Κυριακή 30 Μάρτη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΟΤΕ - ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ
Πρωταγωνιστές και κομπάρσοι...
  • Αναμφισβήτητες οι τεράστιες ευθύνες της ΝΔ για την εισβολή της «Ντόιτσε Τέλεκομ» στον ΟΤΕ
  • Δεδομένο το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ έφερε σε πέρας το σχέδιο ξεπουλήματος
  • Ολοφάνερες οι ευθύνες του ΣΥΝ που αντί να πει «όχι» στην ιδιωτικοποίηση διαπραγματευόταν ...όρους και προϋποθέσεις

Με αφορμή τις πρόσφατες εξελίξεις στον ΟΤΕ και την επίσημη, πλέον, εισβολή της «Ντόιτσε Τέλεκομ» στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών της χώρας, κάποιοι σπεύδουν να τις αξιοποιήσουν σαν αχλή, ώστε να σκεπάσουν τις ευθύνες που έχουν για τις πολιτικές τους επιλογές, οι οποίες διευκόλυναν τη διαμόρφωση του σκηνικού που έχουμε σήμερα μπροστά μας. Πρωταγωνιστές στην προσπάθεια αποτίναξης ευθυνών, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με τις συνδικαλιστικές παρατάξεις που στηρίζουν στον ΟΤΕ, στη ΓΣΕΕ και αλλού.

Η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων δεν είναι εφεύρημα των ελληνικών κυβερνήσεων. Είναι μια ανάγκη που προέκυψε για το ίδιο το σύστημα των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και μονόδρομος για την εξασφάλιση της παραπέρα αύξησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου, σε μια περίοδο που η συσσωρευμένη εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης είχε ως αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν στα χέρια της οικονομικής ολιγαρχίας τεράστια κεφάλαια, που αναζητούσαν νέες αγορές, για ακόμα πιο προσοδοφόρες τοποθετήσεις. Αλλες εποχές, τέτοιου είδους «ανάγκες» του κεφαλαίου θα οδηγούσαν σε γενικευμένες πολεμικές συγκρούσεις. Σ' αυτή τη φάση, οι εκπρόσωποι της πλουτοκρατίας αναζήτησαν την κυριαρχία τους και το ξαναμοίρασμα των αγορών στη βάση της οικονομικής επιβολής. Σε αυτά ακριβώς τα πλαίσια συγκροτήθηκε η Ευρωπαϊκή Ενωση. Στην υλοποίηση σχεδίων που συνδέονται με το ξαναμοίρασμα των αγορών στόχευε η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Αυτό επιδιώχτηκε με τις περιβόητες «ελευθερίες κίνησης κεφαλαίων - εμπορευμάτων -υπηρεσιών - εργατικής δύναμης» και την «απελευθέρωση των αγορών». «Ελευθερίες» που απέβλεπαν στην κατακρεούργηση των λαϊκών καταχτήσεων και στη θέσπιση γενικευμένων - και στα όρια της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης - κανόνων για την υπερεκμετάλλευση της εργατικής δύναμης στις σύγχρονες συνθήκες και στην εφαρμογή αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων, ώστε με την «απελευθέρωση των αγορών» να διευκολυνθούν οι διεργασίες και οι ανακατατάξεις ανάμεσα στις διάφορες ομάδες της ολιγαρχίας.

Οι υπογραφές της ΝΔ...


Δε χωρά καμιά απολύτως αμφιβολία ότι η κυβέρνηση της ΝΔ, απόλυτα προσηλωμένη στην αντιδραστική - αντιλαϊκή πολιτική της τυφλής στήριξης των αξιώσεων του κεφαλαίου, ήδη από το Δεκέμβρη του 2006 προσπάθησε να ρίξει τη χαριστική βολή στο κεφάλαιο ΟΤΕ. Ηταν τότε που «πέρασε» από τη Βουλή την τροπολογία για την κατάργηση του ελάχιστου υποχρεωτικού ορίου συμμετοχής του ελληνικού δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο του ΟΤΕ, που ήταν - όλο κι όλο - 30%. Από τότε διαπραγματευόταν πότε με την «Ντόιτσε Τέλεκομ», πότε με αραβικών συμφερόντων πολυεθνικές, και μαζί με άλλους υποψήφιους μνηστήρες, για να παραδώσει μεγάλο «πακέτο» μετοχών και μαζί τη διοίκηση του Οργανισμού. Αυτά όλα είναι δεδομένα, όπως αναμφισβήτητο είναι και το γεγονός ότι οι τελικές υπογραφές για να στρογγυλοκαθίσει η «Ντόιτσε Τέλεκομ» στην ελληνική αγορά θα μπουν από τη ΝΔ.

