Κυριακή 31 Αυγούστου 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΘΕΑΜΑΤΑ
ΑΠΟ ΤΙΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΗΣ ΒΔΟΜΑΔΑΣ
«Μανχάταν»

Του Γούντι Αλεν

Μας αρέσει δε μας αρέσει ο Γούντι Αλεν, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να τον αγνοήσουμε. Γιατί είναι ένας δημιουργός που, άλλοτε πετυχημένα και άλλοτε λιγότερο πετυχημένα, καταφέρνει να μας μεταφέρει συγκινήσεις, να μας προσφέρει καυστικό γέλιο. Μπορεί κάποιοι από εμάς, αξιολογώντας σωστά το ταλέντο του και την κοινωνική του παρατηρητικότητα, να περιμέναμε περισσότερα από αυτόν. Αυτό, όμως, δεν είναι παρά μια δική μας επιθυμία...

Πάντως, στο «Μανχάταν» ο Γούντι Αλεν δε στάθηκε τσιγκούνης! Τα έβαλε ακόμα, για να μην πω κυρίως, και με τον εαυτό του. Με περίτεχνο τρόπο, με υψηλή αισθητική, με θαυμάσια μουσική επένδυση μας αποκάλυψε τις νευρώσεις, τις ανασφάλειες, τις αναστολές, τις πονηριές, τη φθήνια και την υποτέλεια, το τεράστιο κενό μέσα στο οποίο ζούνε οι μικροαστοί καλλιτέχνες και διανοούμενοι της αμερικάνικης μεγαλούπολης, της Νέας Υόρκης. Το τεράστιο τίποτα μέσα στο οποίο ζούνε και εργάζονται, το οποίο, παρ' ότι τους ενοχλεί και τους στέλνει στους ψυχιάτρους, αντί να βρούνε τρόπους να απαλλαγούν οριστικά από αυτό, εν τούτοις, με τον τρόπο της ζωής τους αλλά και με το έργο τους, το αναπαράγουν. Με αποτέλεσμα τα προβλήματα και το άγχος να σωρεύονται...

Δυστυχώς και στο «Μανχάταν» ο Γούντι Αλεν φάνηκε διστακτικός για μια ολοκληρωμένη κοινωνική κριτική. Αποδίδει όλες τις ευθύνες στους ήρωές του, χωρίς να σημαίνει πως και αυτοί δεν έχουν τις ευθύνες τους, αφήνοντας έξω από την αυστηρή κριτική του το εργοστάσιο που παράγει αυτά τα ανθρώπινα προϊόντα. Δεν είπε κουβέντα για τον καπιταλισμό, που, έχοντας την εξουσία, επιβάλλει με όλους τους «νόμιμους» και παράνομους τρόπους τις αξίες του και την ηθική του, την ανασφάλεια, την αβεβαιότητα, το άγχος μετατρέποντας τους ανθρώπους, ιδιαίτερα τους πιο αδύνατος ιδεολογικά ανθρώπους, σε νευρόσπαστα, σε ηττημένους ανθρώπους, σε ανθρώπινα ερείπια.

Αν ο Γούντι Αλεν, ο οποίος διαθέτει και την κοινωνική και την πολιτική παρατηρητικότητα, αλλά και το καλλιτεχνικό ταλέντο, έκανε το παραπάνω βήμα, τότε η ταινία του θα αποκτούσε άλλη διάσταση, άλλη αξία. Και ο ίδιος θα πλησίαζε τα πρότυπά του, τους παλιούς Αμερικάνους δημιουργούς, κυρίως τον Τσάρλι Τσάπλιν, ο οποίος, σε πολλές περιπτώσεις, μιλούσε ανοιχτά και έξω από τα δόντια («Μοντέρνοι Καιροί», «Δικτάτωρ», κ.ά.).

Με το εάν, βέβαια, δε γράφεται η ιστορία, ούτε ξαναγυρίζονται οι ταινίες. Το βάθος που λείπει από το «Μανχάταν», από τους δισταγμούς ή από τις σκοπιμότητες του δημιουργού του, καλείται να το δώσει ο θεατής, αποδίδοντας στον καθένα τις ευθύνες του. Χρεώνοντας στους μικροαστούς καλλιτέχνες και διανοούμενους, όχι μόνο των Αμερικανών που εξετάζει η ταινία, αλλά όλων των μικροαστών του κόσμου, ό,τι τους ανήκει, και χρεώνοντας, επίσης, και στον πατέρα των δεινών, τον καπιταλισμό, τις δικές του, που είναι και οι κύριες.

Το «Μανχάταν» προσφέρεται για συμπεράσματα. Είναι ταινία που έχει ξύσει βαθιά τη φλούδα. Μπορεί να μη λέει όλη την αλήθεια, γιατί δηλαδή η καρέκλα έχει τέσσερα ποδάρια, λέει, όμως, αρκετές αλήθειες για να μας βοηθήσει στα συμπεράσματά μας. Είναι φανερό πως δεν είναι ζωή, η ζωή που βιώνουμε.

Παίζουν: Γούντι Αλεν, Ντάιαν Κίτον, Μάριελ Χεμινγουέι, Μέριλ Στριπ, Μίκαελ Μάρφι, κ.ά.


Ν. Α.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