Σάββατο 11 Νοέμβρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ KAI ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
Νέοι μποναμάδες για το μεγάλο κεφάλαιο

Από πρόσφατη απεργιακή κινητοποίηση στη Γαλλία

Copyright 2017 The Associated

Από πρόσφατη απεργιακή κινητοποίηση στη Γαλλία
Πρόσφατα, η αρμόδια Επιτροπή της γαλλικής Βουλής ψήφισε την αύξηση της λεγόμενης «Contribution Sociale Generalisee» - CSG (στα Ελληνικά θα μπορούσε να αποδοθεί ως «Γενικευμένη Κοινωνική Εισφορά»), σηματοδοτώντας έτσι τη δρομολόγηση μιας ακόμα σειράς νέων αντιλαϊκών μέτρων, στο πλαίσιο αφενός μιας ευρύτερης μεταρρύθμισης στο φορολογικό σύστημα της χώρας, αφετέρου ριζικών αλλαγών στο σύστημα χρηματοδότησης της Κοινωνικής Ασφάλισης και διαφόρων κοινωνικών παροχών και υπηρεσιών (μεταξύ άλλων και της προστασίας των ανέργων κ.τλ.).

H CSG αποτελεί μία εισφορά που έχει θεσπιστεί από τη δεκαετία του 1990, στη λογική τού να μοιραστεί το «κόστος» (όπως το κεφάλαιο και οι εκπρόσωποί του επιμένουν προκλητικά να χαρακτηρίζουν τις εργατικές κατακτήσεις και ανάγκες) της Κοινωνικής Ασφάλισης. Θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την Εισφορά Κοινωνικής Αλληλεγγύης που καθιερώθηκε στην Ελλάδα την τελευταία πενταετία, ενταγμένη κι αυτή στην ευρύτερη πολιτική επιδίωξη μείωσης του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους».

Η αύξηση της CSG πέρασε ως μέρος ενός νέου «πακέτου» αλλαγών που η κυβέρνηση του «μεταρρυθμιστή» Εμανουέλ Μακρόν, με πρωθυπουργό τον κεντροδεξιό Εντουάρντ Φιλίπ, κατέθεσε στα τέλη του περασμένου Σεπτέμβρη, ταυτόχρονα με την κατάθεση του σχεδίου προϋπολογισμού για το νέο έτος.

Στις 27 του Σεπτέμβρη παρουσιάστηκε το σχέδιο του προϋπολογισμού για το 2018 και την αμέσως επόμενη μέρα, στις 28 του Σεπτέμβρη, παρουσιάστηκε ο νέος «νόμος για τη χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης».

Πρόκειται για μέτρα μιας γενικότερης «αναπροσαρμογής» φόρων και εισφορών που ισχύουν στη Γαλλία και η κυβέρνηση εμφανίζει ενιαία, ως αλλαγές που - δήθεν - αυξάνουν την αγοραστική δύναμη των μισθωτών και ταυτόχρονα αυξάνουν τα «αναπτυξιακά κίνητρα» για τις επιχειρήσεις. Η αλήθεια είναι ότι στο όνομα στήριξης των γαλλικών μονοπωλίων ενισχύεται η ορμή, με την οποία το γαλλικό κεφάλαιο αναπτύσσει την επιθετικότητά του, διεκδικώντας μεγαλύτερα μερίδια στην ευρωπαϊκή αλλά και γενικά στην παγκόσμια αγορά. Σε αυτήν την κατεύθυνση εντάσσεται και η δραστική μείωση της φορολογίας των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.

Οπως χαρακτηριστικά είχε σημειώσει σε σύναξη της MEDEF (Ενωση των Γάλλων μεγαλοβιομηχάνων) τον περασμένο Αύγουστο ο υπουργός Οικονομίας της χώρας, Μπρουνό Λε Μερ, ανακοινώνοντας από τότε τη μεγάλη μείωση της φορολόγησης των εταιρειών: «Θέλετε πράξεις και θέλετε αποφάσεις: Θα τις έχετε... Η Γαλλία μπορεί να τα πάει καλύτερα, πολύ καλύτερα... Ενα πράγμα λείπει: ένα οικονομικό πλαίσιο πιο ευνοϊκό... Για να ξαναβρεί το μεγαλείο της, η Γαλλία δεν πρέπει (απλά) να το οραματίζεται, πρέπει να το οικοδομήσει αντιμετωπίζοντας την αλήθεια. Πρέπει να αντιληφθεί τα δεδομένα, που είναι πεισματάρικα, ειδικά τα οικονομικά δεδομένα...». Και περιγράφοντας τους «κινδύνους» που συνιστούν τα «οικονομικά δεδομένα» σε διεθνές επίπεδο συνέχισε: «Πίσω από την τεράστια ποίηση με τους "δρόμους του μεταξιού" (σ.σ. εμπορικές και ενεργειακές «διαδρομές» που προωθούν τα ανερχόμενα κινεζικά κεφάλαια) υπάρχει μια αυτοκρατορική κινεζική βούληση που εκδηλώνεται. Πίσω από την αμερικανική επέκταση εκτός εδαφών, υπάρχει μια ευθεία επίθεση ενάντια (...) στα γαλλικά οικονομικά συμφέροντα... Κανείς δεν θα μας προσφέρει δώρα. Ετσι, λοιπόν, ας μην είμαστε αφελείς, ας είμαστε διαυγείς...».

