Στο πλαίσιο αυτό, χτες, ο Γ. Καρατζαφέρης κατέθεσε Επίκαιρη Ερώτηση στον πρωθυπουργό ρωτώντας τον αφενός «πώς θα καταστεί η χώρα μας φιλικότερος και ελκυστικότερος προορισμός για υποψήφιους Ελληνες και ξένους επενδυτές», αφετέρου «πώς θα δώσουμε ελπίδα επαγγελματικής αποκατάστασης στους νέους Ελληνες που εγκαταλείπουν τη χώρα αναζητώντας εργασία στο εξωτερικό»...
Η συμμετοχή του στην κυβέρνηση του επιτρέπει να γνωρίζει επακριβώς το πώς μεθοδεύεται η χώρα να καταστεί όχι απλά φιλικότερος και ελκυστικότερος προορισμός των «επενδυτών» αλλά ξέφραγο αμπέλι να «τρυγήσουν» τους καρπούς του μέχρις ενός. Αυτό ακριβώς κάνει η πολιτική την οποία στηρίζει ο ΛΑ.Ο.Σ., συνεπώς μόνο υποκριτικό μπορεί να θεωρηθεί το ερώτημα του Καρατζαφέρη. Θα έπρεπε επίσης να ξέρει - και το ξέρει κι ας παριστάνει τον ανήσυχο - ότι η ίδια πολιτική υπέρ του κεφαλαίου, η εξουσία του κεφαλαίου που με τόση ζέση υπηρετεί, διογκώνει την ανεργία και θα συνεχίσει να το κάνει. Για να ξεπεραστεί η κρίση σε όφελος του κεφαλαίου, προϋπόθεση είναι η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, πρωτίστως εργατικής δύναμης. Αρα, καμία ελπίδα δεν μπορούν να δώσουν αυτοί που έχουν ρημάξει το λαό και τα παιδιά του, μόνο βάσανα μπορούν να του δώσουν. Η ελπίδα θα γεννηθεί τη στιγμή που με την πάλη του ο λαός θα τους στείλει στα αζήτητα της ιστορίας, αυτούς και τους άρπαγες που εκπροσωπούν.
Ενα νέο πλαίσιο Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) που θα στηρίζει το αγροτικό και κτηνοτροφικό προϊόν και το εισόδημα των μικρομεσαίων αγροτών πρότεινε από την Εκθεση «Αγρότικα» στη Θεσσαλονίκη ο Αλ. Τσίπρας, επιβεβαιώνοντας, για άλλη μια φορά, την ευρωλάγνα και ευρωσυμβιβασμένη πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Αλ. Τσίπρας, με λίγα λόγια, ζητάει καλύτερη διαπραγμάτευση της ΚΑΠ, κάτι δηλαδή σαν και αυτό που κάνει ο Αντ. Σαμαράς για το μνημόνιο... Είναι προφανές ότι μια τέτοια πολιτική θέση, αν δεν υποκρύπτει κοροϊδία, έχει σαφή λαθεμένη πολιτική στόχευση και δεν εξυπηρετεί τα πραγματικά συμφέροντα των μικρών και φτωχών αγροτοκτηνοτρόφων και του λαού συνολικότερα.
Το συνεπές αγροτικό κίνημα παλεύει και διεκδικεί καίρια αιτήματα βελτίωσης της θέσης της φτωχομεσαίας αγροτιάς. Παλεύει για την απόκρουση των δεινών που επιφέρει και θα επιφέρει η ΚΑΠ. Και παλεύει σε μια κατεύθυνση, γνωρίζοντας ότι εντός ΕΕ δεν πρόκειται να υλοποιηθούν και γι' αυτό θέτει και ζήτημα αποδέσμευσης από την ΕΕ. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως, η λέξη και πολύ περισσότερο το περιεχόμενο σύγκρουσης με την ΕΕ είναι κάτι το άγνωστο, ενώ επίσης του είναι αδιανόητη και η έννοια της αποδέσμευσης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δε θέλει προφανώς να βγάλει συμπεράσματα, ότι η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και στον αγροτικό τομέα, η μείωση του αγροτικού εισοδήματος και η συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής, είναι το αποτέλεσμα της ένταξης και παραμονής της χώρας στην ΕΕ και ότι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής που σαπίζει αποτελεί φρένο σε μια ανάπτυξη προς όφελος της αγροτιάς και των λαϊκών συμφερόντων. Στην πράξη, ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει αστική διαχείριση και καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Μόνο που όμως μια τέτοια πολιτική ευνοεί αποκλειστικά το μεγάλο κεφάλαιο και τους μεγαλοαγρότες. Και μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να λέει ό,τι λέει, η ουσία όμως είναι πως η ΚΑΠ δε φτιασιδώνεται, μόνο ανατρέπεται. Και τούτο ισχύει συνολικά για την πολιτική της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Πρώτον: Αρνήθηκαν στην πράξη την πρόταση των ταξικών δυνάμεων για προκήρυξη πανελλαδικής πανεργατικής απεργίας στο πρώτο δεκαήμερο του Φλεβάρη, που θα ήταν οργανωμένη και καλά προετοιμασμένη μέσα στους χώρους δουλειάς. Οι ταξικές δυνάμεις, ήδη από τις 26 Γενάρη είχαν προτείνει στη ΓΣΕΕ απεργία στις 9 Φλεβάρη. Νωρίτερα, στις 16 Γενάρη, 13 Εργατικά Κέντρα και 7 Ομοσπονδίες με κοινή ανακοίνωσή τους καλούσαν σε απεργία στο πρώτο δεκαήμερο του Φλεβάρη. Η ηγεσία της ΓΣΕΕ, ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ, κρύφτηκαν. Αρνήθηκαν οποιαδήποτε απόφαση για απεργία και έδωσαν πολύτιμο χρόνο στην κυβέρνηση να περάσει τα σχέδιά της. Ευθύνες έχουν και οι δυνάμεις του ΣΥΝ, που είτε συμμαχούν ανοιχτά (όπως έκαναν στο Βόλο) με την εργοδοσία, είτε αρνούνται μαζί με τον εργοδοτικό συνδικαλισμό να πάρουν αποφάσεις αγώνα, όπως έκαναν το προηγούμενο διάστημα στις Ομοσπονδίες των πρώην ΔΕΚΟ και αλλού.
