Παρασκευή 4 Μάη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΧΗΜΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Αξιώσεις για περαιτέρω ενίσχυση στον διεθνή ανταγωνισμό

Με ένα συνολικό... «πακέτο» αξιώσεων εμφανίστηκαν πριν από λίγες μέρες οι εκπρόσωποι της εγχώριας χημικής βιομηχανίας, κατά τη διάρκεια παρουσίασης της κλαδικής μελέτης που συνέταξε το Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Μελετών.

Οι αξιώσεις του Συνδέσμου Χημικών Βιομηχανιών εντάσσονται στις γενικότερες πάγιες απαιτήσεις του ΣΕΒ, όπως η μείωση φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών για τις επιχειρήσεις, μείωση του ενεργειακού κόστους, ενίσχυση των εγχώριων υποδομών μεταφορών (λιμάνια, οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές), αλλά και ειδικότερες, όπως η αλλαγή κριτηρίων αδειοδότησης για τις χημικές βιομηχανίες και η «σύνδεση» με την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Ειδικότερα για τα επενδυτικά «κίνητρα», ο ΣΕΧΒ θέτει ως «πρότυπο» την Τουρκία, η οποία σύμφωνα και με όσα καταγράφονται στη μελέτη του ΙΟΒΕ, τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης του συγκεκριμένου βιομηχανικού κλάδου, εφαρμόζοντας μέτρα όπως μειώσεις φορολογικών συντελεστών, απαλλαγές από ΦΠΑ και δασμούς, την επιδότηση των εισφορών Κοινωνικής Ασφάλισης, την επιδότηση επιτοκίου, την εξαίρεση από την παρακράτηση του φόρου εισοδήματος, τη διανομή κρατικής γης, τη συμμετοχή του κράτους στο μετοχικό κεφάλαιο επενδυτικών έργων, την επιδότηση του ενεργειακού κόστους κ.ά.

Ακόμη, ο ΣΕΧΒ ζητά «άρση εμποδίων και βελτίωση κριτηρίων αδειοδότησης» βιομηχανικών εγκαταστάσεων, αφού η ισχύουσα νομοθεσία θέτει κάποια ελάχιστα εμπόδια στην εγκατάσταση νέων μονάδων εντός Αττικής και, σε αυτό το πλαίσιο, ζητά επίσης ενσωμάτωση των «ειδικών αναγκών» της χημικής βιομηχανίας στον εθνικό χωροταξικό σχεδιασμό.

Επίσης, ζητά κατάργηση φόρων στις πρώτες ύλες και ειδικότερα στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για μη ενεργειακή χρήση, αφού, όπως λέει, οι τιμές φυσικού αερίου για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα παραμένουν υψηλότερες κατά 12% από τον μέσο όρο της ΕΕ, δημιουργώντας έτσι «έντονο ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα, το οποίο γίνεται περισσότερο εμφανές αν γίνει σύγκριση με γειτονικές χώρες, όπως η Βουλγαρία, όπου οι τιμές φυσικού αερίου είναι κατά 36% χαμηλότερες».

Προς παραπέρα συγκέντρωση με το βλέμμα στις διεθνείς αγορές

Οι αξιώσεις αυτές έρχονται να «κουμπώσουν» με τα βασικά χαρακτηριστικά και τις τάσεις του κλάδου, έτσι όπως αυτά καταγράφονται και στην κλαδική μελέτη του ΙΟΒΕ.

Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, η χημική βιομηχανία παρουσιάζει μεγάλη διασπορά δραστηριοτήτων και παραγόμενων προϊόντων και υψηλό βαθμό διεθνοποίησης. Με βάση τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία του 2015, στη χημική βιομηχανία στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται 1.034 επιχειρήσεις, με την πλειονότητα αυτών να έχει αντικείμενο δραστηριότητας που σχετίζεται με την παραγωγή καταναλωτικών χημικών (42%, προϊόντα που πωλούνται απευθείας σε τελικούς καταναλωτές) και ειδικών χημικών προϊόντων (38%, χρησιμοποιούνται κυρίως ως ενδιάμεσα προϊόντα), ενώ αρκετά λιγότερες είναι οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με την παραγωγή βασικών χημικών ουσιών (20%, χρησιμοποιούνται στη μεταποίηση για την παραγωγή άλλων προϊόντων).

Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων του χώρου σε ποσοστό περίπου 84% κατατάσσεται στην κατηγορία των «πολύ μικρών επιχειρήσεων». Απασχολούν δηλαδή λιγότερους από 10 εργαζόμενους και μόλις το 16% των επιχειρήσεων (162 επιχειρήσεις) έχουν περισσότερα από 10 άτομα. Από αυτές το 6,6% απασχολεί έως 19, το 4,7% έως 49, το 4,8% έως 249 και το 0,4% πάνω από 250 εργαζόμενους. Ωστόσο, στο σύνολο της εγχώριας μεταποίησης, η χημική βιομηχανία στην Ελλάδα έχει αναλογικά λιγότερες πολύ μικρές επιχειρήσεις και περισσότερες μικρές, μεσαίες και μεγάλες. Πάντως, παρά τον μεγάλο αριθμό τους, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις της εγχώριας χημικής βιομηχανίας συγκεντρώνουν μόλις το 7,7% των συνολικών πωλήσεων και περίπου το 70% των πωλήσεων πραγματοποιείται από τις επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερα από 50 άτομα, δηλαδή μόνο το 5,2% του συνολικού αριθμού επιχειρήσεων του κλάδου, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 51 επιχειρήσεις.

