Τρίτη 20 Μάη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7

Περί... διαπραγματευτικής ικανότητας

Λογικά πρέπει ο λαός να έχει κουραστεί με τα επιχειρήματα που τα κόμματα της αντιπολίτευσης χρησιμοποιούν, ότι τάχα η ελληνική κυβέρνηση είναι ανίκανη να διαπραγματευτεί, ενώ άλλες κυβερνήσεις τα καταφέρνουν όπως στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία. Η πραγματικότητα είναι ότι σε όλη την Ευρώπη υπάρχουν ικανές κυβερνήσεις για να υλοποιείται μια αντιδραστική, άγρια νεοφιλελεύθερη πολιτική. Ηδη έχουν δοκιμαστεί και λύσεις εφεδρείας όπως η Κεντροαριστερά της Ιταλίας, ενώ ήδη είναι πασίγνωστο τι δε θα δώσει στο βρετανικό λαό η θατσερική πολιτική του Εργατικού Κόμματος.

Δεν υποτιμούμε τα θέματα της διαπραγμάτευσης, αλλά δεν είναι το κύριο και προπάντων το μοναδικό και βασικό πρόβλημα. Κάποιες χώρες έχουν πάρει για ορισμένους κλάδους μεγαλύτερες ενισχύσεις από την Ελλάδα, αυτό είναι αλήθεια, αλλά είναι μόνο η μισή αλήθεια. Αυτό που φαίνεται κατάκτηση για την Ισπανία και την Πορτογαλία δεν οφείλεται στην ικανότητα της διαπραγμάτευσης, αλλά στο συγκεκριμένο καταμερισμό που έχει κάνει η ΕΕ. Η ΕΕ δεν είναι τόσο δογματική όσο φαίνεται. Ελίσσεται, ανάλογα με το τι συμφέρει οικονομικά ή πολιτικά. Ενώ π. χ. η ΕΕ απορρίπτει επισήμως την κλαδική πολιτική, έκανε εξαίρεση τα προηγούμενα χρόνια απέναντι στους κλάδους κλωστοϋφαντουργίας - ένδυσης, ξύλου - επίπλου, ναυπηγείων, χαλυβουργίας και μερικές φορές στην αυτοκινητοβιομηχανία. Η ΕΕ ενίσχυσε την Ισπανία στην αεροναυπηγική, στη χαλυβουργία, την Πορτογαλία στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης. Αυτές οι ενισχύσεις, βεβαίως, αντιστρόφως ανάλογα βοήθησαν τους εργαζόμενους. Το μόνο που αποδεικνύεται είναι ότι η ΕΕ, προκειμένου να υλοποιήσει τους γενικότερους στόχους για ένα πιο εκμεταλλευτικό και άδικο καταμερισμό εργασίας, κάνει εξαιρέσεις στις αποφάσεις της και παίρνει επιλεκτικές αποφάσεις όχι για το λαό μιας χώρας, αλλά για την κυρίαρχη τάξη μιας χώρας, με κριτήριο τη στρατηγική της θέση, το ρόλο της στο γενικότερο σχεδιασμό. Π. χ. η Ισπανία και η Πορτογαλία αξιοποιούνται από την ΕΕ ως πρώην μητροπόλεις αποικιών, που σήμερα ενδιαφέρουν το ευρωπαϊκό κεφάλαιο για επενδύσεις.
