Είναι η γενιά που έμεινε απλησίαστη από τις πολιτικές πρωτοβουλίες, για λόγους που δεν χωράνε στην παρούσα στήλη, ποτισμένη με ψευδαισθήσεις και παροράματα, πολύ καλά εκπαιδευμένη, αλλά εξειδικευμένα μονοδιάστατα.
Τώρα γεμίζει τα πεζοδρόμια με τη στάμπα του άνεργου συμβασιούχου. Αδυνατεί να ακουμπήσει σε γεννήτορες με σφαγμένα δικαιώματα και συκοφαντημένους ως βολεμένους ή λαμόγια. Η γενιά των 30+ είναι αμήχανα απογοητευμένη. Εμεινε ξαφνικά σταματημένη στην επιβίωση, ενώ είχε την ψευδαίσθηση του κατακτητή της ζωής. Γυμνή από ιδεολογία, με συνήθειες βαρίδια, όπως η σχετικά εύκολη κατανάλωση, ενίοτε με αθροισμένα μεταπτυχιακά, αλλά κανέναν ποιητή ή τραγουδοποιό ικανό να εκφράσει τους νταλκάδες και τα βάσανα της εποχής της, αυτή η χρυσή ηλικιακά για κάθε κοινωνία νεότης «σωφρονίζεται» βίαια από δυνάστες που διδάχτηκε να θεωρεί «φυσικά» αφεντικά, προϊστάμενους, βύσματα, κύκλους, γνωριμίες και σπανίως παρέες, συναδέλφους, συντρόφους.
Τώρα, άοπλη απέναντι στον πόλεμο που μπήκε σπίτι της και στην ψυχή της, δεν έχει χρόνο να κατανοήσει όσα ζει, τον εφιάλτη της τον αντιμετωπίζει με χάπια ή φυγή και όσους συνομήλικους ξέφυγαν απ' το «σιδέρωμα» τους αντιμετωπίζει ως εχθρούς. Προλεταριοποιούμενη τάχιστα μισεί την εργατική τάξη, ωσάν να είναι όχι συνείδηση αλλά προορισμός της. Θα κάνει τα πάντα για να μείνει στον αφρό ως ανώτερη τάξη και ...εποχική φυλή. Είναι ικανή για το καλύτερο και για το χειρότερο. Φοβάται ακόμα να στρατευθεί σε κοινούς σκοπούς, συντηρητικοποιείται με δανεικό λεξιλόγιο κι αβίωτη προσπαθεί να ζήσει ένα βίο αβίαστο με διλήμματα που δεν μπορεί να απαντήσει κι ας ξέρει ότι είναι τεχνητά.
ΥΓ: Το σλόγκαν σε τοίχο συνοψίζει: «Μη βάζεις ζάχαρη στα σκατά. Δε θα γίνουν μαρμελάδα».