Σάββατο 14 Αυγούστου 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΚΩΣΤΑΣ ΒΙΔΑΛΗΣ
Γεια σας, κύριε συνάδελφε!

Συμπληρώνονται φέτος 58 χρόνια από τη δολοφονία του

«Να γράφεις κύριε συνάδελφε για τους απλούς ανθρώπους. Καθαρά, όχι συννεφώδη, σύντομα και περιεκτικά. Αφηνε στην άκρη τις φλυαρίες και δίνε το λόγο στα γεγονότα. Αυτά πείθουν».

Μεγάλος δάσκαλος στ' αλήθεια ο Κώστας Βιδάλης. Ενας δημοσιογράφος, που ασκούσε το επάγγελμά του σαν λειτούργημα και όχι σαν τυχοδιωκτισμό. Ενας ιδεολόγος - κομμουνιστής - δημοσιογράφος, που έδωσε τη ζωή του στη μάχη για την αλήθεια. Δημοσιογράφος - πρότυπο για τη νέα γενιά του επαγγέλματος, που γαλουχείται από τους βαρόνους των ΜΜΕ, με τις αρχές του χρηματισμού, της ανεντιμότητας και του κακώς εννοούμενου εγωισμού. Ο Κώστας Βιδάλης, ένα παράδειγμα στον «μαγικό» αλλά και άγριο χώρο της δημοσιογραφίας, υπάρχει για να διδάσκει τους νέους και να επαναφέρει στην τάξη τους παλιούς...

Μεγάλη μορφή της δημοσιογραφίας, που σήμερα την ωθούν στην κατρακύλα της αναλήθειας των συμφερόντων του κεφαλαίου από τη μια μεριά αλλά που την υπηρέτησαν και συνεχίζουν να υπάρχουν άνθρωποι που την υπηρετούν με το ήθος και την αυταπάρνηση του Κώστα Βιδάλη.

Οπως γράφει ο ίδιος στο βιογραφικό σημείωμα που έδωσε, τον Οκτώβρη του 1945, στην Κομματική Οργάνωση του «Ρ»: «Γεννήθηκα στην Αθήνα στα 1904 και έζησα στην Αθήνα. (...) Ο πατέρας μου ήταν μαρμαράς και κατόπιν μικροεργολάβος. Η μητέρα μου δούλευε ράφτρα. Ο πατέρας μου πέθανε πριν από 35 χρόνια. Η μάνα μου πέθανε κι αυτή στα '42. (...) Από 24 χρόνια κάνω το δημοσιογράφο. Πριν έκανα τον υπάλληλο και από 20 χρόνια είμαι μέλος της Ενώσεως Συντακτών. Μέλος του Κόμματος έγινα στα 1941. Μα από τα 1924 που άρχισα να δουλεύω στο "Ριζοσπάστη", ήμουνα οπαδός του Κόμματος. Ο λόγος της εγγραφής μου στο Κόμμα είναι η λογική συνέχεια της στάσης μου και των αγώνων μου μέσα στο επάγγελμα και στο Σωματείο καθώς και το ιδεολογικό μου καταστάλαγμα. (...)

Δημοσιογράφοι στην Ελεύθερη Ελλάδα. Από αριστερά , Ν. Καρβούνης, Β. Γεωργίου, Κ. Βιδάλης, Σ. Γρηγοριάδης, Δ. Χατζής. Ορθιος ο Θ. Χατζής
Δημοσιογράφοι στην Ελεύθερη Ελλάδα. Από αριστερά , Ν. Καρβούνης, Β. Γεωργίου, Κ. Βιδάλης, Σ. Γρηγοριάδης, Δ. Χατζής. Ορθιος ο Θ. Χατζής
Από τον Ιούλιο του 1941 μέχρι τον Απρίλη δούλευα μαζί με το σ. Καραγιώργη στο κομματικό δελτίο, στα "Βδομαδιάτικα Νέα" και στο "Ριζοσπάστη". Κατόπιν στο ΕΑΜ, στην Κεντρική Διαφώτιση, γραμματέας της επιτροπής. Ταυτόχρονα δούλευα στον παράνομο μηχανισμό της "Ελεύθερης Ελλάδας" και του "Απελευθερωτή" καθώς και στην "Επιμελητεία του Αντάρτη", στην Κεντρική Οικονομική Επιτροπή του ΕΑΜ και στις προσπάθειες τυπογραφικών υλικών και πιεστηρίων και για το μηχανισμό του Κόμματος στις αποστολές υλικού στις επαρχίες και στο βουνό. (...)