Δυνατότητες ανάπτυξης
Δε διαθέτουμε μόνο στην Ελλάδα πλεόνασμα κεφαλαίων, έχουμε και άλλες σοβαρές αναπτυξιακές δυνατότητες, παρά το γεγονός ότι έχουν υπονομευτεί χρόνια και χρόνια από τις κυβερνήσεις. Στην Ελλάδα υπάρχουν και πρώτες ύλες και σοβαρές δυνατότητες παραγωγής ενδιάμεσων και τελικών προϊόντων, που μπορούν να ικανοποιήσουν την εσωτερική αγορά. Εχουν ζήτηση σε πολλές χώρες πέραν της ΕΕ και των χωρών του ΟΟΣΑ. Ενα παράδειγμα επιλεκτικά αναφέρω. Οι διεθνείς μελέτες για την αξιοποίηση του λιγνίτη στο τομέα της ενέργειας, με μηδέν επιβάρυνση στο περιβάλλον, βρίσκονται σε πολύ καλό δρόμο, ήδη υπάρχουν σοβαρές εφαρμογές στη Γερμανία. Εδώ όμως στην Ελλάδα προ πολλού έχει ξεκινήσει η "πονηρή" διαδικασία για την υποβάθμιση του ρόλου της ΔΕΗ. Ηδη αυτές τις μέρες προωθείται η διαίρεσή της σε 8 εταιρίες και το ξεπούλημα σε ιδιώτες. Ενα άλλο παράδειγμα: Πάνω από 8 θαλάσσιες περιοχές της χώρας μας, που βρίσκονται στην περιοχή της Βορειοδυτικής Ελλάδας, έχουν δυνατότητα άντλησης πετρελαίου, γι' αυτό όταν ακόμα ο κ. Σημίτης ήταν υπουργός Ερευνας, Τεχνολογίας και Βιομηχανίας φρόντισε να ξεπουλήσει το δικαίωμα αυτό σε πολυεθνικές. Οπου υπάρχει ψωμί, που λέει ο λαός, εκεί γίνεται και το ξεπούλημα. Ανάλογο παράδειγμα αντιπροσωπεύει η προγραμματισμένη φθορά της ΣΟΦΤΕΞ, την οποία την έχει καταδικάσει η κυβέρνηση. Οι νέες τεχνολογίες και ο μεγάλος αριθμός επιστημόνων που διαθέτει η χώρα μας, μαζί με την πλούσια πείρα του εργατικού δυναμικού, είναι παράγοντες και προϋποθέσεις που μπορεί να αξιοποιηθούν όχι μόνο για μια καλύτερη ζωή, αλλά για μια ευημερούσα ζωή, που μειώνει το χρόνο εργασίας και αυξάνει τον πολυπόθητο ελεύθερο χρόνο. Αντί λοιπόν οι δυνατότητες που έχει η χώρα μας να αξιοποιούνται π. χ. για τη μείωση του χρόνου εργασίας, διατίθενται για τη μείωση των θέσεων εργασίας και την παράταση του χρόνου εργασίας, αφού τώρα μια οικογένεια για να επιβιώσει πρέπει να κυνηγά δύο και τρεις δουλιές του ποδαριού, να δουλεύει ή να ψάχνει για δουλιά από το πρωί ως το βράδυ.
Προσαρμογή στη... Θάτσερ
Ο πρωθυπουργός επανειλημμένα έχει θέσει - και σωστά κάνει από την πλευρά του - το ερώτημα αν πρέπει ή όχι η Ελλάδα να προχωρήσει στις αναγκαίες προσαρμογές και αναδιαρθρώσεις, ώστε να μπει στην ΟΝΕ και να κατακτήσει μια "ανταγωνιστική" θέση στη διεθνή οικονομία, στη διεθνή αγορά εργασίας. Γι' αυτό, όπως ισχυρίζεται, ο ελληνικός λαός πρέπει να θυσιαστεί για να πιάσει τους δείκτες της σύγκλισης και να δει καλύτερες μέρες κάπου στο μέλλον.