Ως προς τη γεωγραφική τους κατανομή, σχεδόν 2 στις 3 επιχειρήσεις του κλάδου είναι εγκατεστημένες στην Αττική με ποσοστό 45% και την Κεντρική Μακεδονία με ποσοστό 20%.

Εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό... χρυσωρυχείο κερδοφορίας

Αξίζει να σημειωθεί ότι σχετικά με το τελευταίο στοιχείο, της γεωγραφικής κατανομής, η μελέτη σημειώνει ότι δείχνει τη σημαντική βιομηχανική συγκέντρωση σε περιοχές που βρίσκονται κοντά στα κέντρα κατανάλωσης και σε κρίσιμες υποδομές μεταφορών για την προμήθεια πρώτων υλών, ενώ παράλληλα διευκολύνουν την πρόσβαση των επιχειρήσεων του κλάδου σε εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, στοιχείο που αποτελεί ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των εργαζομένων στον κλάδο.

Ως προς αυτό, ο ΙΟΒΕ καταγράφει ότι το 2015 ο αριθμός εργαζομένων στη χημική βιομηχανία έφτασε τις 12.900 θέσεις εργασίας, αριθμός που αντιστοιχεί στο 3,6% της συνολικής απασχόλησης στη Μεταποίηση, με το 80% σχεδόν των εργαζομένων στον κλάδο να απασχολούνται στους τομείς ειδικών και καταναλωτικών χημικών, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ-28 είναι 30,5%. Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια σχετική ανάκαμψη της απασχόλησης στον κλάδο, ωστόσο ακόμη βρίσκεται κατά 10% χαμηλότερα σε σχέση με το επίπεδο του 2008, όταν ο αριθμός εργαζομένων στον κλάδο έφτασε τους 14.300 εργαζόμενους. Χειρότερη χρονιά για τους εργαζόμενους στον κλάδο καταγράφεται το 2011, όταν οι θέσεις εργασίας μειώθηκαν στις 11.000.

Το 2016, οι περισσότεροι απασχολούμενοι στη χημική βιομηχανία, με ποσοστό 71%, εργάζονταν σε θέσεις υψηλής εξειδίκευσης (χειρωνακτικές ή μη), ενώ το υπόλοιπο 29% των απασχολούμενων εργαζόταν σε θέσεις χαμηλής εξειδίκευσης ή ήταν ανειδίκευτοι. Η αντίστοιχη κατανομή της απασχόλησης για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας ήταν 48% και 40%, ενώ το επάγγελμα του υπόλοιπου 12% των εργαζομένων σχετίζεται με τον πρωτογενή τομέα. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, προκύπτει ότι συγκριτικά με τα στοιχεία απασχόλησης στην ελληνική οικονομία, στη χημική βιομηχανία υπάρχουν περισσότερες εξειδικευμένες θέσεις εργασίας. Ενα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο που καταγράφεται στη μελέτη, δείχνει αύξηση της συμμετοχής της μη χειρωνακτικής εργασίας στις βιομηχανίες του κλάδου (με ή χωρίς υψηλή εξειδίκευση) στο 58% το 2016 από 41% το 2008 και σημαντική μείωση της χειρωνακτικής εργασίας με εξειδίκευση (30% από 47%). Η μη χειρωνακτική υψηλής εξειδίκευσης το 2016 αντιστοιχεί στο 41% από 29% το 2008 και η μη χειρωνακτική χαμηλής εξειδίκευσης στο 17% από 12%.

Στήριξη για αντιμετώπιση της «επενδυτικής υστέρησης»

Το σύνολο, βέβαια, των αξιώσεων των βιομηχάνων του κλάδου έχει ως βασικό γνώμονα την προσέλκυση νέων κεφαλαίων στον κλάδο, ώστε να καλυφτεί η λεγόμενη «επενδυτική υστέρηση», η απαξίωση κεφαλαίου κατά τη διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης.

Σύμφωνα με τα όσα καταγράφει η μελέτη του ΙΟΒΕ, η αξία της παραγωγής χημικών ουσιών και προϊόντων στην Ελλάδα έφτασε το 2016 τα 2,2 δισ. ευρώ, στα ίδια δηλαδή περίπου επίπεδα στα οποία έχει διαμορφωθεί μετά το 2012. Πάντως, όπως δείχνουν τα στοιχεία της μελέτης, η παραγωγή χημικών ουσιών και προϊόντων έχασε μεταξύ 2008 και 2016 περίπου το 1/4 της αξίας της, όταν από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 μέχρι και το 2008, η αξία παραγωγής είχε σχεδόν διπλασιαστεί (από το 1,581 δισ. ευρώ στα 2,956 δισ. ευρώ). Το τελευταίο στοιχείο, σύμφωνα με τους συντάκτες της μελέτης, αποδίδεται εν μέρει και στην άνοδο των διεθνών τιμών των χημικών πρώτων υλών εκείνη την περίοδο, τάση που βέβαια ανακόπηκε από την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση.

