Σάββατο 13 Απρίλη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10

Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης

και η πολιτική του Α - Α Μετώπου

Το ΚΚΕ αντιμετώπισε την ανάγκη να διαμορφώσει τη στρατηγική του στις νέες εσωτερικές και διεθνείς κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, που χαρακτηρίζονται από πρωτοφανή ήττα και οπισθοχώρηση του κομμουνιστικού κινήματος, της πορείας σοσιαλιστικής οικοδόμησης, με πλήρη επικράτηση της αντεπανάστασης στα χρόνια '89-'91.

Συνοψίζω επιγραμματικά τα καίρια ζητήματα που τέθηκαν σαν ερωτήματα προς απάντηση:

Ο σύγχρονος καπιταλισμός, μετά την υπερίσχυσή του επί του σοσιαλισμού, μπορούσε να εξασφαλίσει δυναμική στην κοινωνικο-οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη, στη διασφάλιση της ειρήνης και της ασφάλειας για τους λαούς;

Η διεύρυνση της επικράτησης και της ισχύς του ήταν αποτέλεσμα μιας ιστορικής υπεροχής του, έναντι της πρώτης προσπάθειας ανατροπής του και οικοδόμησης μιας κοινωνίας στηριγμένης στην κατάργηση της εκμετάλλευσης;

Οι διακρατικές καπιταλιστικές ενώσεις πολιτικο-οικονομικού, στρατιωτικο - πολιτικού κλπ. χαρακτήρα εκφράζουν μια νέα εποχή για τον καπιταλισμό; Σηματοδοτούν μια εποχή που θα τη χαρακτηρίζει σταθερότητα, άμβλυνση των καπιταλιστικών αντιθέσεων, τάση άμβλυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, εξασφάλιση διεθνοποιημένης κοινωνικο-οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης; Δηλαδή, εποχή του καπιταλισμού που τον βγάζει από τη γενική κρίση του;

Δύο Πανελλαδικές Συνδιασκέψεις του ΚΚΕ, στα 4 αυτά χρόνια, δεν έδωσαν μόνο αρνητικές απαντήσεις στα παραπάνω συμπυκνωμένα ερωτήματα, αλλά αποκάλυψαν τάσεις που επιβεβαιώνονται καθημερινά από τη ζωή.

Ετσι, διαμορφώθηκε ένα πρώτο επίπεδο γνώσης:

Για τους παράγοντες που οδήγησαν στην εκδήλωσή της από τα πάνω - από την ηγεσία του ΚΚΣΕ - αντεπανάστασης και της ανατροπής του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη.

Για το πώς διαμορφώνεται μετά από αυτή την εξέλιξη ο σύγχρονος καπιταλιστικός κόσμος, το διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Για τη θέση της ελληνικής καπιταλιστικής κοινωνίας στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Για τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις σε σχέση με τη θέση της Ελλάδας.

Το τελευταίο αποτελεί καίριο ζήτημα στον καθορισμό επαναστατικής στρατηγικής από την πρωτοπορία της αντικειμενικά επαναστατικής τάξης, της εργατικής.

Ποιο είναι το κοινωνικο-οικονομικό, πολιτικό καθεστώς στην Ελλάδα; Και μάλιστα, πώς εξελίχθηκε τις 2-3 τελευταίες δεκαετίες;

Είναι καπιταλισμός, καπιταλισμός στο στάδιο του ιμπεριαλισμού. Δηλαδή καπιταλισμός των μονοπωλίων, του χρηματιστικού κεφαλαίου, της σύμφυσης ολιγαρχίας και κράτους. Κράτους, που κατοχυρώνει θεσμικά τη γενικότερη εξαγωγή κεφαλαίων, τον μονοπωλιακό ανταγωνισμό για ανακαταμερισμό, για αύξηση της οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής επιρροής σε νέες σφαίρες. Κράτους, που συμμετέχει στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους.

