Τετάρτη 19 Γενάρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
Θέατρο
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Επίκαιρος Πίντερ και σύγχρονο ελληνικό έργο
«Ο επιστάτης» στο «Απλό Θέατρο»

«Μια τεράστια έκρηξη»
«Μια τεράστια έκρηξη»
Το 1951, με τα κτιριακά ρημάδια στις λαϊκές περιοχές του Λονδίνου να θυμίζουν τις «πληγές» του πολέμου και την προσπάθεια του ανίσχυρου ανθρώπου για να επιβιώσει, ο Χάρολντ Πίντερ γράφει τον «Επιστάτη», έργο που πρωτοπαίχθηκε το 1960 και τον έκανε διάσημο. Ρεαλιστής και ψυχογράφος, με συμπόνια για τον απλό άνθρωπο, αλλά και ειρωνίζουσα κριτική ματιά για τα «κουσούρια», τις σχέσεις και συμπεριφορές του, ο Πίντερ έπλασε τρία, δύστυχα κατ' ουσίαν, πρόσωπα, σύμβολα της αποτυχίας του ανθρώπου να απαλλαγεί από τις «πληγές» της μνήμης του και της αγωνίας του να έχει νόημα και προορισμό η ζωή του, της ανάγκης του για συνύπαρξη και επικοινωνία με έναν άλλο άνθρωπο. Τη συνύπαρξη, όμως, καταστρέφει η προσπάθεια του ανθρώπου να «επιβληθεί» επί του άλλου, ακόμα και αν πρόκειται για εξίσου ανήμπορους και έρημους ανθρώπους, όπως είναι στο πιντερικό έργο ο Αστον και ο Μικ, δύο ορφανεμένα από γονείς, αδέλφια, καθώς και ο άστεγος, άνεργος, ανασφάλιστος, κουρελής, περιφερόμενος με πλαστά ονόματα στους δρόμους ηλικιωμένος Ντέιβις. Τρεις φουκαράδες, τρεις σακατεμένες υπάρξεις. Ο Αστον, που μικρός ακόμα, με σύμφωνη τη μάνα του, υπέστη ηλεκτροσόκ σαν ψυχολογική «θεραπεία», ζει ολομόναχος στην ερειπιώδη, γεμάτη άχρηστα αντικείμενα, σοφίτα ενός παλιού σπιτιού, ιδιοκτησία, υποτίθεται, του αδελφού του, στο οποίο μένουν και μαύροι μετανάστες. Τραυματισμένη ύπαρξη ο Αστον, ονειρεύεται μεν να σουλουπώσει το ερείπιο, αλλά μόνος αδυνατεί. Περιφέροντας τη μοναξιά του στους δρόμους, μια παγερή νύχτα συναντά τον γερο-Ντέιβις και του προσφέρει ύπνο στη σοφίτα του, χωρίς να διανοηθεί τη λαϊκή παροιμία «ήρθαν τα άγρια να διώξουν τα ήμερα», ότι ένας πιο «άμοιρος» από αυτόν, ασκημένος να επιζεί στην αγριότητα του κοινωνικού περιθωρίου, θα προσπαθήσει να «επιστρατεύσει» τη συμβίωσή τους, εκμεταλλευόμενος και τα «όνειρα» που - ματαίως - κάνει ο, επίσης, μόνος, έρημος και ανήμπορος Μικ για μια πολυτελή ανακαίνιση του ερειπίου, με «επιστάτη» το γέρο. Το υπόγεια σκληρό «παιχνίδι» των ορίων των σχέσεων, της συνύπαρξης και της «εξουσίας» του καθενός επί του άλλου, τελειώνει σε βάρος του πιο ανίσχυρου, στην προκειμένη περίπτωση του γέρου που ξαναπετιέται στο δρόμο, αλλά και με τη συνέχιση της ερημίας των δύο μοναχικών αδελφών. Το έργο, στη γνωστή μετάφραση του Κώστα Σταματίου, με λεπτομερειακά νατουραλιστικό σκηνικό και κοστούμια της Μαγιού Τρικεριώτη, με έμμεσα σχολιαστική τζαζ μουσική της Ελένης Καραΐνδρου και ατμοσφαιρικούς φωτισμούς του Ανδρέα Σινάνου, χάρη στο ρεαλιστικό μέτρο, στη λεπτομερή ψυχογράφηση και των τριών προσώπων, στο υποδόριο χιούμορ και στον καλοδουλεμένο από τη σκηνοθεσία του Αντώνη Αντύπα λόγο, αποτελεί μια παράσταση που τιμά και την πιντερική δραματουργία και το τριαντάχρονο «Απλό Θέατρο». Ο Δημήτρης Καταλειφός (Ντέιβις) καταθέτει μια σπουδαία ερμηνεία, πλάθοντας, με ισόποσες και ισόρροπες δόσεις, με υπόκρυφη δραματικότητα, αλλά και σαρκασμό, ένα πονηρεμένο από την ανάγκη, καχύποπτο, φοβικά επιθετικό, θρασύδειλο, βαθύτατα απελπισμένο πλάσμα. Μετρημένα αισθαντική και μελαγχολική η ερμηνεία του Λαέρτη Βασιλείου (Αστον). Πολύ καλή (αλλά με χειρονομιακή υπερβολή και φωνητικές αδυναμίες) η ερμηνευτική προσπάθεια του πρωτοεμφανιζόμενου Χάρη Φραγκούλη (Μικ).