Το έγκλημα όμως πάνω στο οποίο «πάτησε» η ΝΔ για να ολοκληρώσει σχέδια, που ήταν χαρτογραφημένα από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, ποιος το διέπραξε; Ποιος ακύρωσε το δημόσιο χαρακτήρα του ΟΤΕ; Ποιος ακόμα έβαλε πλάτες; Ποιος αντέδρασε και ποιος μπήκε στη λογική της διαπραγμάτευσης;

...το έγκλημα του ΠΑΣΟΚ...

Οι ευθύνες του ΠΑΣΟΚ στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων είναι τέτοιες που δεν παραγράφονται. Οι κυβερνήσεις του έφεραν σε πέρας το ουσιαστικό μέρος της παραχώρησης της δημόσιας περιουσίας - των ΔΕΚΟ και άλλων επιχειρήσεων - στο μεγάλο κεφάλαιο και τώρα η ΝΔ κάνει, εδώ που τα λέμε, σχεδόν τα μερεμέτια. Μάλιστα, ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ γίνεται ακόμα πιο σκοτεινός και ύποπτος, επειδή τις εκλογές του 1993 τις κέρδισε ανοίγοντας, υποτίθεται, μέτωπο ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ, που ανεπιτυχώς επιχειρούσε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Το σύνθημα του Α. Παπανδρέου εκείνη την εποχή ήταν «μία χρυσή μετοχή του ΟΤΕ», εννοώντας ότι ούτε μία μετοχή του Οργανισμού δεν πρόκειται να δοθεί σε ιδιώτες. Ετσι έκανε πάντα το ΠΑΣΟΚ θέλοντας να παγιδέψει τους ψηφοφόρους.


Λίγους μήνες μετά τις εκλογές, ο επί της Εθνικής Οικονομίας υπουργός, Γ. Παπαντωνίου, άρχισε περιοδείες σε διάφορα χρηματοοικονομικά κέντρα, διαφημίζοντας ότι υπάρχει ένας πανίσχυρος ΟΤΕ, το 25% του οποίου είναι προς πώληση. Τέτοια σχέδια, όμως, θέλουν χρονική άνεση. Επειδή το πλήρωμα του χρόνου δεν ερχόταν, το ΠΑΣΟΚ έκανε πάλι τον ελιγμό του, μειώνοντας το προσφερόμενο ποσοστό. Στις αρχές του 1996, με τυμπανοκρουσίες και φανφάρες ανακοινώθηκε η πρώτη φάση της ...«μετοχοποίησης» του Οργανισμού, ίση περίπου με το 8% των μετοχών. Βαφτίζοντας την ιδιωτικοποίηση «μετοχοποίηση», προσπαθούσαν να παραπλανήσουν τους εργαζόμενους, νομοθετώντας, μάλιστα, ότι οι ιδιώτες δεν μπορούν να κατέχουν πάνω από το 20% των μετοχών του ΟΤΕ. Και πασπάλιζαν τις ανομίες τους με το επιχείρημα ότι υπάρχει ανάγκη για χρηματοδότηση-ανάπτυξη του Οργανισμού, που ήταν - τάχα - απαραίτητη, ενόψει της απελευθέρωσης της αγοράς των τηλεπικοινωνιών και του επερχόμενου οξύτατου ανταγωνισμού. Παράλληλα, προχώρησαν σε μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια εκμαυλισμού των εργαζομένων στον ΟΤΕ, υποσχόμενοι και δίνοντάς τους δωρεάν μετοχές, ένα βρώμικο όπλο που το αξιοποίησαν καταλλήλως τα συνδικαλιστικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, ώστε να κάμψουν τις αντιδράσεις των εργαζομένων στον ΟΤΕ. Και μετά, μην τον είδατε.

