Κυριακή 12 Απρίλη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Ανεργία - υποαπασχόληση ηθοποιών

Παπαγεωργίου Βασίλης

«Είναι επικίνδυνη η ζωή του ηθοποιού, είναι σαν του πυροσβέστη: Μπορεί να καείς», είχε πει ο Γιώργος Τσιτσόπουλος. Και δεν είχε άδικο. Σήμερα όλοι θέλουν να γίνουν πρωταγωνιστές. Το πιο δύσκολο όμως είναι να σταθείς, να ισορροπήσεις σε αυτή τη δουλειά. Δεν είναι απλό να είσαι ηθοποιός με διάρκεια.

Ομως αυτό είναι το απλό πρόβλημα. Το μεγάλο είναι να μπορείς να επιβιώσεις από τη δουλειά που επέλεξες. Το επάγγελμα του ηθοποιού μπορεί να είναι τρόπος ζωής, μεράκι, αγάπη, πόνος, προσπάθεια, θέληση, μελέτη, αλλά δεν παύει να είναι επάγγελμα με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δεν παύει να είναι ο ηθοποιός δικαιολογημένα δέσμιος της ανάγκης για βιοπορισμό. Η βιοσυντήρηση, ως επαγγελματικό ζητούμενο και αξία αποκατάστασης καθιστά τη δουλειά του ηθοποιού πολύπαθη Οδύσσεια.

Δυο φορές το χρόνο υποψήφιος άνεργος

Το άγχος του ηθοποιού πριν από κάθε θεατρική σεζόν, τα ατέλειωτα τηλεφωνήματα προς όλα τα κέντρα πιθανής επιρροής και τα αγωνιώδη ερωτηματικά, αν πήρε κανείς τηλέφωνο για δουλειά, είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά αυτής της περιπέτειας. Δύο φορές το χρόνο υποψήφιος άνεργος και ποιος ξέρει για πόσες σεζόν τελικά άνεργος ο ηθοποιός.

Στα «καθεστώτα» της ελεύθερης θεατρικής αγοράς, όπου ισχύει ο κανόνας της εμπορευματικής αξίας του εργαζόμενου, ο ηθοποιός οφείλει να «πουλάει». `Η, όπως οι θεατρικοί επιχειρηματίες λένε «να τα φέρνει». Ετσι ο ηθοποιός, ως καλλιτέχνης, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια αντίφαση, καθώς οφείλει να δημιουργεί τις καλύτερες εξωσκηνικές συνθήκες για την «κατανάλωση» της σκηνικής του ύπαρξης. Καταδικάζεται να γίνει «όνομα», κι όχι οπωσδήποτε προς όφελός του. Το «καλλιτεχνικό» σύστημα ζητά από τους ηθοποιούς να είναι «γνωστοί» πριν ακόμη πατήσουν το πόδι στη σκηνή και να παραμείνουν γνωστοί και εκτός σκηνής, ως κοσμικά πρόσωπα στηλών περιοδικών και εφημερίδων, ως εμπόρευμα και πάλι. Το σύστημα αυτό, από υλική άποψη, μπορεί να είναι αποδοτικό, τυραννικό ωστόσο, αφού δυσκολεύει τη ζωή του ηθοποιού, κάνοντάς τον μέτοχο μιας επώδυνης περιπέτειας. Κι έτσι αρχίζει το παιχνίδι, ανάμεσα στο φως και τη σκιά. Ενα παιχνίδι με προσωρινά τις περισσότερες φορές αποτελέσματα, γιατί όσο εύκολα αυτό το σύστημα σε αναδεικνύει και σε χρησιμοποιεί, άλλο τόσο εύκολα σε «πετάει» και σε αντικαθιστά με άλλο «εμπόρευμα», ώσπου και αυτό με τη σειρά του να δώσει τη θέση του σε άλλο και σε άλλο. Μέχρι να πάρουν άλλοι όμως τη σκυτάλη, παρατηρείται και το φαινόμενο οι ίδιοι ηθοποιοί να παίζουν στην τηλεόραση πολλές φορές και σε περισσότερα από ένα σίριαλ και παράλληλα και στο θέατρο.

