Η ακρίβεια, που κατατρώει τα λαϊκά εισοδήματα για να αυξάνεται η κερδοφορία του κεφαλαίου, δεν αντιμετωπίζεται με μέτρα διακοσμητικού χαρακτήρα
Από τη στιγμή που όλη η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την ...«κοινωνική ευθύνη» των επιχειρηματιών, το πολύ πολύ να «πετύχουν θαύματα» σαν κι αυτό που έγινε με τη «VIVARTIA» του Βγενόπουλου. Που ανακοίνωσε ότι μειώνει, από αύριο, την τιμή του «φρέσκου» γάλακτος ΔΕΛΤΑ κατά 3%. Είναι αυτονόητο ότι το αν ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας, επικεφαλής της MIG και της «VIVARTIA», προσπαθεί να δώσει διαπιστευτήρια στην κυβέρνηση, ούτε «κοινωνική ευαισθησία», ούτε «κοινωνική ευθύνη» υπάρχει εδώ. Το γάλα της παραπάνω εταιρείας ήδη πωλείται γύρω στο 1,34 ευρώ το λίτρο στα μεγάλα σούπερ μάρκετ και 15-20 λεπτά ακριβότερα στα μικρά. Εάν, για τους δικούς της λόγους, η εταιρεία μειώσει την τιμή κατά 4 λεπτά, αυτό είναι κάτι που μπορεί να εντάσσεται ακόμα και στη μεταξύ των επιχειρήσεων διαπάλη για ακόμα μεγαλύτερα μερίδια στην αγορά άρα και κερδοφορία, αλλά δεν αποτελεί ούτε στο ελάχιστο «αντιμετώπιση της ακρίβειας». Εξάλλου, συχνά πυκνά κάνουν τέτοιες κινήσεις οι εταιρείες, ενώ και η ίδια η ΔΕΛΤΑ κατά καιρούς με δικούς της ανθρώπους «μοιράζει» μέσα στα σούπερ μάρκετ, επί μήνες, εκπτωτικά κουπόνια, με έκπτωση τιμής που είναι πολλαπλάσια του 3%, που υποτίθεται πως προσφέρει σήμερα.
Η λογική των επιχειρηματικών ομίλων είναι η εξής μία και μοναδική: Εξασφαλίζω υψηλά κέρδη, καταφέρνω να τα αυξήσω ακόμα περισσότερο και αξιοποιώντας το θεσμικό πλαίσιο της «ελεύθερης αγοράς» οξύνω τη διαπάλη για αύξηση των μεριδίων στην αγορά και με τέτοιες «προσφορές». Κι ακόμη, όταν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, μέσα σ' ένα χρόνο το γάλα έχει ανατιμηθεί 6% με αλλεπάλληλες αυξήσεις τιμών που έχουν διαμορφώσει την τιμή του σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα, ποιον νομίζουν ότι κοροϊδεύουν κάνοντας μια προσωρινή μείωση στο μισό του ποσοστού της ανατίμησης, που, το βέβαιο είναι ότι, θα το ξαναπάρουν πίσω στο πολλαπλάσιο;
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έχει την παραμικρή πρόθεση να αγγίξει τα υπερκέρδη των μονοπωλίων που διαμορφώνουν τις υψηλές τιμές, φαίνεται και από την ίδια τη διάταξη περί δήθεν προσδιορισμού του όρου «υπερβολικό κέρδος». Συγκεκριμένα, αναφέρεται: «Για τον προσδιορισμό του υπερβολικού κέρδους λαμβάνονται υπόψη το τίμημα της αγοράς, οι ειδικές δαπάνες του εμπορίου, βιομηχανίας ή βιοτεχνίας, η απόδοση των ιδίων και των συνολικά απασχολούμενων κεφαλαίων, οι αναλογίες των γενικών δαπανών και των αποσβέσεων των επαγγελματικών εγκαταστάσεων στους τόκους του κεφαλαίου, το ποσοστό του επιχειρηματικού και χρηματοοικονομικού κινδύνου, η αμοιβή της προσωπικής εργασίας, σε συνδυασμό με τις περιστάσεις και η γενική κατάσταση της αγοράς και κάθε άλλο σχετικό με το ασκούμενο εμπόριο, βιομηχανίας ή βιοτεχνίας στοιχείο, λαμβανομένης πάντοτε υπ' όψη και της τιμής αντικατάστασης». Η διατύπωση της συγκεκριμένης διάταξης είναι ολοφάνερο ότι δίνει στον εκάστοτε επιχειρηματία τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί μια σειρά από λογιστικά «μαγειρέματα», ώστε να δικαιολογεί τις υψηλές του τιμές.
