Κυριακή 11 Μάη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Τίποτα δεν είναι πια όπως πριν...

Ασφαλώς η εγκυμοσύνη δεν είναι ασθένεια όπως συχνά - και λανθασμένα - εμφανίζεται: Η γυναίκα που περιμένει παιδί είναι κατά κανόνα υγιέστατη, μπορεί και θέλει να εργάζεται και να αποδίδει... Πέρασε πια ο καιρός που οι γυναίκες έβλεπαν τη μητρότητα σαν μοναδικό προορισμό στη ζωή τους, σήμερα απαιτούν τη βοήθεια από το κράτος, γιατί έχουν συνειδητοποιήσει ότι η δημιουργία οικογένειας δεν είναι μόνο προσωπική τους υπόθεση. Δε θέλουν να επιστρέψουν στο σπίτι, ούτε τη μερική απασχόληση, αλλά να προσφέρουν και να συμμετέχουν κοινωνικά, χωρίς αγωνία για τη φύλαξη και την αγωγή του παιδιού τους, που είναι υποχρέωση όχι μόνο των γονιών, αλλά και της πολιτείας... Αυτό όμως δε σημαίνει πως όταν περιμένουν παιδί ή τον πρώτο καιρό μετά τη γέννησή του θα πρέπει να εξαντλούνται και να γίνονται θύματα υπερεκμετάλλευσης, υποβάλλοντας σε κίνδυνο τον εαυτό τους και το παιδί που περιμένουν - εν ονόματι του φόβου της απόλυσης ή του ανταγωνισμού για το κέρδος κάποιου επιχειρηματία. Μερικά πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για τις πρωτοφανέρωτες καταστάσεις που αντιμετωπίζουν οι νέες μητέρες, οι νέοι γονείς - που απομονώνονται συχνά κοινωνικά - μας δίνει η παιδίατρος Ελένη Αδάμ,διευθύντρια Κοινωνικής Παιδιατρικής στο Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού (Νοσοκομείο Παίδων "Αγία Σοφία").

Μερικά στοιχεία από ερωτηματολόγια που συμπλήρωσαν Αθηναίοι γονείς δίνουν κάποια εικόνα για τις αντιλήψεις, τις εντυπώσεις και τις πρακτικές τους και προβάλλουν καταστάσεις που συχνά διαφεύγουν της προσοχής.

Οταν η μητέρα είναι εργαζόμενη

Το δείγμα προέρχεται από μια διακρατική μελέτη (ELSPAC) Το ελληνικό κομμάτι περιέλαβε όλους τους γονείς κατοίκους μιας γεωγραφικά ορισμένης περιοχής της Αθήνας (από Ηλιούπολη μέχρι τη Ν. Ιωνία) που απέκτησαν παιδί στο διάστημα ενός χρόνου: 4.800 μητέρες και 2.400 πατέρες.

Οι μητέρες έξι μήνες μετά τον τοκετό δηλώνουν ότι εργάζονται από οικονομική ανάγκη, για να βελτιώσουν την οικονομική κατάσταση της οικογένειας, για τη σταδιοδρομία τους, αλλά και γιατί τους κάνει κέφι (84%) και για να φεύγουν από το σπίτι (46%). Επέλεξαν να μη συνεχίσουν να εργάζονται μετά τον τοκετό 12,5% από τις εργαζόμενες. Από όσες συνέχισαν, δεκαοκτώ μήνες μετά τον τοκετό, 11% είχαν βελτιώσει το εργασιακό τους επίπεδο, 6% εργάζονταν σε χαμηλότερο και 78% στο ίδιο με πριν από τον τοκετό επίπεδο. Μόλις 4% άρχισαν να εργάζονται για πρώτη φορά μετά τη γέννηση του παιδιού. Φαίνονται λοιπόν μητέρες που έχουν σε μεγάλο ποσοστό συμφιλιώσει την εργασία με την οικογένεια.

