Κυριακή 25 Οχτώβρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η αστική τάξη της Ελλάδας και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος

Στέφανος Σαράφης, Αρης Βελουχιώτης και Ανδρέας Τζήμας
Στέφανος Σαράφης, Αρης Βελουχιώτης και Ανδρέας Τζήμας
Ενα ζήτημα, σχετικά με το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, που ανάμεσα σε άλλα βρίσκεται στο πεδίο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης ως στοιχείο της ταξικής πάλης σήμερα, έχει σχέση με την προοπτική της λαϊκής κοινωνικοπολιτικής πάλης γενικά και τη διέξοδό της. Ζήτημα το οποίο βασίζεται στην αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, καπιταλισμού - σοσιαλισμού, γενικά στην προοπτική της κοινωνικής εξέλιξης, το αναπόφευκτο της κοινωνικής επανάστασης. Θεμέλιό τους είναι η εξουσία και ο χαρακτήρας της, ζήτημα το οποίο δεν εξαφανίζεται ποτέ ακόμη και στην περίοδο του πολέμου. Βεβαίως, τα «σύγχρονα αστικά ρεύματα» στη μελέτη της Ιστορίας επιδιώκουν να αφαιρέσουν το ταξικό στοιχείο από την αντιφασιστική πάλη, προκειμένου να πείσουν τις λαϊκές μάζες πως δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από τη διαιώνιση του καπιταλισμού. Αποσιωπώντας το γεγονός πως ότι στην απελευθερωτική πάλη κατά του Αξονα, σε διάφορες χώρες, η αστική τάξη δεν πήρε μέρος, τουλάχιστον, το μεγαλύτερο μέρος της, ενώ ταυτόχρονα πάσχιζε εν μέσω πολέμου να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις διατήρησης της εξουσίας της μετά το τέλος του. Αυτή η στρατηγική της επιδίωξη καθόρισε τη συγκεκριμένη στάση της στον πόλεμο. Ας το δούμε μέσα από το παράδειγμα της Ελλάδας.

Με την εισβολή των Ιταλών φασιστών στην Ελλάδα στις 28 Οκτώβρη 1940 και την ήττα τους στον απελευθερωτικό πόλεμο του λαού μας, τη σκυτάλη πήρε η ναζιστική Γερμανία που εισέβαλε στις 6 Απρίλη του 1941 και κατέλαβε τη χώρα. Ετσι ξεκινά η κατοχή της Ελλάδας από την ιμπεριαλιστική Γερμανία. Αποφασιστική, ως προς το χαρακτήρα της λαϊκής πάλης ήταν η συμβολή του πρώτου ιστορικού γράμματος του Ν. Ζαχαριάδη, ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ που ήταν απομονωμένος στα κρατητήρια της Κρατικής Ασφάλειας, και που καλούσε το λαό να αντιπαλέψει σύσσωμος με τ' όπλο στο χέρι τον ντόπιο φασισμό και τους εισβολείς, σ' έναν αγώνα που σαν αποτέλεσμα θα έπρεπε να έχει μια Ελλάδα του λαού της. Με βάση το πολιτικό στίγμα αυτού του γράμματος, τον Ιούλη του 1941, συνήλθε η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ που αποφάσισε την οργάνωση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, με τη συσπείρωση όλων των κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων που ήταν διατεθειμένες να αγωνιστούν γι' αυτό το σκοπό. Ετσι, στις 16 Ιούλη του '41 η εργατική τάξη δημιούργησε το Εργατικό ΕΑΜ, που ήταν προπομπός του ΕΑΜ, ενώ στη συνέχεια ιδρύεται το ΕΑΜ, (συνασπισμός κομμάτων), ο ΕΛΑΣ, το ένοπλο τμήμα του ΕΑΜ, η ΕΠΟΝ, ως ενιαία οργάνωση της νεολαίας, το ΕΛΑΝ (λαϊκό πολεμικό ναυτικό) κλπ. Δημιουργήθηκαν, δηλαδή, οι προϋποθέσεις για το μεγάλο έπος της Αντίστασης και του λαϊκοαπελευθερωτικού αγώνα.

Το γενικό στρατηγείο του ΕΛΑΣ
Το γενικό στρατηγείο του ΕΛΑΣ
Ηταν μια περίοδος της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας και του λαϊκού της κινήματος, το οποίο βρέθηκε πρωταγωνιστής των εξελίξεων όταν η άρχουσα τάξη συμβιβαζόταν με την πραγματικότητα της ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας, ακόμη και με τη μορφή του φασισμού και του ναζισμού, «της τότε νέας τάξης πραγμάτων». Και συνδέεται με μια από τις πιο σημαντικές, ένδοξες και ηρωικές εποχές της λαϊκοδημοκρατικής και επαναστατικής δράσης.

Η ιστορική περίοδος στην οποία αναφερόμαστε είχε, από την άποψη των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων, ως ένα βασικό χαρακτηριστικό της την εθνικοαπελευθερωτική πάλη του λαού μας κατά της ιμπεριαλιστικής χιτλεροφασιστικής κατοχής και υποδούλωσης. Αλλά μόνο μ' αυτό το χαρακτηριστικό δεν αποτυπώνεται ολόκληρη η ιστορική αλήθεια της εξελισσόμενης στη συγκεκριμένη περίοδο πραγματικότητας. Γιατί η ταξική πάλη ανάμεσα στην άρχουσα τάξη της Ελλάδας, από τη μια πλευρά, και στην εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα από την άλλη, διεξαγόταν, όχι βεβαίως ανοιχτά, αλλά διεξαγόταν και σ' αυτήν την περίοδο. Αλλωστε, ο λαός μας την απελευθέρωσή του από τους Γερμανούς κατακτητές δεν πρόλαβε να τη χαρεί και να διατηρήσει για πολύ, αφού ο αστικός κόσμος, στηριγμένος στα ένοπλα τμήματα του καθεστώτος που συνεργάστηκε με τους Γερμανούς κατακτητές και στους Αγγλους ιμπεριαλιστές χτυπά με τα όπλα το λαϊκό κίνημα, προκειμένου να επανεγκαθιδρύσει αστική εξουσία. Στην προκειμένη περίπτωση, εκτός από τη διαπλοκή του ελληνικού κεφαλαίου με το αγγλικό, συνέπιπταν και τα συμφέροντά τους μεταπολεμικά, αφού ο αστικός κόσμος της Ελλάδας χωρίς τους Αγγλους δε θα μπορούσε να επιβάλει τη δική του εξουσία, γιατί δεν είχε λαϊκό έρεισμα, οι δε Αγγλοι έβλεπαν στη γεωστρατηγική σημασία της Ελλάδας στη Μεσόγειο έδαφος χρήσιμο για τα συμφέροντά τους στην περιοχή.


Εδώ, επίσης, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η δικτατορική κυβέρνηση του Ι. Μεταξά και παρά το ότι ο ίδιος ιδεολογικά συμφωνούσε με τον Χίτλερ, στον πόλεμο συντασσόταν με τους Αγγλους, αφού όπως έχει ομολογήσει δημόσια μετά την επίθεση της Ιταλίας, τα συμφέροντα του κεφαλαίου της Ελλάδας υπηρετούνται από τη σχέση τους με το αγγλικό κεφάλαιο. Γι' αυτό και αντιτάχτηκε στην απαίτηση της φασιστικής Ιταλίας για στρατιωτική κατάληψη της Ελλάδας απ' αυτήν.