Τα ποσοστά μετοχών που παραχωρήθηκαν στους άρπαγες των πολυεθνικών αυξήθηκαν, οι νόμοι για το ελάχιστο όριο συμμετοχής των ξένων μετατράπηκαν σε νόμους για ανώτατο όριο διατήρησης μετοχών στο δημόσιο και ...πάει λέγοντας. Το χρονικό των φάσεων ιδιωτικοποίησης φαίνεται χαρακτηριστικά στο σχετικό πίνακα. Μάλιστα, από το 2000, όπως ανέλυσε στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής ο τότε πρόεδρος του ΟΤΕ, Ν. Μανασσής, «η κυβέρνηση έχει αποστείλει επιστολές σε τηλεπικοινωνιακούς Οργανισμούς, τους οποίους καλεί να μπουν στον ΟΤΕ. Στις επιστολές αναφέρεται η επιθυμία της κυβέρνησης να πωλήσει ένα ποσοστό 17-20%, το οποίο θα πάει σε στρατηγικό σύμμαχο»1.

Το σχέδιο δεν ευοδώθηκε εκείνη τη χρονιά, πάντως το ΠΑΣΟΚ το 2004 ολοκλήρωσε τα ...επιτεύγματά του στον ΟΤΕ έχοντας παραδώσει το 65% σε ιδιώτες και διατηρώντας τη συμμετοχή του δημοσίου μόλις στο 35%. Το να γίνεται, μετά από όλα αυτά, το ΠΑΣΟΚ τιμητής του ξεπουλήματος, δεν είναι απλά προσπάθεια συγκάλυψης ευθυνών. Είναι θράσος και πρόκληση.

...και οι ευθύνες του ΣΥΝ

Για να λέμε όμως τα πράγματα με το όνομά τους, σημαντικές, πολύ σημαντικές, ευθύνες για την πορεία ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ έχει και ο Συνασπισμός. Οι ευθύνες του ξεκινούν από το γεγονός ότι όχι μόνο αποδέχτηκε, αλλά έγινε θιασώτης των ιδεολογημάτων που προβάλλονται από την ΕΕ για τις αναδιαρθρώσεις και υιοθέτησε πλήρως τις πολιτικές της «απελευθέρωσης». Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο είπε «ναι» στην ΕΕ, είπε «ναι» στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, είπε «ναι» στην πολιτική της απελευθέρωσης των αγορών, με το πρόσχημα ότι έτσι θα εκσυγχρονίζονταν οι δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί. Μόνο που με αυτά τα «ναι», στην πραγματικότητα έβαλε πλάτη στα πλέον αντιδραστικά σχέδια που συνδέονται με τις ιδιωτικοποιήσεις συνολικά και με την υπόθεση του ΟΤΕ ειδικότερα.

Ο ΣΥΝ αποδέχτηκε τη λογική των ιδιωτικοποιήσεων, υιοθετώντας την απάτη της ...μερικής ιδιωτικοποίησης και δίνοντας πάτημα σε όσους υποστήριζαν ότι είναι τάχα κάτι διαφορετικό από το πλήρες ξεπούλημα. Ετσι, αφενός, έκανε πως δεν κατανοεί (ή ακόμα χειρότερα αν πράγματι δεν κατανόησε) ότι η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων αποτελεί μια συνολική στρατηγική της ΕΕ και του κεφαλαίου, αφετέρου αποσιώπησε ότι κάθε ιδιώτης και, πολύ περισσότερο, κάθε μεγάλος επιχειρηματικός όμιλος, τοποθετεί τα κεφάλαιά του σε μια μονάδα μόνο με την προϋπόθεση ότι κυρίαρχο και αποκλειστικό κριτήριο λειτουργίας θα είναι το κέρδος. Προσέφερε έτσι τις υπηρεσίες του στην πολιτική αύξησης της κερδοφορίας, μια πολιτική που είναι ταυτισμένη και με τη σημαντική χειροτέρευση της θέσης των εργαζομένων στις ιδιωτικοποιούμενες επιχειρήσεις και με τις συνεχείς ανατιμήσεις των προσφερόμενων προς τα λαϊκά νοικοκυριά υπηρεσιών. Στην ουσία, ο ΣΥΝ απλά απέκρυψε το γεγονός ότι κάθε ...μερική ιδιωτικοποίηση είναι το πρώτο βήμα για την ολοκληρωτική παράδοση, την πλήρη ιδιωτικοποίηση. Ετσι, αν και ήταν ολοφάνερο ότι οι αρχικοί ελιγμοί του ΠΑΣΟΚ με τις «μετοχοποιήσεις» ήταν το προκάλυμμα για να περάσει η πολιτική της πλήρους αλλοίωσης του δημόσιου χαρακτήρα του ΟΤΕ, ο ΣΥΝ, πιστός στη λογική της διαχείρισης και του οπορτουνισμού, διαπραγματευόταν τις ...διαδικασίες της ιδιωτικοποίησης, καταλογίζοντας στην κυβέρνηση ...βιασύνη. Στις 15 του Νοέμβρη του 1996, ο εκπρόσωπός του στη Βουλή, Γ. Δραγασάκης, δείχνει την αγωνία που έχει το κόμμα του για το πόσο αποτελεσματικά ιδιωτικοποιούν οι κυβερνώντες. «Η κυβέρνηση - έλεγε χαρακτηριστικά - έχει ευθύνη γιατί έβαλε τον ΟΤΕ στο ΧΑΑ χωρίς να έχει εξυγιάνει το Χρηματιστήριο. Και φοβάμαι ότι θα έχει δυσκολίες με τις άλλες ΔΕΚΟ, ανεξάρτητα από τη δική μας γενικότερη άποψη, εάν δεν πείσει ότι όντως το Χρηματιστήριο λειτουργεί καλά»2. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι η παραχώρηση μετοχών του ΟΤΕ σε ιδιώτες. Δεν είναι η παραχώρηση άλλων ΔΕΚΟ και επιχειρήσεων, αλλά ο τρόπος που λειτουργεί το Χρηματιστήριο. Η έλλειψη εξυγίανσης του Χρηματιστηρίου...

