Να εξηγήσουμε πιο απλά τι θέλουμε να πούμε, με τη φράση ενός σημαντικού Ισραηλινού σκηνοθέτη, του Εγιάλ Σιβάν. «Ο σκηνοθέτης δεν κρίνεται από το τι τοποθετεί μέσα στο κάδρο του αλλά από όλα εκείνα που αφήνει εκτός κάδρου. Κάθε κάδρο ακόμα και ενός ντοκιμαντέρ είναι η υποκειμενική αλήθεια του σκηνοθέτη που ερμηνεύει την πραγματικότητα σύμφωνα με τα πιστεύω του». Την προπερασμένη βδομάδα με αφορμή την πρόσφατη ταινία του Μοχάμαντ Ρασούλοφ συμπληρώναμε κάτι που και αυτήν τη βδομάδα ταιριάζει γάντι... «Σε κάθε περίπτωση, μια τέτοια ταινία για το Ιράν δεν θα μπορούμε να τη δούμε έξω από το πλαίσιο που διαμορφώνει η ένταση των ανταγωνισμών στην περιοχή. Το ευρωατλαντικό στρατόπεδο και το Ισραήλ αξιοποιούν κάθε δικαιολογημένη αντίδραση σε ζητήματα καταπίεσης και διακρίσεων από το θεοκρατικό καθεστώς για να ξεπλένουν την ιμπεριαλιστική πολιτική τους και να κρύβεται το πραγματικό υπόβαθρο της σύγκρουσης με το Ιράν, την ίδια ώρα που σκοταδιστικά καθεστώτα, όπως αυτό της Σαουδικής Αραβίας, ή ακόμα και οι τζιχαντιστές που κατέλαβαν τη Συρία, είναι οι καλύτεροι σύμμαχοι των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ».
Μια από τις ωραιότερες ταινίες της περσινής Berlinale με διαφορά. Μπορούμε να πούμε ότι ναι μεν εδώ το Ιράν κριτικάρεται με το γάντι, όμως για μια ακόμα φορά απαγορεύτηκε στους σκηνοθέτες να βγουν από τη χώρα, αντιμετώπισαν δίκη, η Berlinale εξέδωσε ανακοίνωση κ.λπ. Τα ξέρετε πλέον, είναι γνωστά, τα γράφουμε συνέχεια. Ας πάμε στην ταινία μας. Είναι μια από τις πιο γλυκές, τρυφερές και συγκινητικές ταινίες των τελευταίων ετών. Γιατί μας δείχνει ότι ο έρωτας χρόνια δεν κοιτά. Γιατί μας δείχνει ότι παρά τις απαγορεύσεις οι άνθρωποι κάνουν αυτό που έκαναν πάντα, ζουν κρυφά τις μεγάλες τους στιγμές. Γιατί η ρημάδα η μοναξιά δεν αντέχεται από κανέναν, ειδικά όταν περνάει μια ηλικία... Γιατί είναι όμορφο να μπορείς μετά τα 70 σου να χορεύεις, να μεθάς από χαρά, να κοιμάσαι στο πλάι ενός ανθρώπου, να μοιράζεσαι τη ζωή, τη χαρά και τη λύπη. Γιατί όποια ζωή κι αν έχεις ζήσει, δεν είναι ποτέ αργά να βρεις τον άνθρωπό σου. Ο,τι και να πούμε για τη γλυκύτητα αυτών των δυο υπέροχων πρωταγωνιστών είναι πολύ λίγο.
Κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Τζούντο, η Ιρανή αθλήτρια Λέιλα και η προπονήτριά της Μαριάμ λαμβάνουν ένα τελεσίγραφο από την κυβέρνηση που διατάσσει την Λέιλα να προσποιηθεί έναν τραυματισμό και να χάσει. Με την ίδια και την οικογένειά της να κινδυνεύουν, η Λέιλα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα τεράστιο δίλημμα: Να συμμορφωθεί με το καθεστώς όπως επιμένει η προπονήτριά της ή να συνεχίσει να αγωνίζεται.
