Σάββατο 22 Μάη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΔΙΑ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ
Εξω στο δρόμο

Η νέα παράσταση «κυνηγάμε τους φοροφυγάδες» που βρίσκεται σε εξέλιξη δεν είναι τίποτα άλλο από στάχτη στα μάτια του λαού για να προωθείται ανεμπόδιστο το σύνολο της αντιλαϊκής πολιτικής. Ντόρος να γίνεται, να στρέφεται η προσοχή του κόσμου σε κραγμένες περιπτώσεις φοροδιαφυγής, να ξεχνά τη μεγάλη αρπαχτή που γίνεται σε βάρος των εργαζομένων, συνολικά των λαϊκών στρωμάτων μέσα από την τρομαχτική αύξηση τόσο των άμεσων όσο και των έμμεσων φόρων. Και το σημαντικότερο, να περνά στις λαϊκές συνειδήσεις η θέση ότι όλο αυτό το θέατρο είναι το περίφημο «κράτος δικαίου», έτσι που να σβήνει η πραγματικότητα ενός κράτους από και για το κεφάλαιο.

Το θέμα με τους οφειλέτες είναι πράγματι πιασάρικο, αν και μια προσεκτική ματιά στα νούμερα που το ίδιο το κυβερνητικό επιτελείο διαρρέει δείχνει πως το θέμα όπως φουντώνει έτσι και θα ξεφουσκώσει.

Αυτό που σίγουρα θα μείνει μετά την παράσταση είναι το χρήμα που συγκεντρώνεται από τα λαϊκά στρώματα στο κρατικό ταμείο, για να περάσει ως νέα «αναπτυξιακή» επιδότηση στο μεγάλο κεφάλαιο.

Το έργο εξελίσσεται σε τρεις πράξεις: Η κυβέρνηση νοικοκυρεύει τον τόπο. Κάποιοι λίγοι αντιδρούν. Η κοινωνία στηρίζει την κυβέρνηση.

Την ίδια ώρα τα μαντάτα λένε άλλα: Στα κανάλια οι δηλώσεις της εκπροσώπου του ΔΝΤ πέρασαν σαν βεβαίωση ότι δε ζητείται κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Το σύνολο, όμως, της τοποθέτησής της προαναγγέλλει από κατάργηση της κυριακάτικης αργίας ως και πλήρως απελευθερωμένο ωράριο, παραπέρα χτύπημα δηλαδή στο κρίσιμο μέγεθος που λέγεται «σταθερός χρόνος εργασίας», όπου κάθε «ελαστικότητά» του σημαίνει αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης. Βεβαιώνει για αύξηση της ανταγωνιστικότητας μέσα από την τήρηση των συμφωνημένων, που σε απλή μετάφραση για το κεφάλαιο σημαίνει με κάθε τρόπο πιο φτηνοί εργάτες.

Η επικέντρωση στα δώρα Χριστουγέννων - Πάσχα και στο επίδομα αδείας («θα κοπούν - δε θα κοπούν») είναι σαν κάτι αντιδράσεις - μαϊμού που εκδηλώνονται με αφορμή το σχέδιο «Καλλικράτης». Κρύβουν, δηλαδή, το σύνολο του αντεργατικού πλαισίου. Οι μισθοί εξανεμίζονται στην πράξη από τις τιμές στην αγορά, οι κατοχυρώσεις των συλλογικών συμβάσεων καταργούνται με το εφεύρημα του μισθού του νεοεισερχόμενου στην παραγωγή που ισοδυναμεί πια με το ποσό του επιδόματος ανεργίας, οι ασφαλιστικές εισφορές χαρίζονται στους εργοδότες με το εφεύρημα της επιδότησης της εργασίας. Χάνονται, δηλαδή, πολλά περισσότερα από τους «δύο μισθούς» που ήδη τους έχουν κόψει.

Για την εργατική τάξη πρέπει να είναι απόλυτα καθαρό πως όλο αυτό το πακέτο πρέπει να απορριφθεί, είναι μια συνολική ρύθμιση, δε χωρίζει σε κάτι που μπορείς να κρατήσεις και κάτι να πετάξεις.

Από την πλευρά της η κυβέρνηση γνωρίζει πια καλά πως η εφαρμογή της πολιτικής της δεν μπορεί να είναι περίπατος. Το βεβαιώνουν οι χιλιάδες των απεργών που ανταποκρίνονται στο ένα μετά το άλλο τα καλέσματα του ΠΑΜΕ, και το γεγονός ότι η ΓΣΕΕ παρά τις διάφορες «ενέσεις σωτηρίας» έχει κατοχυρωθεί πλέον στις εργατικές συνειδήσεις σαν ένα παραμάγαζο του ΣΕΒ και της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής.

Απέναντι σ' αυτή την προοπτική η κυβέρνηση πασχίζει να εμφανίσει ότι έχει λαϊκές συμμαχίες. Εστω κι αν γίνεται καταγέλαστη. Οπως στην περίπτωση της Ρόδου, όπου έστησε μια «απειλή» - μαϊμού (κανείς δεν απείλησε με κανέναν αποκλεισμό) για να εμφανιστεί στη συνέχεια να χειροκροτεί αυτούς που «αυθορμήτως» έσπευσαν να δηλώσουν συμπαραστάτες της. Αποκαλύπτει τις προθέσεις της όταν ο αρμόδιος υπουργός ζητάει ουσιαστικά να γενικευτεί ο «κοινωνικός αυτοματισμός» με παράδειγμα τη Ρόδο. Για να αποδείξει έτσι πως ακόμα και ένα «αθώο» υπουργείο όπως του πολιτισμού γίνεται επικίνδυνο στα πλαίσια μιας αντεργατικής πολιτικής.

Στο μεγάλο μέτωπο, αυτό της καπιταλιστικής κρίσης, η μία μετά την άλλη πια οι αναλύσεις στα έντυπα του ίδιου του κεφαλαίου μιλάνε για ένα φαύλο κύκλο, δείχνουν σ' ό,τι αφορά στην Ευρώπη ευθέως πλέον το «γερμανικό πρόβλημα», έναν καπιταλισμό, δηλαδή, που δυνάμωσε τόσο που αναγκαστικά περνά κρίση συμπαρασύροντας στη βύθιση κάθε οικονομία που συνδέεται μαζί του. Αυτό στο φόντο του γενικότερου ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού προδιαγράφει συνεχή ένταση μεταξύ μερίδων του κεφαλαίου και κρατών, τις επιπτώσεις του οποίου πάση θυσία δεν πρέπει να πληρώσει η εργατική τάξη.

Αρκεί η απόφαση να είναι διαρκώς καθαρή: Το παράδειγμα της Ελλάδας - μια κυβέρνηση αποφασισμένη να τσακίσει τους εργάτες - να γίνει το αντίστροφό του: Το μέτωπο της εργατικής τάξης με τους συμμάχους της να γίνεται ολοένα και πιο ικανό με την πάλη του ώστε να αλλάξει την τάξη που βρίσκεται στην εξουσία, έτσι που πράγματι «την κρίση να πληρώσει η ολιγαρχία».


Επιμέλεια:
Θανάσης ΛΕΚΑΤΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