ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Τρίτη 6 Μάρτη 2001
«Θαυματοποιός» στο «Απλό Θέατρο»

«Θαυματοποιός» στο «Απλό Θέατρο»
Οταν υπάρχει σκηνοθέτης με ταλέντο, ευαισθησία, σύνεση, καλλιτεχνική σεμνότητα, σεβασμό και αίσθηση του ιδιαίτερου ήθους, ύφους και μέτρου που διακρίνει το εκάστοτε έργο που σκηνοθετεί. Οταν υπάρχει, προπαντός, επίγνωση ότι στο θέατρο εν αρχή ην ο λόγος - ο λόγος της υπαρξιακής περιπέτειας του ανθρώπου, που σημαίνει και λόγος της ανθρώπινης κουλτούρας, κι αυτή η επίγνωση έχει αναπτυχθεί σε μια σχέση «ερωτική» με το λόγο, τότε μπορεί και η σκηνοθεσία, η παράσταση ενός αισθαντικού μεν ελάσσονος αξίας (ως θέμα και γραφή), αφηγηματικού, κυρίως, παρά θεατρικού έργου, να καταστεί «θαυματοποιός» δύναμη της θεατρικής τέχνης. Οι προαναφερόμενες αρετές διακρίνουν τον Αντώνη Αντύπα. Και οι δραματουργικές παρατηρήσεις το έργο του Ιρλανδού Μπράιαν Φρίελ «Ο θαυματοποιός». Εργο διαρθρωμένο σε τρεις μονολόγους - αφηγήσεις σε πρώτο και τρίτο πρόσωπο. Αφηγήσεις - πορτρέτα τριών προσώπων, με επίκεντρο τον Φρανκ. Εναν ξεριζωμένο από τον τόπο του φτωχοδιάβολο, έναν τσαρλατάνο, έναν κομπογιαννίτη, που βγάζει το ψωμί του περιοδεύοντας στην επαρχία ως «θαυματοποιός» και διά της πίστης ή της μαγγανείας υποτίθεται ότι «θεραπεύει» πάσχοντα πλάσματα. Τα τρία πρόσωπα, ο «θαυματοποιός», ο καλοκάγαθος προπομπός - «ατζέντης» του Τέντι και η βοηθός - ερωμένη του Γκρέις, διά του λόγου τους, αυτοπροσωπογραφούνται και αλληλοπροσωπογραφούν τους χαρακτήρες τους, τις σκέψεις, τις συνήθειες και συμπεριφορές τους. Τη βιοποριστική συνεύρεσή τους, τον αγώνα τους να επιβιώσουν, τις σχέσεις τους, τις μνήμες τους, τις ανασφάλειες και ανεπάρκειές τους, τις αλήθειες, τα ψεύδη, τη μιζέρια της ζωής τους, τους ανικανοποίητους πόθους τους.

«Υπηρέτης δυο αφεντάδων» με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας στο «Πορεία»
Λιτά αισθαντική η αφηγηματική γραφή του Φρίελ, μεταφρασμένη από τον άξιο τεχνίτη του θεατρικού λόγου Ερρίκο Μπελιέ, «ανατομημένη» από το ολόγυμνο, γκρίζο σκηνικό «τοπίο» που σχεδίασε ο Γιώργος Πάτσας, αποκαλύπτοντας, με τη συνεργασία των φωτοσκιάσεων του Ανδρέα Σινάνου, το «χιλιοπατημένο», «φθαρμένο», από μια άχαρη και αδικαίωτη ζωή, ψυχολογικό «τοπίο» των προσώπων και «εικονογραφημένο» με τη μελαγχολικά ατμοσφαιρική μουσική της Ελένης Καραΐνδρου, δημιούργησαν την αναγκαία «βάση», ώστε ο Αντ. Αντύπας να «κεντήσει» μουσικά το λόγο των ηθοποιών και χωρίς διόλου να φαίνεται, να επιδεικνύεται η λεπτομερειακή καθοδήγησή του να αντλήσει από τις απέριττες ερμηνείες τους, ερμηνείες βάθους, πλήρως ψυχογραφημένα και πλήρως θεατρικά τα αφηγηματικά πρόσωπα. Καρπός της εξαιρετικής σκηνοθετικής καθοδήγησης είναι ιδιαίτερα η ερμηνεία του Γιάννη Φέρτη (Φρανκ). Η καλύτερη, ίσως, μέχρι τώρα, ουσιωδέστατη, λιτότατη, εσωτερικότατη, με πνευματικότητα και συναισθηματική βάσανο ερμηνεία του. Η Ταμίλα Κουλίεβα δεν παρέστησε την αλήθεια, ήταν η αλήθεια μιας βιοποριστικά ταλαιπωρημένης και ψυχολογικά στερημένης ακόμα και την αληθινή αγάπη, γυναίκα. Ο Δημήτρης Οικονόμου, με αλήθεια, αμεσότητα και θέρμη ψυχής ερμήνευσε τον καλόψυχο Τέντι.