"Από τις πληροφορίες που καταγράφτηκαν σ' αυτήν τη μελέτη και από προσωπική εμπειρία μακρόχρονης καθημερινής δουλιάς με Αθηναίους γονείς, πιστεύω ότι αξίζει να επισημανθούν τα εξής σημεία, υποστηρίζει η Ελένη Αδάμ:

Δεν έχει αναγνωριστεί ότι η αύξηση των αναγκών της οικογένειας αρχίζει από την εγκυμοσύνη.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας στο πρώτο τρίμηνο, που συνήθως η εγκυμοσύνη δεν έχει καν γνωστοποιηθεί στο περιβάλλον, 51% των γυναικών έχουν συνεχώς ή πολύ συχνά ναυτία, 42% έχουν εμέτους και 25% νιώθουν άρρωστες. Με τέτοια συμπτώματα οποιοσδήποτε εργαζόμενος θα αναγνώριζε ότι δεν μπορεί να αποδώσει στην εργασία του και θα ζητούσε άδεια μέχρι να αποκατασταθεί η υγεία του.

Επειδή όμως η εγκυμοσύνη θεωρείται φυσιολογικό φαινόμενο και επειδή οι γυναίκες επιθυμούν να είναι ανταγωνιστικές στην αγορά εργασίας, αγνοούν τη σωματική επιβάρυνση και απαιτούν από τον εαυτό τους να αποδίδει στην εργασία τόσο καλά όσο και πριν. Στην περίπτωση που αναγνωρίζουν το ασυμβίβαστο και ζητούν άδεια, το εργασιακό περιβάλλον τις χαρακτηρίζει φυγόπονες και τις κατηγορεί ότι εκμεταλλεύονται μια φυσιολογική κατάσταση εις βάρος της εργασίας τους. Ας σημειωθεί ότι άδεια για λόγους υγείας δε νομιμοποιείται για τη φυσιολογική εγκυμοσύνη και οι γυναικολόγοι για να υποστηρίξουν την έγκυο αναγκάζονται να χαρακτηρίσουν την εγκυμοσύνη παθολογική.

Στην εργαζόμενη στο δημόσιο και στον ιδιωτικό φορέα χορηγείται άδεια με πλήρεις αποδοχές έξι εβδομάδες πριν και έξι μετά τον τοκετό. Ομως αρκετές εργαζόμενες δε φαίνεται να συνειδητοποιούν το ασυμβίβαστο παράλληλης λειτουργίας εργασίας και οικογένειας σ' αυτή την περίοδο. Στο δείγμα μας 4% δε διέκοψαν την εργασία τους και 16% επέστρεψαν σ' αυτή πριν το μωρό συμπληρώσει 40 ημέρες.

Εξαντλητική εργασία

Μια στις τέσσερις εργαζόμενες γύρισε στη δουλιά της όταν το μωρό ήταν τριών μηνών. Συνήθως πρόκειται για καταστρατήγηση του νόμου: με σιωπηρή ανοχή του εργοδότη η εργαζόμενη συνεχίζει την εργασία της μέχρι την ημέρα του τοκετού και μεταφέρει την άδεια μετά τη γέννηση. Σε πολλές εργαζόμενες ταιριάζει αυτή η ρύθμιση, ωστόσο δεν υπάρχουν τεκμηριωμένα στοιχεία αν είναι η καλύτερη για την υγεία της μητέρας και του νεογνού. Η σωματική κόπωση, το σήκωμα βάρους, το άγχος, η ένταση έχουν συνδεθεί με πρόωρο τοκετό. Οι μητέρες του δείγματος δήλωσαν ότι η εργασία τους κατά την εγκυμοσύνη απαιτούσε ορθοστασία (20%), συχνό σκύψιμο (18%), ιδιαίτερη σωματική προσπάθεια (14%), ιδιαίτερη διανοητική προσπάθεια (22%). Το πιθανότερο είναι ότι όταν δεν παίρνουν άδεια τις τελευταίες έξι εβδομάδες πριν τον τοκετό. οι περισσότερες εργαζόμενες είτε έχουν καλή απόδοση στην εργασία τους εις βάρος του κυήματος, είτε διαφυλάσσουν την υγεία του κυήματος εις βάρος της εργασίας.

