Κυριακή 19 Φλεβάρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑ
Μερικά ενδεικτικά παραδείγματα

Οι απόφοιτοι των ιδιωτικών πανεπιστημίων ετοιμάζονται απλώς για φθηνό ευέλικτο δυναμικό, πληρώνοντας μάλιστα πανάκριβα την ψευτοκατάρτισή τους
Οι απόφοιτοι των ιδιωτικών πανεπιστημίων ετοιμάζονται απλώς για φθηνό ευέλικτο δυναμικό, πληρώνοντας μάλιστα πανάκριβα την ψευτοκατάρτισή τους
Τα στοιχεία σχετικά με την ανώτατη εκπαίδευση σε χώρες της ΕΕ, όπως παρουσιάζονται σε ιστοσελίδα της ΕΕ και όπως αναφέρθηκαν από τους καθηγητές που παραβρέθηκαν στο συνέδριο του ΕΚΔΔ, είναι άκρως αποκαλυπτικά:

  • Ολλανδία: Στο χώρο της δημόσιας εκπαίδευσης περιλαμβάνονται τόσο τα δημόσια πανεπιστήμια (τα οποία έχουν δίδακτρα) όσο και... όσα ιδιωτικά έχουν πιστοποίηση από το κράτος! Τα δίδακτρα που πληρώνει κατά μέσον όρο ένας φοιτητής ανέρχονται στις 3.000 ευρώ το χρόνο.
  • Γερμανία: Η ιδιωτικοποίηση δεν έχει γενικευτεί ακόμα. Η επιβολή και το ύψος των διδάκτρων εξαρτώνται από την πολιτική των κρατιδίων και από τα ίδια τα ιδρύματα, αλλά η γενίκευσή τους είναι ζήτημα χρόνου. Για παράδειγμα στο κρατίδιο της Βάδης - Βυρτεμβέργης, τα δίδακτρα ξεκινούν από 1.000 ευρώ το έτος. Το ύψος της χρηματοδότησης εξαρτάται από τον αριθμό των φοιτητών που σπουδάζουν και την έρευνα που πραγματοποιείται. Οσο περισσότερη χρηματοδότηση προσελκύει ένα ίδρυμα από ιδιωτικούς πόρους, τόσο αυξάνεται και η κρατική χρηματοδότηση.
  • Ιταλία: Η χρηματοδότηση προέρχεται κατά 12% από δίδακτρα που καταβάλλουν οι φοιτητές, κατά 24% από ιδιώτες και κατά 64% από το κράτος. Τα δίδακτρα στα «δημόσια» πανεπιστήμια κυμαίνονται στα 800 - 900 ευρώ το χρόνο, ενώ τα ιδιωτικά πανεπιστήμια που εμφανίστηκαν πριν από 20 χρόνια στην Ιταλία δεν επιβίωσαν, καθώς δεν είχαν υψηλές προδιαγραφές!
  • Ηνωμένο Βασίλειο: Το κόστος των σπουδών ανέρχεται (με βάση την επίσημη κατεύθυνση, γιατί κάθε ίδρυμα έχει τη δυνατότητα να αναπροσαρμόσει προς τα επάνω τα δίδακτρα) σε 3.000 λίρες (4.325 ευρώ) το χρόνο.
  • Βέλγιο: Δίδακτρα υπάρχουν σε όλα τα ιδρύματα, ενώ το ύψος τους εξαρτάται από τα ίδια τα ιδρύματα.
  • Πορτογαλία: Δίδακτρα υπάρχουν σε όλα τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, είτε είναι «δημόσια» είτε ιδιωτικά. Για τα ιδιωτικά τα δίδακτρα ξεκινούν από τις 3.000 ευρώ το χρόνο, ενώ για τα δημόσια από τα 800 ευρώ. Ωστόσο, τα δημόσια θέλουν να αυξήσουν τα δίδακτρα και επιδιώκουν να θεσμοθετηθεί ακόμα μεγαλύτερη αυτονομία (των ιδρυμάτων από το κράτος). Αλλωστε, διεκδικούν να καθορίζουν τα ίδια το «στόχο και την αποστολή» τους, ώστε να προσελκύουν πιο ...ανταγωνιστικά τις καλύτερες πηγές χρηματοδότησης και τους καλύτερους φοιτητές.
ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Ευρωπαϊκές εμπειρίες της ιδιωτικοποίησης...

