Κυριακή 6 Ιούλη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
Ενοχοι και συνένοχοι στο "αγροτικό" έγκλημα

Σημαντικό ρόλο στην αρνητική πορεία της γεωργίας και στα σημερινά αδιέξοδά της έπαιξαν οι αγροτικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, πολιτικές που στηρίζονταν στην άκριτη υποταγή και εφαρμογή της ΚΑΠ, αλλά και στη λιτότητα στον τομέα των γεωργικών κονδυλίων.

Από τα στοιχεία των προϋπολογισμών αποδείχνεται ότι βασική αιτία της κατακόρυφης μείωσης των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου στη γεωργία, που συμβάλλει άμεσα στη μείωση της ανταγωνιστικότητάς της, είναι η πραγματική μείωση από χρόνο σε χρόνο των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Οι δαπάνες αυτές σταδιακά περιορίστηκαν στα ποσά της συγχρηματοδότησης που ήταν απαραίτητα για την απορρόφηση των αντίστοιχων κοινοτικών κονδυλίων, τα οποία όμως και όσον αφορά την ποσότητα αλλά και όσον αφορά τις προτεραιότητες και τους στόχους δεν ανταποκρίνονταν στις πραγματικές ανάγκες της γεωργίας μας.

Η πολιτική του νεοφιλελευθερισμού, που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, είχε ως συνέπεια να ιδιωτικοποιηθούν σημαντικοί τομείς που αφορούν τη γεωργία (λιπάσματα, ζωοτροφές, σπόροι κ.ά.), να καταργηθούν όλες οι επιδοτήσεις, να περάσουν οι τομείς αυτοί στο ιδιωτικό εμπόριο, που στόχο του έχει το μεγαλύτερο κέρδος, και να αυξηθούν κατακόρυφα οι τιμές τους και το κόστος της αγροτικής παραγωγής.

Εισπρακτική πολιτική

Παρόμοια πολιτική οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ ακολούθησαν και στο αγροτοπιστωτικό σύστημα, με αποτέλεσμα να περιοριστούν και να μηδενιστούν οι επιδοτούμενες χρηματοδοτήσεις, τα επιτόκια να διαμορφωθούν σε τοκογλυφικά επίπεδα και να οδηγήσουν στη μαζική χρεοκοπία τους αγρότες και τους συνεταιρισμούς. Η κατακόρυφη αύξηση των επιτοκίων έπαιξε καθοριστικό ρόλο και στη μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων, γιατί η απόδοση των επενδεδυμένων κεφαλαίων στη γεωργία ήταν πολύ μικρότερη από το κόστος του δανείου.

Στα πλαίσια της εισπρακτικής πολιτικής και της δημοσιονομικής πειθαρχίας, που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ για να ανταποκριθούν στους στόχους του Μάαστριχτ, επέβαλαν υψηλούς φόρους στα γεωργικά καύσιμα και τα γεωργικά μηχανήματα που συνέβαλαν στην αύξηση του κόστους παραγωγής. Παράλληλα προχώρησαν στη λειτουργική ιδιωτικοποίηση βασικών κρατικών αγροτικών οργανισμών και ερευνητικών ιδρυμάτων, τα οποία λειτουργούν ανταποδοτικά με βάση τις έμμεσες ή άμεσες εισφορές των αγροτών, ενώ οι κρατικές επιχορηγήσεις μειώθηκαν ή και καταργήθηκαν (ΕΘΙΑΓΕ, ΟΒ, ΕΛΓΑ κ.ά.). Ηδη προωθείται η διάλυση των Οργανισμών Βάμβακος, Καπνού, Ελαιολάδου, Γάλακτος κ.ά.

Στο πρόβλημα της ηλικιακής ανανέωσης του αγροτικού πληθυσμού και της παραμονής νέων στη γεωργία, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ περιορίστηκαν στα αναποτελεσματικά και εξωπραγματικά κοινοτικά κίνητρα, ορισμένα από τα οποία τα χειρίστηκαν σύμφωνα με τις ψηφοθηρικές τους ανάγκες (πρόωρες συντάξεις). Οπως επίσης και σε κάποια άνευ σημασίας και αποτελέσματος εθνικά κίνητρα, γιατί και μηδαμινά και αποσπασματικά ήταν αλλά και οι όροι και οι προϋποθέσεις υλοποίησής τους εξωπραγματικές.