Ο ΣΥΝ έπαιξε στο παιχνίδι του ξεπουλήματος, αποδεχόμενος πλήρως τη λογική που πρόβαλλαν οι κυβερνώντες, ενώ το μόνο που αντέτεινε ήταν ψίθυροι για ...όρους και προϋποθέσεις. Το 1998, με Ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή για τις μετοχοποιήσεις-ιδιωτικοποιήσεις, «κατήγγειλε» ότι από την κυβέρνηση «απουσιάζει η σαφής αιτιολόγηση των αποφάσεών της» και «ο αναγκαίος πολιτικός και κοινωνικός διάλογος», διερωτώμενος «πώς εκφράστηκε στην πράξη ότι με τις ιδιωτικοποιήσεις θα βελτιωθεί το κόστος και η ποιότητα των υπηρεσιών προς τους πολίτες».3 Εκείνη την εποχή, δύο χρόνια μετά από σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις, ο ΣΥΝ ανακάλυπτε ότι η κυβέρνηση «προσχωρεί σε μια πολιτική εκποιήσεων, χωρίς όρους και όρια»4.Ομολογούσε με αυτόν τον τρόπο τη δική του διάθεση να προσχωρήσει στο ξεπούλημα, ενώ τα περί «όρων και ορίων» είναι ανούσιες φλυαρίες όταν στο επίκεντρο της πολιτικής επιλογής βρίσκεται η παράδοση της δημόσιας περιουσίας σε πολυεθνικούς ομίλους, οι οποίοι μπαίνουν στο παιχνίδι με μοναδικό στόχο την αύξηση της δικής τους κερδοφορίας.

Ο ΣΥΝ ευθύνεται γιατί το μόνο που βρήκε να προσάψει στην κυβέρνηση που παρέδιδε το ένα «πακέτο» μετοχών μετά το άλλο στο κεφάλαιο, ήταν ότι «η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ παραβιάζοντας τις δικές της δεσμεύσεις προωθεί και νέο πακέτο του ΟΤΕ σε ιδιώτες»5, εντοπίζοντας το πρόβλημα στο μέγεθος και όχι στην ουσία. Ετσι, για χρόνια έδινε συγχωροχάρτι στο ΠΑΣΟΚ, του οποίου η δέσμευση ήταν «μία χρυσή μετοχή», συναινούσε στην ιδιωτικοποίηση μικρότερου μέρους μετοχών και μόλις το 2001 ανακάλυψε ότι ο ΟΤΕ παραδίνεται σε ιδιώτες. Μόνο που τότε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε μεταβιβάσει ήδη το 58% του ΟΤΕ.