«Μια τεράστια έκρηξη» στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου»

 «Ο επιστάτης»
«Ο επιστάτης»
Η «εκρηκτική» περίοδος στη ζωή του ανθρώπου, δηλαδή η εφηβία αγοριών και κοριτσιών, με τις «εκρηκτικές», σήμερα, κοινωνικές, πολιτισμικές, πολιτιστικές συνθήκες και συμπεριφορές της, το «εκρηκτικό» ερωτικό της ξύπνημα, η «εκρηκτική» ανάγκη της να απογαλακτιστεί από την οικογένεια, να ανοίξει τα φτερά της στον κόσμο και στη ζωή και η «εκρηκτική», συνήθως, «προσγείωσή» της στην ενήλικη ηλικία και στη συμβίωση, είναι το θέμα του νέου έργου του Βασίλη Μαυρογεωργίου. Ταλαντούχα πένα ο Β. Μαυρογεωργίου, διατηρώντας την οργιώδη φαντασία και διάθεση του παιδιού και εφήβου, ακόμη «παίζει θέατρο» με τη ζωή, αποστρεφόμενος ακόμα να δει την πραγματικά «τεράστια έκρηξη» προβλημάτων που επιφυλάσσει στους αυριανούς ενήλικες η σημερινή κοινωνική πραγματικότητα και να μιλήσει γι' αυτά, με τους όρους της κοινωνικής πραγματικότητας, προκειμένου όχι μόνο να διασκεδάσει, αλλά και να αφυπνίσει το ελκόμενο από τα έργα του νεανικό, κυρίως, κοινό, που όπως είναι ηλικιακά φυσικό και αναγκαίο, προτιμά την αθωότητα, τις φαντασιώσεις, τις ψευδαισθήσεις, τα παιχνίδια της παιδικής ηλικίας και την ελαφράδα και αμφισημία του χιούμορ από την αλήθεια και σκληρή πραγματικότητα της ενήλικης ζωής. Μέσα από τρία πρόσωπα - ένα αγόρι και δύο κορίτσια - ο συγγραφέας αναδρομεί στα μαθητικά χρόνια, στα παιχνίδια, στις φαντασιώσεις, στα συναισθήματα, στις ερωτοτροπίες, στην ορμή, στις φιλικές και συγκρουσιακές σχέσεις των εφήβων και στην ψευδαίσθηση «αθανασίας» και «υπεράνθρωπης» δύναμής τους, που χάνεται όταν ενηλικιώνονται, επιλέγουν το ταίρι τους και αναπαράγουν το είδος. Αν συμβαίνουν μόνον αυτά τα καλά και εύκολα στη ζωή, τότε αυτή θα ήταν «περίπατος». Δυστυχώς, όμως, η ζωή και η πραγματικότητα επιφυλάσσουν πολλά κακά και δύσκολα, ιδιαίτερα στη σημερινή νέα γενιά, με την οποία ασχολείται το έργο, τα οποία είναι μακράν του διασκεδαστικού - είναι αλήθεια - κειμενικού ορίζοντα του Β. Μαυρογεωργίου (ο οποίος, νομίζουμε, οφείλει στο συγγραφικό ταλέντο μια ουσιαστική θεματολογική στροφή και ωρίμανση) και στην ευφάνταστα παιγνιώδη σκηνοθεσία του, σε συνεργασία με τον Κώστα Γάκη, με τη συμβολή του «οργιώδους» φαντασίας σκηνικού της Μαργαρίτας Χατζηιωάννου, του βίντεο της Σοφίας Μαυρογεωργίου, των φωτισμών του Σάκη Μπιρμπίλη και τις απολαυστικά χιουμοριστικές ερμηνείες των Γιώργου Πυρπασόπουλου, Κατερίνας Μαυρογεώργη και Μαρίας Φιλίνη.


ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