Ο Γεώργιος Καφαντάρης, αστός «κεντρώος» πολιτικός είχε πει για τη στάση του Μεταξά απέναντι στο ιταλικό τελεσίγραφο: «Είπε το ΟΧΙ, ο μόνος Ελληνας που θα μπορούσε να πει το ΝΑΙ» (Φοίβου Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909 - 1940», εκδόσεις Κ. Καπόπουλος, τόμος 4ος, σελ. 344).

Αλλά το «ΟΧΙ» του Μεταξά αποδεικνύει, για άλλη μια φορά, ότι σε τέτοιες ιστορικές στιγμές τις αποφάσεις δεν τις επιβάλλουν οι ιδεολογικές και πολιτικές προτιμήσεις των ηγετών, αλλά τα γενικότερα συμφέροντα του κεφαλαίου. Ο Μεταξάς το γνώριζε αυτό πολύ καλά. Στις 3 Μάρτη του 1934, για παράδειγμα, μιλώντας στο Συμβούλιο των Πολιτικών αρχηγών, έλεγε κατά λέξη: «Αν και είναι βεβαίως παράτολμον εις την πολιτική να δημιουργή κανείς δόγματα, η Ελλάς δύναται να θέση ως δόγμα πολιτικόν ότι εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να ευρεθή εις στρατόπεδον αντίθετον εκείνου εις το οποίον θα ευρίσκετο η Αγγλία. Δυνάμεθα τούτο να το θεωρήσωμεν ως δόγμα. Εγώ τουλάχιστον το ασπάζομαι» (Ιωάννου Μεταξά: «Ημερολόγιο», εκδόσεις «Γκοβόστη», τόμος Δ' σελ. 77).

Στο κέντρο ο κουίσλιγκ πρωθυπουργός Ι. Ράλλης. Δεξιά ο υπουργός Εσωτερικών Αν. Ταβουλάρης. Ανάμεσά τους διακρίνεται Γερμανός αξιωματικός και αριστερά ο προδότης συνταγματάρχης Ι. Πλυντζανόπουλος μπροστά στον «Αγνωστο Στρατιώτη» στην πλατεία Συντάγματος στις 4.1.1944
Στο κέντρο ο κουίσλιγκ πρωθυπουργός Ι. Ράλλης. Δεξιά ο υπουργός Εσωτερικών Αν. Ταβουλάρης. Ανάμεσά τους διακρίνεται Γερμανός αξιωματικός και αριστερά ο προδότης συνταγματάρχης Ι. Πλυντζανόπουλος μπροστά στον «Αγνωστο Στρατιώτη» στην πλατεία Συντάγματος στις 4.1.1944
Ετσι δεν είναι καθόλου παράξενο που η μεταξική δικτατορία δεν κλόνισε, αλλά αντίθετα ενίσχυσε τις σχέσεις της χώρας με την Αγγλία. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι ο υφυπουργός της Αγγλίας, Ρ. Βάνσιταρτ, έγραφε σε υπόμνημά του το Μάη του 1937 για τις ελληνοαγγλικές σχέσεις: «Βρήκαμε ότι το καθεστώς Μεταξά είναι πολύ πιο συνεννοήσιμο από πολλά από τα προϋπάρχοντα καθεστώτα» (Γ. Ανδρικόπουλου: «Οι ρίζες του ελληνικού φασισμού», εκδόσεις «ΔΙΟΓΕΝΗΣ», σελ. 25).

Η πραγματικότητα αυτή επιβεβαιώθηκε μερικά χρόνια αργότερα από τον ίδιο τον Ελληνα δικτάτορα, ο οποίος, στις αρχές Μάη του 1940, εξομολογούνταν, στον Αρθουρ Μάρτον - ανταποκριτή της «Ντέιλι Τέλεγκραφ» στην Αίγυπτο - τον οποίο συνάντησε στην Αθήνα, τα παρακάτω: «Είμεθα ουδέτεροι εφ' όσον χρόνον η Αγγλία θέλει να είμεθα ουδέτεροι. Τίποτα δεν κάνομε χωρίς συνεννόησιν με την Αγγλία και, τις περισσότερες φορές ό,τι κάνομε γίνεται κατά σύστασιν ή παράκλησιν της Αγγλίας. Η Ελλάς είναι ζωτικό τμήμα της αγγλικής αυτοκρατορικής αμύνης» («Τα Μυστικά Αρχεία του Φόρεϊν Οφφις», ΒΙΠΕΡ, εκδόσεις «ΠΑΠΥΡΟΣ», σελ. 76).

Ποιος ηγήθηκε στον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο

Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκίνησε ως ιμπεριαλιστικός, ανάμεσα σε δύο συνασπισμούς καπιταλιστικών κρατών, (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ, από τη μια πλευρά και Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία από την άλλη), για το εδαφικό ξαναμοίρασμα σφαιρών επιρροής, αλλά και με έναν κοινό σκοπό. Την ανατροπή του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ.

Το κατάπτυστο ντοκουμέντο. Το διάγγελμα της προδοσίας του κουίσλιγκ πρωθυπουργού Ιωάννη Δ. Ράλλη, που καλεί τους αντάρτες και τον ένοπλο λαό να παραδώσουν τα όπλα! (Από την προκήρυξη που σκόρπισαν τα αεροπλάνα στα βουνά)
Το κατάπτυστο ντοκουμέντο. Το διάγγελμα της προδοσίας του κουίσλιγκ πρωθυπουργού Ιωάννη Δ. Ράλλη, που καλεί τους αντάρτες και τον ένοπλο λαό να παραδώσουν τα όπλα! (Από την προκήρυξη που σκόρπισαν τα αεροπλάνα στα βουνά)
Απ' αυτήν την άποψη, η στρατιωτικοπολιτική δράση των Αγγλων ιμπεριαλιστών στην Ελλάδα για την εγκαθίδρυση αστικού κράτους, με το χτύπημα του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, έρχεται ως συνέχεια της οικονομικοπολιτικής σύνδεσης του κεφαλαίου στην Ελλάδα με την αστική τάξη της Αγγλίας, μετά τη ήττα του αντίπαλου συνασπισμού καπιταλιστικών κρατών στον πόλεμο. Μα η στρατιωτική δράση των Αγγλων ίσως και να μην ήταν χρειαζούμενη στους Ελληνες αστούς, αν στον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο ηγούνταν η αστική τάξη, οπότε και θα θεωρούνταν νικήτρια, άρα θα συνέχιζε να ήταν ο ηγέτης των μεταπελευθερωτικών κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα.

Η πραγματικότητα, όμως, εξελίχτηκε εντελώς διαφορετικά. Σ' αυτόν τον πόλεμο ηγήθηκε η εργατική τάξη με τους συμμάχους της. Και στην μεταπελευθερωτική πορεία της Ελλάδας αυτό το γεγονός έβαζε τη σφραγίδα του. Αποδείχτηκε με τη μετέπειτα πορεία της Ελλάδας και τον εμφύλιο πόλεμο στον οποίο «έσπρωξαν» ο αστικός πολιτικός κόσμος της Ελλάδας με τους συμμάχους του Αγγλους, αφού δε φαινόταν διαφορετική λύση για το στέριωμα της εξουσίας του κεφαλαίου, με δεδομένο ότι το λαϊκό κίνημα, παρά την ήττα του, στις μάχες του Δεκέμβρη και την υποχώρησή του, το λάθος του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ, και γενικότερα τον απαράδεχτο συμβιβασμό του με τη «Συμφωνία της Βάρκιζας», δεν είχε οριστικά ηττηθεί.