Κανείς σοβαρός άνθρωπος δε θα πει όχι, γενικά και αφηρημένα, στο ζήτημα της ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας. Μόνο που αυτοί οι όροι έχουν άλλο νόημα για την κυβέρνηση και γενικότερα για την πολιτική της συναίνεσης που κυριαρχεί στον τόπο μας, και άλλο νόημα για τους εργαζόμενους και το λαό. Για τον επιχειρηματία σημαίνει να αποκτήσει τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί τους ανταγωνιστές του με τίμημα τη σχετική και απόλυτη οικονομική και κοινωνική αθλιότητα για τα 2/3 της ελληνικής κοινωνίας. Η άνοδος της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας δεν αφορά την ελληνική κοινωνία, αλλά μια χούφτα επιχειρηματιών που θέλουν, με τίμημα την ανθρώπινη καταπίεση και εκμετάλλευση, να εξασφαλίσουν την οικονομική και πολιτική τους εξουσία. Ας πάρουμε παράδειγμα τη Γερμανία, τη χώρα ηγεμόνα της ΕΕ, που προοδεύει στην παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα. Η ανεργία σ' αυτήν έχει φθάσει σε πρωτόγνωρα ύψη, 9,3%, βρίσκεται στο επίπεδο του 1933, της εποχής του ναζισμού. Η ας πάρουμε το παράδειγμα της Σουηδίας, που ήταν στην πρώτη γραμμή ανάμεσα στις καπιταλιστικές χώρες στο επίπεδο των κοινωνικών παροχών. Εκεί σοσιαλδημοκρατία και φιλελεύθεροι συμφώνησαν σε ένα πρόγραμμα διάσωσης της κορόνας, σε ένα πρόγραμμα προσαρμογής και ανταγωνιστικότητας, που χαρακτηριστικό επακόλουθο έχει το γκρέμισμα των κοινωνικών παροχών των τελευταίων 45 χρόνων. Η μόνη τελικά πολιτική που δικαιώνεται στην ΕΕ είναι αυτή της Θάτσερ, γι' αυτό και η Μεγάλη Βρετανία έρχεται πρώτη στην επιδείνωση της ζωής για τα λαϊκά στρώματα. Οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν πρόκειται να απολαύσουν τους καρπούς της ανόδου της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας, αντίθετα θα χάσουν πολύ περισσότερο, θα υποστούν νέες θυσίες. Βεβαίως η απάντηση δεν μπορεί να είναι αμυντική, ο εργαζόμενος λαός πρέπει να δίνει διαφορετικό νόημα στους όρους και να παλέψει για τη ριζική πολιτική διέξοδο, δηλαδή να δημιουργήσει τους όρους και τις προϋποθέσεις. Οι νέες τεχνολογίες, οι εκσυγχρονισμοί στην οργάνωση της εργασίας να οδηγούν στη βελτίωση της ζωής του, στην ευημερία.Ας αφήσουμε όμως τις ανθρώπινες θυσίες προσωρινά κατά μέρος. Απευθυνόμαστε στην κυβέρνηση, αλλά και στα άλλα κόμματα και ρωτάμε: Στα σοβαρά πιστεύουν ότι είναι δυνατόν να κριθούν τα ελληνικά προϊόντα στα πλαίσια της ΕΕ και του ΟΟΣΑ ως προϊόντα ανταγωνιστικά, μόνο και μόνο γιατί θα είναι καλής ποιότητας και φθηνά; Κατ' αρχήν στην κούρσα του ανταγωνισμού παίρνουν μέρος όλες οι χώρες της Γης. Οι νικητές θα ανήκουν στις πολυεθνικές και όχι στους λαούς. Δεν πρόκειται για ένα συναγωνισμό με αντικειμενικά κριτήρια, αλλά για έναν πόλεμο με όλα τα όπλα, κυριολεκτούμε, και με όλα τα μέσα, τα πιο βρώμικα και άνομα ακόμα και στα πλαίσια του καπιταλιστικού κόσμου. Εχουμε παραδείγματα και από την πορεία της ελληνικής μεταποίησης όπως και άλλων χωρών, που δείχνουν ότι μπορεί μια χώρα να βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα ορισμένων προϊόντων