Το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος είναι οργανικό στοιχείο των διακρατικών μηχανισμών του ιμπεριαλιστικού συστήματος και το πολιτικό καθεστώς του συνειδητά εξασφαλίζει αυτή την ουσιαστική ταξική σχέση. Η δύναμή του - οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά - είναι υποδεέστερη άλλων καπιταλιστικών κρατών, εξαιτίας της ανισόμετρης ανάπτυξης του ιμπεριαλισμού και σε συνδυασμό με τις ιστορικές συνθήκες ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού. Αυτό όμως δεν αποτελεί συνολική, στρατηγική αντίθεση ανάμεσα στο διεθνή ιμπεριαλισμό - ΝΑΤΟ, ΕΕ, ΔΕΕ, μονοπώλια με βάση τους τις ΗΠΑ, ή το σκληρό πυρήνα της ΕΕ - και το καπιταλιστικό κράτος στην Ελλάδα από την άλλη. Απόδειξη ότι τόσο οι ενώσεις του κεφαλαίου στην Ελλάδα (π. χ. ΣΕΒ), όσο και το πολιτικό καθεστώς της, συνειδητά υπερασπίζονται και εξασφαλίζουν αυτή την ουσιαστική ταξική σχέση καπιταλιστικής Ελλάδας - διακρατικών καπιταλιστικών ενώσεων.

Βεβαίως, η υποδεέστερη θέση του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους εκδηλώνεται με όξυνση στις συνέπειες της εσωτερικής και εξωτερικής αστικής πολιτικής. Οι επιπτώσεις τους για τις λαϊκές δυνάμεις μπορούν να γίνουν πηγή μιας άμεσης αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής πάλης.

Ψήφισα το Σχέδιο Προγράμματος, γιατί κάνει ένα μεγάλο βήμα στη διαμόρφωση στρατηγικής. Προσδιορίζει ταξικά, επιστημονικά το ζήτημα της λύσης της κυριαρχίας των μονοπωλίων, της χρηματιστικής ολιγαρχίας και των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών, μέσα από τη λύση της αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας. Δηλαδή με την επαναστατική ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου και την κατάκτησή της από την εργατική τάξη. Απαλλάσσεται από τη στρατηγική προσέγγιση των δύο σταδίων.

Ο αντικειμενικός προσδιορισμός του χαρακτήρα της επανάστασης δε σημαίνει ότι υπάρχουν σήμερα όλες οι προϋποθέσεις για την εκδήλωσή της. Ούτε καν εκτίμηση για πανεθνική κρίση. Ομως, ένα επαναστατικό εργατικό κόμμα οφείλει να προσδιορίζει αντικειμενικά τη δυνατότητα, την προοπτική σαν τάση. Τότε μόνο μπορεί να δουλεύει αποτελεσματικά για την ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα. Δηλαδή για τη στροφή στις διαθέσεις, στις συνειδήσεις, στην οργάνωση μεγάλου μέρους της εργατικής τάξης και πρωτοπόρων τμημάτων και άλλων καταπιεζόμενων κοινωνικών δυνάμεων, ώστε ωριμάζοντας η πανεθνική κρίση, η επαναστατική κατάσταση, να δράσει ανάλογα.

Οι παραπάνω θέσεις, που με άλλες διατυπώσεις εμπεριέχονται στο Σχέδιο Προγράμματος, νομίζω ότι πρέπει να συζητηθούν ανοιχτά, να συμφωνηθούν όσο το δυνατόν συνειδητά και συλλογικά, μέσα από τις συνεδριακές διαδικασίες.

Είναι φυσικό σε αυτή τη φάση, να υπάρχει ακόμα ένα είδος αμφιβολιών, δισταγμού, ταλαντεύσεων σαν αποτέλεσμα αδράνειας σε μια κεκτημένη στρατηγική κατεύθυνση. Ο μόνος τρόπος να ξεπεραστεί δημιουργικά είναι οι ανοιχτές διατυπώσεις ερωτημάτων, επιχειρημάτων, θέσεων, ειλικρινούς συζήτησης κομμουνιστών. Μόνο έτσι θα κριθεί και θα περιοριστεί το φαινόμενο, μέλη ανώτατων καθοδηγητικών οργάνων και τη γνώμη τους να μη διατυπώνουν με ευθύτητα στα Σώματα (π. χ. Πανελλαδικές Συνδιασκέψεις), να ψηφίζουν σύμφωνα με την πλειοψηφούσα άποψη, χωρίς ούτε στο ελάχιστο να έχουν πειστεί, ενώ επαναφέρουν την άποψή τους στην καθημερινή πολιτική πρακτική. Το φαινόμενο αυτό είναι επικίνδυνο, όταν υποκρύπτει συνειδητή άρνηση της βασικής στρατηγικής επεξεργασίας, χωρίς να λέγεται ανοιχτά. Αρνηση που αφορά το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης για την Ελλάδα. Κι ενώ στα λόγια εκφράζεται κατ' αρχήν συμφωνία, η διαφωνία εκδηλώνεται έμμεσα στα ζητήματα της τρέχουσας (άμεσης) πολιτικής του ΚΚΕ.

