Παρασκευή 15 Ιούνη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΤΗΛΕ ...ΠΑΘΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Ποιος θα μου το πληρώσει...

Καλέ μου ξάδερφε, γεια σου.

Είμαστε καλά. Να 'στε κι εσείς καλά. Δε με πιάνει ύπνος. Η επίσκεψη του πρωθυπουργού μού έξυσε πληγές και ξαναμάτωσαν οι θύμησες. Τι ειρωνεία! Οι διωγμένοι από την πατρίδα εισπράττουν τον αφορισμό, εδώ χτυπάει η καρδιά της Ελλάδας. Δε γνωρίζω καμιά καρδιά που να μπορεί να χτυπάει έξω από το σώμα. Η Ελλάδα είναι η κατάληξη της Χερσονήσου του Αίμου και η καρδιά της δεν μπορεί παρά να χτυπάει στα στήθη του λαού της. Εμείς ξενιτευτήκαμε. Διωχτήκαμε, πριν ακόμα προλάβουμε να γνωρίσουμε και πολύ περισσότερο να πικράνουμε την πατρίδα.

Θυμάσαι; Ηταν Οκτώβρης του 1957. Ησουν μαθητής γυμνασίου τότε, που ήρθα να σε χαιρετήσω. Αγκαλιαστήκαμε και κλάψαμε. Πιότερο εγώ, που ήθελα τόσο πολύ να σπουδάσω στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτέλειου. Να γίνω δάσκαλος της γλώσσας. Να εξηγώ το στίχο του ποιητή: τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική, στις αμμουδιές του Ομήρου. Εμεινα με το παράπονο. Ενα πασπόρτι μ' έβγαλε απ' την πατρίδα, για άγνωστα μέρη. Οχι, δε συγχωρώ κανέναν από κείνους που κυβερνούσαν κι απόδιωξαν τα νιάτα της Ελλάδας. Θυμάσαι; Τότε κυβέρνηση ήταν η ΕΡΕ. Τι ειρωνεία! Πενήντα χρόνια μετά, ο πρωθυπουργός, που έχει το ίδιο ονοματεπώνυμο με τον τότε και το κόμμα του κρατάει από την ΕΡΕ, ήρθε στην Αυστραλία και μας κολάκεψε. Ακου η καρδιά της Ελλάδας χτυπάει στη Μελβούρνη!

Τα παιδιά μας είναι Αυστραλεζάκια. Η καρδιά τους χτυπά αυστραλέζικα. Λογικό και φυσικό είναι. Συνάμα και οδυνηρό για τα γονικά. Συνεννοούμαστε μιλώντας αυστραλέζικα. Η ελληνική γλώσσα μιλιέται φθαρμένα κι από εμάς, τους γεννημένους στην Ελλάδα. Είπα, είμαστε καλά. Αν το εξετάσεις το πράγμα τυπικά, είμαστε καλά, άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο. Ξέρεις πόσο δούλεψα. Και τι δουλιές δεν έκανα. Σπούδασα όμως. Ηταν το μεράκι μου. Εγινα κάποιος, όπως ήθελε ο πατέρας μου και μου το είπε τότε που, χωρίς να με κοιτάει, με αποχαιρέτησε. Πέθανε, χωρίς να τον δω ξανά. Ποιος θα μου το πληρώσει αυτό;

Εξωτερικά, λοιπόν, είμαστε καλά. Πήρα και τη σύνταξη. Η κόρη μου παντρεύτηκε Ελληνα, γεννημένο στην Αυστραλία. Ο γιος μου, στη δουλιά του. Δε λέει να παντρευτεί, μήτε θέλει να δει την Ελλάδα. Σας έδιωξαν, λέει στη μάνα του κι εμένα. Δεν το συγχωρώ. Μη σε γελάει τίποτε. Υποφέραμε. Στην αρχή τα πάντα. Τώρα, από τον απολογισμό που κάνουμε. Δεν ήταν δική μου απόφαση να ξενιτευτώ. Μου επιβλήθηκε. Πολλή φτώχεια. Θυμάσαι; Πολύ βουβό το παράπονο των γονιών, τι θα κάνουν με τα παιδιά τους. Εσύ στο τσαφ τη γλίτωσες. Αν ήσουν λίγο μεγαλύτερος, θα 'χες ξενιτευτεί.

Δεν περηφανευόμαστε που μας επισκέφτηκε ο πρωθυπουργός. Ούτε για τα μάτια του κόσμου δε ζήτησε συγνώμη για τον ξενιτεμό μας. Μεγαλοστομίες και συνθηματολογίες. Δεν ξέρω πώς ακριβώς είναι τα πράγματα στην πατρίδα. Αν κρίνω απ' όσα άκουσα και διάβασα, πολιτικός λόγος δεν υπάρχει. Υπάρχει εικόνα και λόγια, πολλά λόγια με εύηχες λέξεις. Και μετά σιωπή και κενό. Η σιωπή του κενού.

Να 'στε όλοι καλά. Από τη μακρινή Αυστραλία σας χαιρετώ όλους. Κι όσους δε γνώρισα και δε με ξέρουν.

Ο ξάδερφός σου


(Για την αντιγραφή)
Ιορδ. Α. ΠΡΟΥΣΑΝΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