Κυριακή 9 Νοέμβρη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
Οι "πόνοι" ποτέ δεν τελειώνουν!

Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

"Το ίδιο το χρήμα, όμως, είναι εμπόρευμα, ένα εξωτερικό πράγμα, που μπορεί να γίνει από μικρή ιδιοκτησία του καθενός. Ετσι, η κοινωνική δύναμη γίνεται ατομική δύναμη των ιδιωτών". K. Μαρξ, 1863. "Το κεφάλαιο"

Ο λόγος για τον πόνο δεν τελειώνει ποτέ, όσο θα υπάρχουν άνθρωποι που θα πουλάνε τα χέρια και το μυαλό τους σ' αυτούς που έχουν τη δυνατότητα να τ' αγοράσουν. Θέλω να πω πως όσο κρατάει καλά ο καπιταλισμός και οι εργαζόμενοι κόβονται ή τραβιούνται πάνω στο κρεβάτι του Προκρούστη, ανάλογα με τη λογική του "μέτρου" που ασκεί το κεφάλαιο, όταν μετράει και εκτιμάει τον άνθρωπο ως πηγή κέρδους και όχι ως παραγωγό πολιτισμού και ιστορίας, δεν υπάρχει τέλος στον "πόνο". Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει πως ζώντας μέσα στον καπιταλισμό πρέπει να μιλούμε μόνο για τον πόνο και γι' αυτόν να γράφουμε μόνο. Οχι. Δύναμη χρειαζόμαστε, για να ανατρέψουμε τις συνθήκες του πόνου. Χρειαζόμαστε γροθιές, πολλές γροθιές. Και πάνω απ' όλα χρειαζόμαστε κι άλλους κοντά μας. Να γίνουμε, επιτέλους, 1.013. Πρέπει να δούμε μια μέρα τους δρόμους να γεμίζουν πανό, σημαίες, λάβαρα διεκδίκησης και κραυγές διαμαρτυρίας. Πρέπει να δούμε τους δρόμους να γίνονται δάση οργής. Μόνο έτσι θα βρει και η ζωή μας τους τρόπους να μη φοβάται τους "πόνους". Μόνο έτσι θα βρούμε εμείς όλοι τους τρόπους να πάρουμε μέρος στη μεγάλη συζήτηση. Να πάρουμε, επιτέλους, και μεις το λόγο, κάθε φορά που συζητιούνται αυτά που μας αφορούν και μοιράζονται όσα μας ανήκουν. "Να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα", που θα έλεγε και ο ποιητής, για να δούμε από κοντά τι σημαίνουν όλες αυτές οι "παραβιάσεις" του προσωπικού μας χώρου. Να κατανοήσουμε από την "καλή" τα πάνε κι έλα του Χρηματιστηρίου, τα έμπα - έβγα των κερδοσκόπων, τους μακάβριους κλαυθμούς της σκληρής ελληνικής γραμμής και τους επιθανάτιους ρόγχους της ελληνικής οικονομίας.

Γι' αυτό κι εγώ άρχισα το σημερινό μου σημείωμα με τα λόγια του Μαρξ απ' το "Κεφάλαιό" του. Γιατί μόνο έτσι μπορούμε να καταλάβουμε τη σημασία των παιχνιδιών που παίζονται γύρω μας. Μέσα από λόγια απλά και σταράτα. Οι περίπλοκες αναλύσεις και τα "περιδιαγραμμάτων" σχόλια δεν οδηγούν πουθενά. Μόνο που κλείνουν ακόμα πιο πολύ τα παραπετάσματα με τις θεωρητικές τους κορόνες, έτσι που τις αφήνουν να ξεδιπλώνονται μπροστά σε αόρατα ακροατήρια, καθισμένοι σε αναπαυτικές πολυθρόνες και, προπαντός, μακριά από την πραγματικότητα. Γιατί αν ήτανε μέσα σ' αυτήν ή, τέλος πάντων, κοντά της θα συμφωνούσαν μ' αυτό το πολύ απλό και σοφό που έγραψε ο Μαρξ πριν από 150 χρόνια, πάνω - κάτω "...έτσι η κοινωνική δύναμη γίνεται ατομική δύναμη των ιδιωτών...". Να, η αλήθεια όλων αυτών που γίνονται στις πολύβουες αίθουσες των Χρηματιστηρίων, πάνω στα τραπέζια των εκσυγχρονισμένων σαράφηδων και μέσα στους χαρτοφύλακες των αρουραίων του κέρδους και της οικονομικής σπέκουλας... Οποιαδήποτε άλλη ανάλυση με βάση όποιους επιστημονικούς όρους είναι έτσι, είναι για ν' ακούνε αυτοί που δεν ξέρουν. Είναι για να παραπληροφορείται και να παγιδεύεται ο ανίδεος εργαζόμενος στο τέλμα μιας ακατανόητης ορολογίας, όπου οι λέξεις δε λειτουργούν, όπως έπρεπε. Δε λειτουργούν, δηλαδή, ως μέρη λειτουργικά μιας γλώσσας κατασκευασμένης και οργανωμένης, για να επικοινωνούν τα μέλη μιας συγκεκριμένης κοινότητας, αλλά ως συνωμοτικά συνθηματολογήματα μιας παρέας, που ζει σε έναν κόσμο έξω από τις δικές μας ανάγκες. Εναν κόσμο θεμελιωμένο στο όραμα του κέρδους.

