Βορειοελλαδικές πόλεις στην περίοδο των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων
Αν στο βιβλίο της "Η ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά του 1917" (έκδοση Δήμου Θεσσαλονίκης, 1985) δείχνει την εισαγωγή "σύγχρονων" αντιλήψεων στην πολεοδομία του ελληνικού χώρου μέσω "ξένων ειδικών" και μάλιστα προερχομένων από το στρατό της Αντάντ στα 1916 - '18, το πρόσφατο βιβλίο της "Μεταξύ Ανατολής και Δύσης" δείχνει την εισβολή "νεοτεριστικών αντιλήψεων" στο βορειοελλαδικό χώρο του 19ου αιώνα μέσω οθωμανών ή και Ελλήνων τεχνικών και αξιωματούχων, που είχαν σπουδάσει στη Δυτική Ευρώπη. Το θέμα αυτό το είχε διαπραγματευτεί παλαιότερα στη μελέτη της "Οθωμανική πολεοδομία των μεταρρυθμίσεων" (Επιστημονική Επετηρίδα τμ. Αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, 1990), αλλά τώρα σ' αυτό γίνεται μια ιδιαίτερα λεπτομερής ανάλυση για συγκεκριμένες πόλεις, το Βόλο, τη Θεσσαλονίκη, τα Γιάννενα, τις Σέρρες, την Αλεξανδρούπολη και την Καβάλα.
Μετά τις διαδοχικές προσπάθειες μεταρρυθμίσεων της οθωμανικής κυβέρνησης στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, κάποιος άνεμος αλλαγών πνέει στην επικράτεια, πολιτικών κυρίως, σε περιορισμένη μορφή - τελική φάση ήταν το κίνημα των νεοτούρκων στα 1909 και ο κεμαλισμός λίγο αργότερα.
Μην ξεχνάμε, άλλωστε, έναν καπιταλισμό σε δύο ταχύτητες, που εισβάλλει στην οθωμανική αυτοκρατορία, ταχύτερος κυρίως στο ελληνικό στοιχείο, βραδύς στο οθωμανικό. Ο πρώτος απαιτεί αναμόρφωση των πόλεων που μετατρέπονται σε αστικά κέντρα, ο δεύτερος προσπαθεί να συμβιβάσει τα διάφορα στρώματα της οθωμανικής διοίκησης, τα εκσυγχρονιστικά, τα παραδοσιακά, την εκκολαπτόμενη αστική τάξη, το παλαιό, αλλά πανίσχυρο ασιατικό διοικητικό κατεστημένο, το στρατό, το θρησκευτικό κατεστημένο.
Απλά, ήταν ένα πρόσχημα ή μια ευκαιρία για να εφαρμοστούν τα δυτικά πρότυπα στις πόλεις της Ανατολής.
Στις πολεοδομικές αυτές διαδικασίες, βλέπει κανείς τη σύγκρουση των αντιλήψεων, την προσπάθεια του εκσυγχρονισμού της οθωμανικής κυβέρνησης, αλλά και την εκμετάλλευση των ευκαιριών από το ελληνικό στοιχείο και, φυσικά, τη μεταβολή των πόλεων. Κατεδαφίζονται τείχη, ευθυγραμμίζονται δρόμοι, θεσπίζονται οικοδομικοί κανονισμοί, δημιουργείται υποδομή, δίκτυα, λιμάνια, σιδηροδρομικοί σταθμοί, σχεδιάζονται νέες περιοχές στις πόλεις, και ανασχεδιάζονται τα κατεστραμμένα από τις πυρκαγιές κέντρα τους σε όσο γίνεται ορθογωνισμένα πρότυπα.
Για τις πόλεις που αναλύονται στο βιβλίο, παρατίθεται και εξετάζεται ένα πολύ μεγάλο πλήθος στοιχείων από αδημοσίευτα σχέδια και έγγραφα από ελληνικά αρχεία, αγγλικά και γαλλικά αρχεία προξενικών και άλλων αρχών, το αρχείο της Aliance Israelite Universelle, καθώς και αναφορές από τον Τύπο της εποχής, που καθιστούν το βιβλίο πολύτιμο, όπου με ακρίβεια και συνέπεια η συγγραφέας αναλύει ακριβώς τη "μεταξύ Ανατολής και Δύσης" εξέλιξη της πόλης στη Βαλκανική στον 19ο αιώνα.
Το πρόβλημα του "πού ανήκει" η Βαλκανική και η Μικρά Ασία είναι θεμελιώδες και έχει εκφραστεί σε όλο το φάσμα του πολιτισμικού, κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού βίου των χωρών αυτών, αν, δηλαδή, όφειλαν μετά την "απελευθέρωσή τους από τον οθωμανικό ζυγό" να ακολουθήσουν μια κατεύθυνση δυτική, απεμπολώντας τις ρίζες τους και τον πολιτισμό τους ως "ανατολίτικο" και (ταυτόσημα) βάρβαρο, απολίτιστο, οπισθοδρομικό, ή είχαν και άλλο δρόμο εξέλιξης.
Ο πολιτισμός της Ανατολής έχει, για προφανείς λόγους, κατασυκοφαντηθεί από τις αρχές του 19ου αιώνα, και αυτό δεν είναι αποτέλεσμα μόνον των ρομαντικών περιηγητών από τη Δυτική Ευρώπη, που έψαχναν να βρουν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, αλλά συνέπεια της ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Δυτική Ευρώπη, που προσπαθούσε με κάθε μέσο να επιβάλει τη δική της οικονομική κυριαρχία στην Ανατολή - και, φυσικά, ο πολιτισμός στο σύνολό του λειτούργησε και σαν δίοδος αποδοχής της κυριαρχίας αυτής. Είναι προφανές, ακόμη, ότι λύσεις του "εθνικού ζητήματος", όπως τις οραματίστηκε ο Ρήγας, δε συνάδουν με τις επιδιώξεις των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών, που προτιμούν τη διαίρεση των λαών σε αλληλοσφαγιαζόμενες μερίδες, αντί της ειρηνικής συνύπαρξης στην οποία διαβιούσαν αιώνες ολόκληρους κάτω από την οθωμανική ομπρέλα. Τα παραδείγματα της Βαλκανικής τότε, της Κύπρου, της Παλαιστίνης, της Γιουγκοσλαβίας τώρα, είναι πολύ εύγλωττα.
Ακόμη, η "ασιατική στασιμότητα" των οθωμανών, αλλά και Ελλήνων, ερχόταν σε αντίθεση με την "αναπτυξιακή λογική" του καπιταλισμού. Η αυτάρκεια της ζωής, που εμφανίζεται σε ανατολικές κοινωνίες, είναι κάτι το εντελώς ασυμβίβαστο με το διαρκές κυνήγι του "μεγαλύτερου", "νεότερου", "επικερδέστερου", που χαρακτηρίζει, όχι μόνο τον καπιταλισμό, αλλά το δυτικό τρόπο σκέψης, γενικότερα.
Και ας θυμηθούμε, αντίθετα, ότι δίπλα στο Ring της Βιέννης, στη Champs Elysees στο Παρίσι και στην Regent street στο Λονδίνο υπήρχαν οι εργατικές συνοικίες και τα slums, όπου ενδημούσαν η χολέρα, η πανούκλα και η φυματίωση. Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι ταξικό και όχι τεχνικό. Πρόοδος, λοιπόν, δε σημαίνει κατ' ανάγκην και αποδοχή του δυτικού μοντέλου, σε καμία περίπτωση, αλλού είναι το πρόβλημα.
Γεώργιος Μ. ΣΑΡΗΓΙΑΝΝΗΣ