Κυριακή 20 Ιούνη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Απορρίπτεται, απορρίπτεται, απορρίπτεται...

Μια αναδρομή στη λογοκρισία στο λαϊκό τραγούδι και ...όχι μόνο

Ο Απόστολος Καλδάρας
Ο Απόστολος Καλδάρας
«Οι φόροι και τα κόμματα φέραν αυτή την κρίση/ που κάνανε τον άνθρωπο να μην μπορεί να ζήσει», τραγουδούσε ο Κώστας Ρούκουνας, το 1934, ενώ ο Μπάμπης Μπακάλης λίγο αργότερα «Τα φράγκα κάνανε φτερά, για μένα δεν υπάρχουν και όμως άλλοι, φίλε μου, με το τσουβάλι τα 'χουν... Κοιτώ την άδεια τσέπη μου και βαριαναστενάζω, κι αν είναι έτσι, σίγουρα, τη βγάζω δεν τη βγάζω».

Το τραγούδι ήταν πάντα ο καθρέφτης της εποχής, κάτι σαν ακτινογραφία της ψυχής του Ελληνα. H φτώχεια στο λαϊκό τραγούδι κατείχε σημαντική θέση, αλλά σπάνια είχε συγκεκριμένες πολιτικές αιχμές, καθώς η κρατική λογοκρισία τις περισσότερες φορές παρενέβαινε σε όσα θεωρούσε ότι μέμφονταν την εξουσία ή πίστευαν ότι θα μπορούσαν να ξεσηκώσουν το λαό εναντίον της. Από τη μεταξική δικτατορία, με πρόσχημα τα χασικλίδικα τραγούδια, η λογοκρισία εδραίωσε έναν ασφυκτικό κλοιό «κόβοντας» ό,τι την ενοχλούσε. Με λίγα λόγια, η λογοκρισία ρύθμιζε, «έκοβε» ή ενέκρινε, άλλαζε ή «διόρθωνε» τη δημιουργία.

Μεταξική λογοκρισία

Ο Μάρκος Βαμβακάρης θυμόταν τη λογοκρισία του Μεταξά. Και για την... αυτολογοκρισία που επέβαλαν οι εταιρείες: «Ολα μου τα πρώτα τραγούδια ήτανε χασικλίδικα. Από το '34 που ήτανε η αρχή, ήτανε όλα τέτοια κι αυτά βγήκανε σε δίσκους. Μετά περίλαβε ο Μεταξάς και γράφαμε αλλιώτικα. Με φώναξαν στη λογοκρισία και μου είπαν: Θα σταματήσεις απ' αυτό το γράψιμο, δε θα γράφεις τέτοια πράγματα (...) Το τραγούδι μπορεί να στο φάει η λογοκρισία από διάφορα λόγια, διάφορες έννοιες που δεν τους αρέσουν (...) Τα προσέχω εκείνα που είναι επίφοβα να μην περάσουν, δεν τα βάζω. Προσπαθώ να μην πηγαίνω σ' αυτά που θα τ' απορρίψουν (...) Από τότε που άρχισε η λογοκρισία ποτέ δεν γράφω χωρίς αυτή τη σκέψη (...)