Η Ιρανή πρωταγωνίστρια της ταινίας «Ιερή Αράχνη» (Holy Spider) και ο Ισραηλινός σκηνοθέτης της ταινίας «Golda» ενώνουν τις δυνάμεις τους για να φέρουν στο φως αυτή την ιστορία. Είναι η πρώτη συνεργασία σκηνοθετών από το Ιράν και το Ισραήλ στη μυθοπλασία, όπως ενημερωθήκαμε από την περιγραφή του Φεστιβάλ κινηματογράφου Βενετίας. Η ιστορία αυτή αντικατοπτρίζει την ιστορία Ιρανών αθλητών που η ιρανική κυβέρνηση τους απαγορεύει να αγωνιστούν με το Ισραήλ. Φέρνουμε το παράδειγμα της ιστορίας του αθλητή τζούντο Saeid Mollaei, που μοιάζει πολύ με την ιστορία της ταινίας. Εδώ σαφώς το άθλημα παραμένει αλλά το φύλο αλλάζει, ενδεχομένως για να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην ιστορία. Θα πείτε πρέπει κάθε Ισραηλινός σκηνοθέτης να πληρώνει το «προπατορικό αμάρτημα», αλλιώς απορρίπτουμε τη δουλειά του; Κάθε Ισραηλινό σκηνοθέτη που δεν έχει ταχθεί ξεκάθαρα με την πλευρά του δίκιου, σαφώς και τον εξετάζουμε ενδελεχώς για τις προσθέσεις του, αν μη τι άλλο... Γιατί είναι το λιγότερο υποκριτικό το να κόπτεται ένας Ισραηλινός σκηνοθέτης για τα ανθρώπινα δικαιώματα μετά από 70 και πλέον χρόνια ισραηλινής κατοχής στην Παλαιστίνη. Στην περίπτωση του Γκι Νατίβ τα πράγματα είναι πιο απλά, αφού κρατάει «ίσες αποστάσεις»... υπέρ του Ισραήλ. Να πούμε ότι αισθητικά η ταινία είναι υπέροχη, με ασπρόμαυρη εξαιρετική φωτογραφία και ωραίες ερμηνείες... Αλλά τι να το κάνεις; Είναι το ακριβές παράδειγμα πως η άψογη φόρμα περνάει το περιεχόμενο κατά παραγγελία.
Αθήνα, 1982. Κάπου ανάμεσα στην Κυψέλη, τα Πατήσια και τα Εξάρχεια, γεννήθηκε η Creep Records. Στα τέσσερα χρόνια λειτουργίας της, η Creep Records παρουσίασε μερικά από τα σημαντικότερα συγκροτήματα του ελληνικού Post Punk και της Dark Wave σκηνής στο ρόστερ της.
Ενα ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ για μια από τις πρώτες ανεξάρτητες δισκογραφικές εταιρείες με επιρροή στην Ελλάδα, η οποία έδωσε καταφύγιο σε αρκετές underground μπάντες της δεκαετίας του '80. Εκτός από τις προσωπικές αφηγήσεις του ιδρυτή της Creep Records, Μπάμπη Δαλίδη, στην ταινία συμμετέχουν αρκετά μέλη των συγκροτημάτων που ηχογράφησαν με την εταιρεία. Μια πολύ ενδιαφέρουσα αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν της ελληνικής δισκογραφίας, που δείχνει ότι εάν δεν υπήρχε το μεράκι της Creep Records, πολλά συγκροτήματα που άφησαν εποχή σε αυτό το είδος μουσικής δεν θα είχαν βγει ποτέ στο φως. Σημαντικό ζήτημα που επίσης αναφέρεται, είναι και το πόσο επηρεάστηκε η δισκογραφία για την ανεξάρτητη μουσική σκηνή τα επόμενα χρόνια. Για τους λάτρεις του είδους αξίζει η θέασή της.
Επίσης προβάλλονται το ντοκιμαντέρ «Ο Κόκκινος Δάσκαλος» του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου, που αναφέρεται στον κομμουνιστή Νίκο Πλουμπίδη. Εμείς παραπέμπουμε στο άρθρο που είχε δημοσιευτεί το Σαββατοκύριακο 23 και 24 Μάρτη 2021, και το ντοκιμαντέρ «Μνήμες» του Νίκου Καβουκίδη στον κινηματογράφο «Studio» (Σπάρτης και Σταυροπούλου 33, πλ. Αμερικής), με το οποίο ξεκινά και ένα αφιέρωμα στον πολυβραβευμένο διευθυντή φωτογραφίας. Οι «Μνήμες» είναι ένα κινηματογραφικό ντοκουμέντο αποτελούμενο από ανεκτίμητα και άγνωστα στην πλειονότητά τους οπτικοακουστικά αρχεία, που καταγράφουν τα γεγονότα από το 1936 και τη δικτατορία του Μεταξά, τον πόλεμο, την Αντίσταση, τον Εμφύλιο, τις διώξεις και τις εξορίες των κομμουνιστών και αγωνιστών μέχρι το 1952. Το ντοκιμαντέρ «Μνήμες» λειτουργεί συμπληρωματικά με τις «Μαρτυρίες» του ίδιου από το 1974, και ξεδιπλώνει μέσω του εξαιρετικού μοντάζ των Νίκου Καβουκίδη και Γιάννη Τσιολάκη συγκλονιστικές εικόνες, αποτυπωμένες πάνω σε εύφλεκτο αρνητικό 35mm των πρωτοπόρων κινηματογραφιστών της εποχής, συνδεδεμένες με κείμενα από τους Γιάννη Ρίτσο, Μέλπω Αξιώτη, Ασημάκη Πανσέληνο, Τάσο Λειβαδίτη, Οδυσσέα Ελύτη, Γιώργο Σεφέρη, Τίτο Πατρίκιο κ.ά. Παρά τις όποιες ιστορικές αστοχίες τυχόν συναντάμε, δεν παύει να είναι ένα πολύτιμο κινηματογραφικό υλικό και αποτελεί μια παρακαταθήκη στον λαό για την ιστορική του μνήμη και ένα εργαλείο γνώσης και δράσης.