Κυριακή 20 Μάη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΤΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Εκλεκτικές συγγένειες

Πολλές φορές επικαλεστήκαμε, και δικαιωθήκαμε, την άποψη του Ηλία Ερεμπουργκ σχετικά με τη λογοτεχνία, ο οποίος έλεγε ότι ένας καλός συγγραφέας μπορεί εύκολα να γίνει και καλός δημοσιογράφος, ενώ το αντίθετο είναι πολύ δύσκολο.

Φαίνεται όμως ότι το δύσκολο δεν είναι και αδύνατο. Παράδειγμα, το καινούργιο μυθιστόρημα του Τάσου Αυγερινού «Πικρό Αντίδωρο», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».

Ο πολυτάλαντος συγγραφέας (είναι και ζωγράφος) υπηρέτησε το επάγγελμα του δημοσιογράφου με ήθος και συνέπεια για σαράντα ολόκληρα χρόνια, και πραγματικά απέδειξε ότι η δημοσιογραφία είναι λειτούργημα. Τα τελευταία χρόνια με τον καθημερινό ποιητικό του Οίστρο και το εβδομαδιαίο χρονογράφημά του άρχισε να στέλνει λογοτεχνικά μηνύματα στους αναγνώστες του «Ριζοσπάστη».

Μετά, ο λογοτέχνης Αυγερινός έκανε την εντυπωσιακή εμφάνισή του στα ελληνικά Γράμματα με δύο εξαιρετικές συλλογές διηγημάτων, «Το καραβάνι των γυμνών» και τη «Μεγάλη νύχτα», όπου μερικές σελίδες του συγκλόνιζαν τον αναγνώστη όσο και τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Τον επόμενο χρόνο, 2006, μας χάρισε μια γοητευτική και μυθιστορηματική «Δεύτερη Ανοιξη» και φέτος μάς προσκάλεσε «Με τα πανιά και τα κουπιά» να συνταξιδέψουμε στο χρόνο και χώρο. Και αμέσως μετά, πριν προλάβουμε να συνέλθουμε από το υπέροχο αυτό ταξίδι, ήρθε με το «Πικρό αντίδωρο» στο χέρι προσφέροντάς μας μια εξαιρετική ιστορία που ακροβατεί αλλά και ισορροπεί ανάμεσα στην αλήθεια και τη μυθοπλασία.

Το «Πικρό αντίδωρο» δεν είναι απλώς ένα σπουδαίο μυθιστόρημα, είναι το μυθιστόρημα που καταξιώνει και κατατάσσει τον Τάσο Αυγερινό ανάμεσα στους καλύτερους Ελληνες πεζογράφους.

Το ύφος και το ήθος, τα πραγματικά γεγονότα και τα φανταστικά που γίνονται πιο αληθινά από την αλήθεια συναρπάζουν και καθηλώνουν τον αναγνώστη από την πρώτη σελίδα:

«Μεσάνυχτα κι ούτε ένα άστρο δεν έφεγγε στον κατάμαυρο ουρανό. Οι Πλειάδες, ο Ωρίων, η Αφροδίτη, όλα τα φαναράκια του στερεώματος που ανάβουν με το σούρουπο και σβήνουν την αυγή ήταν σκεπασμένα εκείνη τη γεναριάτικη νύχτα του 1905 από πυκνά σύννεφα που είχαν κυλήσει από το Αγιονόρος και είχαν τυλίξει το Πήλιο. Ερεβος από την κορυφή ως τους πρόποδες του βουνού κι ένας δαιμονισμένος αέρας, που είχε σηκωθεί μόλις βασίλεψε η μέρα, το τράνταζε συθέμελα».

Και ακριβώς μια παράγραφο πιο κάτω, μέσα στην κοσμοχαλασιά βλέπουμε με τα μάτια του αφηγητή έναν νέο άντρα καθισμένο σε ένα μουλάρι με μια μαύρη τσάντα στο χέρι και ο άλλος πεζός να κρατά τα γκέμια και να οδηγεί το ζώο.

Από εκείνη τη στιγμή, ο αναγνώστης ακολουθεί με κομμένη την ανάσα τα βήματα του τριαντάχρονου γιατρού Τίμου Παπαστάθη που ήταν γεμάτος αγάπη για τους συνανθρώπους του. Ενός επιστήμονα που αφιέρωσε όλη του τη ζωή, σε εκείνους που ξέρουν να παίρνουν αλλά δεν ξέρουν να δίνουν. Σ' αυτόν τον γιατρό που τα έδωσε όλα για να τους γιατρέψει από τη φυματίωση όπως και όσο μπορούσε με τα μέσα της εποχής του και του το ανταπέδωσαν με την αχαριστία.

Δεν είναι τυχαίο που ο Αυγερινός διάλεξε αυτόν τον συγκεκριμένο άνθρωπο για ήρωά του. Κατά τη γνώμη μου ο συγγραφέας αισθάνθηκε την «εκλεκτική συγγένεια» να τους ενώνει. Μιας και ο Παπαστάθης του βιβλίου έζησε με το πραγματικό του όνομα, του οποίου η ταυτότητα αποκαλύπτεται στην τελευταία σελίδα. Είναι μια βιογραφία, η αγιογραφία ενός ακέραιου γιατρού.


Τιτίνα ΔΑΝΕΛΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