Κυριακή 1 Νοέμβρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
Ανασκολοπισμός!

Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

Ανασκολοπισμός: το να διαπερνούν κάποιον με πάσσαλο για να τον θανατώσουν (συνώνυμα: παλούκωμα, σούβλισμα) (1)

Ολοι, όσοι μιλούμε την ελληνική γλώσσα, τη γράφουμε ή τη διδάσκουμε, συμφωνούμε πως είναι ένα πολύ πλούσιο και εύκαμπτο σύστημα επικοινωνίας. Οι λέξεις της, τα σχήματά της, οι συντακτικοί και οι γραμματικοί της κανόνες δίνουν τη δυνατότητα σε όποιον τη μιλάει να εκφράζεται με όποιον τρόπο θέλει. Να χρωματίζει τον προφορικό και τον γραπτό του λόγο, να περιγράφει με πρωτότυπες και παραβολικές λέξεις. Να μπορεί ακόμα διαλέγοντας πότε τη μια και πότε την άλλη λέξη, να πλουτίζει το λόγο του με διαφορετικές σημασίες κάθε φορά που αποφασίζει να περιγράψει ένα φαινόμενο ή μια κατάσταση, μια απλή πράξη ή ένα σημαντικό γεγονός. Οι ρήτορες, μάλιστα και ιδιαίτερα αυτοί που χαρακτηρίζονται ως δημαγωγοί, έχουν άπειρες δυνατότητες, χρησιμοποιώντας με κατάλληλο τρόπο την ελληνική γλώσσα, άλλα να λένε και άλλα να εννοούν.

Βέβαια, μια τέτοια πρακτική συνηθίζεται πολύ συχνά στη λογοτεχνία. Αυτό εξάλλου σημαίνει η λέξη "λογοτεχνία". Να κατέχεις και να ασκείς την τέχνη του λόγου. Να είσαι μάστορας, για να το πούμε και αλλιώς, στα λόγια, είτε τα γράφεις είτε τα λες. Στην περίπτωση αυτή όμως, στην περίπτωση του λογοτεχνικού φαινομένου, δηλαδή, η επιλογή των λέξεων, η μαστορική χρήση τους και η δυνατότητα μέσα από τη χρήση αυτή να γοητεύεις και να πείθεις τον άλλο, είναι κυρίαρχο ποιοτικό στοιχείο. Χωρίς αυτό δε θα υπήρχε τέχνη του λόγου. Ολα τα γραπτά κείμενα τότε θα ήτανε πεζά και ουδέτερα, πλαδαρά, άνοστα, ρηχά και ψυχρά. Δε θα ξεχώριζε ένα συμβολαιογραφικό κείμενο από μια ερωτική επιστολή, ούτε ένας επικήδειος από μια μπαλάντα. Ούτε η ποίηση θα ξεχώριζε με το λυρισμό των λέξεων, ούτε οι ταξιδιωτικές εντυπώσεις με τις γλαφυρές τους περιγραφές. Τελικά, και μη σας φανεί υπερβολικό αυτό που θα πω, η ζωή μας θα ήταν πιο φτωχή. Οι ερωτευμένοι δε θα έβρισκαν ιδιαίτερο τρόπο για να μιλήσουν με ωραία λόγια για την αγάπη τους. Οι θυμωμένοι δε θα έβρισκαν τις κατάλληλες λέξεις για να βρίσουν, τα λόγια των μικρών δε θα ξεχώριζαν από τα λόγια των μεγάλων, οι περιπτερούχοι θα μιλούσαν όπως οι νοσοκόμες και οι αρχαιολόγοι όπως οι οδοντίατροι. Σε στιγμές πανικού οι φοβισμένοι άνθρωποι δε θα μπορούσαν να περιγράψουν το φόβο τους και όσοι φώναζαν "βοήθεια" δε θα έκαναν εντύπωση και έτσι δε θα τους βοηθούσε κανείς. Ούτε στη λαϊκή αγορά τα πράγματα θα άλλαζαν, και εκεί θα επικρατούσε μια περίεργη γλωσσική παγερότητα. Οι αγοραστές να μην μπορούν να αποφασίσουν για το πιο προϊόν θα διαλέξουν και να επιστρέφουν, γι' αυτό το λόγο, στα σπίτια τους με άδειο καροτσάκι και οι πωλητές να γυρίζουν στα μαγαζιά και στους μπαξέδες τους με γεμάτα τα καφάσια. Θα άδειαζαν λοιπόν οι αγορές, οι καπιταλιστές θα έβλεπαν τα πορτοφόλια τους να αδυνατίζουν, οι μητροπολίτες τα παγκάρια τους να φτωχαίνουν και οι τράπεζες τα επιτόκιά τους να κατεβαίνουν, τα γραμμάτια να διαμαρτύρονται, οι ακάλυπτες επιταγές να αυξάνουν. Και μέσα στα κρησφύγετα των οικονομικών υπουργείων οι καταχθόνιοι "συγκλητικοί", οι πρωτομάστορες της "σύγκλισης", δηλαδή, να βλέπουν πανικόβλητοι τα κριτήρια της ΟΝΕ να απομακρύνονται. Και η Ελλάδα να παραμένει μόνη και αζήτητη, άκλαυτη και ανυμέναιη, όμοια με την Αντιγόνη, τιμωρημένη σκληρά από τον Κρέοντα να ταφεί ζωντανή, γιατί τόλμησε να θάψει τον αδελφό της τον Ετεοκλή, που είχε τιμωρηθεί από τον άρχοντα της Θήβας να μείνει άταφος.