Ο Γιάννης Παπαϊωάννου
Ο Γιάννης Παπαϊωάννου
Το 1936 λογοκρίνεται η «Βαρβάρα» του Τούντα. Τραγούδι που προκάλεσε σκάνδαλο την εποχή που κυκλοφόρησε. Σατιρικό, με έξυπνα σεξουαλικά υπονοούμενα, θεωρήθηκε από το φασιστικό καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά άκρως προσβλητικό για τη δημόσια αιδώ - και επιπλέον, φήμες ανέφεραν πως το τραγούδι αναφερόταν στην κόρη του Μεταξά. Γνώρισε τεράστια επιτυχία. Λέγεται πως σε μια Ελλάδα με 10.000 γραμμόφωνα, πούλησε γύρω στους 90.000 δίσκους. Το τραγούδι απαγορεύτηκε, ενώ ο Τούντας οδηγήθηκε στο δικαστήριο και καταδικάστηκε σε βαρύ χρηματικό πρόστιμο. Η αστυνομία έψαξε, μάζεψε και έσπασε όσα αντίτυπα της «Βαρβάρας» βρήκε. Ο Τούντας απάντησε ξανακυκλοφορώντας το τραγούδι με άλλους στίχους και άλλους τίτλους και η επιτυχία συνεχίστηκε. Ωστόσο, αυτή η υπόθεση στάθηκε αφορμή να επιβληθεί η λογοκρισία και να ξεκινήσει η προσπάθεια να αφανιστεί οτιδήποτε θύμιζε Ανατολή. Ετσι εξαφανίστηκαν αρκετοί Μικρασιάτες συνθέτες που αρνήθηκαν να προσαρμοστούν σε ένα πιο «δυτικό στυλ» (ήχος, τρόπος), ή όσοι έγραφαν τολμηρούς στίχους (για ναρκωτικά, κανόνες «μαγκιάς», νόμους του υποκόσμου κ.τ.λ.). Η θέση του Τούντα στις δισκογραφικές εταιρείες αποδυναμώθηκε. Παρ' όλα αυτά, εκείνος συνέχισε να γράφει μέχρι το 1941 που οι Γερμανοί έκλεισαν τα εργοστάσια δίσκων. Πολλοί συνθέτες της εποχής Βαγγέλης Παπάζογλου, Ανέστος Δελλιάς, Γιώργος Μπάτης, Γιοβάν Τσαούς και άλλοι σταμάτησαν να ηχογραφούν το 1937 επειδή αρνούνταν να δεχτούν να υποβάλλονται τα έργα του σε λογοκρισία την οποία επέβαλε το καθεστώς του Μεταξά.

Ηδη από το πρώτο βράδυ, της 4ης Αυγούστου, το καθεστώς επέβαλε αυστηρή λογοκρισία. Ιδρύθηκαν ειδικές επιτροπές λογοκρισίας για τον Τύπο, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Κατασχέθηκαν τα βιβλία που δεν άρεσαν στο καθεστώς και οργανώθηκαν δημόσιες τελετές για να καούν, κατά τα χιτλερικά πρότυπα. Στον Index των απαγορευμένων δεν περιλαμβάνονταν μόνο τα έργα των μαρξιστών, αλλά και του Φρόιντ, του Τσβάιχ, του Ντοστογιέφσκι, του Γκαίτε, ακόμα και του Παπαδιαμάντη και του Καρκαβίτσα. Λογοκρίθηκε ακόμα και ο «Επιτάφιος του Περικλή», ενώ απαγορεύθηκε και η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή που επρόκειτο να ανεβάσει το Εθνικό Θέατρο. Μετά τον θόρυβο που δημιουργήθηκε, η παράσταση ανέβηκε, χωρίς όμως κάποιους «επιλήψιμους» στίχους. Ο Κάρολος Κουν είχε αφηγηθεί στην ΕΡΤ (12/9/84) την προσωπική του περιπέτεια: «Με κάλεσαν στην Ασφάλεια του Μεταξά για απολογία επειδή παρουσιάζω κομμουνιστικά έργα. Τους ρώτησα να μου πουν ποια έργα που ανεβάζω είναι κομμουνιστικά και μου απάντησαν "Ο Πλούτος" του Αριστοφάνη και "Ο κατά φαντασίαν ασθενής" του Μολιέρου»!

Αλληγορικό... καμουφλάζ

Μάρκος Βαμβακάρης και Βασίλης Τσιτσάνης
Μάρκος Βαμβακάρης και Βασίλης Τσιτσάνης
Μην απελπίζεσαι και δε θ' αργήσει/κοντά σου να 'ρθει μια χαραυγή/καινούργια αγάπη να σου ζητήσει/Κάνε λιγάκι υπομονή/Διώξε τα σύννεφα απ' την καρδιά σου/και μες στο κλάμα μη ξαγρυπνάς/Τι κι αν δεν βρίσκεται στην αγκαλιά σου;/Θα 'ρθεί μια μέρα, μην το ξεχνάς./ Γλυκοχαράματα θα σε ξυπνήσει/κι ο έρωτάς σας θ' αναστηθεί./ Καινούργια αγάπη θα ξαναζήσεις,/ κάνε λιγάκι υπομονή.

