Στην ομιλία του, ο Δ. Τσοβόλας είπε: "Η ενοποίηση της Ευρώπης περιέχει ή πρέπει να περιέχει δύο πολιτικές: Την πολιτική ένωση και τη νομισματική ένωση" και "αντί να προηγείται η πολιτική ένωση και η σύγκλιση των επιπέδων οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας των λαών, αντί να προωθείται πρώτα η αλληλεγγύη για να υπάρξει συνοχή στο χώρο της Ευρώπης και όχι μόνο σε κάθε χώρα, γίνεται το τελείως αντίθετο. Προωθείται η νομισματική ένωση". Και καταλήγει: "Ακριβώς το γεγονός ότι προωθείται πρώτα η ΟΝΕ, δείχνει ότι είναι αβέβαιη η τελική μορφή της ΕΕ και θα πρέπει να μην βιαστούμε να πάμε στο 2001, πριν δούμε ότι έρχεται τουλάχιστον η πολιτική ένωση με σύγκλιση των πραγματικών επιπέδων ανάπτυξης".
Η τοποθέτηση του ΔΗΚΚΙ εκμεταλλεύεται την όντως δύσκολη κατάσταση που βιώνει η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων και προβάλλει δημαγωγικά την ιδέα ότι μπορεί να ασκείται πολιτική, που θα προσαρμόζει τη χώρα στην ΟΝΕ, με κοινωνικό πρόσωπο, αφού πρώτα προηγηθεί πολιτική ένωση και "στάση αλληλεγγύης" από τους άλλους "εταίρους".
Με αυτές τις αντιφατικές, ουτοπικές και ανεφάρμοστες θέσεις, κρύβει την ουσία της ΕΕ, σπέρνει αυταπάτες στο λαό και, αντικειμενικά, σιγοντάρει την κυβέρνηση, μαζί με τα άλλα κόμματα του Μααστριχτικού τόξου ΝΔ και ΣΥΝ, αφού προπαγανδίζει την "καλή" ΟΝΕ, γνωρίζοντας ότι είναι επιδίωξη των μονοπωλίων, για ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, για ενίσχυση των κερδών και της εξουσίας τους. Αν πραγματικά πρότεινε φιλολαϊκή πολιτική, θα καλούσε το λαό να παλέψει ενάντια στην ΟΝΕ. Αντί γι' αυτό, συγκαλύπτει ότι η ΕΕ είναι η συγκεκριμένη μορφή καπιταλιστικής ενοποίησης, που εξυπηρετεί τις σύγχρονες ανάγκες του πολυεθνικού κεφαλαίου. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, του Αμστερνταμ και τα συνακόλουθά τους, η ΟΝΕ, τα προγράμματα σύγκλισης, η ΑΤΖΕΝΤΑ 2000, οι προσαρμογές στην οικονομία με ιδιωτικοποιήσεις, συγχωνεύσεις και περικοπές των κοινωνικών κατακτήσεων των εργαζομένων, είναι οι μοχλοί για να περάσει η επιδίωξη του πολυεθνικού κεφαλαίου για διασφάλιση των μονοπωλιακών υπερκερδών, την ανακοπή της τάσης μείωσης του μέσου ποσοστού κέρδους και την υποταγή των λαών. Η επιδίωξη αυτή περνάει μέσα από το τσάκισμα του λαϊκού κινήματος, για να μπορεί το μεγάλο κεφάλαιο των κρατών που ηγούνται της ενοποίησης να αυξάνει ανεμπόδιστα το μερίδιό του στην παγκόσμια αγορά, στον ανταγωνισμό με τους άλλους δύο ιμπεριαλιστικούς πόλους, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία.
* * *
* * *
Για τους εργαζόμενους της χώρας μας, που πληρώνουν τις συνέπειες της προσαρμογής στην ΕΕ και το δρόμο της ΟΝΕ του μεγάλου κεφαλαίου, δεν μπορεί να υπάρξει άλλη διέξοδος από τη ρήξη και τη σύγκρουση με την πολιτική της κυβέρνησης, αλλά και των κομμάτων που στηρίζουν το Μάαστριχτ, στην προοπτική του δικού τους λαϊκού μετώπου πάλης, αν θέλουν να ζήσουν με αξιοπρέπεια και όχι σύγχρονοι δούλοι της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, ξεχωρίζοντας ότι, πίσω από την όποια φραστική αντιπαράθεση του ΔΗΚΚΙ στην κυβέρνηση, κρύβεται ο εγκλωβισμός των εργαζομένων σε ανώδυνες διαχειριστικές πολιτικές για το σύστημα, λειτουργώντας σαν ένα ακόμη ανάχωμα στη λαϊκή πάλη.
Δημήτρης ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