Ουσιαστικά, σ' όλη την πορεία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δε βρισκόταν σε πρωτεύουσα θέση των εξελίξεων, αντικειμενικά κρίνονταν το «ΠΟΙΟΣ - ΠΟΙΟΝ», στο ζήτημα της εξουσίας. Και απασχολούσε το ίδιο την άρχουσα τάξη και τα πολιτικά της κόμματα, αλλά και την εργατική τάξη και τους συμμάχους της και τα συνασπισμένα στο ΕΑΜ κόμματά τους, όπως και τον ίδιο το συνασπισμό του ΕΑΜ. Αλλωστε πώς αλλιώς μπορεί να ερμηνευτεί π.χ. η ένοπλη δράση του ΕΔΕΣ κατά του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ σ' όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα;

Αντάρτες του ΕΛΑΣ
Αντάρτες του ΕΛΑΣ
Η άρχουσα τάξη της Ελλάδας, ακόμη πριν από τον πόλεμο και στη διάρκεια της προετοιμασίας του, προετοιμαζόταν και η ίδια να αντιμετωπίσει ανάλογες καταστάσεις, φροντίζοντας η πάλη της ενάντια στο εργατικό και γενικότερα το λαϊκό κίνημα, να γίνεται ολοένα και πιο αποτελεσματική, με αποκορύφωμα τότε την εγκαθίδρυση της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου από τον Μεταξά. Το καθεστώς της οποίας αρνήθηκε να απελευθερώσει τους κρατούμενους στις φυλακές και τις εξορίες κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές, προκειμένου, όπως ζητούσαν, να σταλούν εθελοντικά στο πολεμικό μέτωπο. Ακόμη και σ' αυτήν την ιστορική στιγμή, το ταξικό ζήτημα για την άρχουσα τάξη ήταν το πρωτεύον. Και δεν έφτασε μόνο αυτό. Οσοι δεσμώτες κομμουνιστές δεν κατάφεραν να αποδράσουν παραδόθηκαν στους Γερμανούς κατακτητές, πολλοί από τους οποίους βεβαίως πέρασαν τη φρικιαστική εμπειρία των στρατοπέδων του Νταχάου, του Αουσβιτς, του Μαουτχάουζεν και αλλού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο τότε ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης.

Οι επιλογές της αστικής τάξης της Ελλάδας

Οι επιλογές της άρχουσας τάξης της Ελλάδας μετά την εισβολή των Γερμανών δεν ήταν ενιαίες, πράγμα εντελώς φυσιολογικό, αφού τα ιδιαίτερα συμφέροντα τμημάτων της διαφέρουν. Και αυτό αντανακλάται και στις έξωθεν της χώρας συμμαχίες. Ενα χαρακτηριστικό της εποχής εκείνης μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα ήταν το εξής: Το τμήμα της που είχε οικονομικοπολιτικές σχέσεις με τους Αγγλογάλλους φρόντισε να φύγει από την Ελλάδα για τη Μέση Ανατολή, το δε τμήμα της που είχε ανάλογες σχέσεις με τους Γερμανούς να μείνει στην Ελλάδα και να εγκαθιδρύσει το κατοχικό καθεστώς με διάφορα πολιτικά σχήματα και πρόσωπα και έναν κρατικό μηχανισμό, που θα αποτελέσει, όπως αποδείχτηκε, μετά την απελευθέρωση έναν από τους πιο καλούς μηχανισμούς, για την εξασφάλιση της εξουσίας του κεφαλαίου στο σύνολό του. Ενα μικρό τμήμα της έμεινε στην αδράνεια, ενώ μεμονωμένα πολιτικά πρόσωπα έδρασαν στην απελευθερωτική πάλη. Ενα μικρό επίσης τμήμα της ίδρυσε στρατιωτικοπολιτικές οργανώσεις με κυριότερη τον ΕΔΕΣ, που ουσιαστικά έκαναν αντιΕΑΜικό, αντικομμουνιστικό αγώνα.

Ομάδα σαμποτέρ του ΕΛΑΣ
Ομάδα σαμποτέρ του ΕΛΑΣ
Επίσης ακόμη πριν την απελευθέρωση και έχοντας επίγνωση των συνθηκών που δημιουργούνται παγκόσμια, ιδιαίτερα μετά τη νίκη των Σοβιετικών στο Στάλιγκραντ, που ήταν η αρχή του τέλους του πολέμου, αυτό που απασχολούσε την άρχουσα τάξη της Ελλάδας ήταν το μεταπελευθερωτικό καθεστώς. Γιατί την απασχολούσε; Μα γιατί στην Ελλάδα άρχισε να οργανώνεται μια νέα λαϊκή εξουσία. Το έπος του ΕΑΜ δεν ήταν μόνο η εθνική απελευθέρωση, αλλά και η δημιουργία φύτρων της λαϊκής εξουσίας στην Ελλάδα. Που μπορεί βεβαίως να μην αγκάλιαζε τα τότε αστικά κέντρα, αλλά στην υπόλοιπη Ελλάδα είχε ήδη τη δική της δράση, με τα όργανα λαϊκής αυτοδιοίκησης, τα λαϊκά δικαστήρια, αλλά και την Κυβέρνηση του Βουνού, όπως την βάφτισε ο λαός, την ΠΕΕΑ. Είχε ακόμη το δικό της λαϊκό στρατό τον ΕΛΑΣ και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού συσπειρωμένη στο ΕΑΜ.

Ας δούμε όμως τη στάση του αστικού πολιτικού κόσμου.

Οι συνεργάτες των Γερμανών κατακτητών

Το τμήμα του αστικού κόσμου που επέλεξε το δρόμο της ανοιχτής συνεργασίας με τους κατακτητές ήταν οι γνωστοί «κουίσλινγκ», που σχημάτισαν τις κατοχικές κυβερνήσεις υπό τους Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλο και Ι. Ράλλη. Με την ενίσχυση αυτών των κυβερνήσεων και των Γερμανών σχηματίστηκαν τα φασιστικά κόμματα «Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας», «Εθνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωσις» (ΕΣΠΟ), η «Οργάνωσις Εθνικών Δυνάμεων Ελλάδος» (ΟΕΔΕ) κ.ά.