Επιδόματα ελεημοσύνης

Ετσι σήμερα ο αγροτικός πληθυσμός έχει γεράσει επικίνδυνα. Οι νέοι αγρότες λόγω των ποσοστώσεων δεν έχουν δυνατότητα παραγωγής. Δεν έχουν δική τους γη να καλλιεργήσουν γιατί η γη συσσωρεύεται στους μη αγρότες. Πάνω από το 25% της καλλιεργήσιμης γης ενοικιάζεται, με αποτέλεσμα να αυξάνεται καθοριστικά το κόστος παραγωγής και να μεταφέρεται "υπόγεια" σημαντικό μέρος του αγροτικού εισοδήματος σε μεγαλοεισοδηματίες.

Στα πλαίσια της πολιτικής δραστικού περιορισμού του κράτους πρόνοιας, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ διατήρησαν τις αγροτικές συντάξεις στα επίπεδα των επιδομάτων ελεημοσύνης, ενώ με το νέο ασφαλιστικό νόμο αυξάνονται κατακόρυφα οι εισφορές των αγροτών, θεσμοθετείται για πρώτη φορά εισφορά για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, μειώνονται οι κρατικές επιβαρύνσεις. Οι συντάξεις παραμένουν στα ίδια εξευτελιστικά επίπεδα και καταργείται στην πράξη η αυτόνομη ασφάλιση και σύνταξη της αγρότισσας.Παρόμοια πολιτική ακολουθήθηκε και στο θέμα της ασφάλισης της αγροτικής παραγωγής, όπου αυξήθηκαν σημαντικά οι εισφορές των αγροτών, σε βαθμό που να μην επιχορηγούνται οι ΕΛΓΑ από το κράτος, αλλά ο κανονισμός παρέμεινε λειψός και αναχρονιστικός, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πλήρης ασφάλιση της αγροτικής παραγωγής και του αγροτικού κεφαλαίου και η επιβίωση πολλών νοικοκυριών να εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες. Αυτό τον καιρό στο όνομα των ελλείψεων και αδυναμιών των ΕΛΓΑ προωθείται η διάλυση και η πλήρης ιδιωτικοποίησή του.

Τεράστιες είναι οι ευθύνες κύρια των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ αλλά και της ΝΔ για τη χρεοκοπία, τη συρρίκνωση και το κλείσιμο πολλών ΑΣΟ. Γιατί χρησιμοποίησαν τις ΑΣΟ για να συγκαλύψουν και να εξωραϊσουν την ΚΑΠ, να εκτονώσουν την αγανάκτηση των αγροτών και να υπονομεύσουν τους αγώνες τους. Η αντισυνεταιριστική αυτή πολιτική συνεχίζεται με τις ρυθμίσεις των χρεών των ΑΣΟ, οι οποίες αποσκοπούν στο ξεπούλημα των περιουσιακών τους στοιχείων, στη συρρίκνωσή τους, στο κλείσιμό τους και την εξυγίανση του χαρτοφυλακίου της ΑΤΕ για να προχωρήσει στην πράξη η ιδιωτικοποίησή της. Συνεχίζεται και με τη διαδικασία της εκκαθάρισης πολλών ΑΣΟ από την ΑΤΕ και την πώλησή τους στο ιδιωτικό κεφάλαιο (ΕΣΠΕΡΙΔΑ, ΘΕΣ/ΚΕΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ, ΚΥΔΕΠ ΑΣΕ κ.ά.). Συνεχίζεται επίσης με την αποδοχή των ομάδων παραγωγών που προωθεί η ΕΕ ενάντια στους συνεταιρισμούς.

Δέσμιες των αντιαγροτικών τους πολιτικών οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, όχι μόνο δεν αξιοποίησαν τις κινητοποιήσεις των αγροτών που αντιστέκονταν στην αποδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής και στο ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών, αλλά έκαναν ό,τι μπορούσαν για να υπονομεύσουν, να συκοφαντήσουν, να διασπάσουν και να καταστείλουν αυτές τις κινητοποιήσεις, μη διστάζοντας να χρησιμοποιήσουν όλους τους κατασταλτικούς μηχανισμούς.

