Κυριακή 22 Ιούνη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΕΞΟΝΤΩΣΗΣ
CIA κατά ΤΣΕ

Με σεβασμό στα γεγονότα και την ιστορία

1ο ΜΕΡΟΣ

ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ Ο ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΗΣ ΒΟΛΙΒΙΑΣ

Στις 3 Νοέμβρη του 1966, ο κομαντάντε Ερνέστο Τσε Γκεβάρα ντε λα Σέρνα έφτασε στην πόλη Λα Πας, πρωτεύουσα της Βολιβίας, μ' ένα διαβατήριο που είχε εκδοθεί στο Μοντεβιδέο με το όνομα Αδόλφο Μένα Γκονσάλες, ουρουγουανής υπηκοότητας. Κρατούσε, επίσης, ένα διαπιστευτήριο με σφραγίδα της εθνικής διεύθυνσης πληροφοριών της προεδρίας της Δημοκρατίας της Βολιβίας. Την άλλη μέρα συναντήθηκε με τον Ιβάν, ψευδώνυμο ενός από τα μέλη του δικτύου πόλεων, του οποίου η πραγματική ταυτότητα δεν έχει αποκαλυφτεί ακόμα.

Στις 5 το απόγευμα έφυγε για το Νιακαουασού, όπου έφτασε αργά τη νύχτα στις 7 Νοέμβρη του 1966. Η ομάδα των Κουβανών και σημαντικό μέρος των Βολιβιανών ήταν ήδη εκεί από τις 31 Δεκέμβρη. Εκείνη την περίοδο έκανε επαφές με μέλη του δικτύου υποστήριξης των πόλεων, συναντήθηκε με τον Περουβιανό Χουάν Πάμπλο Τσανγκ - Ναβάρο ή Κινέζο, το μεταλλωρύχο ηγέτη Μοϊσές Γκεβάρα και το γενικό γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Βολιβίας, Μάριο Μόνχε. Ηταν το στάδιο εκείνο, όπου πραγματοποιούσαν περιοδείες, αναγνώριση του εδάφους, εγκαθιστούσαν και οργάνωναν τα στρατόπεδα, κατασκεύαζαν τούνελ, σπηλιές, εγκαθιστούσαν το ραδιοφωνικό σταθμό, εγκαινίαζαν παρατηρητήρια, έσκαβαν χαρακώματα, τοποθετούσαν τους συνδέσμους, μάθαιναν κετσούα, τη γλώσσα των Ινδιάνων, και έκαναν ασκήσεις άμυνας. Μ' αυτές τις προετοιμασίες ασχολήθηκαν ως τις 31 Γενάρη του 1967. Σ' αυτό το στάδιο μίλησε με τους Λαγιόλα Γκουσμάν, Ροδόλφο Σαλντάνια και Χούλιο Ντανίνο Πατσέκο, μέλη του δικτύου υποστήριξης στις πόλεις.

Την 1η Φλεβάρη άρχισε η αναγνώριση. Πρόθεσή τους ήταν να αναγνωρίσουν λεπτομερειακά το έδαφος, να κάνουν σκληρή εκπαίδευση, να εξετάσουν τις πιθανότητες δημιουργίας ομάδων από αγρότες και να κάνουν επαφές μαζί τους.

Στις 11 του Μάρτη, λιποτάκτησαν οι Βισέντε Ροκαμπάδο Τεράσας και Παστόρ Μπαρέρα Κιντάνα, δυο από τους άντρες του Μοϊσές Γκεβάρα, που είχαν φτάσει στις 14 του Φλεβάρη. Αυτοί οι δύο παρουσιάστηκαν στην 4η Μεραρχία, που είχε την έδρα της στην πόλη Καμίρι, και έδωσαν λεπτομερειακές πληροφορίες που επέτρεψαν στο βολιβιανό στρατό και στις υπηρεσίες πληροφοριών του να έχουν τις πρώτες ενδείξεις για την παρουσία του Τσε στο Νιακαουασού, μαζί με Βολιβιανούς, Κουβανούς και Περουβιανούς αντάρτες, όπως ήταν η Τάνια, ο Γάλλος Ρεζί Ντεμπρέ, ο Αργεντινός Σίρο Ρομπέρτο Μπούστος και ο Περουβιανός Χουάν Πάμπλο Τσανγ - Ναβάρο. Οδήγησαν καταρχήν από αέρος και μετά από εδάφους το στρατό μέχρι εκεί που είχαν εγκαταστήσει τα στρατόπεδα. Μετά από καιρό μαθεύτηκε ότι ο Βισέντε Ροκαμπάδο δούλεψε για τη μυστική αστυνομία και τις μυστικές υπηρεσίες του στρατού.

