιέξοδα που θα δημιουργήσει η νέα ΚΑΠ στους μικρομεσαίους αγρότες και την αγροτική οικονομία

ICON

Η κυβέρνηση και όσοι θεωρούν μονόδρομο την ΚΑΠ, θέλουν με τα βιοκαύσιμα να δημιουργήσουν ψεύτικες προσδοκίες στα αδιέξοδα που θα δημιουργήσει η νέα ΚΑΠ στους μικρομεσαίους αγρότες και την αγροτική οικονομία
Οσο πλησιάζει η ημερομηνία εφαρμογής της νέας ΚΑΠ, τόσο δυναμώνει η προσπάθεια εξωραϊσμού της και αποπροσανατολισμού των μικρομεσαίων αγροτών από την κυβέρνηση, το ΠΑΣΟΚ, τις πολιτικές δυνάμεις και κοινωνικές οργανώσεις που θεωρούν μονόδρομο την ΚΑΠ και τις αναθεωρήσεις της. Στόχος αυτής της προσπάθειας, η δημιουργία ψεύτικων προσδοκιών στους μικρομεσαίους αγρότες για να υποταχθούν στη νέα ΚΑΠ, για να μην αντισταθούν στην εφαρμογή της.

Η πλήρης αποσύνδεση των επιδοτήσεων από την αγροτική παραγωγή στα περισσότερα αγροτικά προϊόντα, που αποτελεί το βασικό εργαλείο υλοποίησης της νέας ΚΑΠ από κανέναν δεν αμφισβητείται ότι θα μειώσει την αγροτική παραγωγή και θα οδηγήσει στην αγρανάπαυση σημαντικές γεωργικές εκτάσεις, σε μια χώρα που το έλλειμμά της στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο το 2004 έφθασε στο αστρονομικό ύψος των 2,486 δισ. ευρώ. Σαν εναλλακτική λύση σ' αυτή την επερχόμενη αρνητική πραγματικότητα οι πρωτεργάτες και οι οπαδοί της νέας ΚΑΠ προτείνουν την καλλιέργεια των χωραφιών με ενεργειακά φυτά για την παραγωγή βιοκαυσίμων, που σύμφωνα με σχετική οδηγία της ΕΕ το 2010 θα πρέπει να αποτελούν το 5,75% των συνολικών καυσίμων.

Με τις ενεργειακές καλλιέργειες για την παραγωγή βιοκαυσίμων ισχυρίζεται η κυβέρνηση και τα δεκανίκια της ότι θα μειωθεί η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας μας. Θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, κυρίως στην ύπαιθρο και θα βελτιωθεί το αγροτικό εισόδημα, θα μειωθεί η ρύπανση του περιβάλλοντος, επειδή οι ρύποι των βιοκαυσίμων είναι λιγότεροι από τους ρύπους των ορυκτών καυσίμων (πετρέλαιο, βενζίνη).

Το πρώτο επιχείρημα της ενεργειακής απεξάρτησης θα είχε κάποια βάση αν τα βιοκαύσιμα που επιβάλλονται και στη χώρα μας με την κοινοτική οδηγία προέρχονταν από εγχώρια παραγωγή και όχι από εισαγωγές είτε ως τελικών προϊόντων, είτε ως πρώτη ύλη, πράγμα το οποίο δεν κατοχυρώνεται από την κοινοτική οδηγία και την εθνική νομοθεσία. Αντίθετα, η σχετική εθνική νομοθεσία που θεσμοθετεί σαν κίνητρο χρησιμοποίησης των βιοκαυσίμων την απαλλαγή τους από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης δεν περιορίζει το κίνητρο αυτό στα εγχώρια βιοκαύσιμα, αλλά το επεκτείνει και στα εισαγόμενα.

Η πολιτική των ίσων κινήτρων στα εγχώρια και εισαγόμενα βιοκαύσιμα, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η χώρα μας δεν έχει συγκριτικό πλεονέκτημα παραγωγής βιοκαυσίμων από ενεργειακές καλλιέργειες σε σχέση με βόρειες κυρίως χώρες της ΕΕ, αλλά και άλλες τρίτες χώρες, ακυρώνει σε μεγάλο βαθμό το επιχείρημα της ενεργειακής απεξάρτησης. Οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι απαραίτητες ποσότητες βιοκαυσίμων είτε θα εισάγονται, είτε θα παράγονται σε μεγάλο ποσοστό από άλλες πρώτες ύλες και όχι από ενεργειακές καλλιέργειες.

Στην υποθετική περίπτωση που όλα τα απαραίτητα για τη χώρα μας βιοκαύσιμα ήταν εγχώριας παραγωγής και μάλιστα από ενεργειακές καλλιέργειες, θα μείωναν πράγματι την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας μας. Ταυτόχρονα όμως θα μεγάλωναν τη διατροφική εξάρτηση του λαού μας σε αμφίβολης καταλληλότητας αγροτικά προϊόντα, επειδή οι ενεργειακές καλλιέργειες θα αντικαθιστούσαν τις καλλιέργειες παραγωγής αγροτικών προϊόντων.

