Κυριακή 23 Αυγούστου 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ»
Το μεγάλο, «πολιτιστικό» «φαγοπότι»

«Επενδύσεις» σε «έξυπνα πολιτιστικά προϊόντα» - που μετατρέπουν ακόμη και το μυθολογικό Ηρακλή σε ...μάρκα - είναι... το «πολιτιστικό όραμα» του κεφαλαίου

Η πλέον λιτή, εύστοχη και διαχρονική «ανατομία» της διαδικασίας εμπορευματοποίησης του πολιτισμού - και του εποικοδομήματος εν γένει - από τον καπιταλισμό, γράφτηκε πριν 161 χρόνια στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο»: «(...) Η αστική τάξη αφαίρεσε το φωτοστέφανο απ' όλα τα ως τότε αξιοσέβαστα επαγγέλματα που τα αντίκριζαν με θρησκευτική ευλάβεια. Το γιατρό, το νομικό, τοv παπά, τον ποιητή, τον άνθρωπο της επιστήμης, τους μετέτρεψε σε μισθωτούς εργάτες της (...)».

Εκτοτε, το σύστημα λες και έχει... «βαλθεί» να επιβεβαιώσει την παραπάνω διαπίστωση! Μάλιστα, από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και μετά, το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα και οι «περιφερειακοί» μηχανισμοί του («Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις», περιφερειακές και τοπικές διοικήσεις, «πολιτιστικά ιδρύματα» του κεφαλαίου κ.λπ.) έχοντας απολέσει κάθε προπαγανδιστική ανάγκη να «μασάνε» τα λόγια τους - δεδομένης και της επικράτησης της αντεπανάστασης στις σοσιαλιστικές χώρες - έχουν επιδοθεί στο σχετικό «φαγοπότι» υπό διάφορους, αποκαλυπτικούς ως προς το περιεχόμενό τους, «τίτλους»: «Πολιτιστικές επενδύσεις», «πολιτιστική επιχειρηματικότητα», «πολιτιστική χορηγία» κ.ά.

Αυτό το «πανηγύρι» απολαμβάνει μεγάλης δημοσιότητας από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, τα οποία αναγάγουν σε «μείζον πολιτιστικό γεγονός» ακόμη και «καραμπινάτες» παραχωρήσεις δημόσιας περιουσίας στο κεφάλαιο, όπως στην περίπτωση της παραχώρησης του Φαληρικού Δέλτα, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο «Ιδρυμα Νιάρχου».

Τα κόμματα και οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου επίσης δε «μασάνε» τα λόγια τους υπερασπιζόμενα αυτήν την πολιτική. Για παράδειγμα, ο πρώην υπουργός, Μ. Λιάπης, μιλώντας το 2007 για το νόμο περί «πολιτιστικής χορηγίας» ξεκαθάριζε (σ.σ. οι υπογραμμίσεις δικές μας): «(...) ολοκληρώνονται οι διαδικασίες για την εφαρμογή του νόμου για τις χορηγίες, προκειμένου ιδιωτικά κεφάλαια να αποτελέσουν μεγάλες πολιτιστικές επενδύσεις. Διότι όχι μόνο αποτελεί μια διεθνή πρακτική, αλλά και μια ιδεολογική προσέγγιση ότι ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να δώσει μια δυναμική και δημιουργική ώθηση στον πολιτισμό (...).

Αναλόγως, σε άρθρο της στην «Καθημερινή» τον περασμένο Απρίλη, η εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ για τον πολιτισμό, Μ. Δαμανάκη, έγραφε, μεταξύ άλλων: «(...) Είναι απόλυτη αναγκαιότητα να συγκροτηθεί και να προταχθεί μια νέα πολιτική που θα μετασχηματίζει τον πολιτισμό, ώστε από καταναλωτικό πεδίο να γίνει παραγωγική δύναμη (...) Επιβάλλεται συνεργασία δημόσιου, ιδιωτικού τομέα και αυτοδιοίκησης για την αξιοποίηση δημοσίων και ιδιωτικών μνημείων με σαφείς κανόνες και προϋποθέσεις. Για την προώθηση νέων "έξυπνων" προϊόντων με συνέργεια του πολιτισμού, του τουρισμού, της τοπικής ανάπτυξης (...) Η χρηματοδότηση οφείλει να κατευθυνθεί (...) Στην προώθηση πρωτοβουλιών για παραγωγή και πιστοποίηση πολιτιστικών προϊόντων, για προσέλκυση πολιτιστικών επενδύσεων στην Ελλάδα (...)».

