Από την επόμενη μέρα ξεκινήσαμε επισκεπτόμενοι ως θεατές για θεατρικές παραστάσεις προς εξερεύνηση ηθοποιών και ταλέντων.
Πρώτη παράσταση υπήρξε το έργο «Καληνύχτα Μαργαρίτα» με τον Μάνο Κατράκη, τον Γιάννη Βόγλη και την Ελλη Φωτίου.
Το παίξιμο των ηθοποιών τούς είχε καταπλήξει καθώς ξεχείλιζε από το παλκοσένικο και κατέκλυσε τον σκηνοθέτη, και την ηθοποιό, κυρίως, σαιξπηρικού θεάτρου.
Στο τέλος της παράστασης, τους επισκεφθήκαμε στα παρασκήνια, όπου ανταλλάξαμε πληροφορίες και τρόπους για επαγγελματική επικοινωνία.
Υστερα από μια βδομάδα όλα ανατράπηκαν και φύγαμε από την Ελλάδα, που θα την κυβερνούσε μια στρατιωτική χούντα.
Από την ανατροπή της και μετά την επιστροφή μου στην Αθήνα, το 1974, προσπαθούσα να συναντάω τον Γιάννη Βόγλη σε διάφορες δημόσιες καλλιτεχνικές ή και πολιτικές εκδηλώσεις.
Ο δυναμισμός του εκφραζόταν με μια ειλικρινή και ανεπτυγμένη ευγένεια που τον έκανε πιο πειστικό.
Η μουσειομανία μου με οδηγούσε, επιπλέον, και κάθε Παρασκευή απόγευμα στο ΜΟΜΑ, Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, στο Μανχάταν, όπου αφού έκλεινε τις αίθουσες, υπήρχαν και τρεις κινηματογραφικές αίθουσες.
Δίπλα μου καθόταν μια νέα Αφροαμερικανίδα, που αποσπούσε πολύ συχνά την προσοχή μου από την οθόνη.
Την έβλεπα με την άκρη του ματιού μου να τυλίγεται με τα χέρια της, να δαγκώνει τις άκρες των δαχτύλων της, να τα χώνει στα μαύρα πυκνά μαλλιά της, να ανεβάζει τα πόδια της πάνω στο κάθισμά της, να βυθίζει τα χέρια της ανάμεσα στα γόνατά της, και ενώ το βλέμμα της δεν εγκατέλειπε την οθόνη, να μη χάνει καμιά σκηνή, ή υπότιτλο, ένιωθα το κορμί της να τρέμει και να ταράζεται πάνω στο κάθισμά της.
Οταν τελείωσε το φιλμ και άναψαν τα φώτα και είδα το συνοφρυωμένο της πρόσωπο, την ρώτησα για την εντύπωση που της έκανε η ταινία.
Ο δυναμισμός, δηλαδή, η βία του ξανθού (Γιάννης Βόγλης) απέναντι στους αγρότες και εργάτες, ο βιασμός της γυναίκας, η μανία του για την ιδιοκτησία του πατέρα του που νόμιζε ότι θα ήταν μόνο αυτός και αυτή η προσμονή ανατράπηκε από την επιστροφή του αδελφού του με τα μαύρα μαλλιά.
Βγήκαμε από το ΜΟΜΑ και συνεχίσαμε τη συζήτηση μέχρι την 5η λεωφόρο, όπου χωρίσαμε προς διαφορετικές κατευθύνσεις.
Ενώ είχα την τύχη να συναντήσω και να έχω μικρούς και νοηματικούς διαλόγους με τον Γιάννη Βόγλη, οι ανωτέρω εμπειρίες μού έμειναν βαθιά χαραγμένες στη μνήμη μου.
Θα τον θυμόμαστε.