Το αστικό κράτος συνέχιζε να υπάρχει και να λειτουργεί, βεβαίως μέσα στις συνθήκες μιας κατακτημένης χώρας. Στα πλαίσια της ύπαρξης και λειτουργίας του - και ως προϋπόθεσή τους - σχηματίστηκαν οι κατοχικές κυβερνήσεις, που αναφέρθηκαν παραπάνω, έγινε προσπάθεια να ενισχυθούν οι μηχανισμοί καταστολής και καταπίεσης του λαού. Δημιουργήθηκαν τα «Τάγματα Ασφαλείας» και συναφείς κρατικές οργανώσεις, ενώ συνέχισαν να λειτουργούν η Ειδική Ασφάλεια, στην οποία βασανίζονταν κομμουνιστές (π.χ. η Ηλέκτρα Αποστόλου) και άλλοι αγωνιστές, η Αστυνομία Πόλεων και η Χωροφυλακή (αν και η τελευταία στις περισσότερες περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας ξηλώθηκε σε μια πορεία και αντικαταστάθηκε από τον ένοπλο λαό). Είχε διατηρηθεί και το υπουργείο Αμυνας, πάρα το γεγονός ότι δεν υπήρχε ο προηγούμενος τακτικός στρατός.

Η παραπάνω εξέλιξη είχε αντικειμενική βάση. Η κατοχή δεν κατάργησε - ούτε ήθελε φυσικά να καταργήσει - το υπάρχον κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Και ήταν επόμενο ένα μέρος του αστικού πολιτικού και επιστημονικού κόσμου, καθώς και διάφορα κατακάθια της κοινωνίας, αλλά και τεταρτοαυγουστιανοί να αναλάβουν την επάνδρωση των τομέων του αστικού κράτους.

Τα πράγματα, δηλαδή, έθεταν εξ αντικειμένου το ζήτημα ένα τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου να διαχειριστεί και να υπερασπιστεί άμεσα - και κυρίως μακροπρόθεσμα - την εξουσία της τάξης του. Αυτή την ανάγκη την αναγνώριζε ολόκληρος ο αστικός πολιτικός κόσμος. Γι' αυτό ακριβώς επικρότησε τη δημιουργία των κατοχικών κυβερνήσεων ως εθνική ανάγκη. Γι' αυτό ακριβώς και ο αστικός Τύπος τις στήριξε. Πέρα, βεβαίως, και από το γεγονός ότι οι κατακτητές χρειάζονταν κυβερνήσεις - υποχείριά τους, για να συμβάλουν στο δικό τους (των κατακτητών) ρόλο καταστολής του λαού, ως τοποτηρητές γερμανικών συμφερόντων.

Ο στόχος, επομένως, ήταν διπλός και αυτό το δίπτυχο αποτελούσε τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Πρέπει, λοιπόν, να αναγνωριστεί στους πολιτικούς παράγοντες - συνεργάτες των Γερμανών ότι επέδειξαν ταξική συνέπεια. Γι' αυτό ακριβώς οι συνεργάτες των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής όχι μόνο δεν τιμωρήθηκαν από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις, αλλά αξιοποιήθηκαν κατά των λαϊκών δυνάμεων και στελέχωσαν τους κρατικούς μηχανισμούς και μετά την απελευθέρωση.

Για τη σημασία και το ρόλο των κατοχικών κυβερνήσεων ο Κ. Πυρομάγλου θίγει μια άλλη αξιοπρόσεκτη πλευρά, ανεξάρτητα απ' το γεγονός ότι οι εξελίξεις τελικά δεν την επιβεβαίωσαν. Θέτει το θέμα ότι το υπουργείο Αμυνας λειτουργούσε στην κυβερνητική συγκρότηση των «κουίσλινγκ», αν και δεν υπήρχε στρατός. Ποιο σκοπό εξυπηρετούσε αυτό, πέρα απ' την προσπάθεια συγκρότησης στρατιωτικών δυνάμεων και την προσπάθεια να εμποδιστούν αξιωματικοί του τακτικού στρατού να στελεχώσουν τον ΕΛΑΣ; Γράφει: «Ο σκοπός απεκαλύφθη κατά τους τελευταίους μήνας του 1941, όταν εις μίαν ανά την Ελλάδα περιοδείαν του ο στρατηγός Τσολάκογλου, ατένιζων τας ακτάς της Μικράς Ασίας, εδήλωσεν ότι "οι εκδιωχθέντες Ελληνες, θα πρέπει να επανέλθουν...". Ητο η περίοδος, κατά την οποίαν το Γερμανικόν Επιτελείον εμελέτα την εισβολήν εις την Τουρκίαν και είχεν ανάγκην μισθοφορικού στρατού. Η παγερά σιωπή του Ελληνικού Λαού έπεισε και "Κυβέρνησιν των Αθηνών" και Γερμανικάς Αρχάς, περί της πλήρους αρνήσεως των Ελλήνων, να εμπλακούν εις μίαν τοιαύτην περιπέτειαν» (Κ. Πυρομάγλου, σελ. 143).

Αυτοί που έκατσαν στην άκρη...

Το μεγαλύτερο τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου της εποχής ανήκει στους «απόντες» του αγώνα. Ο Θ. Σοφούλης, αρχηγός των «Φιλελευθέρων», ο Γ. Καφαντάρης, των «Προοδευτικών», ο Ι. Σοφιανόπουλος, του «Αγροτικού Κόμματος», ο Γ. Παπανδρέου, του «Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος», ο Παν. Κανελλόπουλος, του «Εθνικού Ενωτικού Κόμματος», ο Κ. Καραμανλής, του «Λαϊκού Κόμματος», απείχαν ουσιαστικά, ορισμένοι και τυπικά, ενώ ο Στυλ. Γονατάς, υπαρχηγός του «Κόμματος των Φιλελευθέρων», καθοδήγησε την ίδρυση των «Ταγμάτων Ασφαλείας» του Ι. Ράλλη. Ο Γ. Καφαντάρης, σε πρόταση που του έγινε από το ΚΚΕ να προσχωρήσει στην Αντίσταση, απάντησε: «Οι Ελληνες να μη νοιάζονται, το ζήτημα θα το λύσουν οι σύμμαχοι» (δηλαδή οι Εγγλέζοι) (Π. Ρούσος, ο. π., σελ. 137). Την ίδια στάση κράτησαν στις προτάσεις του ΚΚΕ και άλλοι. Στον Γ. Παπανδρέου, στον οποίο έγινε πρόταση να ηγηθεί του ΕΑΜ, ανήκει το επίσης κατηγορηματικό «όχι», που έδωσε ως απάντηση. Εξάλλου από τη Νίκαια της Γαλλίας, όπου είχε μετεγκατασταθεί, ο Ν. Πλαστήρας καλούσε το λαό με επιστολή του να συνεργαστεί με τους κατακτητές: Παραθέτουμε το σχετικό γράμμα του Ν. Πλαστήρα: «Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να γίνει κυβέρνησις φιλογερμανική, για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την ήτταν. Αυτό πρέπει να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα ετελείωνε και μετά τινας μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)» («Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 14 Σεπτέμβρη 1998). Να σημειωθεί ότι αυτό το γράμμα στάλθηκε την 21 Απρίλη 1941 κι ενώ οι Γερμανοί είχαν περάσει τη Λάρισα και κατέβαιναν προς την Αθήνα.

Μόλις η Ελλάδα κατακτήθηκε, αλλά και στην πορεία, ένα μεγάλο τμήμα του παραπάνω πολιτικού κόσμου μετακόμισε στην Αίγυπτο, απ' όπου γύρισε στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση.