Μουσεία - «επαίτες»

Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόσφατη είδηση από τη Ρωσία για τη θεσμική δυνατότητα δημιουργίας ειδικών «επενδυτικών ταμείων» από τις επιχειρήσεις, προσανατολισμένων στην «πολιτιστική αγορά», αποτελεί τη φυσιολογική - όσο και καταστροφική για την πολιτιστική κληρονομιά και τη σύγχρονη δημιουργία - συνέπεια της διαδικασίας πλήρους εμπορευματοποίησης του πολιτισμού. Αυτή η είδηση είναι χαρακτηριστική για το πώς εφαρμόζεται στην πράξη αυτή η αστική «ιδεολογική προσέγγιση». Ας δούμε πώς δομείται το εν λόγω σχήμα.

Μια εταιρεία «διαχείρισης» κεφαλαίων με βασικούς μετόχους το γιγαντιαίο ενεργειακό μονοπώλιο «ΓΚΑΖΠΡΟΜ», το μη κρατικό «συνταξιοδοτικό ταμείο» - θυγατρική της «ΓΚΑΖΦΟΝΤ» και την τράπεζα «ΓΚΑΖΠΡΟΜΜΠΑΝΚ» δημιουργεί ένα «επενδυτικό ταμείο» ειδικά για την αγορά τέχνης. Το σκεπτικό είναι απλό: «Οι καλλιτεχνικές αξίες παραμένουν τέτοιες κάτω υπό οποιεσδήποτε συνθήκες», «η δυναμική των τιμών στην αγορά τέχνης αντέχει οικονομικές κρίσεις και πολιτικούς τριγμούς» και ότι, όσο πιο συχνή είναι η προβολή του έργου τέχνης μέσα από μουσεία ή δημοσιεύσεις, τόσο πιο πολύ ανεβαίνει η τιμή του. Μάλιστα, ο επικεφαλής του εν λόγω ταμείου δηλώνει πως σήμερα, η μουσειακή «παραγωγή» προσδίδει τέτοια μεγάλη αύξηση τιμών στις καλλιτεχνικές αξίες από κάθε άλλο επενδυτικό ρεκόρ!

Πρώτος στόχος, λοιπόν, είναι τα μουσεία. Τα οποία - συνειδητά απαξιωμένα από το αστικό κράτος - θα καταρτούν καταλόγους με αντικείμενα τέχνης που θα ήθελαν να έχουν στις προθήκες τους και θα απευθύνονται στους «επενδυτές». Εκείνοι, με τη βοήθεια ειδικευμένων μουσειολόγων, ιστορικών τέχνης (σ.σ. ουσιαστικά «επιστράτευση» επιστημονικού δυναμικού) και «μάνατζερ» της σχετικής αγοράς, θα αγοράζουν τον πίνακα, π.χ. και θα τον παραχωρούν στο μουσείο από δύο μέχρι επτά χρόνια για να... «φουσκώσει» η τιμή του. Ταυτόχρονα, θα ανεβαίνει και το... «ίματζ» (βλ. «κοινωνική εταιρική ευθύνη») των επιχειρήσεων, οι οποίες θα έχουν και το όνομά τους («χορηγός ο τάδε...») κάτω από τον πίνακα που θα εκτίθεται. Ενώ, οι εν δυνάμει μελλοντικοί αγοραστές θα έχουν το χρόνο να προετοιμάσουν το «χτύπημα» του πίνακα. Αν τα μουσεία δεν έχουν χρήματα... μπορούν να απευθυνθούν πάλι σε «χορηγούς»! ένα ακόμη επενδυτικό πλεονέκτημα, όπως αναφέρουν στελέχη των μετόχων του «ταμείου», είναι ότι ο πελάτης - επενδυτής θα είναι σίγουρος ότι αγοράζει «καλό πράμα», δηλαδή αντικείμενα με μουσειακή «αιγίδα», κάτι που είναι δύσκολο στα ατομικά «χτυπήματα» των δημοπρασιών. Για να γίνει ακόμη πιο κατανοητό το κέρδος που προσδοκάται από αυτήν τη ...«συνεργασία» κράτους (μέσω των μουσείων) και επιχειρήσεων, να αναφέρουμε ότι, σε πρώτη φάση, το «ταμείο» είναι ήδη έτοιμο να ρίξει στην αγορά 100 εκ. δολάρια.

Το κέρδος του κεφαλαίου με τον παραπάνω και με άπειρους ακόμη τρόπους από την αγοραία χρήση του πολιτισμού βρίσκεται στο επίκεντρο της εγχώριας κρατικής πολιτικής. Εκεί στοχεύει η αποκοπή του Νέου Μουσείου Ακρόπολης και άλλων μεγάλων μουσείων από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, καθώς και η «σαλαμοποίηση» αρμοδιοτήτων της τελευταίας με τη σύσταση ανωνύμων εταιρειών που λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια... «χάριν του δημοσίου συμφέροντος»!