Ο πρόεδρος της Βολιβίας Ρενέ Μπαριέντος Ορτούνιο, μόλις έμαθε την πληροφορία που του έδωσαν οι λιποτάκτες, ζήτησε την άμεση βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών και συντόνισε τις ενέργειές του με τις μυστικές υπηρεσίες της Αργεντινής, της Βραζιλίας, της Χιλής, του Περού και της Παραγουάης.

Στις 17 του Μάρτη, τη στιγμή που μετέφερε ένα μήνυμα, συνέλαβαν τον αντάρτη Σαλούστιο Τσόκε Τσόκε. Λίγες μέρες αργότερα, ο συνταγματάρχης των ΗΠΑ Μίλτον Μπουλς, στρατιωτικός ακόλουθος των Ηνωμένων Πολιτειών στη Βολιβία, ο αρχηγός του σταθμού της CIA Τζον Τίλτον, ο αξιωματούχος Εντουαρντ Ν. Φόγκλερ και ένας πράκτορας κουβανικής καταγωγής, με το ψευδώνυμο Εδουάρδο Γκονσάλες, πήγαν στο Καμίρι, με σκοπό να ανακρίνουν τους δυο λιποτάκτες και τον κρατούμενο.

Μ' αυτές τις πληροφορίες να βρίσκονται στη διάθεση του στρατού και της CIA, γίνεται η πρώτη στρατιωτική σύγκρουση στις 23 του Μάρτη, με καταστροφικά αποτελέσματα για το βολιβιανό στρατό. Ανάμεσα στους αιχμαλώτους ήταν ο ταγματάρχης Ερνάν Πλάτα Ρίος και ο λοχαγός Αουγούστο Σίλβα Μπογάδο, που διοικούσαν τις στρατιωτικές εκείνες μονάδες.

Πανικοβλημένος από τη νίκη των ανταρτών, ο συνταγματάρχης Μίλτον Μπουλς πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες και ζήτησε επείγουσα βοήθεια. Η απάντηση ήταν άμεση. Εστειλαν στη Βολιβία συμβούλους, αξιωματικούς της υπηρεσίας πληροφοριών, εξοπλισμό για Ρέιντζερ -2, πολεμοφόδια και συσσίτια, ενώ ο Βολιβιανός στρατηγός Λεόν Κόγε Κουέτο, αρχηγός του γενικού επιτελείου της αεροπορίας, επισκεπτόταν τις πρωτεύουσες της Βραζιλίας, Αργεντινής και Παραγουάης, για να ζητήσει βοήθεια από τους αρχηγούς του στρατού των χωρών αυτών.

Από την πλευρά της, η κυβέρνηση άρχισε αμέσως να ασκεί έντονη καταστολή και στις 27 του Μάρτη εξέδωσε ένα ανακοινωθέν με το οποίο αλλοίωνε τα συμβάντα. Η δημοσιογραφική καμπάνια ενάντια στο αντάρτικο είχε κορέσει τις ραδιοφωνικές εκπομπές. Για να γίνει γνωστή η αλήθεια, ο Τσε συνέταξε το ανακοινωθέν αριθ. 1 με τον τίτλο "Στο βολιβιανό λαό: Απέναντι στο αντιδραστικό ψέμα, η επαναστατική αλήθεια", το οποίο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Πρένσα Λίμπρε". Τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων το επανέλαβαν πολλές φορές και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί των μεταλλωρύχων όλης της χώρας το αναμετέδιδαν αλυσιδωτά. Ο Μπαριέντος διέταξε οργισμένος να συλλάβουν το διευθυντή της εφημερίδας, τον οποίο έβαλαν στην απομόνωση, ανέκριναν, δίκασαν και καταδίκασαν σε πέντε χρόνια φυλάκιση, και ανακοίνωσε την ψήφιση του νόμου περί Κρατικής Ασφάλειας, με συνέπεια να επιβληθεί σε όλη την επικράτεια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που νόμιμα επέτρεπε στις δυνάμεις καταστολής να δρουν ελεύθερα, επικαλούμενες το νόμο αυτό.