Αυτοί που πήγαν στη Μέση Ανατολή

Ο αστικός κόσμος που μετακόμισε στο εξωτερικό, περνούσε τον καιρό του στην Αίγυπτο μέσα σε ατελείωτες αντιλαϊκές δράσεις που σκάρωνε με τους Εγγλέζους. Κύριο μέλημά τους είχαν να συγκροτήσουν, να συντηρήσουν και να ενισχύσουν τα απομεινάρια του αστικού κράτους που είχαν κουβαλήσει μαζί τους, προετοιμάζοντας και προσβλέποντας στις μεταπολεμικές εξελίξεις. Την εκεί κατάσταση την περιέγραψε πολύ παραστατικά ο ποιητής Γ. Σεφέρης, υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών των κυβερνήσεων του Καΐρου, που την παρομοίαζε μ' ένα «κουβάρι από σκουλήκια» (Γ. Σεφέρη: «ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ», τ. Α', σελ.131, «Εκδόσεις Ικαρος»).

Ως προς το πώς έβλεπαν τις μεταπολεμικές εξελίξεις και το πώς προετοιμάζονταν ανάλογα, έγραψε ο Πέτρος Ρούσος για τη συνάντησή του με τον γνωστό πολιτικό Παναγιώτη Κανελλόπουλο στο Κάιρο, το καλοκαίρι του 1943: «Ο Κανελλόπουλος έβλεπε πως πλησιάζει και πάλι το "μέγα θέμα" της εξουσίας. Συγκράτησα δύο σκέψεις από τις συνομιλίες μας. Του περιέγραψα την αλγεινή εντύπωσή μας από τη φατριαστική και ηττοπαθή κατάσταση που επικρατεί στις κορυφές του Καΐρου σε αντίθεση με τις μαχητικές διαθέσεις που επικρατούν στους φαντάρους, ναύτες και σμηνίτες υπέρ του συμμαχικού πολέμου. Είχαμε επισκεφτεί την Αλεξάνδρεια και είχαμε μιλήσει με την παράνομη καθοδήγηση της ΑΣΟ (Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση), με τον Σαλλά και με ναυτικούς, ιδιαίτερα του πολεμικού στόλου, επίσης με στελέχη της ΟΕΝΟ (Ομοσπονδία Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων) και τον γραμματέα των ναυτεργατών Νίκο Καραγιάννη, που καθοδηγούσαν τον γεμάτο αυτοθυσία αγώνα των Ελλήνων ναυτικών στον πόλεμο.

- Κύριε Κανελλόπουλε, του λέω, είδαμε τα πολεμικά μας και τα πληρώματα έτοιμα για πόλεμο και θυσία και αυτά κρατούνται μακριά από τον αντιχιτλερικό πόλεμο, την ώρα που οι άλλοι θυσιάζονται στην πατρίδα και στους ωκεανούς. Ολοι, και οι Αγγλοι, ομολογούν πως χάρη στους αντιφασίστες είναι πρωτοφανής η πειθαρχία και η επίδοση των πληρωμάτων στα ελληνικά πολεμικά πλοία.

- Μα αυτό είναι ακριβώς που με φοβίζει, μου λέει!» (Π. Ρούσου, «Η Μεγάλη Πενταετία», σελ. 418 εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»). Ο φόβος του εκφράστηκε με την πρακτική αντίδραση των Εγγλέζων, των εκεί ελληνικών κομμάτων και των πραιτοριανών τους λίγους μήνες αργότερα (Απρίλης 1944), όταν τσάκισαν το αντιφασιστικό στρατιωτικό κίνημα της Μέσης Ανατολής ενόψει της απελευθέρωσης που πλησίαζε...

Η σύμπραξη των Εγγλέζων και των αστών πολιτικών έγινε πιο απροκάλυπτα φανερή εκείνα τα χρόνια. Το ίδιο και στη διάρκεια του Δεκέμβρη 1944 και στη Βάρκιζα, καθώς και μέχρι τις αρχές του 1947, όταν τους Βρετανούς αντικατέστησαν στην Ελλάδα οι Αμερικανοί. Φάνηκε και μετά. Αλλά αυτά θα τα δούμε στη συνέχεια.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η όποια στάση κράτησαν τα κόμματα της οικονομικής ολιγαρχίας (βασιλικά - φασιστικά, «φιλελεύθερα», κοινοβουλευτικά της «Δεξιάς», σοσιαλδημοκρατικά) δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει σ' ένα και μόνο αποτέλεσμα: Στην απομαζικοποίησή τους (όσων βέβαια είχαν μαζική λαϊκή βάση), στη βαθιά κρίση τους και στη συσπείρωση της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού μας στις γραμμές του ΕΑΜ. Γιατί ο λαός διαπίστωσε με την πείρα του ότι, φθάνοντας οι Γερμανοί στην Ελλάδα, δεν είχε ν' ακουμπήσει παρά μόνο σε ένα κόμμα: στο ΚΚΕ. Μόνο το ΚΚΕ βρισκόταν δίπλα στις λαϊκές μάζες. «...το Κόμμα και ο κάθε κομμουνιστής ξεχωριστά οφείλει να προσανατολίζεται έγκαιρα και σωστά στα σοβαρά γεγονότα που αλλάζουν, να οργανώνει τις δυνάμεις της λαϊκής εξέγερσης για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση της Ελλάδας», υπογράμμιζε η 6η Ολομέλεια της ΚΕ τον Ιούλη του 1941 («Το ΚΚΕ απ' το 1931 ως το 1952», σελ. 105, Εκδοτικό της ΚΕ του ΚΚΕ).

Η πείρα του ΚΚΕ

«Οταν τα στρατεύματα της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας κατέκτησαν την Ελλάδα και οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα (27 Απρίλη 1941), οι κομμουνιστές που δραπέτευσαν από τους τόπους εξορίας, όπου τους κρατούσε η κυβέρνηση Μεταξά, καθώς και άλλοι, που δρούσαν στην παρανομία, έσπευσαν να ανασυγκροτήσουν το ΚΚΕ και να οργανώσουν την Αντίσταση κατά των κατακτητών.

Με πρωτοβουλία του ΚΚΕ δημιουργήθηκε το Εργατικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ - 16 Αυγούστου 1941) και στις 27 Σεπτέμβρη του 1941 το ΕΑΜ. Στις 16 Φλεβάρη 1942 δημιουργήθηκε το ένοπλο τμήμα του, ο ΕΛΑΣ, με καπετάνιο τον Αρη Βελουχιώτη. Λίγο αργότερα (23 Φλεβάρη 1943) ιδρύθηκε η Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων, η θρυλική ΕΠΟΝ, που συσπείρωσε στις γραμμές της την πλειοψηφία της νεολαίας. Δίπλα σε αυτές τις οργανώσεις έδρασαν η Εθνική Αλληλεγγύη, η Επιμελητεία του Αντάρτη και ο φρουρός των λαϊκών αγωνιστών, η Οργάνωση για την Προστασία του Λαϊκού Αγώνα (ΟΠΛΑ). Το Μάρτη του 1943 ιδρύθηκε στο Λονδίνο η Ομοσπονδία Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων (ΟΕΝΟ), με πρωτοβουλία της Κομματικής Οργάνωσης Ναυτεργατών του ΚΚΕ (ΚΟΝ). 2.500 Ελληνες ναυτεργάτες έδωσαν τη ζωή τους στη διάρκεια του πολέμου, πειθαρχώντας στο μαχητικό σύνθημα της ΟΕΝΟ «ΚΡΑΤΕΙΤΕ ΤΑ ΠΛΟΙΑ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ».