Ενας άλλος τρόπος - που έχουν αναλάβει «εργολαβικά» οι «ΜΚΟ» - είναι η συνολική (τουριστική, πολιτιστική, «περιβαλλοντική») εκμετάλλευση, μέσω της προώθησης του «οικοτουρισμού - αγροτουρισμού και πολιτιστικού τουρισμού». Αυτός ο τρόπος είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στο κεφάλαιο, αφού προσφέρεται και για ιδεολογική χειραγώγηση (π.χ. «εθελοντισμός»), ενώ «επιστρατεύεται» και η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Γι' αυτό και οι σχετικές «ΜΚΟ» ξεφυτρώνουν κυριολεκτικά σαν τα μανιτάρια.

Ο Ηρακλής... ως μάρκα

Μια από αυτές προβάλλει σχετικό «αναπτυξιακό πρόγραμμα» με τρόπο που ελάχιστα διαφέρει στην ορολογία του από το «επενδυτικό» πρόγραμμα... της «ΓΚΑΖΠΡΟΜ»! Η εν λόγω «ΜΚΟ» «πλασάρει» στην «αγορά» ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει όλες τις παραπάνω παραμέτρους με επίκεντρο τον Ηρακλή. Ξεκινά από διεξαγωγή «παγκόσμιου συνεδρίου» και «οικο-φεστιβάλ», μέχρι τη δημιουργία «Μυθολογικού Πάρκου» στην Πελοπόννησο. Σύμφωνα με την «ΜΚΟ» το έργο έχει ήδη «αξιολογηθεί από την ελληνική πολιτεία». Αλλά το θέμα δεν είναι μόνο οι κρατικοί πόροι. Η οργάνωση «αναζητεί έναν ή περισσότερους ιδιώτες επενδυτές όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, για να κινηθούν ταχύτερα οι αναπτυξιακές διαδικασίες στην περιοχή. Σύμφωνα με την ανάπτυξη του σχεδίου μπορούν να υπάρξουν σημαντικές ευκαιρίες γι' αυτούς τόσο με την κατασκευή των θεματικών πάρκων όσο και των "οικοχωριών". Η ιδιωτική συμμετοχή θα συνδράμει στην περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη της περιοχής με την προσέλκυση τουριστών που επιθυμούν να μάθουν για την ελληνική ιστορία και μυθολογία (...) Η δημιουργία του απαραίτητου κοινωνικού κεφαλαίου για την εκκίνηση του στρατηγικού σχεδίου και ενός πρόσφορου επιχειρηματικού περιβάλλοντος για να εισαχθεί επιτυχώς αυτό το είδος των ειδικών επενδύσεων στην περιοχή αποτελούν ήδη γεγονός (...)» (σ.σ. οι υπογραμμίσεις δικές μας).

Στη συνέχεια, μαθαίνουμε ότι «το πρώτο σκέλος των επενδύσεων στοχεύει στην υλοποίηση των σχεδίων, τα οποία συνδέονται με τη φιλοσοφία της πράσινης οικονομίας, από ιδιώτες επενδυτές στα "χωριά του Ηρακλή" και με τα τοπικά θεματικά πάρκα για την ανάπτυξη "πράσινης" επιχειρηματικότητας» (σ.σ. θυμίζουμε ότι αυτή είναι η κεντρική οικονομική πρόταση του ΠΑΣΟΚ). Στα παραπάνω περιλαμβάνονται «θεματικά πάρκα», «οικοχωριά» (με ξενοδοχεία αλλά και κατοικίες προς πώληση οι οποίες «προβλέπεται να πουληθούν στην ευρωπαϊκή αγορά και μέσα από αυτή τη δραστηριότητα θα προκύψει άμεσα και η απόσβεση της επένδυσης») κ.ά. τα οποία δίνουν και τη δυνατότητα χρήσης ΣΔΙΤ «και χρηματοδότηση από τους ιδιώτες επενδυτές». Ανάμεσά τους και «Κέντρο διεθνούς εθελοντισμού» που «στοχεύει στην ανάπτυξη του εθελοντικού ιδεώδους - και κατ 'επέκταση στην καινοτόμο αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου στην κοινωνική οικονομία» (σ.σ. τζάμπα εργατική δύναμη)!