Λίγοι πραγματικά ηθοποιοί καταφέρνουν να έχουν διάρκεια στο επάγγελμα αυτό. Και είναι κυρίως αυτοί που με αναμφισβήτητο ταλέντο κατάφεραν ή να κάνουν δικές τους δουλειές, ή να είναι πραγματικά χρήσιμοι για πρώτους αλλά ακόμη και για δεύτερους πολύ βασικούς ρόλους. Κάποιοι άλλοι, καταλαβαίνοντας ίσως την προσωρινότητα της δουλειάς και διαθέτοντας ίσως και κάποιο άλλο ταλέντο, διοχέτευσαν τη δημιουργηκότητά τους σε άλλους παρεμφερείς χώρους όπως της σκηνοθεσίας ή της συγγραφής σεναρίων. Δεν είναι όμως λίγοι κι εκείνοι που μπορεί να είχαν ταλέντο, αλλά χάθηκαν για διαφορετικούς ίσως λόγους ο καθένας.

Υποαπασχόληση

Η ανεργία, λοιπόν, στον κλάδο των ηθοποιών είναι πολύ υψηλή. Η υποαπασχόληση είναι χαρακτηριστικό της δουλειάς του ηθοποιού, γεγονός που δε μας επιτρέπει να έχουμε μια πλήρη και ακριβή εικόνα του ποσοστού της ανεργίας. Και η υποαπασχόληση, όμως, στο χώρο των ηθοποιών, επειδή ακριβώς είναι πολύ υψηλή θεωρείται ανεργία.

Τα θέατρα στα οποία απασχολούνται είναι συγκεκριμένα. Κάθε χρόνο δουλεύει συγκεκριμένος αριθμός ηθοποιών, ο οποίος ποικίλλει αλλά πάνω - κάτω είναι ίδιος. Εχουμε 250 ηθοποιούς που δουλεύουν στα κρατικά θέατρα και περί τους 1.000 στα περίπου 200 θεατρικά σχήματα. Τα τελευταία χρόνια προστέθηκαν και τα ΔΗΠΕΘΕ, που απασχολούν περίπου 150 συνολικά. Εχουμε, δηλαδή, μια συνολική απασχόληση - κι αυτή όχι και τους δώδεκα μήνες του χρόνου - της τάξης των 1.500 ηθοποιών περίπου στο θέατρο, σε σύνολο περίπου 4.000 ηθοποιών που είναι εγγεγραμμένοι στους καταλόγους του ΣΕΗ.

Χωρίς να υπολογίζεται η τηλεόραση, το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος, οι διαφημίσεις και οι μεταγλωττίσεις, που δεν παρέχουν σταθερότητα, αφορούν πολύ λίγους και η αμοιβή είναι συνήθως με την ημέρα ή με το επεισόδιο, μόνο τέσσερις στους δέκα που δηλώνουν ηθοποιοί απασχολούνται κιόλας. Οι υπόλοιποι δεν μπορούν να θεωρήσουν ούτε το βιβλιάριο ασθενείας τους.

Σύμφωνα με το ΣΕΗ, το ποσοστό των ηθοποιών που δουλεύουν σήμερα ως ηθοποιοί κυμαίνεται από 30% έως 35%, άρα το ποσοστό της ανεργίας ανέρχεται στο 65% με 70%, ανάλογα με τις δουλειές που προκύπτουν κάθε εποχή.

Φύσει αγαθός, θέσει ταλαίπωρος

Και, βέβαια, επειδή όλοι οι ηθοποιοί, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν εργάζονται σε κάθε θεατρική περίοδο, η υποψηφιότητα του ανέργου, τους οδηγεί συχνά στο επίδομα ανεργίας. Αλλά και οι προϋποθέσεις για να πάρει κάποιος το επίδομα ανεργίας, λόγω του εποχιακού χαρακτήρα του επαγγέλματος, είναι δύσκολες. Ετσι, για την πρώτη φορά απαιτούνται 100 ένσημα από το τελευταίο έτος εργασίας και 80 για το προηγούμενο. Συνηθισμένο φαινόμενο, πάντως, του χώρου είναι ότι πολλοί ηθοποιοί εργάζονται στην καλύτερη περίπτωση, σεζόν παρά σεζόν, και δε συμπληρώνουν τα ένσημα της συνεχούς διετίας ώστε να δικαιούνται το επίδομα.

Ετσι ο «φύσει αγαθός και θέσει ταλαίπωρος» ηθοποιός, υποφέρει τόσο από βιοποριστική ανάγκη όσο και καλλιτεχνική, αφού αντιμετωπίζει πολύ πιο σκληρές συνθήκες ανεργίας και ανασφάλειας, περιοδικής απασχόλησης, πολύμηνης καθυστέρησης καταβολής των δεδουλευμένων, ανυπαρξίας συμβάσεων και κανόνων αμοιβής στο τηλεοπτικό πεδίο εργασίας.