και τελικά τα προϊόντα της να μην μπορούν να σταθούν στις διεθνείς αγορές, ούτε καν στη δική της εσωτερική αγορά. Ο κλάδος της ένδυσης και της κλωστοϋφαντουργίας στην Ελλάδα, όπως και της υπόδησης, ο κλάδος των τροφίμων έκανε σημαντικές προόδους τεχνολογικού εκσυγχρονισμού στη χώρα μας. Ολοι αυτοί οι κλάδοι πραγματοποιούν εξαγωγές. Παρ' όλα αυτά βρίσκονται σε πορεία ύφεσης και κάμψης από πλευράς παραγωγής, με εξαίρεση ίσως τον κλάδο των τροφίμων. Και ενώ λοιπόν έχουν μια σχετικά καλή ανταγωνιστική θέση σε εξωτερικές αγορές, χάνουν προοδευτικά το μερίδιο που είχαν στην εσωτερική αγορά, με τη θάλασσα των εισαγωγών που πραγματοποιούνται. Ερχονται προϊόντα στην Ελλάδα που δεν είναι ούτε πιο φθηνά ούτε καλύτερης ποιότητας. Θα πείτε βεβαίως ότι δεν έχει εκσυγχρονιστεί το εμπορικό κύκλωμα και ότι υστερούμε στο μάρκετινγκ. Γνωρίζετε καλά ότι αυτά δεν είναι από μόνα τους καθοριστικά. Γιατί δεν υπάρχουν ίδιοι όροι συναγωνισμού και δε θα υπάρχουν όσο κυριαρχεί το πολυεθνικό κεφάλαιο και η διεθνοποίηση βασίζεται στους νόμους του κεφαλαίου. Πιστεύετε ματαίως ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να σωθεί με την εξαγωγή κεφαλαίων και εμπορευμάτων στις αγορές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Οι επιχειρηματίες θα σωθούν όχι όμως η Ελλάδα.Μια χούφτα μεγάλοι επιχειρηματίες θα πλουτίσουν ακόμα περισσότερο. Αυτοί που ενδιαφέρονται να έχουν την Ελλάδα μόνο ως βάση εξόρμησης. Δε θα κερδίσουν όλοι όσοι θα μπουν στις ξένες αγορές. Μην ξεχνάτε ότι οι διεκδικητές είναι πολλοί και οι αγορές δεν αναπτύσσονται χωρίς όρια. Μπορεί οι αγορές των πρώην σοσιαλιστικών χωρών να προσφέρονται, όμως η φτώχεια των πληθυσμών είναι εμπόδιο, χώρια που η ζήτηση περιορίζεται και στη Δυτική Ευρώπη, λόγω επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου και της ανεργίας. Ισχυρίζεστε επίσης ότι αν τα ελληνικά προϊόντα με τις θυσίες των εργαζομένων γίνουν φθηνότερα θα προτιμώνται. Κατ' αρχήν η έννοια φθηνό και ακριβό προϊόν είναι πολύ σχετική, με την έννοια ότι ξέρουμε πια, και με τη δράση των πολυκαταστημάτων στην Ελλάδα, ότι γίνονται συμφωνίες ανάμεσα σε πολυεθνικές επιχειρήσεις με στόχο να ρίξουν προσωρινά τις τιμές, προκειμένου να διεισδύσουν στις αγορές και να εκτοπίσουν εγχώρια προϊόντα ή από τρίτες χώρες. Αρα το φθηνό εκφράζει μια προσωρινή κατάσταση και όχι αντίστοιχα μεγέθη.
Ολα αυτά είναι φαύλος κύκλος όσο ακολουθείται αυτή η πολιτική. Γι' αυτό και θα γεννηθούν στην πορεία τόσες και τέτοιες αντιδράσεις, που θα ανοίξει ο δρόμος για μια πραγματικά ρεαλιστική φιλολαϊκή πολιτική, που δεν είναι άμεσα ρεαλιστική όχι γιατί δε βασίζεται σε οικονομικά δεδομένα και νόμους, αλλά γιατί ο πολιτικός συσχετισμός δεν την αφήνει να εκδηλωθεί.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