Το τραγούδι κυκλοφόρησε το 1949 με τη φωνή της Σωτηρίας Μπέλλου. Πρόκειται σε πρώτη ανάγνωση για ένα ερωτικό τραγούδι. Σύμφωνα όμως με τον Νέαρχο Γεωργιάδη (Ρεμπέτικο και πολιτική. Σχολιασμένη ανθολόγηση του λαϊκού τραγουδιού, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1993, σελ. 295) ανήκει στην κατηγορία των αλληγορικών τραγουδιών του Βασίλη Τσιτσάνη. Λόγω της λογοκρισίας που υπήρχε στους στίχους αλλά και τη μουσική ήδη από την εποχή του δικτάτορα Μεταξά, πολλοί συνθέτες αναγκάζονταν να καμουφλάρουν όσα ήθελαν να πουν και να τα ντύνουν με το ένδυμα ερωτικών τραγουδιών. Μια πρώτη ένδειξη για την πολιτική σημασία του τραγουδιού είναι η απαγόρευσή του που επαναλαμβανόταν σε διαταγές της αστυνομίας ακόμα και μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου. Οι χωροφύλακες έσπαγαν με λύσσα τις πλάκες με αυτό το τραγούδι, όπου κι αν το συναντούσαν (βλ. Νέαρχος Γεωργιάδης, ό.π., σελ. 183). Σε μια σειρά τραγουδιών του Τσιτσάνη της περιόδου αυτής η έννοια «συννεφιά» δηλώνει την άσχημη κατάσταση του εμφυλίου, ενώ η «χαραυγή» την καλυτέρευση αυτής της κατάστασης και την επιστροφή των εξορίστων από τους τόπους εξορίας τους.

Η «τετράς του Πειραιώς»: Βαμβακάρης, Ανέστης Δελιάς, Γιώργος Μπάτης, Στράτος Παγιουμτζής
Η «τετράς του Πειραιώς»: Βαμβακάρης, Ανέστης Δελιάς, Γιώργος Μπάτης, Στράτος Παγιουμτζής
Με τη μεταξική λογοκρισία, όμως, για πρώτη φορά εκτός από τη στιχομυθία των τραγουδιών μπαίνει στο στόχαστρο και η μουσική τους. Τα ημιτόνια και η ανατολική ασυγκέραστη κλίμακα. Αμεσος σκοπός η κατάργηση της μουσικής των προσφύγων με τα σαντουρόβιολα και τους αμανέδες, ή η περιθωριοποίησή τους, γεγονός που επετεύχθη. Από αυτήν την περίοδο και μετά το ρεμπέτικο, ή λαϊκό, τραγούδι στηρίχτηκε περισσότερο στις δυτικές αρμονίες, τα μινόρε και τα μαντζόρε. Τα καραντουζένια και τα παλιά κουρδίσματα των μπουζουκιών άλλαξαν, εν πολλοίς. «Ξαφνικά το 1936» - διηγείται σε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις ο Γιάννης Παπαϊωάννου - «απαγορεύονται τα λαϊκά τραγούδια. Παίρνω τότε το μπουζούκι μου και πάω στη λογοκρισία. Λέω: Κύριοι, αφού το όργανο είναι κατηγορούμενο, πρέπει να απολογηθεί. Επαιξα ένα μινόρε και συγκινηθήκανε. Γρήγορα δόθηκε η άδεια να συνεχίσουμε. Ηταν η πρώτη νίκη μου».

Από τραγούδι διαμαρτυρίας... σε ερωτικό

Οταν ο Απόστολος Καλδάρας γράφει το τραγούδι «Σ' ένα βράχο φαγωμένο» αναφέρεται στη Μακρόνησο, τόπο εξορίας από το 1947. Με ακρίβεια κι επιγραμματικότητα ζωγράφισε ο Απόστολος Καλδάρας τόσο το τοπίο όσο και τη μαρτυρική ζωή των εξορίστων της Μακρονήσου. Γράφει λοιπόν:

Σ' ένα βράχο φαγωμένο/από κύμα αγριωπό/ένα σούρουπο είχα κάτσει/λίγο να συλλογιστώ/Κάθε βήμα στη ζωή μου/είναι πόνος και συμφορά/θέλω ο δόλιος να πετάξω/μα δεν έχω τα φτερά/Ετσι μ' έχει καταντήσει/των ανθρώπων η οργή/στρώμα να 'χω τα χορτάρια/και προσκέφαλο τη γη.

Ομως η λογοκρισία αντικαθιστά την έκφραση «των ανθρώπων η οργή» με τα λόγια «μιας γυναίκας η οργή», αλλιώς ήταν αδύνατο να γραμμοφωνηθεί. Ετσι από τραγούδι κοινωνικής αδικίας και διαμαρτυρίας μετατράπηκε σε ερωτικό.