Ο ΣΥΝ έχοντας ποτιστεί μέχρι το μεδούλι με την αντίληψη που λανσάρει η ΕΕ για τον τρόπο που πρέπει να γίνονται οι ιδιωτικοποιήσεις, ούτε στιγμή δεν έπαψε να ταυτίζεται με την αντιδραστική - αποπροσανατολιστική επιχειρηματολογία, ότι τάχα οι ιδιωτικοποιήσεις γίνονται για να καλυφθούν τα ελλείμματα του δημοσίου. Σε εποχές που οι εργαζόμενοι συνειδητοποιούσαν ότι οι αναφορές στα δημόσια ελλείμματα αποτελούσαν απλά το προπέτασμα καπνού για να επιβληθούν οι ιδιωτικοποιήσεις, ο ΣΥΝ εκτόξευε ...καταγγελίες και επαιρόταν πως «έγκαιρα είχε επισημάνει ότι ο πραγματικός στόχος της κυβέρνησης δεν είναι η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός του ΟΤΕ, αλλά η κάλυψη των δημόσιων ελλειμμάτων με την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας»6. Αρα, ο ΣΥΝ συζητάει τις ιδιωτικοποιήσεις όταν στόχος τους είναι η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός και με τον όρο ότι δε θα είναι εκποίηση, αλλά επωφελής ...πώληση.

Επιπλέον, ο ΣΥΝ, πιστός στο διαχειριστικό χαρακτήρα των παρεμβάσεών του, πάντα έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το πού πηγαίνουν τα ποσά, τα οποία εισπράττονται από τις ιδιωτικοποιήσεις. Ετσι, αντί να σηκώσουν φωνή κόντρα στις ιδιωτικοποιήσεις, έφτασαν στο σημείο να λένε: «Ο πρόεδρος του ΣΥΝ Νίκος Κωνσταντόπουλος και οι Παν. Λαφαζάνης και Δημ. Παπαδημούλης έδωσαν συνέντευξη Τύπου στα γραφεία του κόμματος σχετικά με το ζήτημα των ειδικών λογαριασμών για τη διάθεση κονδυλίων από τις αποκρατικοποιήσεις»7.

Ο ΣΥΝ έχει τεράστιες ευθύνες επειδή όχι μόνο τα πρώτα χρόνια, αλλά και αργότερα, το 2003, καλλιεργούσε στους εργαζόμενους αυταπάτες για το ρόλο και την εφεξής προοπτική που θα μπορούσε να έχει ο ΟΤΕ, στο νέο τοπίο που είχε διαμορφωθεί. Ενας ΟΤΕ του οποίου το 66% των μετοχών κατείχαν εκπρόσωποι του ιδιωτικού κεφαλαίου και τη στιγμή που βρίσκονταν στο ζενίθ οι διεργασίες για την αναζήτηση «στρατηγικού συμμάχου» ή «στρατηγικού επενδυτή», δηλαδή, γενικού κουμανταδόρου. Ετσι εξακολουθούσε να ψέγει την κυβέρνηση όχι για την ουσία, που ήταν η παράδοσή του στο κεφάλαιο, αλλά για την απώλεια κερδών του Οργανισμού, αφού τον αντιμετωπίζει ως μία επιχείρηση από το κέρδος της οποίας κρίνεται το κοινωνικό όφελος. Ετσι, ακόμα και τις παραμονές του 2004 κινούνταν ανάμεσα στην εκτίμηση της «πλήρους ιδιωτικοποίησης»8 και αυτής για την πολιτική της κυβέρνησης που έχει «καταστήσει τον ΟΤΕ έκθετο στη βουλιμία των ανταγωνιστών του», συμπληρώνοντας, μάλιστα, ότι για την αντιμετώπιση των ...ανταγωνιστών απαιτούνται «αναπτυξιακές πολιτικές που να αυξήσουν το μερίδιό του στην αγορά»9.

Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην ανησυχεί, όπως δεν ανησυχούν και στο ΠΑΣΟΚ. Παρά τις όποιες ανακατατάξεις έγιναν στο μεσοδιάστημα, ο ΟΤΕ, με βάση τους διάφορους επιχειρηματικούς δείκτες, εξακολουθεί να κυριαρχεί στην αγορά. Μόνο που εδώ και χρόνια και ο ΟΤΕ και η σύγχρονη αγορά των τηλεπικοινωνιών, χάρη στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και της απελευθέρωσης, είναι μια χρυσοφόρα αγορά, όπου κυριαρχούν τα ιδιωτικά συμφέροντα, παίζονται τεράστια επιχειρηματικά παιχνίδια, και με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα και συσχετισμούς, μοναδική της προοπτική είναι η ένταξη-απορρόφησή της από τις λίγες μονοπωλιακές ομάδες, που θα κυριαρχήσουν μέσα στο επόμενο διάστημα. Ποιος μας οδήγησε σε αυτήν την κατάσταση; Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ και μαζί όσοι άλλοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο κάθισαν στο τραπέζι των συζητήσεων παριστάνοντας ότι θέτουν όρους, όχι για το απαράβατο του δημόσιου χαρακτήρα του κλάδου των τηλεπικοινωνιών, αλλά για τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες αποδέχτηκαν το ξεπούλημα. Ε, όλοι αυτοί, πάει πολύ να προσπαθούν τώρα να παριστάνουν τους πολέμιους της πολιτικής ξεπουλήματος, που οι ίδιοι στήριξαν.

Η άλλη όχθη

Απέναντι, κόντρα στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων - του ΟΤΕ και των τηλεπικοινωνιών στην προκειμένη περίπτωση - που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, υπάρχει μία και μόνο επιλογή, από την οποία εξαρτάται και η συνολική στάση του καθένα. Μόνο που, στις σημερινές συνθήκες, προηγουμένως χρειάζεται να απαντηθεί το στρατηγικής σημασίας ερώτημα, τι είναι οι ίδιες οι επικοινωνίες: Είναι ένα κοινωνικό αγαθό μέσω του οποίου καλύπτονται οι βασικές ανάγκες της κοινωνίας, των εργαζομένων και των λαϊκών νοικοκυριών, ή αποτελούν εμπόρευμα που αγοράζεται και πουλιέται, με σκοπό το κέρδος των ολίγων, που πληρώνουν οι πολλοί; Οποιος έχει τα εργαλεία για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι σε μια ευνομούμενη κοινωνία είναι μόνο κοινωνικό αγαθό που πρέπει να καλύπτει τις λαϊκές ανάγκες, τότε βρίσκει τα όπλα και διαθέτει τα κότσια να αντιταχθεί όχι μόνο στην ξεφωνημένη ιδιωτικοποίηση, αλλά και σε κάθε άλλη παραλλαγή που ...«βγάζει φλας αριστερά και στρίβει δεξιά». Εδώ τα μισόλογα δεν έχουν καμιά απολύτως θέση. Ούτε χωράνε τσιριμόνιες για λίγο ή πολύ ιδιωτικοποίηση, ή συμπόρευση με τις ρυθμίσεις που αποφασίζει η ΕΕ, αποδοχή της διαδικασίας «απελευθέρωσης της αγοράς», υιοθέτηση της ιδέας του επιχειρηματικού ανταγωνισμού, αμφισβήτηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, συνεχείς ανατιμήσεις στα τιμολόγια. Γι' αυτό το ΚΚΕ εντάσσει τις τηλεπικοινωνίες στο πλαίσιο της λαϊκής οικονομίας και προτείνει τη δημιουργία ενιαίου κρατικού φορέα επικοινωνιών. Λαϊκή οικονομία, η οποία θα μπορεί να διασφαλίσει τη συνδυασμένη ικανοποίηση του συνόλου των λαϊκών αναγκών. Και αυτό σημαίνει αντίσταση ενάντια στις εφαρμοζόμενες επιλογές, αποκάλυψη κάθε αποπροσανατολιστικής διελκυστίνδας, πάλη για την ανατροπή των συσχετισμών, αγώνας για τη δημιουργία του Μετώπου.

Σημειώσεις

1. «Ριζοσπάστης», 18/10/2000

2. Πρακτικά Βουλής 15/11/1996

3. Επερώτηση ΣΥΝ για Μετοχοποιήσεις - Ιδιωτικοποιήσεις 21/5/1998

4. Στο ίδιο

5. ΣΥΝ, Δελτίο Τύπου 9/7/1998

6. ΣΥΝ, Δελτίο Τύπου 26/8/1998

7. ΣΥΝ, Δελτίο Τύπου 5/11/2003

8. ΣΥΝ, Δελτίο Τύπου 29/6/2001

9. ΣΥΝ, Δελτίο Τύπου 27/11/2003


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