Τρίτη 25 Δεκέμβρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 17
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Αποφάσεις - βόμβα για τις εργατικές κατακτήσεις

Με την επίκληση της Συνθήκης του Μάαστριχτ και οδηγίας για την απόσπαση εργαζομένων (στην οποία παραπέμπει και η οδηγία Μπολκεστάιν), κηρύχτηκαν παράνομες οι απεργίες σε Σουηδία και Φινλανδία ενάντια στην απασχόληση μεταναστών εργατών με μεροκάματα ίδια με αυτά της χώρας προέλευσής τους

Τον πραγματικό αντιδραστικό χαρακτήρα της ΕΕ και τους τεράστιους κινδύνους που εγκυμονεί για τους εργαζόμενους η ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο οδηγιών όπως αυτή του «Μπολκεστάιν», έρχονται να επιβεβαιώσουν οι πρόσφατες αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ (11/12/2007) που κρίνουν παράνομες τις απεργίες των Φινλανδών ναυτεργατών και των Σουηδών οικοδόμων (Υποθέσεις C-438/2005 και C-341/2005). Σύμφωνα με το σκεπτικό, οι απεργίες παραβιάζουν τη θεμελιώδη ελευθερία που κατοχυρώνουν οι Συνθήκες της ΕΕ, την ελευθερία κίνησης του κεφαλαίου, όπως αυτή εξασφαλίζεται από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ.

Ουσιαστικά, με τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ, αμφισβητείται το δικαίωμα της απεργίας ως μορφή πάλης της εργατικής τάξης ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική και τους φορείς της. Ενώ αποκαλύπτεται περίτρανα ο ρόλος των κομμάτων του ευρωμονόδρομου και των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών, σε εθνικό και ευρωενωσιακό επίπεδο, που όχι μόνο εξωραΐζουν την ΕΕ, αλλά επιχείρησαν να πείσουν τους εργαζόμενους ότι στην τελική της μορφή η οδηγία «Μπολκεστάιν» («Μπολκεστάιν λάιτ» τη χαρακτήρισαν τότε η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων και ο ΣΥΝ) ήταν έως και «φιλεργατική» (!).

Πρόκειται για τις ίδιες δυνάμεις, που μετά την ψήφιση της οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ισχυρίζονταν ότι το κεφάλαιο υπαναχώρησε δήθεν από τις απαιτήσεις του σε ό,τι αφορά την «αρχή της χώρας προέλευσης» και την αμοιβή των εργαζομένων με βάση τα ισχύοντα στη χώρα που έχει έδρα η εταιρεία και όχι αυτής όπου προσφέρει τις υπηρεσίες της.

Οι δύο υποθέσεις

Το ΚΚΕ και οι ταξικές δυνάμεις στο συνδικαλιστικό κίνημα είχαν από την πρώτη στιγμή αντιταχτεί στην οδηγία Μπολκεστάιν και στις αντεργατικές προβλέψεις της, που τώρα επιβεβαιώνονται και στην πράξη

Motion Team

Το ΚΚΕ και οι ταξικές δυνάμεις στο συνδικαλιστικό κίνημα είχαν από την πρώτη στιγμή αντιταχτεί στην οδηγία Μπολκεστάιν και στις αντεργατικές προβλέψεις της, που τώρα επιβεβαιώνονται και στην πράξη
Στην πρώτη υπόθεση, η φινλανδική εφοπλιστική εταιρεία «Viking Line», προσέφυγε σε αγγλικό δικαστήριο, ζητώντας να κηρυχτεί παράνομη η απεργία της Φινλανδικής Ομοσπονδίας Ναυτεργατών (FSU) και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις Μεταφορές (ITF), με αίτημα να υποχρεωθεί η «Viking Line» να μη μεταφέρει το πλοίο της «Rosella» (εκτελεί τη γραμμή Ελσίνκι - Ταλίν) στην Εσθονική σημαία, για να εκμεταλλευτεί ακόμη αγριότερα τους ναυτεργάτες του πλοίου, αφού έτσι θα εφάρμοζε την εσθονική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που προβλέπει πολύ χαμηλότερους μισθούς και δικαιώματα για τους ναυτεργάτες. Η εταιρεία «Viking Line», μέσω της Ενωσης Ευρωπαίων Εφοπλιστών, μετέφερε την υπόθεση σε δικαστήριο του Λονδίνου, το οποίο με απόφασή του χαρακτήρισε παράνομη την απεργία των Φινλανδών ναυτεργατών.