Στην περίοδο της δικτατορίας όταν κηρύχτηκε ήμουνα στην Ισπανία απεσταλμένος του "Ριζοσπάστη", έπειτα ήρθα εδώ, πιάστηκα στα 1937 και με έστειλαν εξορία στα Κύθηρα όπου έμεινα 8 μήνες. Κείνη την περίοδο από την εφημερίδα "Πρωία" όπου δούλευα, αποκάλυψα το τραστ του Μποδοσάκη και γι' αυτό μαζί με την αποκάλυψη του σκανδάλου της αύξησης του τόκου των δανείων στο Λονδίνο, εξορίσθηκα ένα χρόνο»...

«Πρέπει να το ερευνήσομεν, κύριε συνάδελφε»!

Ηταν Αύγουστος του 1946, όταν κορυφώνονται τα γεγονότα στη Θεσσαλία από τους αγγλοοργανωμένους συμμορίτες. Ο Κώστας Βιδάλης, όπως ήταν φυσικό, δεν άργησε να εκφράσει την επιθυμία του στο διευθυντή του «Ρ», να βρεθεί στην καρδιά των γεγονότων. «Είμαι δημοσιογράφος και πρέπει να κάνω τη δουλιά μου. Να καταγγείλω αυτό το όργιο της τρομοκρατίας, ν' αποκαλύψω τους δράστες», έλεγε χαρακτηριστικά. Μέχρι που στις 10 Αυγούστου 1946, ανακοίνωσε στη Συντακτική Επιτροπή της εφημερίδας την απόφασή του, παρά τις αντιδράσεις: «Θα πάω στα Θεσσαλικά χωριά. Πάω να δω με τα μάτια μου τους βασανιστές του λαού μας. Να τους πάρω συνέντευξη. Ν' ακούσω με τα ίδια τ' αυτιά μου το βογκητό των ανθρώπων μας»...

Αψήφησε τις συμβουλές, τις νουθεσίες, αρνήθηκε να κάτσει στο γραφείο του και να πληροφορείται εκ του ασφαλούς τα όσα συνέβαιναν στη «φλεγόμενη» Θεσσαλία. Αποφάσισε να πάει εκεί, να γίνει αυτόπτης μάρτυρας και να γράψει το δεύτερο ρεπορτάζ στον κάμπο, μετά «τη Μάχη της Σοδειάς», που έμελλε αυτή τη φορά να γραφτεί με το αίμα του...

Καυτός μήνας αλήθεια ο Αύγουστος, εκείνος όμως ήταν ξεχωριστός. Η κατάθεση ενός αυτόπτη μάρτυρα, για τα όσα πέρασε ο δημοσιογράφος του «Ρ», ανατριχιαστική. «Είχαμε κατασκηνώσει στα Αλώνια, ανάμεσα Μέλια - Χάλκη, 700μ. από τη σιδηροδρομική γραμμή. Εκείνο το βράδυ φέρανε εκεί ένα δημοσιογράφο...

Εγώ δεν τον είδα, ήταν νύχτα, κοντά 10 η ώρα και δεν μπορούσα να πλησιάσω, για να ιδώ ποιος είναι, ούτε και να ρωτήσω το όνομά του, γιατί φοβόμουνα το κεφάλι μου. Από τους συμμορίτες όμως άκουσα να λένε μεταξύ τους, ότι αυτός που φέρανε είναι συντάκτης του "Ριζοσπάστη" και ότι θα περάσει από το μαχαίρι τους... Ακουσα ότι τον άρπαξαν από το τρένο, στο σταθμό Πλατυκάμπου και ότι τον παρακολουθούσε η ΕΒΕΝ από τη Θήβα, που πέρασε από την Αθήνα προς τη Λάρισα. Αν λεγόταν Βιδάλης δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι ότι ο άνθρωπος αυτός μαρτύρησε ώσπου να ξεψυχήσει...

Τον έφεραν εδώ στις 10 μ.μ.. Τον πήγανε εκεί κοντά, κάπου 100 μέτρα. Τον γδύσανε. Του βγάλανε τα παπούτσια και τον αφήσανε μόνο με το σώβρακο και τη φανέλα. Τα ρούχα του τα πήρε ένας από τους συμμορίτες, ο Κωνσταντάρας. Τη βαλίτσα του και τις σημειώσεις του, τις πήρε ο Τζώρτζης. Αυτός είναι ένας Κύπριος, που ουσιαστικά διευθύνει τη συμμορία. Αφού τον γδύσανε και του πήρανε τα χαρτιά, άρχισαν να τον χτυπούν με ρόπαλα και να τον ρωτούν. Τι τον ρωτούσαν δεν μπόρεσα να ακούσω...