Σημαντική ήταν και η συμβολή του Εθνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Ναυτικού (ΕΛΑΝ), που δημιουργήθηκε το 1943. Πλησιάζοντας η απελευθέρωση, το ΕΛΑΝ διέθετε 100 σκάφη με περισσότερους από 1.200 μαχητές ναύτες και αξιωματικούς.

Των παραπάνω ιστορικών γεγονότων είχε προηγηθεί (31 Οκτώβρη 1940) το «ανοιχτό γράμμα προς τον ελληνικό λαό» του Νίκου Ζαχαριάδη, Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, από τα μπουντρούμια της Κρατικής Ασφάλειας, που χάραξε τη γραμμή της πάλης στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Στη γραμμή του «ανοιχτού γράμματος» κινήθηκε σε συνέχεια και η δράση του ΕΑΜ.

Το ΚΚΕ είχε βγει βαριά χτυπημένο από τη βασιλομεταξική δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936. Η Κρατική Ασφάλεια μπόρεσε να διαμορφώσει την «Προσωρινή Διοίκηση» σε ρόλο καθοδηγητικού οργάνου του Κόμματος, η οποία εξέδιδε τον κατευθυνόμενο «Ριζοσπάστη»! Αυτό το όργανο αποτελέστηκε από στελέχη του ΚΚΕ που είχαν περάσει στην υπηρεσία του ταξικού εχθρού, καθώς και από άλλα, που, εν αγνοία τους, είχαν πέσει στην παγίδα.

Στο ίδιο διάστημα, με πρωτοβουλία στελεχών του ΚΚΕ, είχε συγκροτηθεί η «Παλιά Κεντρική Επιτροπή», που λειτουργούσε ως καθοδηγητικό όργανο του Κόμματος.

Το ΚΚΕ είχε στερηθεί τις σημαντικές υπηρεσίες εκατοντάδων στελεχών του, τα οποία η κυβέρνηση Μεταξά παρέδωσε στους Γερμανούς, καθώς και του Γενικού Γραμματέα του, που επίσης τον παρέδωσε στην Γκεστάπο και αυτή τον έστειλε στο στρατόπεδο Νταχάου.

Οι πολιτικές δυνάμεις, που μαζί με το ΚΚΕ συγκρότησαν το ΕΑΜ, ήταν η «Ενωση Λαϊκής Δημοκρατίας» (ΕΛΔ), το «Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας» (ΣΚΕ) και το «Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας» (ΑΚΕ).

Στο ΕΑΜ - μεμονωμένα, όχι ως παράταξη - προσχώρησαν και βενιζελικά στοιχεία, καθώς και ορισμένοι φιλοβασιλικοί παράγοντες. Προσχώρησε και τμήμα του λαϊκού κλήρου, αλλά και επιφανείς ανώτεροι κληρικοί, σε αντίθεση με τον αντιλαϊκό ρόλο που έπαιξε η πλειοψηφία της επίσημης Εκκλησίας. Προσχώρησαν ακόμη και ορισμένοι μόνιμοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί. Υπήρξε κι ένα πολύ μικρό τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου που συνεργάστηκε με το ΕΑΜ, δίχως να προσχωρήσει (Σβώλος κ.ά).

Στο ΕΑΜ συσπειρώθηκε η μεγάλη πλειοψηφία του λαού (εργατική τάξη, μικρομεσαία αγροτιά, μεσαία στρώματα της πόλης). Το ΚΚΕ υπήρξε η ψυχή, η καθοδηγητική δύναμη και ο κύριος αιμοδότης της ΕΑΜικής Αντίστασης. Η Καισαριανή, το Κούρνοβο, το Χαϊδάρι, η Ακροναυπλία, ο Αϊ - Στράτης είναι μερικοί μόνο από τους τόπους της θυσίας.

Το ΕΑΜ έσωσε το λαό από την πείνα. Δημιούργησε φύτρα εξουσίας στις απελευθερωμένες περιοχές (Αυτοδιοίκηση, Λαϊκή Δικαιοσύνη). Τροφοδότησε τη λαϊκή πολιτιστική ανάταση. Στις 10 Μάρτη 1944 ορκίστηκε η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), το κεντρικό πολιτικό όργανο διοίκησης των απελευθερωμένων περιοχών.

Μετά από εκλογές (23 Απρίλη 1944), που έγιναν στις συνθήκες της Κατοχής, εκλέχτηκε το «Εθνικό Συμβούλιο» με έδρα τις Κορυσχάδες (30 Απρίλη 1944). Στις εκλογές ψήφισαν για πρώτη φορά οι γυναίκες και οι νέοι από 18 χρόνων. Συμμετείχαν περίπου 1.800.000 ψηφοφόροι, δίχως να υπολογίζονται τα αποτελέσματα της Κρήτης, της Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης και των νησιών του Αιγαίου. Σημειώνεται ότι στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 1936 είχαν πάρει μέρος 1.000.000 ψηφοφόροι.

Χάρη στο ΕΑΜ δε στάλθηκε ούτε ένας εργάτης για να δουλέψει στα γερμανικά εργοστάσια, με εξαίρεση αυτούς που είχαν συλλάβει ομήρους οι Γερμανοί. Χάρη στο ΕΑΜ δε στάλθηκε ούτε ένας για να πολεμήσει κατά της Σοβιετικής Ενωσης.

Η δράση του ΕΑΜ περιλάμβανε όλες τις μορφές πάλης: Απεργίες, διαδηλώσεις, συλλαλητήρια, διαβήματα, ένοπλη οργάνωση. Πλατιά και πολλές φορές πρωτότυπη ήταν η μαζική προπαγανδιστική δουλειά του.

Ο ΕΛΑΣ καθήλωσε 8 έως και 12 εχθρικές μεραρχίες. Προξένησε στους κατακτητές απώλειες 30.000 νεκρούς και συνέλαβε 6.500 αιχμαλώτους. Κατέστρεψε 37 μεγάλες γέφυρες, 85 ατμομηχανές, 1.000 περίπου βαγόνια και 1.000 αυτοκίνητα. Το σύνολο σχεδόν του οπλισμού του προερχόταν από τις επιχειρήσεις του εναντίον των Γερμανών και των Ιταλών. Την Ανοιξη του 1944 ο ΕΛΑΣ είχε υπό τον έλεγχό του τα 2/3 της χώρας και τη στιγμή της απελευθέρωσης περισσότερο από το 90% του εδάφους.

Στη διάρκεια του πολέμου οι νεκροί από τον ελληνικό πληθυσμό έφθασαν συνολικά τους 405.000 (θάνατοι από την πείνα, εκτελεσμένοι, νεκροί του ελληνοϊταλικού και του ελληνογερμανικού πολέμου, χιλιάδες που εξοντώθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης - κυρίως Εβραίοι της Θεσσαλονίκης - κ.ά.).

Το ΚΚΕ προσπαθεί να συσσωρεύει τη θετική και αρνητική εμπειρία από τη 10ετία 1940 - 1949, στην προκειμένη περίπτωση από τα χρόνια 1941 - 1944. Ακόμη, από τη μεταπολεμική και τη σχετικά πρόσφατη πολιτική ιστορία, σε διαφορετικές βεβαίως συνθήκες.