Οι συνολικές ετήσιες επενδύσεις της χημικής βιομηχανίας στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια, με μικρές διακυμάνσεις, κοντά στα 60 εκατ. ευρώ, ποσό που βρίσκεται σταθερά κάτω από τον μέσο όρο της περιόδου 2000-2009, οπότε είχε διαμορφωθεί στα 130 εκατ. ευρώ. Συνολικά, το διάστημα μεταξύ 2008 και 2015 το επίπεδο των επενδύσεων είναι μικρότερο κατά 62% σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, αποτελώντας περίπου το 3% της συνολικής αξίας παραγωγής χημικών ουσιών και προϊόντων και το 10% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) του κλάδου.

Η «επενδυτική υστέρηση» της χημικής βιομηχανίας, όπως σημειώνεται στη μελέτη, καταγράφεται και συγκριτικά με την εγχώρια Μεταποίηση στην Ελλάδα, με δεδομένο ότι την περίοδο 2010-2015 οι επενδύσεις αποτελούσαν κατά μέσο όρο το 16,7% της ΑΠΑ της Μεταποίησης. Σύμφωνα με τη μελέτη, ένας τέτοιος επενδυτικός ρυθμός δεν μπορεί να αναπληρώσει τα πάγια περιουσιακά στοιχεία της χημικής βιομηχανίας, τα οποία, σύμφωνα με τους ισολογισμούς των επιχειρήσεων του κλάδου για το 2015, αποτιμώνται σε περίπου 1 δισ. ευρώ. Οπως τονίζεται χαρακτηριστικά, εάν συνεχιστούν οι χαμηλοί ρυθμοί επενδύσεων, θα οδηγηθεί σε συρρίκνωση η παραγωγική δυναμικότητα του κλάδου. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, για να υπάρξει μία σταδιακή μεγέθυνση του κλάδου τα επόμενα χρόνια, θα πρέπει οι επενδύσεις να αυξηθούν κοντά στο 19% της ΑΠΑ, στα επίπεδα δηλαδή που ήταν μέχρι το 2008 στη χώρα και όσο είναι το μέσο ποσοστό επενδύσεων στον κλάδο χημικών στην ΕΕ.

Η αξία των εξαγωγών χημικών ουσιών και προϊόντων ακολουθεί ανοδική πορεία από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 και είχε υπερδιπλασιαστεί μέχρι το 2008, λόγω και της αύξησης των διεθνών τιμών, φτάνοντας στα 1,25 δισ. ευρώ από 0,6 εκατ. ευρώ. Το 2009, οι εξαγωγές υποχώρησαν απότομα κατά 18%, στα 1,02 δισ. ευρώ, ωστόσο επανέκαμψαν αμέσως την επόμενη χρονιά, στα 1,22 δισ. ευρώ, φτάνοντας το 2016 στα 1,3 δισ. ευρώ. Οι χημικές ουσίες και προϊόντα βρίσκονται στην τέταρτη θέση των εξαγωγών, με 5,1% επί της συνολικής αξίας, μετά τους κλάδους πετρελαιοειδών, τροφίμων και βασικών μετάλλων. Οι εισαγωγές χημικών διαμορφώθηκαν το 2016 σε 3,6 δισ. ευρώ, οριακά μειωμένες κατά 0,9% έναντι του προηγούμενου έτους. Οι εισαγωγές χημικών αυξήθηκαν σημαντικά στη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, φτάνοντας το ανώτατο σημείο τους το 2008.

Ωστόσο, στη διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης μειώθηκαν κατά 20%, παραμένοντας τα επόμενα χρόνια σχετικά σταθερές σε αυτό το χαμηλότερο επίπεδο. Συνολικά, το εμπορικό ισοζύγιο χημικών ουσιών και προϊόντων στην Ελλάδα είναι ελλειμματικό, με το έλλειμμα να διαμορφώνεται στα 2,3 δισ. ευρώ το 2016, ακολουθώντας, όμως, μια πορεία σταδιακού περιορισμού μετά το 2008, όταν είχε φτάσει στο υψηλότερο σημείο των 3,25 δισ. ευρώ. Τα στοιχεία εξωτερικού εμπορίου για το δεκάμηνο του 2017 δείχνουν ανάκαμψη των εξαγωγών χημικών κατά 12% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Αύξηση, όμως, σημειώνουν και οι εισαγωγές, κατά 6,5%, επιβαρύνοντας έτσι το εμπορικό ισοζύγιο. Το 60% της αξίας της εγχώριας παραγωγής κατευθύνθηκε το 2016 στο εξωτερικό, κυρίως σε χώρες της ΕΕ, ενώ στην εγχώρια αγορά διατέθηκε το υπόλοιπο 40% της παραγωγής, που αντιστοιχεί σε 880 εκατ. ευρώ.


Φ. Κ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