Ο Παναγιώτης Τούντας
Ο Παναγιώτης Τούντας
Την ίδια τύχη είχε και το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» του Καλδάρα... «το σκοτάδι είναι βαθύ κι όμως ένα παλικάρι δεν μπορεί να κοιμηθεί/ Αραγε τι περιμένει απ' το βράδυ ως το πρωί στο στενό το παραθύρι που φωτίζει με κερί/ Πόρτα ανοίγει πόρτα κλείνει με βαρύ αναστεναγμό ας μπορούσα να μαντέψω της καρδιάς του τον καημό».

Το τραγούδι αυτό, το αυτολογόκρινε ο Απόστολος Καλδάρας, προκειμένου να ξεπεράσει τα εμπόδια της λογοκρισίας. Οι αρχικοί στίχοι του τραγουδιού ήταν: αντί «το σκοτάδι είναι βαθύ», έλεγε «νύχτωσε και στο Γεντί». Αντί «που φωτίζει με κερί» έλεγε «που φωτίζει το κελί». Ενώ η τελευταία στροφή του τραγουδιού έλεγε: «Πόρτα ανοίγει πόρτα κλείνει / μα διπλό είναι το κλειδί / τι έχει κάνει και το ρίξαν / το παιδί στη φυλακή».

Με το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, το 1967, η λογοκρισία σφίγγει τα λουριά. Οι συνθέτες είχαν την υποχρέωση πριν κυκλοφορήσουν ένα τραγούδι να υποβάλουν τους στίχους και την παρτιτούρα για έγκριση. Τραγούδια και στίχοι που είχαν αντιστασιακό χαρακτήρα ή χαρακτήρα διαμαρτυρίας δεν είχαν καμία τύχη για κυκλοφορία. Οσα περιέχουν «ακατάλληλες» λέξεις ή νοήματα, παλιά ή καινούρια, απαγορεύονται ή τροποποιούνται, όπως το τραγούδι του Ακη Πάνου με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση «Θα κλείσω τα μάτια, θ' απλώσω τα χέρια μακριά απ' τη φτώχεια, μακριά απ' τη μιζέρια» που γίνεται «Θα κλείσω τα μάτια, θ' απλώσω τα χέρια να 'ρθουν να φωλιάσουν λευκά περιστέρια» και ηχογραφείται εκ νέου με τη Βίκυ Μοσχολιού!

Ενώ λοιπόν, ο Μπιθικώτσης τραγουδά: Τον έρωτα φαρμάκωσε η μιζέρια, κομμάτιασε η φτώχεια την καρδιά. Δεν ήρθανε για μας τα καλοκαίρια και έγιν' η ζωή τόσο βαρειά/Θα κλείσω τα μάτια, θ' απλώσω τα χέρια, μακριά από τη φτώχεια, μακριά απ' τη μιζέρια. Θα πάρω τη στράτα και γω τη μεγάλη, θα κλείσω τα μάτια, και όπου με βγάλει/ Που να βρεθεί ντροπή να με κρατήσει/ Στη λάσπη και στην ξύλινη σκεπή/ Τη φτώχεια που μας έχει γονατίσει, τη νιώθω μεγαλύτερη ντροπή/ θα κλείσω τα μάτια κι όπου με βγάλει ...

Το τραγούδι ενόχλησε και το 1970, όταν το ερμήνευσε η Βίκυ Μοσχολιού, ο Πάνου έβαλε ανώδυνες λέξεις.

«Σε πότισα το πιο γλυκό μου δάκρυ με πότισες τον πιο γλυκό καημό σε άγγιξα στου ονείρου μου την άκρη και στράγγιξα τον πρώτο στεναγμό /Θα κλείσω τα μάτια θ' απλώσεις τα χέρια να βρουν να φωλιάσουν λευκά περιστέρια/ αγάπη μου πρώτη αγάπη μεγάλη θα κλείσω τα μάτια κι όπου με βγάλει/ Λαχτάρησα ζωή απ' τη ζωή σου λαχτάρησες το φως του αυγερινού/ στα σύννεφα περπάτησα μαζί σου κι ανοίξανε οι πόρτες τ' ουρανού /Θα κλείσω τα μάτια θ' απλώσεις τα χέρια να βρουν να φωλιάσουν λευκά περιστέρια/ αγάπη μου πρώτη αγάπη μεγάλη θα κλείσω τα μάτια κι όπου με βγάλει»...