Η συνύπαρξη του κοινωνικοταξικού περιεχομένου της λαϊκής πάλης με το εθνικοαπελευθερωτικό, πέραν των άλλων πολιτικών και πολεμικών συγκρούσεων με τις στρατιωτικές οργανώσεις του «δοσιλογισμού», που έτσι κι αλλιώς περιείχαν και το ταξικό στοιχείο, επιβεβαιώνεται και από τις ένοπλες συγκρούσεις του ΕΛΑΣ με τις αντιχιτλερικές και τις αγγλόφιλες οργανώσεις, όπως ο ΕΔΕΣ. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούν και οι συνεχείς προστριβές του ΕΛΑΣ με τους Εγγλέζους, η αμείωτη ιδεολογική και πολιτική πάλη των αστικών ελληνικών κυβερνήσεων της Μέσης Ανατολής κατά της ΠΕΕΑ και του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, καθώς και η αιματηρή καταστολή, από τους Εγγλέζους και την ελληνική κυβέρνηση στο Κάιρο, της ηρωικής «Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης» (ΑΣΟ) τον Απρίλη του 1944.

Οι δυνάμεις που συμμετείχαν στο ΕΑΜ εξέφραζαν διαφορετικά συμφέροντα. Εκτός από το ΚΚΕ, συμμετείχαν και δυνάμεις σοσιαλδημοκρατικές, φιλελεύθερες, γενικά αστικής πολιτικής κατεύθυνσης. Επρεπε να θεωρηθεί βέβαιο ότι δεν ήταν δυνατό η εργατική τάξη να βαδίσει μαζί τους σε όλες τις φάσεις της πάλης, πολύ περισσότερο όσο πλησίαζε το τέλος της Κατοχής.

Ηταν, επίσης, αναγκαίο να μελετηθεί η τακτική του αντίπαλου (Εγγλέζων και των εγχώριων αστικών δυνάμεων) και να προσαρμοστεί ανάλογα η στρατηγική του ΚΚΕ. Εφόσον ο ταξικός αντίπαλος προετοιμαζόταν για την «επόμενη μέρα του πολέμου», για τις μεταπολεμικές πολιτικές εξελίξεις, έπρεπε να κάνει το ίδιο από τη δική του σκοπιά και ο λαϊκός παράγοντας.

Το ΚΚΕ έδωσε στον αγώνα χιλιάδες από τα καλύτερα παιδιά του. Δημιούργησε πρότυπα στάσης ζωής μέσα από ένα μαζικό ηρωισμό, που κλόνισε το αστικό πολιτικό σύστημα και οδήγησε τα αστικά κόμματα σε απομαζικοποίηση και ανυποληψία.

Δεν μπόρεσε, ωστόσο, να διαμορφώσει τη στρατηγική που θα οδηγούσε προς την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας. Υπέταξε την πάλη γι' αυτήν στις εθνικοαπελευθερωτικές επιδιώξεις και τότε ακόμη που οι συνθήκες επέβαλαν, ιδίως μετά το 1943, να θέσει το ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας ως αποτελέσματος της αντιστασιακής πάλης και επάθλου του λαϊκού αγώνα. Ετσι, οδηγήθηκε στην υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο εγγλέζικο στρατηγείο της Μ. Ανατολής (5 Ιούλη 1943) και αργότερα στις συμφωνίες του Λιβάνου (20 Μάη 1944) και της Καζέρτας (26 Σεπτέμβρη 1944), για να διατηρήσει και να διευρύνει την «εθνική ενότητα». Και δε διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις μιας πορείας που θα είχε μεγάλες πιθανότητες να οδηγήσει στη νίκη.

Η κριτική αποτίμηση του κινήματός μας βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση με τη λαθολογία και το μηδενισμό. Στοχεύει στην ισχυροποίηση του εργατικού κινήματος και γενικότερα του λαϊκού παράγοντα σήμερα. Αντίθετα, ο εξωραϊσμός αντικειμενικά οδηγεί στην αποδυνάμωση και στον ιδεολογικό παροπλισμό.

Τα διδάγματα από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έχουν θεμελιακή χρησιμότητα για την οργάνωση της επαναστατικής πάλης. Συναρτώνται με τη θεωρητική τεκμηρίωση της θέσης ότι στην καπιταλιστική βαρβαρότητα ο σοσιαλισμός και η κομμουνιστική προοπτική αποτελεί τη μόνη εναλλακτική λύση. Η επικαιρότητα και η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού δεν καθορίζονται από τον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων. Εχουν αντικειμενικό χαρακτήρα.

Ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό δε μεσολαβεί κάποιο ενδιάμεσο κοινωνικό σύστημα, άρα δεν μπορεί να υπάρξει και ενδιάμεση πολιτική εξουσία μεταξύ της αστικής και της επαναστατικής εργατικής εξουσίας.

Η ικανότητα του ΚΚ να επιβεβαιώνει τον αυτοτελή ιδεολογικοπολιτικό και οργανωτικό ρόλο του εκφράζεται με την επιστημονική θεμελίωση της στρατηγικής του, κατά συνέπεια με την αντικειμενική ανάλυση του καπιταλισμού, με την ορθή ανάλυση της διάταξης των ταξικών δυνάμεων, την τακτική του ταξικού αντίπαλου. Συνδέεται, τελικά, με την ανάπτυξη της θεωρίας του επιστημονικού κομμουνισμού.

Η αυτοτελής δράση του ΚΚ διασφαλίζει πολιτική συμμαχιών που δεν υποθηκεύει τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της εργατικής τάξης, στο όνομα κάποιων πρόσκαιρων επιτυχιών. Οι συμμαχίες, αναπόσπαστο στοιχείο της στρατηγικής μας, προϋποθέτουν συμβιβασμούς, που όμως δε θα θίγουν την προώθηση της στρατηγικής του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Επιβεβαιώθηκε ότι η εργατική τάξη είναι η μόνη κοινωνική δύναμη που μπορεί να ηγηθεί και πολιτικά στον αγώνα για την απελευθέρωσή της και να εκφράσει τα δικαιώματα όλων των καταπιεζόμενων δυνάμεων. Η εργατική τάξη ήταν εκείνη που συσπείρωσε γύρω της τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης και της υπαίθρου.

Ο πόλεμος διαμόρφωσε συνθήκες μεγάλης όξυνσης των κοινωνικοταξικών αντιθέσεων στο εσωτερικό κάθε χώρας. Το γεγονός ότι η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας περιεχόταν στον αντιφασιστικό χαρακτήρα του πολέμου, η στρατηγική του Κομμουνιστικού Κινήματος έπρεπε να το πάρει υπόψη της, ώστε να αντιμετωπίσει και την επίλυση του προβλήματος της εξουσίας.

Η ιστορική εξέλιξη έχει αποδείξει, με οδυνηρό πολλές φορές τρόπο, πως αν ο αστικός κρατικός μηχανισμός δεν τσακιστεί από τις επαναστατικές δυνάμεις, η δυνατότητα οικοδόμησης της διάδοχης εξουσίας τίθεται υπό αίρεση. Η αστική τάξη στο ζήτημα αυτό έχει μεγάλη εμπειρία.

