Κυριακή 8 Ιούνη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
Για τα Μουσεία ο λόγος

Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

ΗΕλλάδα έχει ένα προνόμιο. Αλλοι το χαρακτηρίζουν, γενικόλογα, ως παράδοση, άλλη ως εθνική κληρονομιά. Υπάρχουν και οι τρίτοι, που αυτό το προνόμιο το χαρακτηρίζουν, επίσης γενικόλογα και μελοδραματικά, με την περιγραφή "οι αρχαίοι μας πρόγονοι". Αυτό το τελευταίο, μάλιστα, έχει παγιδεύσει πολλούς, και ιδιαίτερα αυτούς που πιστεύουν πως ο πολιτισμός είναι μια βιολογική ουσία, που μεταφέρεται με τη βοήθεια όλων αυτών των μυστηριωδών γονιδίων ως μάθημα ή ως αναγκαστική επιταγή. Και όχι μόνο απλώς μεταφέρεται, αλλά και εγκαθίσταται μέσα στην καθημερινή μας ζωή, για να μας θυμίζει κάθε τόσο τη φυλετική μας σχέση με το παρελθόν, τη συγγένειά μας, δηλαδή. Με αποτέλεσμα να αναζητούμε με αγωνία τρόπους σύγκρισης και αναγωγής της δικής μας συμπεριφοράς σ' αυτό το μεγαλοπρεπές και δυσερμήνευτο παρελθόν. Και λέω "δυσερμήνευτο", γιατί είτε το αντιλαμβανόμαστε ως "παράδοση" είτε ως "εθνική κληρονομιά" είτε, τέλος, ως "οι αρχαίοι μας πρόγονοι" οι πιο πολλοί, επιστήμονες - ερευνητές ή όχι, το περιγράφουν ως εικόνα... Ωραία αγάλματα, αρχαίοι ναοί, βυζαντινές εκκλησίες, ταγάρια με πολύχρωμα κεντήματα, μπουζούκια και συμπαθείς καραγκιόζηδες. Γενικώς "...λίγα πεύκα λίγα μάρμαρα λευκά και μια θάλασσα που λάμπει από φρεσκάδα", όπως έλεγε και ένα παλιό τραγουδάκι!

Τι συμβαίνει, όμως, στην πραγματικότητα; Πέρα από τα λευκά μάρμαρα, τα πεύκα και τη θάλασσα που λάμπει από φρεσκάδα, πώς θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε αυτό το πολύχρωμο "προνόμιο", που ο καθένας από μας το χαρακτηρίζει με ένα δικό του τρόπο; Και πρώτ' απ' όλα θα ήθελα να πω όχι πως παίζει και πολύ μεγάλο ρόλο ο χαρακτηρισμός του. Σημασία μεγάλη έχει, αν θα το αντιλαμβανόμαστε ως σύνολο "πραγμάτων" ή ως σύνολο "σχέσεων". Στην πρώτη περίπτωση, δεν έχουμε να κάνουμε τίποτε παραπάνω από το να περιοριστούμε στις περιγραφές, στις εικόνες, στα χρώματα και στους ήχους. Να περιοριστούμε, γενικώς, στις μορφές. Στη δεύτερη περίπτωση όμως, είμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε σε μερικές πολύ τολμηρές αποφάσεις και, φυσικά, πράξεις. Ποιοι; Εμείς που παλεύουμε καθημερινά τραβώντας με το πόδι μας τη βαριά μπάλα των κριτηρίων του Μάαστριχτ ή οι άλλοι που καθισμένοι πάνω στην κορυφή του Αιγάλεω, όπως έκανε παλιά ο Ξέρξης, παρακολουθούν ψύχραιμοι την εξέλιξη της ναυμαχίας της Σαλαμίνας; Φυσικά, οι άλλοι. Που κρατούν και τα λουριά και τις μπάλες. Αυτοί που, όσο και αν ανησυχούν για την έκβαση της ναυμαχίας, έχουν τον τρόπο να κρατούνε την ψυχραιμία τους και να ελέγχουν τις προοπτικές. Και πρώτ' απ' όλα πρέπει να αντιληφθούν το ελληνικό "παρελθόν" ως σύστημα "σχέσεων" και όχι ως άθροισμα πραγμάτων και περιγραφών. Να αναζητήσουν μέσα σ' αυτό την ιστορική ύλη, το νόημα των συγκρούσεων και την ανάγκη των ρήξεων. Να αναζητήσουν, τέλος πάντων, μέσα στο ελληνικό παρελθόν, πίσω από τις ναυμαχίες και το σύνδρομο του Κυναίγειρου, πίσω από την απόφαση του Λεωνίδα να επιστρέψει στη μάνα του "επί τας" και πίσω από τις κεντροασιατικές περιπέτειες του Αλέξανδρου, το νόημα της ανθρώπινης αξίας. Μιας αξίας, που, αν θελήσουμε να την αναλύσουμε, θα βρεθούμε μπροστά σε πολύ απλές πράξεις με νόημα οικουμενικό. Θα βρεθούμε μπροστά στην αξία της δουλιάς, της δημιουργίας. Μπροστά στην αξία της κοινωνικής συνείδησης και της κοινωνικής πάλης, μπροστά στη μάνα της Ιστορίας, δηλαδή. Και σε μια τέτοια αντιμετώπιση, θα δούμε πως οι ηρωισμοί και η επιλογή του "επί τας" δε συνιστούν στο σύνολό τους το Παρελθόν, αυτό που το ονόμασα στην αρχή "προνόμιο" και που άλλοι το αντιλαμβάνονται ως "παράδοση", άλλοι ως "εθνική κληρονομιά" και οι τρίτοι ως "οι αρχαίοι μας πρόγονοι".