Δεύτερον: Είχαν ήδη τρέξει στα τραπέζια του «κοινωνικού διαλόγου» για να παζαρέψουν με τους εργοδότες τι θα χάσει η εργατική τάξη. Μάλιστα, όταν το ΠΑΜΕ αποκάλυψε ότι στο τραπέζι των «εταίρων» είχε πέσει πρόταση για σμπαράλιασμα μισθών και συμβάσεων (που αποτελεί πλέον μέρος της αντεργατικής συμφωνίας των κομμάτων της συγκυβέρνησης) οι δυνάμεις αυτές μιλούσαν για «στημένα σενάρια» και ... διαμαρτύρονταν για την αποκάλυψη αυτών των σχεδίων.
Τρίτον: Ανοιχτά απεργοσπαστική ήταν και η δράση των δυνάμεων αυτών ακόμα και στη χτεσινή μάχη. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της μεταλλουργίας ΕΛΣΑ, όπου ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ αποφάσισαν να απεργήσει μόνο η διοίκηση του Σωματείου, και της ΙΟΝ, όπου η ΔΑΚΕ αποφάσισε να μη συμμετέχει κανείς εργάτης στην απεργία. Αλλά και η ξαφνική τους απόφαση για τη χτεσινή απεργία, μετά απ' όλα τα παραπάνω ήταν ντουφεκιά στον αέρα.
Αραγε η περίφημη «ανταγωνιστικότητα» που επικαλούνται για να τσακίσουν και τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα είναι μήπως ένα ... βαρέλι με πάτο; Και αν είναι, πού βρίσκεται ο πάτος αυτός;
Μήπως στις αμοιβές του ενός δολαρίου την ημέρα που ισχύουν στην Αφρική; Μήπως στη θεσμοθετημένη παιδική εργασία που ισχύει σε κάποιες χώρες - «τίγρεις» της Απω Ανατολής; Μήπως στους κατώτερους μισθούς Κίνας και Ινδίας; Στις παραγκουπόλεις της Βραζιλίας;
Αλλωστε, όπως είπε και η επίτροπος Μαρία Δαμανάκη μόλις χθες, το μεγάλο πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι «το χαμηλό επίπεδο της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τις αναδυόμενες οικονομίες».
Σας βεβαιώνουμε ότι αυτό το βαρέλι δεν έχει πάτο και στο υπάρχον οικονομικό σύστημα δε θα αποκτήσει ποτέ. Γιατί οι πολυεθνικές δε θα σταματήσουν να ζητούν όλο και περισσότερα κέρδη με κάθε δυνατό τρόπο.
Αυτές οι λειτουργίες ούτε «τιθασεύονται», ούτε «ελέγχονται», ούτε παίρνουν κανόνες μέσω της «ενίσχυσης των θεσμών» και άλλα τέτοια που ακούμε κατά καιρούς. Αλλωστε, αυτό στην περίπτωση της Ελλάδας έχει αποδειχθεί περίτρανα.
Προκειμένου να κάνουν τις δουλειές τους και να διασφαλίσουν την κερδοφορία του κεφαλαίου έχουν εξευτελίσει ακόμη και τους δικούς τους θεσμούς, που μέχρι χθες «έπιναν νερό στο όνομά τους».
Περιμένετε άλλωστε να δείτε ...πού θα πάει και πού θα «γραφτεί» η περίφημη «συνταγματική και κοινοβουλευτική τάξη» έτσι και αποφασίσουν να «περάσουν» τα μέτρα που ψήνουν, στα γρήγορα.
Μην απορήσετε αν αυτή τη βδομάδα η Βουλή αποκτήσει ...ωράριο σκυλάδικου και ψηφίζει νόμους για δανειακές συμβάσεις ξημερώματα Κυριακής.
