Οι υπεύθυνοι της πρεσβείας δεν επέτρεψαν σε γυναίκα πρόσφυγα να μπει στο χώρο
Οι επτά άνδρες και οι επτά γυναίκες που συνέχιζαν χτες για 8η μέρα την απεργία πείνας, κατήγγειλαν για άλλη μια φορά ότι αυτοί και τα παιδιά τους δικαιούνται να μεταφερθούν στη χώρα που ζουν οι συγγενείς τους, στη Γερμανία. Οι αιτήσεις τους έχουν εγκριθεί, αλλά οι μεταφορές καθυστερούν, χωρίς να έχουν καμία ενημέρωση για το εάν και πότε θα βρεθούν κοντά στα αγαπημένα τους πρόσωπα. Το χρονικό όριο των έξι μηνών που προβλέπει ο νόμος για την οικογενειακή επανένωση έχει ξεπεραστεί για χιλιάδες ανθρώπους που αγωνιούν. Πάνω από 4.500 είναι σε αυτήν την κατάσταση, πολλοί από αυτούς είναι ανήλικοι και παιδιά. Αρκετοί κάνουν μήνες να μάθουν νέα από τους συγγενείς τους, ενώ άλλοι έχουν να τους δουν για χρόνια.
Οι απεργοί πείνας απαιτούν οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Γερμανίας να σεβαστούν το χρονικό όριο των έξι μηνών για τις οικογενειακές επανενώσεις από τη στιγμή της έγκρισής τους, να μεριμνήσουν για την άμεση μεταφορά στη Γερμανία όσων η 6μηνη προθεσμία έχει ξεπεραστεί, μισθώνοντας πτήσεις τσάρτερ (το τελευταίο το αρνείται η γερμανική κυβέρνηση), ενώ η ελληνική κυβέρνηση να διασφαλίσει τη διαφάνεια στη σειρά προτεραιότητας και να αναλάβει το κόστος της μεταφοράς όπως προβλέπει ο νόμος.
Οπως δήλωσε η Σαμίρα, μία από τις επτά γυναίκες που κάνουν απεργία πείνας, «σήμερα (σ.σ. χτες) διαδηλώσαμε για μια ακόμη φορά μπροστά στη γερμανική πρεσβεία, μαζί με 300 ακόμη ανθρώπους που περιμένουν να βρεθούν κοντά στις οικογένειές τους. Εβρεχε, είχαμε μαζί μας τα παιδιά μας. Ηρθαμε με τις μισές μας οικογένειες. Οι άλλες μισές βρίσκονται στη Γερμανία. (...) Ζητήσαμε κάτι απλό. Να κάτσουμε σε ένα τραπέζι και να συζητήσουμε. Δεν μου το επέτρεψαν γιατί είμαι γυναίκα. Ο σύζυγός μου είναι στη Γερμανία. Εχει πολιτικό άσυλο. Γιατί δεν αφήνουν εμένα και τις κόρες μου να πάμε εκεί; Εάν μας σέβονταν ως ανθρώπους, αν μπορούσαν να καταλάβουν τι σημαίνει να ζεις μακριά από την οικογένειά σου, αν μπορούσαν να καταλάβουν τι σημαίνει να διακινδυνεύεις τη ζωή σου, το λιγότερο που θα έκαναν είναι να μας συναντήσουν όλους».