Εχουμε, λοιπόν, εδώ στην Ελλάδα το προνόμιο να διαθέτουμε θησαυρούς ολόκληρους από τα στοιχεία εκείνα που είναι δυνατό να συστήσουν την πρόταση και την εφαρμογή, ώστε αυτό το δριμύ υλικό του παρελθόντος να μετατραπεί σε"σχέση". Να μετατραπεί, με άλλα λόγια, σε κοινωνική απασχόληση, σε ενημέρωση και κατάρτιση, σε δυναμική γνώση, που δε θα έχει, τελικά, το χαρακτήρα μιας συμβατικής, εγκύκλιας μόρφωσης. Αυτή η γνώση, που προκύπτει από την ανάλυση και την κατανόηση της Ιστορίας, συνιστά εκείνο το πολιτιστικό υλικό, που ωθεί την ανθρώπινη συνείδηση στην αποδοχή της ανατρεπτικής διάθεσης. Στην αποδοχή της ρήξης...

Καλές, λοιπόν, οι βιβλιοθήκες και τα φεστιβάλ των βιβλίων. Πολύ καλά τα συνέδρια και οι δεξιώσεις που ακολουθούν. Πολύ καλά, επίσης, τα επώνυμα ινστιτούτα και οι τραπεζικοί λογαριασμοί που τα στηρίζουν. Οι "Γιατροί χωρίς σύνορα" και οι τολμηροί θαλασσοπόροι της "Green Ρeace" πανάξιοι. Οταν μιλούμε για το παρελθόν μας όμως, το μυαλό μας πρέπει να πάει κατευθείαν στη μουσειολογική πολιτική της πολιτείας και στο βαθμό, που μια τέτοια πολιτική είναι εκσυγχρονισμένη και δυναμική. Στο βαθμό, που μια τέτοια πολιτική αυτή μπορεί να ανελκύσει τη λαϊκή συνείδηση από τον πολτό της προγονολατρίας και να την αναδείξει σε παράγοντα συμμετοχής και όχι συμβατικής συναίνεσης. Να την αναδείξει σε παράγοντα ανατροπής.

Κι όμως, εδώ και χρόνια, έχει κυριαρχήσει στο υπουργείο του Πολιτισμού, που είναι και αρμόδιο για την εκπόνηση και την εφαρμογή μιας συγκεκριμένης μουσειολογικής πολιτικής, η άποψη πως δε χρειαζόμαστε άλλα μουσεία. Γιατί, λέει, τα μουσεία είναι πολυέξοδα. Γιατί αυτά που έχουμε μάς φτάνουν. Γιατί δεν μπορεί κάθε χωριό να έχει και το δικό του μουσείο. Γιατί, τέλος πάντων, τι το περάσαμε εδώ! Την ίδια στιγμή όμως, οι "συνευρωπαίοι" μας τα βλέπουν και τα αντιλαμβάνονται αλλιώς τα πράγματα. Εχουν καθιερώσει μια αντίληψη που πιστεύει (και μη σας φαίνεται υπερβολικό αυτό) πως πίσω από κάθε εργαζόμενο πρέπει να στήνεται μια σαφής εικόνα του παρελθόντος του. Κάθε εργαζόμενο, με άλλα λόγια, πρέπει να τον ακολουθεί με εύγλωττο και δημιουργικό τρόπο η Ιστορία του. Στήνονται, λοιπόν, μουσεία, αναπαριστάνεται μέσα σ' αυτά η καθημερινή ζωή των "προγόνων" και συσχετίζεται με τη σύγχρονη. Πουλιούνται εκμαγεία, "συνταγές" αρχαίων φαγητών. Ετσι, ο επισκέπτης αυτών των προσεγμένων "οικομουσείων", όπως λέγονται, δεν έχει την αίσθηση ότι περιέρχεται μια στημένη συμβατικά αποθήκη αρχαίων πραγμάτων. Είναι βέβαιος ότι οδοιπορεί στην Ιστορία. Είναι βέβαιος ότι ανταλλάσσει πληροφορίες με τους οικείους του και κάθε τόσο επαληθεύει τη σημασία του δικού του προσώπου. Επαληθεύει τη δυνατότητά του να αντισταθεί στη φθορά του καθημερινού τζόγου των πολιτιστικών βιασμών, που υφίσταται άβουλος και ηδονοβλέπων μπροστά στο υπόλευκο μάτι του τηλεοπτικού Πολύφημου. Τι θα μπορούσαν να πουν για όλ' αυτά οι άρχοντές μας που παρακολουθούν, όπως έκανε παλιά ο Ξέρξης, από την κορυφή του Αιγάλεω, τη ναυμαχία της Σαλαμίνας;


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