...τα κόκκινα μολύβια

Στα χρόνια της χούντας, ο παράγων λογοκρισία μάστιζε την καλλιτεχνική δημιουργία σε κάθε της έκφανση. Η λογοκρισία ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους η επιχειρηματική προσπάθεια του Στέλιου Καζαντζίδη στο χώρο της δισκογραφίας απέτυχε. Μπορεί βέβαια, λίγο πριν τη χούντα ο Καζαντζίδης να απέσπασε, έπειτα από αγώνα και επιμονή, την πολυπόθητη άδεια από το υπουργείο Βιομηχανίας για τη δημιουργία της δικής του δισκογραφικής (η γνωστή «STANDARD»), εν τούτοις όμως, η εταιρεία του δε λειτούργησε ποτέ αυτόνομα. Ο ίδιος ο Καζαντζίδης είχε πει: «Η λογοκρισία εσκεμμένα σαμποτάριζε ό,τι τραγούδια τους πήγαινα. Με ένα X, με κόκκινο μολύβι, «Απορρίπτεται, απορρίπτεται, απορρίπτεται». Μου πέρασαν κάτι τραγουδάκια μόνο, που μίλαγαν για ακροθαλασσιές και για γλάρους. Αυτά τα έβαζα επίτηδες για να δω αν θα τα κόψουνε κι αυτά. Ο,τι τραγούδι είχα βαρύ, το ήξεραν αυτοί ότι προορίζεται για μένα. Ο,τι με περιεχόμενο λαϊκό μου το κόβανε μεθοδευμένα πλέον. Τα ίδια τραγούδια τα πέρναγαν για τον Μάτσα ή το Λαμπρόπουλο. Εγώ τι θα έλεγα; Τι θα τραγούδαγα; Τις δαντελένιες ακρογιαλιές της ελληνικής θάλασσας; Είχα αγανακτήσει! Εμένα με τσάκισε η λογοκρισία.» («Υπάρχω» σελ. 154 - 155, Εκδόσεις «Λιβάνη»).

Πολλοί καλλιτέχνες λογοκρίθηκαν κατά την εΕπταετία. Πέρα από τις σφραγίδες και τα κόκκινα μολύβια, με τα οποία σημείωναν τους «ακατάλληλους» δίσκους, οι υπεύθυνοι του καθεστώτος κολλούσαν μέχρι και τσιρότα (πραγματικά τσιρότα!), ώστε να αποτρέψουν την αναπαραγωγή των δίσκων στα πικάπ της Ελληνικής Ραδιοφωνίας.

Ο Μίκης Θεοδωράκης, βρισκόμενος στον Καναδά το 1973, ετοιμάζει τον κύκλο τραγουδιών «Στην Ανατολή». Ως ερμηνευτές επιλέγονται ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Χάρις Αλεξίου. Τέσσερις μήνες μετά την πτώση της χούντας κυκλοφορεί ο δίσκος «Στην Ανατολή». Δίνεται στον Καζαντζίδη η δυνατότητα να τραγουδήσει ξανά, ελεύθερος, αυτά που θέλει. Ετσι τουλάχιστον νόμισε. Ο δίσκος, παρά τις ευνοϊκές συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί και παρά τη σύμπραξη δύο κορυφαίων Ελλήνων, δεν είχε την επιτυχία που ανέμεναν.

Το 1967, ο Μητροπάνος ηχογραφεί τον πρώτο του 45άρη δίσκο, με το τραγούδι «Θεσσαλονίκη». Είχε προηγηθεί η ηχογράφηση του τραγουδιού «Χαμένη Πασχαλιά» (Κουμπή - Ιατρόπουλου), το οποίο όμως λογοκρίθηκε από τη χούντα και δεν κυκλοφόρησε ποτέ.

Καπνός φωτιά και λάσπη/Αχ τι δίκοπος καιρός/ Χειμώνας και καλοκαιριά/ Πήγε στα χαμένα/Και τούτη η Πασχαλιά / Καημός ιδρώτας κι αίμα/Αχ τι ανάποδη ζωή/ Πλάκωσε πάλι η συννεφιά/ Πήγε στα χαμένα/Κι ετούτη η Πασχαλιά / Μάνα μου φως κι ελπίδα/ Αχ και να' ρθει ο πλερωμός/ Να μην κρυώνουν τα παιδιά/ Μην πάει στα χαμένα/Κι ετούτη η Πασχαλιά...