«Υπηρέτης δυο αφεντάδων» με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας

Ούριος καλλιτεχνικά άνεμος πνέει στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας. Αυτό δείχνουν οι δυο παραστάσεις του που βρήκαν φιλοξενία στο αθηναϊκό θέατρο «Πορεία». Μετά τους «Ρομαντικούς» του Ε. Ροστάν, σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού, ακολούθησε η επίσης έξοχη παράσταση του γκολντονικού «Υπηρέτης δυο αφεντάδων» σε σκηνοθεσία Θέμι Μουμουλίδη, την οποία δεν πρέπει να χάσει κανείς φίλος του καλού θεάτρου. Ο Θ. Μουμουλίδης, τελικώς, έχει μεγάλη καλλιτεχνική «ρέντα» με αυτή την αριστουργηματική κωμωδία. Δεν τη σκηνοθετεί για πρώτη φορά, αλλά για πολλοστή (νομίζουμε για τέταρτη φορά) και κάθε φορά έχει να προσθέσει κάτι καινούριο, πρωτότυπο, ευρηματικό, ποιοτικά απαιτητικότερο, θεατρικά απολαυστικό. Μια νέα αισθητική και ερμηνευτική άποψη, εύστοχη, συγκροτημένη και πειστική ως σύλληψη, στηριγμένη απολύτως από την εμπνευσμένη, δημιουργική συμβολή όλων των καλλιτεχνικών συντελεστών και ερμηνευτών της παράστασης. Στο προπέρσινο σκηνοθετικό επίτευγμά του με τον «Υπηρέτη», ο Θ. Μουμουλίδης προσθέτει το φετινό, ακόμα πιο προχωρημένο, πιο λεπτομερειακά δουλεμένο, αισθητικά πιο τολμηρό, και πιο ευφρόσυνο θεατρικά. Η «μανική», η «ερωτική» όπως φαίνεται σχέση του με αυτό το έργο, έχει κατακτήσει το βάθος και εύρος του, τους κώδικές του, τη διαχρονικότητα, που σημαίνει και την προσαρμοστικότητα του κοινωνιολογικού του πλαισίου και των προσώπων του σε διάφορες εποχές, επομένως και στην εποχή μας, τον ανεξάντλητο κωμικό πλούτο του, τα απεριόριστα όρια που δίνει στη σκηνοθετική και υποκριτική φαντασία.