Εύλογα ερωτήματα

Με βάση αυτό το δεδομένο, εύλογα διατυπώνονται ορισμένα ερωτήματα, όπως:

  • Γιατί είναι προτιμότερη η διατροφική εξάρτηση από την ενεργειακή εξάρτηση;
  • Γιατί δεν μπορεί να μειωθεί ταυτόχρονα και η διατροφική και η ενεργειακή εξάρτηση, αλλά θα πρέπει ο λαός να λειτουργεί στα πλαίσια πλαστών και εκβιαστικών διλημμάτων;

Οσον αφορά το δεύτερο επιχείρημα της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας στην ύπαιθρο και τη βελτίωση του αγροτικού εισοδήματος, είναι αυθαίρετο και κανένας από τους υποστηρικτές του δεν μπαίνει στον κόπο να το αποδείξει με συγκεκριμένα στοιχεία.

Ακόμα και στην περίπτωση που τα απαραίτητα βιοκαύσιμα της χώρας μας παραχθούν εγχώρια από ενεργειακές καλλιέργειες, οι θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν θα είναι πολύ λιγότερες από αυτές που θα καταργηθούν. Κι αυτό, επειδή θα εγκαταλειφθούν παραδοσιακές καλλιέργειες, όπως ο καπνός, το βαμβάκι κ.ά., που είναι εργασιοβόροι είτε στη φάση της παραγωγής αγροτικών προϊόντων, είτε στη φάση της μεταποίησης, είτε και στις δύο φάσεις. Στην περίπτωση όμως που σημαντικές ποσότητες βιοκαυσίμων εισαχθούν - είτε ως τελικό προϊόν, είτε ως πρώτη ύλη, που είναι και η πιο πιθανή - το ισοζύγιο των θέσεων εργασίας θα γίνει πολύ αρνητικό και η ανεργία στην ύπαιθρο θα αυξηθεί κατακόρυφα.

Κάτι παρόμοιο ισχύει και για το επιχείρημα της βελτίωσης του αγροτικού εισοδήματος. Και αυτό γιατί οι περισσότερες ενεργειακές καλλιέργειες, όπως το καλαμπόκι, τα σιτηρά, τα τεύτλα, ο ηλίανθος κ.ά., είναι γνωστές καλλιέργειες και οι αποδόσεις τους σε βιοκαύσιμα σε συνδυασμό με την τιμή των καυσίμων, σύμφωνα με τις υπάρχουσες μελέτες, όχι μόνο δεν αφήνουν κανένα περιθώριο βελτίωσης του γεωργικού εισοδήματος, αλλά προϋποθέτουν τιμές πολύ μικρότερες από τις σημερινές. Λίγο χειρότερα είναι τα πράγματα, σύμφωνα με τις υπάρχουσες μελέτες, για την ελαιοκράμβη, που αποτελεί νέα καλλιέργεια για τη χώρα μας και από την οποία παράγεται το βιοντίζελ.

Αυτή την πραγματικότητα αναγνωρίζει έμμεσα και η ΕΕ, γι' αυτό ψήφισε σαν κίνητρο για την ανάπτυξη των ενεργειακών καλλιεργειών επιδότηση 4 ευρώ/στρέμμα. Επιδότηση που θα παίξει μηδαμινό ρόλο, επειδή είναι ασήμαντη.

Πολλοί φορείς, όπως Ενώσεις Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΕΑΣ), Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης (ΕΒΖ), Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις κ.ά., προτρέπουν τους αγρότες να στραφούν άμεσα στις ενεργειακές καλλιέργειες. Συνειδητά όμως δεν τους λένε και πολύ περισσότερο δε δεσμεύονται, πού θα πουλήσουν και σε ποιες τιμές την παραγωγή τους για να βγάλουν και οι αγρότες τα συμπεράσματά τους.