Στη δεύτερη περίπτωση, η Λετονική εταιρεία «Laval», προσέφυγε σε σουηδικό δικαστήριο, ζητώντας να κηρυχτούν παράνομες οι απεργιακές κινητοποιήσεις της Σουηδικής Ομοσπονδίας Οικοδόμων (Byggnads) και του τοπικού παραρτήματός της στην πόλη Vaxholm, όπου ο λετονικός μονοπωλιακός όμιλος είχε αναλάβει την κατασκευή ενός σχολείου, μέσω της θυγατρικής της εταιρείας Baltic, φέρνοντας να εργαστούν στο έργο Λετονοί οικοδόμοι. Αίτημα των εργαζομένων ήταν να υποχρεωθεί το λετονικό μονοπώλιο να υπογράψει συλλογική σύμβαση εργασίας με τη Σουηδική Ομοσπονδία, ώστε να εφαρμόζονται και στους Λετονούς εργάτες οι όροι εργασίας και οι μισθοί της σουηδικής Συλλογικής Σύμβασης, που ήταν πολύ ανώτεροι από τον μισθό πείνας που τους κατέβαλλε η επιχείρηση με βάση τη λετονική σύμβαση.

Οι δύο υποθέσεις έφτασαν στο Δικαστήριο της ΕΕ, το οποίο, ύστερα από 2 χρόνια, εξέδωσε πρόσφατα τις αποφάσεις του. Σύμφωνα με αυτές, κρίνει παράνομες τις απεργίες, επειδή «παραβιάζουν το κοινοτικό δίκαιο» και συγκεκριμένα τα «θεμελιώδη δικαιώματα», που θεσπίστηκαν και κατοχυρώθηκαν από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, δηλαδή το «δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης των επιχειρήσεων» (άρθρο 43 της Συνθήκης ΕΚ) και το «δικαίωμα της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και κυκλοφορίας των εργαζομένων» (άρθρο 49 της Συνθήκης και οδηγία 96/71 ΕΚ για την απόσπαση εργαζομένων) στα κράτη - μέλη της ΕΕ.

Σκεπτικό - βόμβα για τις εργατικές κατακτήσεις

Από το σκεπτικό του δικαστηρίου - είχε την ίδια σύνθεση και στις δύο υποθέσεις, με πρόεδρο τον Β. Σκουρή - προκύπτουν τα εξής τέσσερα σοβαρότατα ζητήματα:

1. Οπως τονίζει το δικαστήριο, «το δικαίωμα των συνδικαλιστικών οργανώσεων κράτους - μέλους να αναλαμβάνουν συλλογικές δράσεις, με τις οποίες οι εγκατεστημένες εντός άλλων κρατών - μελών επιχειρήσεις μπορούν να αναγκαστούν να προσχωρήσουν στη συλλογική σύμβαση (...) μπορεί να καταστήσει λιγότερο ελκυστική, αν όχι δυσχερέστερη για τις επιχειρήσεις αυτές την εκτέλεση κατασκευαστικών εργασιών στο σουηδικό έδαφος (σ.σ. και κάθε κράτους - μέλους) και συνιστά ως εκ τούτου περιορισμό της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών...».

Επίσης, «οι συλλογικές δράσεις, όπως οι επίμαχες (...) που αποσκοπούν να αναγκάσουν μία επιχείρηση της οποίας η έδρα βρίσκεται εντός συγκεκριμένου κράτους - μέλους να συνάψει συλλογική σύμβαση εργασίας με συνδικαλιστική οργάνωση εγκατεστημένη εντός του κράτους αυτού και να εφαρμόσει τις ρήτρες που προβλέπει η σύμβαση αυτή στους μισθωτούς θυγατρικής εταιρείας της εν λόγω επιχείρησης (...) συνιστούν περιορισμούς» του δικαιώματος ελεύθερης εγκατάστασης των επιχειρήσεων.