Τον βασάνισαν έτσι ως τις 4 π.μ. κι αφού έπεσε νεκρός, τον άφησαν κι αποτραβήχτηκαν για λίγα λεπτά. Κάτι είπαν μεταξύ τους και μετά ξαναπήγαν, του έριξαν 4-5 σφαίρες και μετά το πτώμα του σε αυτοκίνητο. Πού πήγαν, δεν ξέρω»...

Ετσι έφυγε στις 13 ή στις 14 Αυγούστου 1946, (δεν υπάρχει σαφής μαρτυτία για την ακριβή ημερομηνία της δολοφονίας του), ο Κύριος Συνάδελφος, Κώστας Βιδάλης, αν επιτρέπεται να τον αποκαλεί έτσι, ένας αρχάριος της σημερινής - μάλιστα - δημοσιογραφίας, όπως εγώ. Εφυγε κάνοντας ρεπορτάζ, ψάχνοντας για την αλήθεια, να τη δώσει στο λαό, να του φλογίσει το νου, που τον κάνει δυνατό στους αγώνες του για τη δική του κοινωνία και όχι εξυπηρετώντας μεγάλα συμφέροντα και κυβερνήσεις...

«Συνεχίζουμε να διδασκόμαστε απο Σας κύριε συνάδελφε»!


Α.Φ.

ΝΙΚΟΣ ΠΛΟΥΜΠΙΔΗΣ
«Τιμή μου έχω την τιμή του Κόμματός μου»

50 χρόνια από την εκτέλεση του ήρωα κομμουνιστή

Χαράματα της 14ης Αυγούστου 1954, στη θέση Αγία Μαρίνα, στο Δαφνί. Στις 5 η ώρα διακρίνεται ένα αυτοκίνητο να κινείται. Σταματάει, ανοίγει η πόρτα και κατεβαίνει ο Νίκος Πλουμπίδης δεμένος, ακόμη και τότε, με τις χειροπέδες. Φορούσε μαύρο κοστούμι, άσπρο πουκάμισο... ήτανε γιορτινός. Προχωρώντας στον τόπο της εκτέλεσης, ο οποίος δεν ήταν ο συνήθης, πέρασε δίπλα από τους δημοσιογράφους που περίμεναν. Κοντοστάθηκε, στράφηκε προς το μέρος τους, χαιρέτισε εγκάρδια και με θαυμαστή ψυχραιμία: «Γεια σας παιδιά. Μπράβο, όλο νιάτα βλέπω μπροστά μου. Σας εύχομαι καλή σταδιοδρομία, να 'στε πάντα καλά. Βλέπετε εγώ σε λίγο φεύγω με ψεύτικες και άδικες κατηγορίες. Το Κόμμα μου, το ξέρω, θα βρει την αλήθεια και θα με δικαιώσει». Οι εφημερίδες της εποχής την ίδια μέρα θα γράψουν: «Εξετελέσθη ζητωκραυγάζων υπέρ του ΚΚΕ, αντιμετώπισε με απόλυτον ψυχραιμίαν τας σφαίρας του αποσπάσματος» και «δεν εδέχθη ούτε να κοινωνήση, ούτε να του δέσουν τους οφθαλμούς του»...

Πενήντα χρόνια έχουν περάσει από τότε που ο «κόκκινος δάσκαλος» πέφτει νεκρός από τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος της αμερικανοκρατίας και της ντόπιας αντίδρασης. Πρόκειται για άλλη μια δολοφονία του αντιδραστικού μετεμφυλιοπολεμικού καθεστώτος στην Ελλάδα, σε συνεργασία με τους Αμερικανούς, που ήταν από τα βασικά στηρίγματά του. Στην κυβέρνηση βρισκόταν ο «Ελληνικός Συναγερμός», η «Δεξιά» του Παπάγου.

Πλούσια δράση, ακούραστος αγωνιστής

Ο Ν. Πλουμπίδης γεννήθηκε στο χωριό Λαγκάδια της Αρκαδίας στις 31 Δεκέμβρη 1902, από φτωχή αγροτική οικογένεια. Παρά τη φτώχεια κατάφερε με πολλές στερήσεις να τελειώσει το διδασκαλείο Πύργου, τον Ιούλη 1924 και τον ίδιο χρόνο διορίστηκε δάσκαλος σε ένα χωριό της Ελασσόνας. Από τα πρώτα κιόλας βήματα πήρε μέρος στη συνδικαλιστική κίνηση της Δασκαλικής Ομοσπονδίας για αύξηση των μισθών των δασκάλων.