Οσο για το «πακέτο των 41 μέτρων» που εξήγγειλε η κυβέρνηση σερβιρισμένο με απαραίτητα «συνοδευτικά» τις αποπροσανατολιστικές κορόνες και τις πομπώδεις διακηρύξεις, δε χρειάζεται ούτε καμιά φιλοσοφία, ούτε ιδιαίτερες γνώσεις για να καταλάβει κανείς ότι είναι ένα μεγάλο παραμύθι, μια σκέτη κοροϊδία. Ο καθένας μπορεί να διακρίνει πού πάει το πράγμα. Ο βασικός κορμός των «μέτρων» περιλαμβάνει περίπου:
Και λοιπόν; Μπορεί κάποια από αυτά να αποτελούν μια χαρά ρυθμίσεις αρχειακού ή λογιστικού χαρακτήρα για την καταγραφή ορισμένων δεδομένων στην αγορά και κάποια άλλα, όπως οι ειδικές ταμπελίτσες με τις τιμές, να διευκολύνουν πράγματι για τη σύγκριση των τιμών μεταξύ ομοειδών προϊόντων, αλλά κανένα δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα της υπάρχουσας ακρίβειας και των συνεχών ανατιμήσεων. Ασε που ορισμένες από αυτού του είδους τις πληροφοριακές ρυθμίσεις τις εφαρμόζουν ήδη κάποιοι επιχειρηματικοί όμιλοι, και μάλιστα από τους πλέον κερδοφόρους. Συγκρατήθηκαν οι τιμές; Αποτράπηκαν οι νέες ανατιμήσεις; Πουθενά!
Ολα τα λεγόμενα μέτρα σε καμιά περίπτωση δεν είναι μέτρα για την «αντιμετώπιση της ακρίβειας». Δεν αγγίζουν, καν, την ιδέα του ελέγχου για τον τρόπο διαμόρφωσης των τιμών, που κάπως θα ανακούφιζαν τα φτωχά λαϊκά στρώματα χωρίς να λύνουν το πρόβλημα, καθώς έτσι κι αλλιώς η κυβέρνηση δογματικά επιμένει στην απόλυτη άρνησή της να παρέμβει στις τιμές, και άρα στην κερδοφορία των επιχειρήσεων.
«Διατιμήσεις στην ΕΕ δεν επιτρέπονται. Ως εκ τούτου τέτοιου είδους δυνατότητες δεν έχουμε. Και δεν έχουμε διότι δεν επιτρέπεται», δήλωσε την Πέμπτη, μέρα ανακοίνωσης των μέτρων, απερίφραστα ο υπουργός Ανάπτυξης, εκφράζοντας τις κυβερνητικές προθέσεις. Και όσο κι αν η κυβέρνηση καταβάλλει συστηματική προσπάθεια να πείσει τους εργαζόμενους ότι είναι άλλο η ακρίβεια και άλλο τα μονοπωλιακά κέρδη, είναι ένα το κρατούμενο ότι αυτά τα δυο μεγέθη είναι απόλυτα συνυφασμένα. Γιατί, η ακρίβεια συμβάλλει στην εξασφάλιση της μεγαλυτερης κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Πολιτική που στοχεύει να εξασφαλίζουν υπερκέρδη τα μονοπώλια, με προστασία των λαϊκών εισοδημάτων δε γίνεται.
Ενα είναι βέβαιο: Οσο η παραγωγή των τροφίμων και όλων των ειδών πρώτης ανάγκης, αντί να αντιμετωπίζεται ως παραγωγή για την κάλυψη των λαϊκών αναγκών, γίνεται αντικείμενο κερδοφορίας του κεφαλαίου, και όσο οι κυβερνώντες υποκλίνονται μπροστά στα μονοπωλιακά κέρδη, το να επιχειρεί κανείς να μιλήσει για «μέτρα για την αντιμετώπιση της ακρίβειας» είναι ωμή προσπάθεια εξαπάτησης και κοροϊδίας. Ολες οι πλευρές του προβλήματος, είτε άπτονται της ποιότητας - το πρόσφατο διατροφικό σκάνδαλο βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη - είτε της τιμής των προϊόντων, είναι ένα ταξικό πολιτικό πρόβλημα που αφορά όλα τα λαϊκά στρώματα. Η λύση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας δε βρίσκεται στα παραμύθια των κυβερνήσεων και των υποστηρικτών του «ευρωμονόδρομου». Η ακρίβεια μπορεί να περιοριστεί με άμεσα μέτρα τις πραγματικές αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, την κατάργηση του ΦΠΑ στα είδη λαϊκής κατανάλωσης, τη δωρεάν πρόσβαση των εργαζομένων σε υπηρεσίες εκπαίδευσης, υγείας, παιδικούς σταθμούς και όλων των διοδίων, μείωση των τιμών σε νερό, ΔΕΗ, τηλέφωνο. Οι εργαζόμενοι μπορούν και επιβάλλεται να συνδέσουν τα άμεσα αιτήματα για την οικονομική ανακούφιση των λαϊκών νοικοκυριών, με την πάλη για ριζικές αλλαγές στην οικονομία, για κατάργηση, κοινωνικοποίηση όλων των μονοπωλίων, στο δρόμο της αντιπαράθεσης με την εξουσία του κεφαλαίου και την ΕΕ. Να εμπιστευτούν τη λαϊκή κοινωνική συμμαχία, αποδυναμώνοντας τα κόμματα της πλουτοκρατίας.