Θα έπρεπε, για παράδειγμα, η ΕΒΖ, που θεωρεί συμφέρουσες τις ενεργειακές καλλιέργειες και αυτή την περίοδο υπογράφει συμβόλαια με τους τευτλοπαραγωγούς για την παραγωγή ζάχαρης, να υπογράψει συμβόλαια και για τις τευτλοκαλλιέργειες παραγωγής βιοκαυσίμων, στα οποία να αναφέρεται και η τιμή, για να ξέρει ο αγρότης αν είναι συμφερότερη η τευτλοκαλλιέργεια για την παραγωγή βιοκαυσίμων, σε σχέση με την τευτλοκαλλιέργεια για την παραγωγή ζάχαρης. Το ίδιο θα έπρεπε να κάνουν για τα σιτηρά, το καλαμπόκι κ.ά. και οι διοικήσεις πολλών Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών, που παροτρύνουν τους αγρότες να στραφούν άμεσα στις ενεργειακές καλλιέργειες. Ομως αντί γι' αυτό, συστήνουν στους αγρότες με δικά τους λεφτά να φτιάξουν νέους συνεταιρισμούς, οι οποίοι θα διαχειριστούν την παραγωγή τους, χωρίς να υπάρχει καμία διασφάλιση για την πώλησή της, αλλά και τις τιμές πώλησής της. Το γεγονός ότι οι ΕΑΣ και η ΕΒΖ που έχουν σημαντικές υποδομές δεν αναπτύσσουν καμία δραστηριότητα στον τομέα των ενεργειακών καλλιεργειών, δείχνει ότι έμμεσα αναγνωρίζουν το τεράστιο ρίσκο που έχουν αυτές οι δραστηριότητες και εντελώς ανεύθυνα παροτρύνουν τους αγρότες που δεν έχουν καμία υποδομή να δραστηριοποιηθούν σε αμφίβολης βιωσιμότητας δραστηριότητες.

Βιοκαύσιμα από παραπροϊόντα ή υποπροϊόντα

Είναι γεγονός ότι τα βιοκαύσιμα συμβάλλουν στη μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος. Η μείωση όμως αυτή αντισταθμίζεται σε μεγάλο βαθμό όταν παράγονται από ενεργειακές καλλιέργειες, οι οποίες επιβαρύνουν το περιβάλλον με την απαιτούμενη λίπανση και άρδευση. Αν όμως παραχθούν από διάφορα παραπροϊόντα ή υποπροϊόντα, τότε και το περιβαλλοντικό όφελος μεγιστοποιείται και νέες θέσεις εργασίας δημιουργούνται και το δίλημμα ενεργειακή ή διατροφική εξάρτηση δεν έχει κανένα περιεχόμενο. Σε μια χώρα πλούσια σε ελαιόλαδο μπορεί το βαμβακέλαιο να βγει από τη διατροφική αλυσίδα και να χρησιμοποιηθεί σαν πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοκαυσίμων. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν σαν πρώτη ύλη υποπροϊόντα εργοστασίων μεταποίησης αγροτικών προϊόντων, εστιατορίων και ορισμένες κατηγορίες σκουπιδιών που η καταστροφή τους κοστίζει και επιβαρύνει και το περιβάλλον.

Αυτές τις εναλλακτικές οικονομικά και περιβαλλοντικά συμφέρουσες λύσεις συνειδητά τις παραβλέπει η κυβέρνηση και όσοι θεωρούν μονόδρομο την ΚΑΠ, επειδή θέλουν με τα βιοκαύσιμα να δημιουργήσουν ψεύτικες προσδοκίες στα αδιέξοδα που θα δημιουργήσει η νέα ΚΑΠ στους μικρομεσαίους αγρότες και την αγροτική οικονομία.

Αλλωστε δεν είναι πρώτη φορά που οι ελληνικές κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τέτοια παραπλανητικά μέσα για να συγκαλύψουν τη στασιμότητα της αγροτικής παραγωγής και τη συρρίκνωση του αγροτικού εισοδήματος, που επιβάλλει η ΚΑΠ και οι αναθεωρήσεις της. Στο πρόσφατο παρελθόν οι ελληνικές κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν τις δραστηριότητες του λεγόμενου δεύτερου πυλώνα, δηλαδή του αγροτοτουρισμού, την παραγωγή οικοτεχνικών προϊόντων, την καλλιέργεια βατόμουρων κ.ά., για να δικαιολογήσουν τη συμφωνία τους με πολιτικές που συρρίκνωναν την αγροτική παραγωγή και το αγροτικό εισόδημα.

Τώρα χρησιμοποιούν τις ενεργειακές καλλιέργειες και τα βιοκαύσιμα με τους ίδιους ακριβώς στόχους. Γι' αυτό οι μικρομεσαίοι αγρότες με βάση την πλούσια εμπειρία τους επιβάλλεται, χωρίς αυταπάτες και ανύπαρκτες προσδοκίες:

  • Να οργανώσουν την πάλη τους με στόχο να αποκαλύψουν τις αποπροσανατολιστικές προσπάθειες της κυβέρνησης, να συγκρουστούν με τη νέα ΚΑΠ και την ΕΕ.
  • Να βγάλουν τα απαραίτητα πολιτικά συμπεράσματα και να αποδεσμευτούν από τα κόμματα που συμφωνούν με τις πολιτικές που τους ξεκληρίζουν.
  • Να συσπειρωθούν στην ΠΑΣΥ και μαζί με το ΚΚΕ να συμβάλουν στη δημιουργία του λαϊκού μετώπου που θ' ανοίξει το δρόμο για μια γεωργία σε όφελος του λαού και των μικρομεσαίων αγροτών.

Του
Γιάννη ΣΦΥΡΗ*
*Ο Γ. Σφυρής είναι υπεύθυνος του Αγροτικού Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