Η φετινή σκηνοθεσία του Θ. Μουμουλίδη «οργίασε» κυριολεκτικά σε ευρήματα. Αρχίζοντας το έργο μουσικοχορευτικά, από το σήμερα, σαν ροκ πάρτι μεγαλοαστών, συνέχισε κάνοντας μια -εμμέσως σχολιαστική - αισθητική και κοινωνιολογική αναδρομή της κωμωδίας από το παρόν στο παρελθόν και έως την εποχή του Γκολντόνι και της κομέντια ντελ άρτε, για να επιστέψει στο φινάλε και πάλι στο παρόν, καταδεικνύοντας όχι μόνο τη διαχρονική αντοχή και αξία του γκολντονικού έργου, αλλά τους ολάνοιχτους ορίζοντες όσον αφορά στην ερμηνεία του. Το σκηνοθετικό επίτευγμα του Θ. Μουμουλίδη αδικείται περιγραφόμενο με λέξεις. Οποιος δει την παράσταση θα καταλάβει ότι η σκηνική ευφροσύνη είναι υπόθεση της όρασης, της ακοής, του μυαλού και της ψυχής. Είναι λίγο ό,τι κι αν πει κανείς για τη μεγάλη προσφορά, την αληθινή δημιουργία, τη φαντασία, το χιούμορ, την τεχνική ακρίβεια της χορογραφίας της Αλίκης Καζούρη, της οποίας το δημιούργημα είναι ένας θαυμαστός συνδυασμός του χορού, της μιμικής, της τσιρκολάνικης τέχνης των ακροβατών και ζογκλέρ και των γκανγκς. Αλλά καθώς πρόκειται για ευτυχή «γάμο» πολλών καλλιτεχνών, να σημειώσουμε ότι σ' αυτό συμβάλλουν το λιτό, καλαίσθητα σκηνικό εποχής (Λένα Οικονόμου), τα όμορφα, πολύχρωμα κοστούμια, εποχής και σύγχρονα, (Κώστας Βελινόπουλος), η πληθωρικών ρυθμών μουσική και οι σύγχρονες μουσικές επιλογές (Θύμιος Παπαδόπουλος - Δημήτρης Παπαδημητρίου), οι βενετσιάνικης ατμόσφαιρας φωτισμοί (Φίλιππος Κουτσάφτης), οι ρυθμικότατες ξιφογραφίες (Θάνος Δερμάτης), ακόμα και τα ενδυματολογικά αξεσουάρ (μάσκες, περούκες, καπέλα κλπ).

Το άριστο «τέκνο» αυτής της καλλιτεχνικής συνεύρεσης, η ψυχή, το πνεύμα, το «άλας» της παράστασης είναι ο δαιμόνιος θεατρίνος Γεράσιμος Γεννατάς (αριστουργηματικός ως υπηρέτης). Ενας λεπτής αλλά πηγαίας κωμικής φλέβας ηθοποιός, με μοναδικές, σπανιότατες δυνατότητες σωματικής υποκριτικής, ένας άνθρωπος λάστιχο, ένα πλάσμα που καταργεί τους νόμους της βαρύτητας και παίζει με το κορμί του σαν φτερό στον άνεμο. Ενας θεατρίνος με μεγάλο ταλέντο, το οποίο μεγεθύνει η εκπληκτική τεχνική του. Το υποκριτικό θαύμα του Γεννατά, αμιλλώνται με πολύ καλά αποτελέσματα όλοι οι ηθοποιοί. Με ιδιαίτερες επιδόσεις οι: Ζωή Νταλμπάντη (με φύση και χάρη σουμπρέτας), Διονύσης Βούλτσος, Στάθης Κόκκορης, Βεατρίκη Λεχού (ιδανική, μάλιστα φυσιογνωμικά για το ρόλο της Βεατρίκης), Δημήτρης Κουτρουβιδέας, αλλά και αξιοσημείωτες από τους νέους: Αγγελική Πέτκου, Αντιγόνη Δρακουλάκη, Σπύρο Περδίου, Σταύρο Γιαγκούλη, Κωνσταντίνο Μυλώνη, Στέφανο Μπαρμπαλιά.


ΘΥΜΕΛΗ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
«Μαντάμ Μπατερφλάι» από τον «Κώδικα» (2007-04-25 00:00:00.0)
ΑΤΙΤΛΟ (2003-12-03 00:00:00.0)
Αφηγηματικό θέατρο και Φεστιβάλ Μπέκετ (2003-11-05 00:00:00.0)
Αριστοφάνης και «Θηβαϊκός Κύκλος» (2002-08-21 00:00:00.0)
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ (2000-06-06 00:00:00.0)
Οι δίδυμοι της Βενετίας (1998-03-12 00:00:00.0)