Το 1926 έγινε μέλος του ΚΚΕ. Πήρε μέρος στη μεγάλη φοιτητική απεργία του 1929. Σε μια από τις φοιτητικές διαδηλώσεις πιάστηκε και βασανίστηκε στην Ασφάλεια. Εχει προσβληθεί από φυματίωση και οι γιατροί δεν του δίνουν ζωή περισσότερο από λίγους μήνες. «Αφού πρόκειται να πεθάνω σε έξι μήνες, ας τους ζήσω όσο μπορώ πιο έντονα, πιο αγωνιστικά», ήταν η απάντηση του Πλουμπίδη.

Συνεχίζει τη δράση του στο δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα και εκλέγεται μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων. Απ' αυτή τη θέση συμβάλλει στην οργάνωση πολλών απεργιακών αγώνων του κλάδου του. Το Μάρτη του 1931 πιάνεται για τη συνδικαλιστική του δράση και καταδικάζεται. Στα τέλη του ίδιου χρόνου απολύεται από δάσκαλος και ασχολείται αποκλειστικά στην κομματική δουλιά.

Με τη δικτατορία του Μεταξά, ο Ν. Πλουμπίδης, περνά στην παρανομία. Το 1937 βρίσκεται στο Βόλο, καθοδηγητής του Γραφείου Περιοχής Θεσσαλίας, το '38 γυρνάει στην Αθήνα και στη σύσκεψη του Ιούνη του '38 εκλέγεται μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ. Στη συνέχεια πηγαίνει καθοδηγητής του Γραφείου Περιοχής Μακεδονίας - Θράκης και το Μάη του 1939 πιάνεται στην Αθήνα όταν κατεβαίνει για κομματική δουλιά, όπου βασανίζεται απάνθρωπα στην Ασφάλεια. Ο γιατρός της Ασφάλειας δεν αναλαμβάνει την ευθύνη, καθώς ο κίνδυνος να πεθάνει ο Ν. Πλουμπίδης είναι μεγάλος. Αναγκάζονται να τον στείλουν στη φυλακή - σανατόριο της «Σωτηρίας», σε αυστηρή απομόνωση. Δεν του επιτρέπουν να βγει στο προαύλιο και να μιλήσει με κανέναν ή να δεχτεί επισκέψεις.

Το Γενάρη του 1942, στα χρόνια της Κατοχής, αφού ολοκληρώνει την ποινή του, εξορίζεται στην Τρίπολη για δύο χρόνια. Εκεί συνδέεται με την Κομματική Οργάνωση της Τρίπολης και το Φλεβάρη δραπετεύει και έρχεται στην Αθήνα. Το Δεκέμβρη, στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ εκλέγεται μέλος της ΚΕ και στην Ολομέλεια, μέλος του ΠΓ.

Δουλεύει ακούραστα για την ανάπτυξη του κινήματος της Εθνικής Αντίστασης. Είναι ένας από τους καθοδηγητές των μεγάλων κινητοποιήσεων του λαού της Αθήνας ενάντια στους χιτλεροφασίστες κατακτητές. Παίζει πρωτεύοντα ρόλο, ιδιαίτερα στη μεγάλη διαδήλωση στις 5 Μάρτη 1943 ενάντια στην επιστράτευση.

Στη διάρκεια του εμφυλίου παραμένει στην Αθήνα. Στην παρανομία και κάτω από δύσκολες συνθήκες συνεχίζει την κομματική δουλιά. Δυνατό χτύπημα για τον Ν. Πλουμπίδη είναι η σύλληψη και καταδίκη του Νίκου Μπελογιάννη. Με το γνωστό γράμμα προς τους συνηγόρους του Μπελογιάννη προσφέρεται να παρουσιαστεί και να δικαστεί αυτός, ζητώντας να μετατραπεί η θανατική ποινή του Μπελογιάννη.

Ο Νίκος Πλουμπίδης συλλαμβάνεται στις 25 Νοέμβρη του 1952. Κρατείται από τότε ως την έναρξη της δίκης στις 24 Ιούλη 1953, ημέρα Παρασκευή. Μαζί του δίκαζαν ερήμην και τους Ν. Ζαχαριάδη, Γ. Ιωαννίδη, Β. Μπαρτζιώτα, Μ. Πορφυρογένη, Π. Ρούσο, Λ. Στρίγγο, Μ. Βλαντά, Γ. Βοντίτσιο - Γούσια κ.ά. Βασική κατηγορία του καθεστώτος εναντίον τους ήταν η «παράβαση» του ΑΝ 375 της μεταξικής δικτατορίας περί κατασκοπίας.