«Αποκατάσταση των ανισοτήτων...»

Ηδη από εκείνη την εκδήλωση της MEDEF, ο Λε Μερ είχε ανακοινώσει ότι η φορολογία για το μεγάλο κεφάλαιο θα μειωθεί από το 33% στο 25%. Αυτό επιβεβαιώθηκε επίσημα και με το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2018, στο πλαίσιο μιας συνολικότερης φορολογικής μεταρρύθμισης.

Στόχος είναι η λεγόμενη «διεύρυνση της φορολογικής βάσης», όπως το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου αποκαλεί την όλο και αγριότερη φοροαφαίμαξη των λαϊκών στρωμάτων, υποβάλλοντάς τα σε νέες στερήσεις, ώστε να «μπουκώνει» τα μονοπώλια νέες παροχές.

Αφού ανακοινώθηκαν οι σχεδιαζόμενες αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, στελέχη της κυβέρνησης και αστικά επιτελεία ξεκίνησαν μια καλοσυντονισμένη προσπάθεια να πείσουν ότι τα νέα μέτρα θα στηρίξουν την πλειοψηφία του λαού και θα αποκαταστήσουν «ανισότητες». Πριν από μερικές μέρες, μιλώντας από την έδρα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, στη Νέα Υόρκη, ο Λε Μερ εξήγησε ότι επιδίωξη είναι να αντιμετωπιστούν «ανισότητες» όπως το ότι «στη Γαλλία, το 10% των φορολογουμένων πληρώνουν το 70% των φόρων στο εισόδημα...». Αγωνία και της κυβέρνησης Μακρόν είναι, λοιπόν, πώς μια χούφτα που ελέγχει τον πλούτο της χώρας θα απαλλαγεί κι άλλο από τα «φορολογικά βάρη».

Μιλώντας λίγες μέρες μετά στην οικονομική εφημερίδα «Λεζ Εκό», ο Λε Μερ σημείωνε όλο έμφαση: «Θέλουμε να αποζημιώσουμε εκείνους που αναλαμβάνουν ρίσκο...», αναφερόμενος καταρχάς σε εκείνους τους επενδυτές που σπρώχνουν κεφάλαια σε «ανερχόμενους» κλάδους, όπου τα περιθώρια κέρδους θεωρούνται αυξημένα και οι προσδοκίες για συνολικότερη αναβάθμιση της θέσης τους μεγαλώνουν.

Δραστική «ανακούφιση» για τη μεγαλοεργοδοσία

Την ίδια στιγμή, μέσα από τις νέες μεταρρυθμίσεις, η κυβέρνηση Μακρόν - Φιλίπ ενισχύει προκλητικά το μεγάλο κεφάλαιο, αποφασίζοντας την κατάργηση - μέχρι τον Οκτώβρη του 2018 - των εισφορών για την ασθένεια αλλά και για την ανεργία. Πρόκειται για τις εισφορές που μέχρι σήμερα πλήρωναν μισθωτοί και εργοδότες κάθε μήνα. Η κατάργησή τους αποτελεί μια σοβαρή «ανακούφιση» για τη μεγαλοεργοδοσία, με δεδομένο ότι τα ποσοστά των συγκεκριμένων εισφορών είναι από τα μεγαλύτερα. Συγκεκριμένα, η εργοδοτική εισφορά για την υγεία είναι 12,89% και για την ανεργία είναι 4,05%.

Το μέτρο αυτό θα δώσει συντριπτικό χτύπημα σε ασφαλιστικά και άλλα δικαιώματα των εργαζομένων. Προκλητικά, η κυβέρνηση λέει ότι η κατάργηση των εισφορών των εργαζομένων θα αυξήσει την αγοραστική τους δύναμη (επειδή θα μειωθούν οι κρατήσεις από τους μισθούς τους) και δεν λέει ότι οι μειωμένες κρατήσεις δεν ισοφαρίζουν με τίποτα το τεράστιο πρόσθετο οικονομικό βάρος που συνεπάγεται για την εργατική οικογένεια η ραγδαία ιδιωτικοποίηση της Υγείας και της Πρόνοιας, η διαρκής μείωση των μισθών μέσα από την ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας κ.τ.λ.

Ειδικά η κατάργηση της εισφοράς ανεργίας σηματοδοτεί τη σταδιακή εγκατάλειψη των ανέργων και των μισο-ανέργων (που φυτοζωούν με τις άφθονες μορφές «απασχόλησης», μέχρι και μια μέρα τη βδομάδα ή δύο ώρες τη μέρα, αλλά τυπικά δεν θεωρούνται άνεργοι), ώστε τα κονδύλια για την «αντιμετώπιση της ανεργίας» να απορροφούνται σε προγράμματα «απασχόλησης» με ημερομηνία λήξης, μισοκατάρτισης κ.τ.λ.


Α. Μ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