Κυριακή 30 Απρίλη 1995
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
"Μάστορα", όταν έλεγες εμείς, τι εννοούσες;

Του Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ

Και μέσα στο χαλασμό της "Ανάστασης". Μέσα στα "μπαμ" και τα "μπουμ", που κάνανε τα "τρίγωνα" και τα "βαρελότα". Στον πόλεμο, που είχε ξεσπάσει για τη γιορτή... Να βλέπεις, μπροστά σου, στο προαύλιο της εκκλησίας του τόπου που γεννήθηκες - με μια λαμπάδα στο χέρι - τον "μάστορα"! Τον άνθρωπο, που σου είπε την πρώτη κουβέντα για τον κόσμο, πως "είναι άδικος και πρέπει - οπωσδήποτε - να αλλάξει". Να τον βλέπεις να στέκεται, εκεί, εβδομήντα χρόνων χαμόγελο, σήμερα, και να σε κοιτάζει. Και με το βλέμμα του, να δίνει μια σκουντιά, στα σαράντα τόσα χρόνια, που πέρασαν και να σε γυρίζει στο κουρείο, που δούλευες - νήπιο ακόμα - και σε μάθαινε να κουρεύεις. Τότε, που όλα τα "έσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά". Τότε, που για να πεις, "είμαι αριστερός" ήθελε θάρρος. Τότε που δεν ήξερες τι σου ξημερώνει!

Να τον κοιτάζεις, λοιπόν, και να τρέμεις - με τα τόσα που μεσολάβησαν - να τον ρωτήσεις. Και κείνος, με το όμορφο χαμόγελο, που το κουβαλάει από τότε, να σε βγάζει - όπως έκανε πάντα - από το αδιέξοδο. "Ρωτάω για σένα στο Κόμμα", μου είπε. Και - με μιας - μπαίνουν όλα στη θέση τους.

Και τα μυαλά των "πονηρών", θα πάνε σε κάποιον, "σκοτεινό ινστρούχτορα", που έπιασε στα χέρια του ένα λιανόπαιδο, που το βράδυ πήγαινε στο νυχτερινό και το πρωί δούλευε για να μάθει κουρέας, και το έκανε κομμουνιστή. Και θα πει, με τη χαζομάρα του, "σιγά το πράμα, και γω κάνω, ό,τι θέλω, ένα παιδί".

Ομως, ο Γιώργος, δεν έκανε τίποτα. Ητανε "φυσικός". Δεν προσπάθησε να μ' αλλάξει. Επιανε την εφημερίδα του, φόραγε τα γυαλιά του και διάβαζε. Και όταν διάβαζε, γινότανε τόσο σοβαρός. Μεγάλο πράγμα, για έναν κουρέα, εκείνης της εποχής, να διαβάζει. Και να γίνεται, τόσο σοβαρός, όταν διαβάζει. Μεγάλο πράγμα, εκείνη την εποχή, για ένα κουρείο, να έχει την "Αυγή" φαρδιά - πλατιά στο "σαλόνι" του. Γιατί, η "Αυγή", εκείνο τον καιρό, "έδιωχνε" τους πελάτες. Και ο Γιώργος το ήξερε αυτό και δεν τον "ένοιαζε"!Να, τέτοια, μικρά παραδείγματα - για τον κόσμο και τη ζωή - μου έδινε ο "μάστορας". Απόφευγε να μου μιλάει για τις εξορίες, για τα βασανιστήρια, για τους σκοτωμένους. Δεν ήθελε να με τρομάξει - φαίνεται - με την αγριότητα εκείνης της εποχής. Ο,τι άκουσα, για εκείνη την Κόλαση, το άκουσα κρυφά, από τις κουβέντες, που έκανε με τους άλλους. Το έμαθα από τα μάτια του, που σκοτείνιαζαν όταν έπαιρνε νέες πληροφορίες.

Μια φορά, ετούτος ο άνθρωπος, δε μου κακομίλησε. Και τότε το σκαμπίλι έπεφτε σύννεφο. Μια φορά δε μου τράβηξε το αυτί για να μάθω. Και τότε σε κρέμαγαν από τα αυτιά αν ήσουνα "κάλφας". Και μάλιστα ζωηρός "κάλφας", όπως ήμουνα εγώ. Ο Γιώργος, ό,τι και αν έκανα, άπλωνε την - ατέλειωτη - υπομονή του δίπλα από τα ψαλίδια και τα ξυράφια και μου έδειχνε.

"Τα κεφάλια των ανθρώπων, από μόνα τους, είναι όμορφα, έλεγε. Ομως, εμείς πρέπει να τα κάνουμε ομορφότερα".

Και κοίτα να δεις. Πάλι "ξέχασα" να τον ρωτήσω. "Μάστορα", όταν έλεγες "εμείς", τι εννοούσες;

Χρόνια πολλά, Γιώργο! Εσύ σίγουρα δεν ξέρεις πόσο καλό μου έκανες!


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