Και στη Βουλή των Ελλήνων; Ω, εκεί στη Βουλή των Ελλήνων! Ακρα του τάφου σιωπή, όπως θα έλεγε και ο Δ. Σολωμός. Ποιος να μιλήσει, αφού οι λέξεις θα εννοούσαν αυτό που θα έλεγαν; Πώς να εντυπωσιάσουν οι μεν τους δε; Οι συμπολιτευόμενοι τους αντιπολιτευόμενους και το αντίθετο; Με ποια επιχειρήματα θα καταψήφιζαν οι μεν τις προτάσεις των δε και θα υπερψήφιζαν οι δε τα νομοθετικά διατάγματα των μεν; Πώς όλ' αυτά, αφού οι λέξεις θα ήταν απλές, ειλικρινείς, σταράτες, βρε αδελφέ, και θα έλεγαν τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη; Πώς, τέλος πάντων, θα λέγαμε τη Δημοκρατία, αφού μια λέξη υπάρχει γι' αυτήν και δεν της πάει η "λογοτεχνία"; Πώς θα λέγαμε τον πληθωρισμό, αφού ούτε ποίημα μπορεί να τον κάνει κανείς ούτε διήγημα;

Σκέφτηκα, λοιπόν, κι εγώ, για να μη συμβούν όλ' αυτά και για να κρατήσει η γλώσσα μας τη δημαγωγική της δροσιά και τα άκρως τερψιλαρύγγια λεκτικά της στρεβλοστριψίματα ο ανασχηματισμός να μη λέγεται πια "ανασχηματισμός", αλλά "ανασκολοπισμός", με την ερμηνεία που δίνει στη λέξη ο καθηγητής Εμμ. Κριαράς. Γιατί μόνο έτσι θα καταλαβαίνει πια ο λαός μας πώς λειτουργεί η ελληνική γλώσσα στο κυβερνητικό λεξιλόγιο!

(1) Κριαρά Εμμ. - 1995, "Λεξικό της σύγχρονης ελληνικής δημοτικής γλώσσας"

Σκέφτηκα, λοιπόν, κι εγώ, για να κρατήσει η γλώσσα μας τη δημαγωγική της δροσιά και τα άκρως τερψιλαρύγγια λεκτικά της στρεβλοστριψίματα ο ανασχηματισμός να μη λέγεται πια "ανασχηματισμός", αλλά "ανασκολοπισμός", με την ερμηνεία που δίνει στη λέξη ο καθηγητής Εμμ. Κριαράς. Γιατί μόνο έτσι θα καταλαβαίνει πια ο λαός μας πώς λειτουργεί η ελληνική γλώσσα στο κυβερνητικό λεξιλόγιο!


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