Μετά τον Ιταλό πρωθυπουργό Μ. Μόντι, που ζήτησε από τους νέους «να συνηθίσουν στην ιδέα ότι δεν θα μπορούν να έχουν μια μόνιμη δουλειά για όλη τους τη ζωή», προϊδεάζοντας για την επέκταση και γενίκευση των ευέλικτων μορφών εργασίας, τη σκυτάλη πήρε ο Σουηδός πρωθυπουργός, που κάλεσε τους εργαζόμενους να συνηθίσουν στην ιδέα ότι θα δουλεύουν μέχρι τα 75 χρόνια, δηλαδή μέχρι τον Αδη! Ο Φρ. Ράινφελντ δήλωσε ότι θα ήθελε οι συμπατριώτες του να μπορούν να εργάζονται ως την ηλικία των 75 ετών, αλλάζοντας επαγγελματικό προσανατολισμό, και κάλεσε τους εργοδότες να ευνοούν τις νέες σταδιοδρομίες αυτού του είδους. «Αν προσλάβουμε κάποιον 55χρονο που λέει "ναι, είμαι έτοιμος να δουλέψω ως τα 75 μου", έχουμε 20 χρόνια και μια πολύ μακρά και πολύ ενδιαφέρουσα σχέση εργασίας, σε σχέση με ένα άτομο το οποίο, στην ίδια ηλικία, προβλέπει να σταματήσει πέντε ή έξι χρόνια αργότερα», δηλώνει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του σε σουηδική εφημερίδα. Σύμφωνα μάλιστα με τον Ράινφελντ, οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι έτοιμοι να αλλάξουν επαγγελματικό προσανατολισμό από τη στιγμή που το επάγγελμά τους γίνεται σωματικά ή ψυχικά πολύ επίπονο, ώστε ποτέ να μη σταματάνε να δουλεύουν. Σημειώνεται ότι σήμερα στη Σουηδία το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης είναι τα 67 έτη, αλλά οι εργαζόμενοι μπορούν να πάρουν σύνταξη από τα 61 χρόνια. Φυσικά τα παραπάνω δεν συμβαίνουν μόνο στην Ιταλία ή τη Σουηδία, αλλά σε ολόκληρη την ΕΕ και είναι αποτελέσματα της στρατηγικής που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις των καπιταλιστικών κρατών να φορτώσουν τα βάρη της κρίσης στους λαούς και να διασώσουν την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων.
Ο «ειδικός λογαριασμός», δηλαδή το ταμείο, που θέλει να φτιάξει ο γαλλογερμανικός άξονας για την αποπληρωμή των διεθνών δανείων της Ελλάδας, δεν αποσκοπεί μόνο στην πλήρη διασφάλιση των συμφερόντων των δανειστών -εταίρων, αλλά και στην εξουδετέρωση μιας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας της Ελλάδας, που θα μπορούσε να προκαλέσει ένα «ντόμινο» στα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης. Αυτό ήταν στην πραγματικότητα το νόημα της δήλωσης «αρνούμαστε την ελληνική χρεοκοπία», που έκαναν προχτές οι Μέρκελ και Σαρκοζί, όπως επιβεβαιώνεται από χτεσινό δημοσίευμα των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», στο οποίο επισημαίνεται ότι «με τον τρόπο αυτό (σ.σ. με τον ειδικό λογαριασμό) το Παρίσι και το Βερολίνο αποτρέπουν μια άτακτη χρεοκοπία της Ελλάδας, που θα κινδύνευε να πυροδοτήσει αντιδράσεις πανικού στις διεθνείς αγορές». Οπως αναφέρει το όργανο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, μέσω αυτού του ειδικού λογαριασμού αντί οι κάτοχοι ελληνικών ομολόγων που λήγουν να πληρώνονται από την Ελλάδα, θα πληρώνονται απευθείας από τους «διασώστες» της Ελλάδας. Μάλιστα, η ίδια εφημερίδα αναφέρει ότι είναι πολύ πιθανό η πρόταση αυτή να περιλαμβάνεται ως όρος στο νέο μνημόνιο. Είναι ευνόητο ότι χρήματα από το ταμείο αυτό για τις «εσωτερικές» ανάγκες της χώρας, δηλαδή για μισθούς, συντάξεις, κοινωνικές και λειτουργικές δαπάνες, δεν πρόκειται να φτάσουν ποτέ, όπως άλλωστε δεν έφτασαν μέχρι τώρα από το πρώτο δάνειο της τρόικας. Το συμπέρασμα είναι ότι ο λαός πρέπει να το πάρει απόφαση ότι δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία από τη λυκοσυμμαχία της ΕΕ και την κυβέρνηση του μαύρου μετώπου. Η μόνη σωτηρία δεν μπορεί παρά να προέλθει από τον ίδιο, με παλλαϊκή συμμαχία και αντεπίθεση για να γίνουν τα μονοπώλια λαϊκή περιουσία, για αποδέσμευση από την ΕΕ, με λαϊκή εξουσία.