Αποκαλύπτεται ότι σχετικά δημοσιεύματα επιχειρούν να αποπροσανατολίσουν μπροστά στη νέα αντιλαϊκή επίθεση που ετοιμάζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ
Για το ίδιο θέμα, χτες, σε συνέντευξή της στο ραδιοφωνικό σταθμό «Κόκκινο», η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Θεανώ Φωτίου, είπε ανάμεσα σε άλλα: «Αυτό λοιπόν που από πέρυσι δεσμευτήκαμε και προγραμματίζουμε, είναι πώς θα ανοίξουμε βρεφονηπιακούς σταθμούς (...) θα μπορούσαν να είναι και μέσα από κοινωνικά συνεταιριστικά σχήματα, αλλά και τους δήμους (...) να αυξήσουμε πολύ τον αριθμό των παιδιών, των βρεφονηπιακών σταθμών, έτσι ώστε να υπάρξει μία ανακούφιση κυρίως στα στρώματα που μπορούν μόνο μέσα από αυτή την επιδότηση (σ.σ. εννοεί το πρόγραμμα ΕΣΠΑ)».
Αξίζει να θυμίσουμε ότι πέρυσι η όλη διαδικασία περιελάμβανε αποκλεισμούς παιδιών, πριν καν ξεκινήσει, ενώ απευθυνόταν κατά κύριο λόγο σε οικογένειες που ζουν σε ακραία φτώχεια. Οι προϋποθέσεις συμμετοχής ήταν τέτοιες που απέκλειαν χιλιάδες γονείς από τη διαδικασία αίτησης. Από τις αιτήσεις που κατατέθηκαν, περίπου 48.000 παιδιά έμειναν εκτός. Από αυτές οι 36.000 θεωρήθηκαν έγκυρες και συμμετείχαν σε δεύτερη φάση διαγωνισμού, ώστε να καλυφθούν τα περίπου 10.000 αδιάθετα κουπόνια από την πρώτη φάση της διαδικασίας επιλογής. Εμειναν αδιάθετα γιατί οι γονείς δεν κατάφεραν να βρουν μια θέση σε παιδικό σταθμό για το παιδί τους, γεγονός που καταδεικνύει και την έλλειψη δημόσιων υποδομών, αλλά και τα προβλήματα προσωπικού. Συνολικά, τελικά φέτος φιλοξενούνται μέσω ΕΣΠΑ 92.000 παιδιά σε δημοτικούς και ιδιωτικούς παιδικούς σταθμούς.
Ακόμα, θυμίζουμε ότι μητέρες με υψηλή μοριοδότηση έμειναν εκτός δομών, επειδή οι θέσεις καλύφθηκαν από μητέρες με πολύ χαμηλότερη μοριοδότηση, που είχαν προσέλθει νωρίτερα. Δομές, κυρίως ιδιωτικές, ζητούσαν προκαταβολή ή εγγύηση ως εξασφάλιση θέσης, ή έθεταν ως αναγκαίο όρο την επιπλέον πληρωμή προαιρετικών κατά τα λοιπά δραστηριοτήτων. Μητέρες παιδιών με αναπηρία, τα οποία βάσει γνωματεύσεων μπορούν να φοιτήσουν σε γενικούς παιδικούς σταθμούς, απορρίπτονταν από τις δομές, εφόσον αυτές είχαν πλέον τη διακριτική ευχέρεια να επιλέγουν μεταξύ των δικαιούχων.
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση και οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί της επιχειρούν με διάφορους τρόπους, σήμερα με τα «αντίμετρα», προηγούμενα με το «παράλληλο πρόγραμμα» ή τις «κόκκινες γραμμές», να εγκλωβίσουν λαϊκές συνειδήσεις. Το έδαφος στο οποίο γίνεται αυτό δεν είναι άλλο από τη λογική των μειωμένων απαιτήσεων, που η ίδια ανατροφοδοτεί και ενισχύει, σπέρνοντας απογοήτευση, φόβο και συμβιβασμό με το «μικρότερο κακό». Και επίσης να αποπροσανατολίσουν από την πάλη του εργατικού - λαϊκού κινήματος με κριτήριο την ανάκτηση όσων έχουν χαθεί, αλλά κυρίως την ικανοποίηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών που πρέπει να μπουν στο επίκεντρο.