Οι ΗΠΑ στέλνουν όπλα, τρόφιμα, συμβούλους και πράκτορες της CIA

Ο αντισυνταγματάρχης Ρέντμοντ Ε. Βέμπερ, αξιωματικός που διοικούσε την 8η ομάδα των ειδικών δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών, έφτασε στην πόλη Σάντα Κρους στις 27 Μάρτη του 1967, συνοδευόμενος από τον ταγματάρχη Ραλφ Ου. Σέλτον. Μια μέρα μετά, ένα αεροπλάνο των Ηνωμένων Πολιτειών προσγειώθηκε σ' αυτή την πόλη με 15 εκπαιδευτές που είχαν ειδικευτεί στο Βιετνάμ σε μάχες ενάντια στους αντάρτες. Στις 28 Μάρτη του 1967, ο Τσε έγραφε στο Ημερολόγιό του: "Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί συνεχίζουν να είναι γεμάτοι από ειδήσεις για τους αντάρτες. Είμαστε κυκλωμένοι από 2.000 άντρες σε μια ακτίνα 120 χιλιομέτρων, και η πολιορκία γίνεται πιο στενή και συμπληρώνεται από βομβαρδισμούς με ναπάλμ...". Αυτή η είδηση διαψεύστηκε από τους Βορειοαμερικανούς μέσω του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο δήλωσε ότι ένας τέτοιος ισχυρισμός ήταν τελείως αβάσιμος. Ωστόσο, λίγο αργότερα, ο διοικητής της Πολεμικής Αεροπορίας της Βολιβίας, Χόρχε Μπελμόντε Αρδίλες, δήλωσε: "Αεροπλάνα ΑΤ-6 της Πολεμικής Αεροπορίας άρχισαν τη χρήση ναπάλμ, με σκοπό τα αποτελέσματα να είναι το ίδιο καταπληκτικά με αυτά της Πολεμικής Αεροπορίας των Ηνωμένων Πολιτειών στο Βιετνάμ".

Στις 30 του Μάρτη, αεροπλάνα "Μάαστανγκ" έκαναν εντονότερους τους βομβαρδισμούς, που από τις 24 του μήνα πραγματοποιούνταν σε όλη τη ζώνη επιχειρήσεων των ανταρτών. Οι δηλώσεις του Μπαριέντος και η αίτηση βοήθειας από τις γειτονικές χώρες προκάλεσαν ένα κύμα από αλληλοσυγκρουόμενα σχόλια. Η πρωινή εφημερίδα της Χιλής "Ελ Μερκούριο" δημοσίευσε στις 2 του Απρίλη τις δηλώσεις του δόκτορα Βίκτορ Πας Εστενσόρο, πρώην προέδρου της Βολιβίας που ζούσε εξόριστος στη Λίμα, ο οποίος σημείωσε ότι δεν ήταν δικαιολογημένος ο θόρυβος που γινόταν διεθνώς, και πολύ περισσότερο η επαίσχυντη πράξη να ζητηθεί στρατιωτική βοήθεια.