Αλλά και μετά την πτώση της χούντας και με το ξεκίνημα της μεταπολίτευσης, η πρακτική της λογοκρισίας παρέμεινε, αυτή τη φορά για να προστατεύει τα χριστά ήθη της συντηρητικής ελληνικής κοινωνίας. Τραγούδια όπως το «Ενας νέγρος από το Τζιμπουτί» λογοκρίθηκαν και συνάντησαν μεγάλες δυσκολίες πριν καταφέρουν να κυκλοφορήσουν.

Ο Γουίλι ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί όταν από τη βάρδια του τη βραδινή σχολούσε στην κάμαρά μου ερχότανε γελώντας να με βρει κι ώρες πολλές για πράγματα περίεργα μου μιλούσε Μου 'λεγε πώς καπνίζουνε στο Αλγέρι το χασίς και στο Αντεν πώς χορεύοντας πίνουν την άσπρη σκόνη κι έπειτα πώς φωνάζουνε και πώς μονολογούν όταν η ζάλη μ' όνειρα περίεργα τους κυκλώνει....

Λογοκρισία... η διεθνής

Στην Τριενάλε της Αυστραλίας, επετράπη μεν η έκθεση των έργων των καλλιτεχνών από τη Βόρεια Κορέα, αλλά όχι και η είσοδος των ίδιων των καλλιτεχνών. Η αυστραλιανή κυβέρνηση απαγόρευσε την επίσκεψή τους στη χώρα, υποστηρίζοντας ότι το στούντιό τους αποτελεί εργαλείο προπαγάνδας της κομμουνιστικής κυβέρνησης της Βόρειας Κορέας. Εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Αυστραλίας προσέθεσε ότι η λογοκρισία προέκυψε ως αντίδραση στο πρόγραμμα πυρηνικών εξοπλισμών και πυραύλων της χώρας. Ο διευθυντής της γκαλερί Κουίνσλαντ, όπου θα συνεχίσουν οι πίνακες να εκτίθενται, δήλωσε: «Σεβόμαστε τις επιθυμίες της κυβέρνησης, αλλά είμαστε πολύ απογοητευμένοι», προσθέτοντας ότι τα έργα είναι «εξαιρετικά δυνατά και όμορφα».

Παράδειγμα λογοκρισίας με πολιτικά κριτήρια που καταγράφηκε στην Βρετανία είναι ο αποκλεισμός του «Sad Affair» των Marxman, ενός hip hop τραγουδιού που εξέφραζε την διαφωνία του με την παρουσία του βρετανικού στρατού στη Βόρεια Ιρλανδία. Το τραγούδι αποκλείστηκε από σχεδόν όλους τους βρετανικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς.

Αλλά και το συγκρότημα «The Police» του διάσημου Sting έπεσε θύμα της βρετανικής λογοκρισίας, όταν το 1981 το τραγούδι τους «Invisible Sun» με στίχους εμπνευσμένους από την Βόρεια Ιρλανδία αποκλείστηκε από το BBC.

Αλλά και ο «Clear Channel Communications», ο μεγαλύτερος όμιλος παγκοσμίως στο χώρο του ραδιοφώνου, με περισσότερους από 1.200 σταθμούς σε όλες τις ΗΠΑ, μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης έδωσε σε όλους τους σταθμούς που του ανήκουν έναν κατάλογο με τραγούδια που δεν θα έπρεπε να μεταδίδονται για να μην προκαλούν το κοινό αίσθημα. Στη λίστα περιλαμβάνονταν 166 τραγούδια μεταξύ των οποίων όλα τα τραγούδια του Rap - Metal αντικυβερνητικού συγκροτήματος «Rage against the Machine» (Οργή ενάντια στο σύστημα) αλλά και γνωστά τραγούδια από διάσημους καλλιτέχνες όπως το «Knocking On Heavens Doors» του Bob Dylan που τραγουδήθηκε και από τους Guns N' Roses, το «What a wonderful world» του Louis Armstrong, το «Dust in the wind» από τους Kansas, «It's the end of the world as we know it» από τους REM και άλλα τραγούδια με τίτλους όπως «Safe in New York City», «Rescue me», «Have you seen her», «In the air tonight», «Crash into me» και «Leaving on a jet plane».

Ο όμιλος αρνήθηκε ότι υπήρξε επίσημο μνημόνιο που στάλθηκε στους σταθμούς παρόλο που αντιπρόσωπος της εταιρείας το είχε επιβεβαιώσει σε προηγούμενες δηλώσεις του.


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