Λίγο πριν τη σύλληψή του και μετά, μέχρι την εκτέλεσή του περνάει την πιο δύσκολη φάση της ζωής του. Η αντίδραση εκμεταλλεύεται την άδικη κατηγορία από την ηγεσία του Κόμματος, για να χτυπήσει το ίδιο το ΚΚΕ και το αριστερό κίνημα. Σ' αυτή τη μεγάλη δοκιμασία, ο Πλουμπίδης μένει αταλάντευτος. Υπερασπίζεται το Κόμμα και τη γραμμή του, δίνοντας ένα υπέροχο παράδειγμα ήθους, αρετής και αυτοθυσίας.

Οσο για εκείνους που επιμένουν ακόμα και 50 χρόνια μετά την εκτέλεσή του να χρησιμοποιούν την υπόθεση Πλουμπίδη ενάντια στο ΚΚΕ, η απάντηση έρχεται από τον ίδιο, με ένα γράμμα - ντοκουμέντο: «Εκείνοι που με αγαπούν και με σέβονται οφείλουν να πειθαρχήσουν στο Κόμμα, να διαφυλάξουν την Ενότητά του και να έχουν εμπιστοσύνη στην ηγεσία του. Τιμή μου εγώ, πάνω απ' όλα έχω την τιμή του Κόμματος. Εγώ, εκείνα που δίδασκα τα εφαρμόζω πρώτος εγώ. Ημουν πιστός στο Κόμμα τότε που με περιέβαλε με στοργή και με ανέβαζε στα ανώτερα αξιώματά του, είμαι πιστός και τώρα που -καλά ή κακά, δίκαια ή άδικα- με κατηγορεί και με στιγματίζει. Θα παραμείνω για πάντα πιστός και θα πεθάνω κομμουνιστής».

«Σήμερα δικάζετε το ΚΚΕ»

Το στρατοδικείο τον καταδίκασε δύο φορές σε θάνατο. Σε όλη τη διάρκεια της δίκης του δε σταματάει στιγμή να υπερασπίζει αυτά που πίστευε: «Σήμερα, κύριοι, δε δικάζετε άτομα. Δικάζετε το ΚΚΕ. Και επ' αυτού δηλώνω, παρόλο ότι σήμερα όχι μόνο δεν έχω την τιμή να εκπροσωπώ το Κόμμα μου, αλλά έχω και πολεμική εναντίον μου, δηλώνω, ότι αναλαμβάνω πλήρως τις ευθύνες για την πολιτική του Κόμματός μου»... «Ματαιοπονείτε, αν πιστεύετε ότι θα με κάνετε να στραφώ ενάντια στο Κόμμα μου», απάντησε στον πρόεδρο του δικαστηρίου με σταθερή φωνή, όταν αυτός προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί τη λαθεμένη απόφαση.

Ο Ν. Πλουμπίδης άκουσε ψύχραιμος την καταδικαστική απόφαση και στους δημοσιογράφους απάντησε: «Θα αντιμετωπίσω το θάνατο σαν Ελληνας κομμουνιστής, όπως αντιμετώπισα και την κατηγορία σε όλη την ακροαματική διαδικασία. Θα πεθάνω ήσυχος και γιατί αρκετό σπόρο έσπειρα και γιατί χιλιάδες νέοι Ελληνες θα πάρουν τη θέση μου μέχρι τη νίκη του λαού».

Λίγες στιγμές πριν την εκτέλεσή του στο Δαφνί, δηλώνει στον επικεφαλής του αποσπάσματος και τον ιερέα που βρισκόταν στον τόπο της εκτέλεση: «Δεν έχω κανένα βάρος στη συνείδησή μου. Μόνο σας ξαναλέω: Υπήρξα τίμιος αγωνιστής, πάλεψα για το καλό του λαού και για το Κόμμα μου. Κι αφήνω στο γιο μου φεύγοντας ένα τίμιο όνομα». Με τα λόγια αυτά ο αγωνιστής - κομμουνιστής σφράγισε τη ζωή του, μια ζωή αφιερωμένη ολοκληρωτικά στην υπόθεση της εργατικής τάξης και του ελληνικού λαού.


Ελένη ΤΖΙΒΡΑ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