Ο Μαρσό δημιουργεί το δικό του «Θέατρο τσέπης», όπου διαμόρφωσε τα δικά μιμοθεάματα και καλλιέργησε το θαυμαστό, κωμικά μελαγχολικό, βαθιά ποιητικό, εύγλωττα σιωπηλό παντόμιμο «Μπιπ», μέσω του οποίου εξέφραζε το αντιπολεμικό του μένος, το βαθύ ουμανισμό του και την έγνοια του για τα βάσανα, τις αγωνίες και προσδοκίες του απλού ανθρώπου. Αργότερα δημιούργησε την πρώτη στην Ευρώπη ομάδα μίμων (έφερε το όνομά του), διηύθυνε μια Διεθνή Σχολή Μιμικής και τέλος ίδρυσε, στο Παρίσι, τη δική του «Διεθνή Σχολή Μιμοδράματος». Για την τέχνη του έλεγε: «Η παντομίμα είναι ποίηση. Είμαι χαρούμενος που είμαι μίμος. Αυτό μου επιτρέπει να εκφράζω όλα τα συναισθήματά μου. Η μιμική δεν έχει πατρίδα».