Οι ευθύνες των άλλων πολιτικών δυνάμεων

Για την αρνητική πορεία της γεωργίας ευθύνη έχουν και οι πολιτικές δυνάμεις που συμφωνούσαν με την ΚΑΠ και θεωρούσαν "ευλογία Θεού" τις χωματερές, που αποπροσανατόλιζαν τους αγρότες με τα κοινοτικά κονδύλια. Αυτά τα αντιμετώπιζαν με αριθμητική λογική και μάλιστα επιλεκτική, τονίζοντας αυτά που άμεσα έπαιρνε η χώρα μας, αποσιωπώντας τους σκοπούς αυτών των χρηματοδοτήσεων αλλά και όσα έμμεσα, μέσα από το εμπορικό της ισοζύγιο, έδινε η Ελλάδα στην ΕΕ.

Ευθύνες έχουν ακόμη για τη συμμετοχή τους στο λεγόμενο "κοινωνικό διάλογο", που προωθεί και στη γεωργία η κυβέρνηση μέσα από το Συμβούλιο Αγροτικής Πολιτικής. Γιατί στόχος αυτού του "διαλόγου" δεν είναι η λύση των σοβαρών αγροτικών προβλημάτων, αλλά ο αποπροσανατολισμός των αγροτών και της κοινής γνώμης και η επιβολή της αντιαγροτικής πολιτικής με τη συναίνεση μάλιστα των αγροτών. Οι προθέσεις αυτές της κυβέρνησης αποδείχνονται από το γεγονός ότι, την ίδια περίοδο που τάχα προωθεί τον "κοινωνικό διάλογο", ποινικοποιεί τους αγώνες των αγροτών με τα "αγροτοδικεία" και δε διστάζει να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο καταστολής.

Ζοφερή η προοπτική της γεωργίας και των μικρομεσαίων αγροτών

Στόχος της ΓΚΑΤΤ και της νέας ΚΑΠ, με τις οποίες συμφωνεί η ελληνική κυβέρνηση, είναι η δραστική μείωση της στήριξης της κοινοτικής αγροτικής οικονομίας, το ξεκλήρισμα του 1/3 των αγροτικών νοικοκυριών και η εγκατάλειψη 120 εκατ. στρεμμάτων καλλιεργούμενης γης.

Η δραστική μείωση της στήριξης της κοινοτικής γεωργίας εκφράζεται με τη μείωση των κονδυλίων του κοινοτικού προϋπολογισμού που δίνονται στη γεωργία από το 53% το 1992 στο 45% το 2000. Μείωση που συγκεκριμενοποιείται για κάθε προϊόν, π.χ., για τον καπνό από 1,3 δισ. ECU, σε 850 εκατ. ECU, για το κρασί από 2,7 δισ. ECY σε 1,7 δισ. ECU. Για το βαμβάκι "πάγωμα" των κονδυλίων στα 770 εκατ. ECU, στα επίπεδα δηλαδή του 1992 που η παραγωγή ήταν 750 χιλ. τόνοι και η έκταση 3.212.050 στρέμματα, ενώ σήμερα η παραγωγή ξεπερνά τους 1.300 χιλ. τόνους και η έκταση τα 4.400.000 στρέμματα.

Οι στόχοι αυτοί της νέας ΚΑΠ θα είναι ιδιαίτερα αρνητικοί για τη γεωργία της χώρας μας, γιατί έχει τα περισσότερα διαρθρωτικά προβλήματα (πολλά και μικρά αγροτικά νοικοκυριά με μικρό και πολυτεμαχισμένο κλήρο). Γιατί έχει τοκογλυφικό τραπεζικό σύστημα. Γιατί έχει χρεοκοπημένο συνδικαλιστικό κίνημα, ανήμπορο να στηρίξει τα μικρομεσαία νοικοκυριά που έχουν ανάγκη. Γιατί οι αλλαγές της νέας ΚΑΠ είναι ιδιαίτερα αρνητικές για τα μεσογειακά προϊόντα. Γιατί στην ΕΕ κυριαρχεί η λογική του δικαίου του ισχυρότερου που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολυεθνικών, του μεγάλου κεφαλαίου και των μεγάλων αγροτικών επιχειρήσεων σε βάρος των μικρομεσαίων αγροτικών νοικοκυριών. Γιατί η κυβέρνηση ακολουθεί μια πρωτοφανή δημοσιονομική πολιτική λιτότητας και στον τομέα των γεωργικών επενδύσεων.

Τις συνέπειες αυτών των στόχων άλλωστε εκφράζουν και οι διάφορες δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων ότι τα περισσότερα αγροτικά νοικοκυριά της χώρας μας δεν είναι βιώσιμα, γι' αυτό σύντομα θα ξεκληριστούν.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