Πέμπτη 10 Αυγούστου 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Ενα παιδί στ' αζήτητα

Μία καινούρια μέρα περίμενε να χαράξει. Το 'ξερε ότι θα ήταν διαφορετική, όμως ήλπιζε ότι μπορεί κάτι να άλλαζε, ένα θαύμα, ούτως ώστε να μην αναγκαστεί να το πράξει... Είχε κυλήσει ένας μήνας από την ημέρα που είχε κάνει το τελευταίο μισακό μεροκάματο. Ο μήνας βάραινε στους ώμους της, όπως και στων παιδιών της. Τριάντα μέρες πείνας, πόνου, απελπισίας, τρόμου για το μέλλον.

Τίποτα, ούτε ένα μικρό θαύμα... Ηταν 3 το πρωί. Ο μεγάλος της γιος ξύπνησε από τον κρότο, που έκανε το άνοιγμα της σιδερένιας κλειδαριάς και το ψυχρό κύμα αέρα, που εισέβαλε στο καλύβι και σήκωσε το κεφάλι του. Ακουσε και τον ήχο των υπολοίπων να αναδεύουν κάτω από τα σκεπάσματα. Μπόρεσε να διακρίνει τα ινδιάνικα χαρακτηριστικά που κληρονόμησαν και τα παιδιά της να παραμορφώνονται στο μισερό φως ενός παράλυτου φεγγαριού. Το βλέμμα τους διασταυρώθηκε με το δικό της. Ενα φευγαλέο βλέμμα, πικρό, απελπισμένο και συνάμα γεμάτο κατανόηση. Μετά χάθηκαν κάτω από τις κουβέρτες και εκείνη γλίστρησε αργά και με ένα αντίο σιωπηλό, αλλά εύλογο. Ηξεραν...

Σε όλη τη διαδρομή άκουγα μονάχα τον πνιχτό και αβέβαιο ήχο του βήματός της. Αργός, συρτός, αλλά ρυθμικός. Οπως στον επιτάφιο. Αν και σκυφτή με το μωρό στην πλάτη μπορούσε να διακρίνει με την άκρη του ματιού της το φως των άστρων. Σαν κάτι να της έγνεφαν κάποιες μορφές που πήραν σχήμα θυμωμένες. Τότε την έπιασε φόβος, ένας φόβος πρωτόγονος, για όλα και για όλους. Κοντοστάθηκε για λίγο, όσο η ανάσα της να επανέλθει στους κανονικούς της ρυθμούς. Γύρισε και κοίταξε πίσω. Μετά συνέχισε αποκαρδιωμένη. Ηξερε ότι τούτος ο δρόμος δεν είχε επιστροφή.

Τέσσερις ώρες αργότερα, μπήκε στο αστυνομικό τμήμα της πόλης Σικρ. Μια γωνιά στα νοτιοανατολικά της Βολιβίας. Μία χώρας ξεχασμένη από θεό και ανθρώπους. Παρουσιάστηκε μαζί με το πέντε μηνών βρέφος και σαν χείμαρρος άρχισε να μιλά στον εμβρόντητο αστυνομικό διευθυντή: «Προτιμώ να το δώσω σε σας, αντί να το δώσω στον οποιονδήποτε. Είμαι Ινδιάνα και έχω άλλα πέντε μεγαλύτερα παιδιά. Ο σύζυγος με έχει εγκαταλείψει, με αποτέλεσμα να μη διαθέτω τα οικονομικά μέσα να μεγαλώσει το βρέφος. Οι άνθρωποι δε μου δίνουν δουλιά, επειδή δεν μπορούν να με δεχτούν μαζί με τα παιδιά μου. Είμαι μόνη, άνεργη, χωρίς μέλλον. ΣΩΣΤΕ ΤΟ». Τα ίδιο ακριβώς σκηνικό επαναλήφθηκε, όταν ο αστυνομικός διευθυντής κάλεσε την Υπηρεσία Οικογενειακής Προστασίας.

Ουδείς γνωρίζει τι απέγινε το βρέφος, που παρέμεινε στο αστυνομικό τμήμα, παρότι το θέμα γρήγορα πήρε γιγάντιες διαστάσεις στα ΜΜΕ της Βολιβίας και πολλές οικογένειες προσφέρθηκαν να υιοθετήσουν το βρέφος, που εγκαταλείφθηκε στην αστυνομία. Ουδείς γνωρίζει τι απέγινε η μάνα, ούτε τους εφιάλτες της. Ουδείς γνωρίζει πόσα παιδιά παραμένουν στ' αζήτητα, όχι μόνο στη Βολιβία, αλλά σε όλες τις «φτωχές χώρες». Τι θα γινόταν, όμως, όταν αυτή η Ινδιάνα, αντί να περιμένει ένα θαύμα, «απαιτούσε» το θαύμα; Τι θα γινόταν άραγε, όταν, επιτέλους, μάθαινε να είναι «ρεαλίστρια και να ζητά το αδύνατο»; Ε; Τι θα γινόταν τότε;


Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