Ας ξεκαθαρίσουμε το εξής:

Σωστά μπαίνει στο Σχέδιο Προγράμματος η συγκέντρωση δυνάμεων και η διαμόρφωση του αντιιμπεριαλιστικού - αντιμονοπωλιακού μετώπου πάλης, ως το άμεσο πολιτικό καθήκον του ΚΚΕ. Με την έννοια ότι: Απαντά στο σήμερα, με βάση τους υπάρχοντες συσχετισμούς και τα προβλήματα, για τη συσπείρωση των ανάλογων κοινωνικών δυνάμεων, της ενιαιοποίησης της πάλης τους ενάντια στις πολιτικές που υπηρετούν τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό. Συνιστά πεδίο σφυρηλάτησης κοινωνικών συμμαχιών της εργατικής τάξης με άλλα καταπιεζόμενα στρώματα, για ταξικές συγκρούσεις με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό.

Αυτή η αντίθεση μπορεί να γίνει κρίκος στην επιτάχυνση της διαδικασίας συσπείρωσης, πάλης, οργάνωσης, που θα εκφράσει σημαντικές αλλαγές στους συσχετισμούς στο πεδίο της κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης, επιρροής δυνάμεων σε βάρος της άρχουσας τάξης.

Ομως αυτό από μόνο του δεν μπορεί να ανατρέψει την εξουσία της. Αν το α - α μέτωπο δε βαθαίνει μέσα από συνειδητή δράση των κομμουνιστών τον αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό του, αν μέσα από συγκρούσεις στα πλαίσια του μετώπου δεν επαναστατικοποιείται και δεν επιβεβαιώνεται ο ηγετικός ρόλος της εργατικής τάξης, τότε δε θα μπορεί να γίνει επαναστατικό μέτωπο - σε συνθήκες πανεθνικής κρίσης, επαναστατικής κατάστασης - που θα διεκδικήσει την επαναστατική κατάκτηση της εξουσίας.

Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι αν κανείς δέχεται ή αρνείται το α - α μέτωπο πάλης, σαν άμεσο πολιτικό στόχο του ΚΚΕ. Το ζήτημα είναι τι περιεχόμενο του δίνει κανείς και αν, από το Σχέδιο Προγράμματος της ΚΕ, αφήνονται περιθώρια διαφορετικών προσεγγίσεων. Και ήδη έχουν εκφραστεί, περισσότερο ή λιγότερο καθαρά, απόψεις περί του α - α μετώπου, που διαχωρίζουν σε κομμάτια ασύνδετα την πολιτική του ΚΚΕ. Δηλαδή, από τη μια η άμεση, η αντιιμπεριαλιστική - αντιμονοπωλιακή πολιτική, από την άλλη ο στρατηγικός στόχος, ο σοσιαλισμός.

Σε αυτό το έδαφος ανατρέπεται το ταξικό κοινωνικό - πολιτικό περιεχόμενο του α - α μετώπου, γιατί: Αποσυνδέεται από την πάλη για την επαναστατικοποίησή του. Και ακόμα, πιο άμεσα δίνεται προβάδισμα στην πολιτική συμφωνία κορυφών για τη συγκρότησή του. Σταδιοποιούνται οι στόχοι του μέσα από την αυτόνομη προβολή διεκδίκησης μιας ανάλογης κυβέρνησης.

Εννοείται η ανάδειξη μιας κυβέρνησης με κυριαρχία μικροαστικών - ρεφορμιστικών κομμάτων, που θα έχει αναδειχτεί από αστικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες (στις οποίες δεν μπορεί να κυριαρχεί το ΚΚΕ), αντικειμενικά δε θα έχει ούτε το στόχο, ούτε τη θέληση, ούτε τη δυνατότητα να εκφράζει την ανατροπή της εξουσίας του μεγάλου κεφαλαίου. Εάν μια φορά είναι ουτοπική η υιοθέτηση του επαναστατικού αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού σταδίου και του ανάλογου ενδιάμεσου κράτους (ενδιάμεσο στο καπιταλιστικό και στο επαναστατικό εργατικό), η αυτονόμηση της αντιιμπεριαλιστικής πολιτικής του μετώπου και της διεκδίκησης ανάλογης κυβέρνησης έξω από τις διαδικασίες επαναστατικοποίησης του μετώπου, για κατάκτηση - λύση του προβλήματος της εξουσίας, είναι θέση ρεφορμιστική και επικίνδυνη.