Δεν αναγνωρίζεται η επιβάρυνση της οικογένειας στην εργασία του πατέρα. Τα προβλήματα εναρμόνισης εργασίας και οικογένειας αναφέρονται συνηθέστερα στη μητέρα. Ασφαλώς για λόγους βιολογικούς και κοινωνικούς η μητέρα επωμίζεται το μεγαλύτερο ποσοστό της φροντίδας του παιδιού και σε μεγαλύτερο ποσοστό οικογενειών - αλλά είναι αφελές και άδικο να αγνοείται η επιβάρυνση του πατέρα. Ο σημερινός Ελληνας πατέρας συμμετέχει στη φροντίδα σε μεγαλύτερο βαθμό από άλλοτε. Ακόμη κι ο πιο αμέτοχος πατέρας φτάνει συχνά στην εργασία του μετά από νύχτα αγρύπνιας: Στο δείγμα μας οι μισοί πατέρες βρεφών παραπονούνται ότι δεν κοιμούνται πια αρκετά. Σε ποσοστό 15,4% των οικογενειών ο πατέρας αναλαμβάνει τη φροντίδα του βρέφους όσο η γυναίκα του είναι στην εργασία της, 54% των πατέρων που έχουν μωρό σε βρεφική ηλικία δηλώνουν ότι ανησυχούν γι' αυτό όσο βρίσκονται στη δουλιά τους και 35% ότι το μωρό κλαίει όταν φεύγουν για τη δουλιά".

"Συχνά παρερμηνεύονται οι ανάγκες και αγνοούνται οι στόχοι, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ψευδής εντύπωση επάρκειας και ικανοποίησης, επισήμανε η Ε. Αδάμ.

Η κούραση πολλαπλασιάζεται

Οι μητέρες που εξασφαλίζουν κάποιον να φροντίσει το μωρό όσο λείπουν στη δουλιά τους (44,5% τη μητέρα τους, 11,3% την πεθερά τους, 16,5% γυναίκα στο σπίτι, 8,3% βρεφικό σταθμό) συνήθως θεωρούν ότι τα κατάφεραν να συμφιλιώσουν την εργασία με την οικογένεια παρόλο ότι 39% βρίσκουν δύσκολο να έχουν να φροντίσουν ένα μωρό μετά τη δουλιά. Οσοι γονείς εργάζονται και απόγευμα ή βράδυ, ασφαλώς έχουν πρόβλημα προσαρμογής του ωραρίου της οικογένειας.

Μια στις τέσσερις οικογένειες έχει ένα ή και τους δυο γονείς εργαζόμενους σε βάρδιες και 15,4% των γονιών αλλάζει βάρδια και στη φροντίδα του βρέφους.

Επειδή δίνεται μια οικονομικά και κοινωνικά αποδεκτή λύση για το ποιος θα φροντίσει το μωρό, παρασυρόμαστε να τη δεχτούμε ως εναρμόνιση δουλιάς και οικογένειας. Συχνά, ως ειδικοί, συμβουλεύουμε αυτή τη λύση σαν προτιμότερη από το βρεφικό σταθμό. Ασφαλώς, το μωρό θα έχει καλύτερη φροντίδα. Ομως, αυτοί οι γονείς συναντιούνται στο ασανσέρ και συχνά επικοινωνούν με σημειώματα, δεν έχουν ευκαιρίες να χαρούν μαζί την οικογένεια και την προσωπική τους ζωή και δημιουργούν έναν τρόπο ζωής παράλογο. Οταν αργότερα προστίθενται τα προβλήματα της εργασίας, των παιδιών στο σχολείο με βάρδιες, είναι λίγο εξωπραγματικό να περιμένουμε να λειτουργήσει η ομάδα αυτών των ανθρώπων ως οικογένεια και είναι σκληρό να τους συμβουλεύουμε να έχουν τουλάχιστον ένα κοινό γεύμα την ημέρα, να μοιράζονται μια κοινή δραστηριότητα και να δημιουργούν ευκαιρίες για κοινή αναψυχή", καταλήγει η ερευνήτρια.

Επιμέλεια: Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