«Δεν είχαμε το δικαίωμα να απεργήσουμε. Αν το είχαμε θα το ασκούσαμε. Υπήρχε τρομοκρατία», είπε στην κατάθεσή της η Κ. Ιωαννίδου, στέλεχος εξυπηρέτησης πελατών. Είναι χαρακτηριστική η περιγραφή της: «Την ημέρα εκείνη ήταν όλα κλειστά, η Αθήνα έμοιαζε έρημη πόλη. Μόνο η τράπεζα ήταν ανοιχτή. Είχαμε αγωνία και ρωτούσαμε πότε θα φύγουμε. Οταν ξέσπασε η φωτιά παλεύαμε για τις ζωές μας. Δεν είχαμε εκπαιδευτεί ποτέ να κάνουμε οτιδήποτε...».
Επίσης, η μάρτυρας είπε στο δικαστήριο ότι άκουγε μανάδες συναδέλφισσές της να ουρλιάζουν ότι θα αφήσουν ορφανά τα παιδιά τους και ανέφερε την καθημερινή αγωνία των εργαζομένων, γιατί η τράπεζα πολλές φορές είχε γίνει στόχος. Και η Κ. Ιωαννίδου είπε ότι ουδέποτε είχε γίνει άσκηση ασφαλείας στο κατάστημα, ενώ σε παρατήρηση συνηγόρου υπεράσπισης για το αν δόθηκε εντολή να εκκενωθεί το κτίριο, τόνισε χαρακτηριστικά: «Το να μην εκκενωθεί το κτίριο δεν λέει κάτι. Το να εκκενωθεί λέει. Κι αυτή η εντολή δεν δόθηκε ποτέ...». Και ο ταμίας της τράπεζας Ευθ. Μπαλάσκας καταθέτοντας επισήμανε την απουσία μέτρων ασφαλείας και τόνισε πως το μόνο εκπαιδευτικό σεμινάριο που είχε παρακολουθήσει είχε να κάνει με το ενδεχόμενο ληστείας.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η «Μαρφίν» ζήτησε από τους εργαζόμενους που καταθέτουν στη δίκη να προσκομίζουν βεβαιώσεις από το δικαστήριο.