Η κατοχή τόσων χωρών από τον «Αξονα» δεν μπορούσε να ήταν μακρόχρονη. Αντίθετα, προβλεπόταν σύντομη. Μαζί με την προσπάθεια να νικήσει η πλευρά που κάθε μερίδα της αστικής τάξης είχε επιλέξει (με τη Γερμανία ή με τη Βρετανία), η σκέψη και ο στόχος όλων ήταν στραμμένα στις μεταπολεμικές - μετακατοχικές εξελίξεις. Η στρατηγική τους προσαρμόστηκε εξαρχής σε αυτήν την κατεύθυνση, ιδιαίτερα όμως από το Φλεβάρη του 1943, μετά τη συντριβή των Γερμανών στο Στάλινγκραντ. Τότε άρχισε και η γρήγορη μαζικοποίηση των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, αλλά και η σχεδιασμένη δράση των αστικών δυνάμεων να εγκλωβίσουν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα σε δικό τους ελεγχόμενο δρόμο.

Αποδείχτηκε ακόμη ότι οι εθνικές και ιστορικές ιδιαιτερότητες, που ασφαλώς υπάρχουν και πρέπει να παίρνονται σοβαρά υπόψη στην επεξεργασία της στρατηγικής, δεν αναιρούν τις νομοτέλειες του καπιταλισμού, της ταξικής πάλης και τελικά της σοσιαλιστικής επανάστασης. Στο όνομα των εθνικών ιδιομορφιών, οι κουλάκοι της Γιουγκοσλαβίας θεωρήθηκαν σύμμαχοι του ΚΚ για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, «επειδή δε συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς και διαπαιδαγωγήθηκαν στον αντιφασιστικό αγώνα». Αντίθετα, η απαλλοτρίωσή τους στη Σοβιετική Ενωση ονοματίστηκε «εθνική ιδιομορφία» της.

Στις «εθνικές ιδιαιτερότητες» στηρίχτηκαν κατά καιρούς διάφορες πολιτικές επιλογές οπορτουνιστικού χαρακτήρα, όπως το μεταπολεμικό ρεύμα του λεγόμενου «ευρωκομμουνισμού». Αποδείχτηκε, ωστόσο, ότι παρά τις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας, η γραμμή του «ευρωκομμουνισμού» ήταν ίδια σε όλες: Ηταν η γραμμή της μεταρρύθμισης και της άρνησης της επαναστατικής πολιτικής. Ηταν η υιοθέτηση της οπορτουνιστικής κλασικής σοσιαλδημοκρατικής αντίληψης με κομμουνιστική εμφάνιση.

Το νέο ρεύμα του οπορτουνισμού, στις μεταπολεμικές συνθήκες, δεν αφορούσε μόνο στο κίνημα της καπιταλιστικής Ευρώπης. Συντέλεσε στη διαμόρφωση νέων δυσκολιών και πιέσεων στην πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Η ταξική πάλη συνεχίζεται και οξύνεται και μετά την κατάκτηση της επαναστατικής εξουσίας. Το απέδειξε η πορεία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ενωση. Η παραγνώριση των ταξικών κοινωνικών αντιθέσεων αργότερα οδήγησε στον υποκειμενισμό και στην κατασκευή ιδεολογημάτων που πληρώθηκαν ακριβά....

Οι αντιθέσεις ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές χώρες δεν είναι δυνατό να εξαλειφθούν. Μπορεί η στρατηγική τους κατά των λαών να είναι ενιαία, όμως ο ανταγωνισμός για την παγκόσμια κυριαρχία εντείνεται....

Ο λυσσαλέος ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός υπογραμμίζει ότι η ανθρωπότητα κάθε άλλο παρά έχει απαλλαγεί από τον κίνδυνο ενός νέου πιο γενικευμένου πολέμου.

Το εθνικό πεδίο πάλης παραμένει για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα ο κύριος χώρος δράσης και ανατροπής. Οσες πολιτικές δυνάμεις διακηρύσσουν ότι είναι ξεπερασμένο, είτε περιφρουρούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου, είτε έχουν παραιτηθεί και συμβιβαστεί, αρκούμενες στον εξωραϊσμό του καπιταλιστικού συστήματος. Ο συνεπής ταξικός αγώνας στην κάθε χώρα είναι η προϋπόθεση, για να υπάρχει συνεπής και αποτελεσματική διεθνής δράση.

Πολλά πράγματα στην ιστορική εξέλιξη επαναλαμβάνονται. Η πολιτική του «διαίρει και βασίλευε» αποτελεί πάγια ιμπεριαλιστική τακτική. Αποδείχτηκε αυτό και στις μέρες μας, στην προετοιμασία και διεξαγωγή των πολέμων στη Γιουγκοσλαβία, με την καλλιέργεια και αξιοποίηση του αναζωπυρωμένου εθνικισμού, του ρατσισμού, του θρησκευτικού φανατισμού και των φυλετικών διαφορών.

Δεν υπάρχει άλλη απάντηση από την πολιτική γραμμή που συμβάλλει στην ανάπτυξη του προλεταριακού διεθνισμού, της αντιιμπεριαλιστικής αλληλεγγύης και της κοινής δράσης, της διεθνούς ενότητας της εργατικής τάξης, της συσπείρωσής της με τα μικρομεσαία στρώματα της αγροτιάς και της πόλης.

Το ΚΚΕ έχει εμπιστοσύνη στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Και τώρα και τότε, στα χρόνια του πολέμου, το ΚΚΕ αναδείκνυε τη δύναμη που έχει ο λαός, όταν θελήσει να δράσει και να οργανώσει τον αγώνα του.

Τότε, όπως και σήμερα, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις και τα όργανά τους προσπαθούσαν να ενσπείρουν στη λαϊκή συνείδηση την ηττοπάθεια ή «φρονιμάδα». Να πείσουν το λαό ότι οι χιτλερικές στρατιές ήταν αήττητες, πως η αναμέτρηση μαζί τους ισοδυναμούσε με τρέλα. Αποκοτιά, ανάμεσα σε άλλα, βαφτίζουν σήμερα την αντιιμπεριαλιστική πάλη. Επισείουν σαν φόβητρο τον «κίνδυνο να απομονωθεί η χώρα»!

Αποδείχτηκε, πως όταν υπάρχει μια πρωτοπορία έτοιμη και αποφασισμένη, η λαϊκή ανταπόκριση στο κάλεσμα θα έρθει. Ο συσχετισμός των δυνάμεων δε μένει παγωμένος.

Η ανάγκη θα φέρει και την οργή. Η εποχή μας είναι εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Ο 21ος θα είναι ο αιώνας της αναζωογόνησης του Κομμουνιστικού Κινήματος, ο αιώνας νέων κοινωνικών επαναστάσεων, που θα φέρουν με μεγαλύτερη ωριμότητα και σταθερότητα την εργατική τάξη και τις άλλες λαϊκές δυνάμεις στην πολιτική εξουσία, για να είναι η ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών κίνητρο της οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης» (Από τις «Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για την "Αντιφασιστική Νίκη των Λαών"»).


Επιμέλεια
Στέφανος ΚΡΗΤΙΚΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