Η απόφαση του ευρωδικαστηρίου επικυρώνει με τον πιο επίσημο τρόπο μία από τις βασικές συνέπειες της ελευθερίας κίνησης του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, να μετακινεί την έδρα του (εικονικά ή πραγματικά) σε χώρες της ΕΕ με χαμηλότερους μισθούς και χειρότερους όρους και συνθήκες εργασίας και στη συνέχεια να τους χρησιμοποιεί σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος δραστηριοποιείται. Με τον τρόπο αυτό ασκεί πίεση, με στόχο να συντρίψει όποιες κατακτήσεις έχει διατηρήσει σήμερα η εργατική τάξη και το εργατικό κίνημα σε κάποια κράτη - μέλη, επιβάλλοντας σε ολόκληρη την ΕΕ τους όρους και τις συνθήκες της πιο στυγνής και άγριας εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.

Υπό αίρεση το δικαίωμα στην απεργία

2. Το δικαίωμα της απεργίας και ο τρόπος άσκησής του δεν αποτελεί ζήτημα που εμπίπτει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα των κρατών - μελών και των εθνικών τους δικαστηρίων, αλλά και στην αρμοδιότητα της ΕΕ και του Δικαστηρίου της, αφού σύμφωνα με το ευρωδικαστήριο τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως αυτό της απεργίας «δεν εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης και η άσκηση αυτή πρέπει να συμβιβάζεται με τις απαιτήσεις που αφορούν τα δικαιώματα τα οποία προστατεύει η εν λόγω Συνθήκη και να είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας».

Με άλλα λόγια, οι απεργίες δε θα κηρύσσονται παράνομες και καταχρηστικές μόνο από την ταξική Δικαιοσύνη των κρατών - μελών (όπως κατά κανόνα συμβαίνει σε όλες τις χώρες της ΕΕ και στην Ελλάδα), αλλά και από το ευρωδικαστήριο, που έτσι θα έχει τη γενική εποπτεία καταστολής των ταξικών αγώνων της εργατικής τάξης, αν οι μηχανισμοί καταστολής σε κάποιο κράτος - μέλος της ΕΕ δε λειτουργούν αποτελεσματικά.

3. Το δικαίωμα της απεργίας μπορεί να ασκείται, όπως ορίζει «το άρθρο 28 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων», δηλαδή μόνο υπό τους όρους και προϋποθέσεις και εφόσον το επιτρέπει «το κοινοτικό δίκαιο, οι εθνικές νομοθεσίες και οι πρακτικές».

Πριν ακόμη στεγνώσει το μελάνι των υπογραφών των πολιτικών εκπροσώπων του κεφαλαίου στον «Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων» και καταλαγιάσουν οι παράτες και τα φληναφήματα ότι μ' αυτόν ισχυροποιούνται τα δικαιώματα των εργαζομένων στην ΕΕ, το ίδιο δικαστήριό τους έρχεται να δικαιώσει τη θέση του ΚΚΕ ότι αυτός ο «Χάρτης», ο οποίος μεταξύ των άλλων νομιμοποιεί το «lock out», την ανταπεργία των επιχειρηματιών, που με σκληρούς αγώνες είχε καταργήσει η εργατική τάξη, όχι μόνο δεν κατοχυρώνει τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες, αλλά αντίθετα συνιστά επικίνδυνο περιορισμό τους.

Ο Μπολκεστάιν ολοζώντανος

4. Η επίκληση στην απόφαση της οδηγίας 96/71 ΕΚ της ΕΕ για την απόσπαση των εργαζομένων, παραπέμπει ευθέως στην οδηγία Μπολκεστάιν. Πιο συγκεκριμένα, το Νοέμβρη του 2006, όταν η Μπολκεστάιν ψηφιζόταν στο Ευρωκοινοβούλιο, από τις δυνάμεις του ευρωμονόδρομου έγινε προσπάθεια να παρουσιαστεί σαν «επιτυχία» το γεγονός ότι η «Αρχή της χώρας καταγωγής» μετονομάστηκε σε «Ελευθερία παροχής υπηρεσιών».

Αυτό που κρύφτηκε τότε από τους εργαζόμενους, είναι ότι σύμφωνα και με την ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το καθεστώς της απόσπασης εργαζομένων σε άλλη χώρα και οι όροι εργασίας ορίζονται από τη σχετική οδηγία 96/71, την οποία επικαλείται η Μπολκεστάιν. Σύμφωνα με αυτήν την οδηγία, στο ζήτημα του εργατικού δικαίου, όπως και σε κάθε άλλο ζήτημα, κανένας περιορισμός δεν μπορεί να τεθεί από το κράτος υποδοχής των υπηρεσιών. Αυτό έρχονται να επιβεβαιώσουν τώρα οι αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