Στις 4 του μήνα, βρίσκονταν ήδη στη Βολιβία οι στρατιωτικές αντιπροσωπείες που έστειλαν οι κυβερνήσεις της Αργεντινής, Βραζιλίας και Παραγουάης σαν "παρατηρητές". Εκείνη την ημέρα, ο Αργεντινός δημοσιογράφος Εκτορ Ρικάρδο Γκαρσία, ανταποκριτής της εβδομαδιαίας εφημερίδας της χώρας του "Κρόνικα", ανέφερε ότι το Σάββατο 1 του Απρίλη, ένα γιγαντιαίο μεταγωγικό αεροπλάνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες - ένα C-130 - προερχόμενο από τον Παναμά, προσγειώθηκε στο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Σάντα Κρους, με πολεμοφόδια και τρόφιμα, με προορισμό τις δυνάμεις που έπαιρναν μέρος στις επιχειρήσεις ενάντια στους αντάρτες. Το υλικό έμεινε σε στρατιωτικές αποθήκες μέχρι την επόμενη μέρα, που άρχισε η μεταφορά του στο Καμίρι με αερογέφυρα αεροπλάνων DC-3. Ωρες αργότερα, έφτασε ένα DC-6 της Πολεμικής Αεροπορίας της Αργεντινής, μεταφέροντας όπλα και πολεμοφόδια. Αυτή η πτήση εγκαινίαζε μια αεροπορική διαδρομή μεταξύ των αεροδρομίων Ελ Παλομάρ στο Μπουένος Αιρες και Σάντα Κρους στη Βολιβία. Στο μεταξύ, οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ έστελναν διάφορους πράκτορές τους στη Βολιβία.

Στις 10 του Απρίλη έγιναν δύο καινούριες μάχες. Η πρώτη έγινε στις 10.20 το πρωί και η δεύτερη στις 5 το απόγευμα, και οι δύο με αρνητικά αποτελέσματα για το στρατό, με 7 νεκρούς, 6 τραυματίες και 13 αιχμαλώτους. Ανάμεσά τους ήταν ο διοικητής της φάλαγγας, ταγματάρχης Ρουμπέν Σάντσες Βαλντίβια. Η κυβέρνηση της Βολιβίας απαγόρευσε την κυκλοφορία όλων των αριστερών εφημερίδων και λογόκρινε τις ραδιοφωνικές εκπομπές.

Ο τύπος ενημέρωσε στις 12 του Απρίλη για την άφιξη 5 στρατιωτικών ειδικών από τη βορειοαμερικανική διοίκηση της ζώνης της διώρυγας του Παναμά, για να ιδρύσουν μια σχολή εκπαίδευσης στον πόλεμο στη ζούγκλα και σε αντιαντάρτικες ενέργειες. Την επόμενη μέρα, προσγειώθηκαν 2 αεροπλάνα με εφόδια και όπλα προερχόμενα από τη διώρυγα του Παναμά. Μ' ένα απ' αυτά επέστρεψε ο Μίλτον Μπουλς, για να οργανώσει ένα γραφείο συντονισμού και συμβούλων. Τηλεγράφημα ειδησεογραφικού πρακτορείου ανακοίνωνε ότι κάπου 100 Βορειοαμερικανοί στρατιωτικοί βρίσκονταν στη Σάντα Κρους και στις ζώνες των επιχειρήσεων.

Την ίδια ημέρα νωρίς το απόγευμα, οι αντάρτες ξεκίνησαν για το δρόμο Καμίρι - Σούκρε, με σκοπό να βγάλουν από την περιοχή τους Ντεμπρέ και Μπούστος. Από την άλλη μεριά, οι Ηνωμένες Πολιτείες συνέχιζαν την παροχή άμεσης βοήθειας: ένα αεροπλάνο Hercules C-130 των ένοπλων δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών, γεμάτο από όπλα, εφόδια, τρόφιμα και κάθε είδους στρατιωτικά εργαλεία, προσγειώθηκε στη Σάντα Κρους στις 14 του Απρίλη, με κατευθείαν πτήση από τον Παναμά.

Δύο μέρες αργότερα, ο ειδικός απεσταλμένος της εφημερίδας "Λα Ρασόν" του Μπουένος Αϊρες σημείωσε ότι είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει τόσο στη Σάντα Κρους όσο και στο Καμίρι και τη Λαγουνίγιας την παρουσία Βορειοαμερικανών ειδικών, βετεράνων του Βιετνάμ, που αποτελούσαν μια ομάδα ειδικά επιλεγμένη από στρατιωτικούς συμβούλους, με αποστολή την παροχή συμβουλών στους κατά τόπους αρχηγούς των ένοπλων δυνάμεων της Βολιβίας.

ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΤΟ 2ο ΜΕΡΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