Η «σκοπιμότητα της πρότασης» είναι ξεκάθαρη: Ο «βασικός χαρακτήρας του προγράμματος είναι ότι συνιστά έναν καινοτόμο αναπτυξιακό πόλο που συνδυάζει την επικοινωνιακή δύναμη των μύθων του Ηρακλή μ' ένα πρόγραμμα κερδοφόρου οικονομικής εκμετάλλευσης στον τομέα των θεματικών πάρκων και της ειδικής τουριστικής κατοικίας, που αναπτύσσεται μέσα από οικολογικές και πολιτιστικές προδιαγραφές (...) μέσω της αξιοποίησης της αρχαίας ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς των μύθων και τον οικολογικό πλούτο της περιοχής, που αναδύεται σε πλούσια πηγή πόρων για την τουριστική ανάπτυξη και συνδυάζει την πράσινη οικονομία με την πολιτιστική επιχειρηματικότητα (...) να εμπνεύσει και να κατευθύνει τις τοπικές ενώσεις σε αναπτυξιακές συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα (έχουν προηγηθεί διαδικασίες ωρίμανσης του σχεδίου στην τοπική κοινωνία τα τελευταία τρία χρόνια) και μ' αυτόν τον τρόπο να συγκεντρωθεί το απαραίτητο κεφάλαιο εκκίνησης»...

Ως καλός «πραματευτής» η «ΜΚΟ» δηλώνει ότι «το μεγαλύτερο κίνητρο για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας ενισχύεται από το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται για την απόκτηση κατοικιών από την Ευρωπαϊκή αγορά κάτι που εξυπηρετεί τη γρήγορη απόσβεση της επένδυσης». Γιατί όμως επιλέχθηκαν ο Ηρακλής και οι μυθολογικοί του άθλοι; Διότι... «το όνομα "Ηρακλής" είναι το μεγαλύτερο Brand Name (σσ. μάρκα..!) στην παγκόσμια πολιτιστική επιχειρηματικότητα με χιλιάδες επιχειρήσεις, εκατομμύρια μέλη σε λέσχες που αναφέρονται στον Ηρακλή και μ' ένα ασύλληπτο μέγεθος κύκλου εργασίας»!

«Αμίμητο εμπόρευμα»...

Αυτό είναι μόνο ένα από το μεγάλο αριθμό ανάλογων προγραμμάτων που «τρέχουν» ή βρίσκονται υπό σύνταξη σε όλη την Ελλάδα, την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Θυμίζουμε ότι και η ίδια η «UNESCO» σε συνεργασία με τη «SHELL» φτιάχνει προγράμματα «πολιτιστικού μάνατζμεντ» σε περιοχές - «φιλέτα» που υποτίθεται ότι είναι «προστατευόμενες» λόγω της φυσικής ομορφιάς ή και της πολιτιστικής τους αξίας.

«Επενδυτικός πυρετός» στην τέχνη έχει «πιάσει» και την Τσεχία. Οπως και στη Ρωσία, οι έχοντες μεγάλα χρηματικά ποσά «συχνά διστάζουν να αγοράσουν μετοχές σε κεφάλαια ή πολύτιμα μέταλλα και αντί αυτών επιλέγουν να επενδύσουν σε ένα όμορφο κομμάτι τέχνης με μεγάλη πιθανότητα αύξησης της αξίας του» διαβάζουμε σε αφιέρωμα για τις «πολιτιστικές επενδύσεις» στη χώρα από κρατικές ιστοσελίδες. «Πολλά από τα άτομα που επενδύουν στην τσεχική τέχνη είναι επιχειρηματίες οι οποίοι συχνά θεωρούν την αγορά της τέχνης ως μια σταθερή στρατηγική επενδύσεων».

«Μετά από μια έντονη ύφεση, η οποία έλαβε χώρα στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας, η Τσεχική Δημοκρατία έχει πλέον να εμφανίσει μια νέα ομάδα επιχειρηματιών οι οποίοι αρχίζουν να αγοράζουν και απαιτητικά έργα ζωγραφικής τέχνης υψηλής ποιότητας» λέει ο Βλαντίμιρ Νόιμπερτ, ιδιοκτήτης της «Galerie Art» στην Πράγα. Στο αφιέρωμα ξεκαθαρίζεται επίσης ότι «πέρα από το γόητρο, ένα άλλο πλεονέκτημα της επένδυσης στην τέχνη είναι το γεγονός ότι ένας πίνακας ή ένα γλυπτό, είναι ένα μοναδικό και αμίμητο εμπόρευμα». Διότι «ο αριθμός των ποιοτικών κομματιών στην αγορά μειώνεται με την πάροδο του χρόνου, ενώ η αξία τους αυξάνεται θεαματικά. Αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι αποφασίζουν να αγοράσουν τέχνη ως επένδυση. Πολλά κομμάτια καταλήγουν σε ιδιωτικές συλλογές και δεν επανεμφανίζονται στην αγορά. Ως αποτέλεσμα, η αξία της τέχνης συνεχίζει να αυξάνεται, κάνοντάς την μια δυνητικά επικερδή επένδυση»...


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