Η ανασφάλεια και αβεβαιότητα εύρεσης δουλειάς διαφαίνεται πριν ακόμη ξεκινήσει ένας ηθοποιός την καριέρα του. Σύμφωνα με στατιστικές μετρήσεις, κατά τα έτη 1982 - 1983 στην Αθήνα λειτουργούσαν μία κρατική σχολή και 19 ιδιωτικές δραματικές σχολές και εισήλθαν σ' αυτές 24 και 295 σπουδαστές αντίστοιχα, ενώ ο συνολικός αριθμός σπουδαστών ήταν 48 και 649 αντίστοιχα. Το 1983 αποφοίτησαν 10 από το Εθνικό και 114 από τις ιδιωτικές. Το 1985 οι ιδιωτικές σχολές σε όλη την Ελλάδα μειώθηκαν σε 15 και εισήλθαν σ' αυτές 319, ενώ αποφοίτησαν 134. Σήμερα λειτουργούν πολύ περισσότερες σχολές και εργαστήρια, περίπου 25. Τα τελευταία χρόνια αποφοιτούν σε ετήσια βάση από όλες τις δραματικές σχολές περί τους 200 - 250 νέοι ηθοποιοί.

Oσοι επέλεγαν παλιότερα το επάγγελμα του ηθοποιού γνώριζαν εκ των προτέρων ότι δεν πρόκειται για κάτι τόσο εύκολο, δεδομένου ότι δεν επιτρεπόταν να ανεβεί κανείς στη σκηνή και να αρθρώσει έστω μία λέξη εάν δεν είχε άδεια άσκησης του επαγγέλματος. Σήμερα, όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Είναι πολύ εύκολο κάποιος να ακολουθήσει το επάγγελμα του ηθοποιού, αφού η άδεια άσκησης του επαγγέλματος καταργήθηκε το 1981. Πράγμα που σημαίνει ότι ο καθένας μπορεί να αρχίσει να κάνει «καριέρα» στο θέατρο και πιο εύκολα στο χώρο της τηλεόρασης απλώς και μόνο έχοντας παρακολουθήσει κάποια μαθήματα υποκριτικής, και φυσικά βασικό «προσόν» παραμένουν οι γνωριμίες.

Ακροάσεις και όνειρα

Γι' αυτούς που ξεκινάνε το επάγγελμα του ηθοποιού, η περιπέτεια ξεκινάει με τις οντισιόν, κάστιγκ ή ακρόαση. Ουρές σχηματίζουν για ένα ρόλο, με μια ελπίδα, για το όνειρο. Η κατάσταση στις οντισιόν όπως ομολογούν πολλά νέα παιδιά τις περισσότερες φορές είναι οδυνηρές. Δεν είναι το άγχος και η αγωνία τους, είναι κυρίως η προσβλητική συμπεριφορά απέναντί τους από αυτούς που κρατάνε τα «σκήπτρα» της επιλογής. Πολλές φορές οι ακροάσεις στοιχίζουν και σε χρήμα. Πληρώνουν τα παιδιά για να συμμετέχουν και όσα επιλεγούν ξαναπληρώνουν για να περάσουν από σεμινάρια τα οποία επίσης πληρώνουν και στη συνέχεια από τα σεμινάρια επιλέγουν τελικά αυτούς που θα πάρουν έναν μικρό ρόλο. Χαρακτηριστικό είναι ότι πολλοί νέοι που θέλουν να γίνουν ηθοποιοί έχοντας τελειώσει κάποια δραματική σχολή, εργάζονται σε κάποια άλλη δουλειά, αλλά επιμένουν να τρέχουν σε ακροάσεις μήπως κάποια στιγμή καταφέρουν να πάρουν ένα ρόλο που θα τους φέρει πιο κοντά στο όνειρό τους.

Οσο για τους μεγαλύτερους, βγαίνουν στη σύνταξη αφού έχουν πρώτα συμπληρώσει την ηλικία των 55 και 60 χρόνων (γυναίκες και άντρες αντιστοίχως) και κυρίως αφού έχουν εξασφαλισμένα 4.500 ένσημα του ΙΚΑ, εκ των οποίων τα 1.500 πρέπει να χαρακτηρισθούν βαρέα και να αφορούν την τελευταία επαγγελματική 13ετία.


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