Γι' αυτόν τον κόσμο μιλάει ο Μαρξ. Για έναν κόσμο που έχει τον τρόπο να μετατρέψει την "κοινωνική δύναμη" σε "ιδιωτική". Να μετατρέψει το χρήμα σε εμπόρευμα, για να περνάει από τα χέρια των τζογαδόρων στα χέρια των ανώνυμων αετονύχηδων. Γι' αυτόν τον κόσμο, για τον οποίο κανείς δεν μπήκε στον κόπο να μας μιλήσει, μ' όλο που όλοι αυτοί που μας μιλούν μας συστήνονται ως ειδικοί. Μας συστήνονται για πρώτοι στη χρηματολογία, στρογγυλοκαθισμένοι στα στρογγυλά τραπέζια ή μπροστά σε βιβλιοθήκες φορτωμένες με χοντρά βιβλία και φωτογραφίες προγόνων ή ξεχασμένων δασκάλων. Κι όμως, είναι τόσο απλές αυτές οι αλήθειες κι ας τις έχουν μετατρέψει σε γράμματα σιβυλλικά, σε αμφίσημους χρησμούς, σε λόγια γραμμένα "βουστροφηδόν", για να χάνεις την αρχή και το τέλος. Και γίνονται πιο απλές, όταν τις προβάλλεις πάνω στα καθημερινά περιστατικά, όπου το μεροκάματο δεν είναι ακριβό ομόλογο ούτε προνομιούχα μετοχή. Ενα κομμάτι σάρκα είναι, κρεμασμένη σε σκουριασμένο τσιγκέλι, έτσι, για να τη βλέπουν οι διεθνείς τζογαδόροι και να στήνουν το επόμενο κόλπο τους, γιατί ποτέ δε σκέφτηκαν, και ούτε που ήθελαν να σκεφτούν. Γιατί ποτέ δε διάβασαν, και ούτε που ήθελαν να διαβάσουν. Γιατί αν ήθελαν να κάνουν το ένα από αυτά, θα έφταναν κάποτε σε μια άλλη σελίδα του Μαρξ, στο κεφάλαιο, όπου μια άλλη σκληρή αλήθεια διατυπώνεται για το χρήμα.

"Επειδή, όταν κοιτάζει κανείς το χρήμα, δε βλέπει τι έχει μετατραπεί σ' αυτό. Μετατρέπονται τα πάντα σε χρήμα, είτε είναι εμπορεύματα είτε όχι. Ολα γίνονται αντικείμενα αγοραπωλησίας. Η κυκλοφορία γίνεται η μεγάλη κοινωνική χοάνη, όπου πέφτουν όλα μέσα για να ξαναβγούν με τη μορφή χρηματικού κρυστάλλου. Στην αλχημεία αυτή δεν μπορούν ν' αντισταθούν ούτε τα κόκαλα των αγίων, και, πολύ λιγότερο, πιο λεπτά άγια πράγματα που βρίσκονται έξω από την εμπορική δράση των ανθρώπων. Οπως στο χρήμα σβήνεται κάθε ποιοτική διαφορά των εμπορευμάτων, σβήνει κι αυτό με τη σειρά του όλες τις διακρίσεις, σαν ριζοσπάστης, ισοπεδωτής που είναι"!

Είναι, λοιπόν απλά τα "πράγματα". Ολοι αυτοί οι παγκόσμιοι τριγμοί των Χρηματιστηρίων και οι κρωγμοί των χρυσών πρακτόρων τους δεν είναι τίποτε παραπάνω από μια μαζική επίθεση θησαυρισμού, όπου άλλοι δεν καταφέρνουν να τον πετύχουν και άλλοι ναι. Δε θα έπρεπε, λοιπόν, όλοι αυτοί οι βαρύγδουποι αναλυτές να ανοίξουν τον Μαρξ και να μας διαβάσουν και να μας εξηγήσουν πως μέσα σ' αυτήν την "κοινωνική χοάνη" του θησαυρισμού ούτε τα κόκαλα των αγίων αντέχουν; Σιγά που θ' αντέξει η ελληνική δραχμή, αν δεν τη στηρίξει με τις πονεμένες του πλάτες ο Ελληνας εργαζόμενος, "βόλια, ντουφέκια θέλω, ναι", που έγραψε και ο Β. Ουγκό στο "Ελληνόπουλο".

Δύναμη χρειαζόμαστε, για να ανατρέψουμε τις συνθήκες του πόνου. Χρειαζόμαστε γροθιές, πολλές γροθιές. Και, πάνω απ' όλα, χρειαζόμαστε κι άλλους κοντά μας. Να γίνουμε, επιτέλους 1.013. Πρέπει να δούμε μια μέρα τους δρόμους να γεμίζουν πανό, σημαίες, λάβαρα διεκδίκησης και κραυγές διαμαρτυρίας. Πρέπει να δούμε τους δρόμους να γίνονται δάση οργής


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