Το ανάλογο κεφάλαιο του νέου προγράμματος πρέπει ν' απαλλαγεί από μονοπάτια που θα στήριζαν κάτι τέτοιο.

Εξάλλου δεν είναι ζήτημα του Προγράμματος να καθορίζεται η στάση του ΚΚΕ απέναντι σε κυβερνήσεις στα πλαίσια του συστήματος.

Υπάρχουν σκόρπιες απόψεις που αμφισβητούν το ταξικό περιεχόμενο της πολιτικής γραμμής "πέντε κόμματα - δύο πολιτικές". Η αμφισβήτηση αυτή είναι ένα σκαλοπάτι, πριν το κεφαλόσκαλο για έναν πολιτικό συνασπισμό, για την ανάδειξη μιας κυβέρνησης ρεφορμιστικών πολιτικών δυνάμεων με ταμπέλες "αριστερές" ή "σοσιαλδημοκρατικές", που θα παίζουν στα "μοντέλα" διαχείρισης του συστήματος. Η πείρα του κινήματος έχει αποδείξει ότι οι σοσιαλδημοκράτες, οποιωνδήποτε συνθηκών, ποτέ - με εξαίρεση τις χώρες όπου βρισκόταν ο Κόκκινος Στρατός - δεν κινήθηκαν πέραν των αστικών μεταρρυθμίσεων και μάλιστα, χωρίς ικανότητα και δυνατότητα να τις υπερασπιστούν. Απλά, έπαιξαν στο σύστημα της εναλλακτικής διαχείρισής του και λειτούργησαν σαν κυματοθραύστης στη μετατροπή της δυσαρέσκειας σε αντικαπιταλιστική συνείδηση και σε συσπείρωση με τα ΚΚ.

Τη δυνατότητα αυτή εξέθρεψε η ίδια η τακτική των ΚΚ, που έδρασαν στη λογική των αντιδεξιών πολιτικών συμμαχιών. Το πρόβλημα αυτό ταλανίζει για δεκαετίες το Κομμουνιστικό Κίνημα και νομίζω ότι του αφαιρεί τη δυνατότητα μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης ιδεολογικο-πολιτικής δράσης, ώστε να επιδράσει στην επαναστατικοποίηση των συνειδήσεων.

Τέτοιες αντιλήψεις, σε συνδυασμό με την ιδεολογική ρευστότητα που υπάρχει σε πολλά κόμματα σήμερα, και στο χώρο των πρώην σοσιαλιστικών χωρών, επιδρούν στον τρόπο που διαμορφώνονται οι σχέσεις του ΚΚΕ. Στη λογική της "μη επέμβασης" αδυνατίζει η κριτική στάση, από άποψη ιδεολογικών αρχών, απέναντι σε ΚΚ. Τηρείται μονόπλευρη προβολή ορισμένων ΚΚ, στη λογική της στήριξης εκείνου που διαθέτει μεγαλύτερη δύναμη (π. χ. κατά κόρον δημοσίευση για το ΚΚΡΟ, περιορισμένες για το ΚΕΚΡ, και μάλιστα όταν αναφέρονται σε διαφορές τους).

Κλείνοντας, θεωρώ ότι το κομματικό στελεχικό δυναμικό διαθέτει τις απαιτούμενες εμπειρίες και δυνατότητες, ώστε στο συνέδριό του να διαμορφώσει το Νέο Πρόγραμμα απαλλαγμένο από πολυερμηνευόμενες θέσεις. Μπορεί να εκλέξει καθοδηγητικό όργανο ακόμα ικανότερο από το προηγούμενο, με συνείδηση και θέληση επεξεργασίας και εφαρμογής της άμεσης πολιτικής σε αντιστοιχία με το Πρόγραμμά του.

ΕΛΕΝΗ ΜΠΕΛΛΟΥ

Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