...που δείχνουν πού θα οδηγήσουν οι αναδιαρθρώσεις που προωθούνται και στη χώρα μας

Οι φοιτητές στα περισσότερα ευρωπαϊκά (ιδιωτικά ή ιδιωτικοποιημένα)ιδρύματα ακριβοπληρώνουν τις σπουδές τους
Οι φοιτητές στα περισσότερα ευρωπαϊκά (ιδιωτικά ή ιδιωτικοποιημένα)ιδρύματα ακριβοπληρώνουν τις σπουδές τους
Πώς θα ιδιωτικοποιηθεί η ανώτατη εκπαίδευση; Πώς θα σπρώξουμε τη μεγάλη μάζα της νεολαίας στην κατάρτιση; Πώς οι επιχειρήσεις θα κάνουν κουμάντο στο περιεχόμενο σπουδών, στην έρευνα που διενεργείται και στα αποτελέσματά της; Πώς θα λειτουργεί το πανεπιστήμιο ως Ανώνυμη Εταιρία;

Στα παραπάνω ερωτήματα κλήθηκε να δώσει απάντηση συνέδριο που διοργανώθηκε από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Δημοσίου Δικαίου (ΕΚΔΔ) υπό την αιγίδα του υπουργείου Παιδείας, με τίτλο «Τα ευρωπαϊκά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα στον 21ο αιώνα: ποιες προοπτικές;». Το συνέδριο ήταν μια συνάντηση μεταξύ «ειδικών» (καθηγητών πανεπιστημίου, στην πλειοψηφία τους νομικών) για να ανταλλάξουν εμπειρίες τις οποίες θα διαχύσουν στην κοινωνία προκειμένου να προσθέσουν πόντους στην επιχειρηματολογία ΕΕ - κυβερνήσεων.

Ούτε λίγο ούτε πολύ, η θεματική του συνεδρίου ήταν: Τι από όσα, με βάση τη διαδικασία της Μπολόνια και τη στρατηγική της Λισαβόνας, προωθεί η κυβέρνηση στην ανώτατη εκπαίδευση έχει ήδη εφαρμοστεί στις άλλες χώρες της ΕΕ και με ποιον τρόπο. Και για όσες δεν έχουν ακόμα προχωρήσει στη μεταρρύθμιση, πώς σκέφτονται να την εφαρμόσουν. Η συζήτηση ακούμπησε όλες τις πλευρές των αλλαγών που προωθούνται στην ανώτατη εκπαίδευση. Επόμενο ήταν, αφού η «αυτοτέλεια» των ιδρυμάτων ανακηρύχτηκε λίγο έως πολύ ο σωτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης, να βρουν το ρόλο τους και οι μάνατζερ, η ανάγκη προσέλκυσης επενδύσεων από τον ιδιωτικό τομέα, η ανταγωνιστικότητα κλπ.

Η εμπειρία δεν είναι κοινή για όλες τις χώρες, καθώς υπάρχουν μεν οι χώρες - «πιλότοι», ωστόσο πολλές είναι εκείνες που τώρα κάνουν τα ...πρώτα βήματα «εναρμόνισης» με τη διαδικασία της Μπολόνια και αρκετές που δεν έχουν ακόμα ολοκληρώσει τη μεταρρύθμιση.

Εκείνο πάντως που είναι ξεκάθαρο, όπως το παρουσίασε και ο J. Torenbeek, από την Ευρωπαϊκή Ενωση για τη Διεθνή Εκπαίδευση, είναι ότι το μοντέλο για όλες τις χώρες (προσαρμοσμένο στις «παραδόσεις» της καθεμιάς) είναι το αγγλοσαξονικό. Δηλαδή, πτυχία bachelor (μπάτσελορ), συλλογή δεξιοτήτων αντί για επιστημονική γνώση και πλήρως ιδιωτικοποιημένη παιδεία. Πρόσθεσε δε ότι στόχος πρέπει να είναι να υπάρχουν στην Ευρώπη πολύ λίγα κορυφαία (διάβαζε πραγματικά) πανεπιστήμια!

Τα αποτελέσματα της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, που και εδώ προωθεί το υπουργείο Παιδείας, επιβεβαιώνουν περίτρανα τη θέση του ΚΚΕ, που λέει ότι στη μεταρρύθμιση του άρθρου 16, στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, κρύβεται η μεταρρύθμιση των δημόσιων και σε τελική ανάλυση η λειτουργία του δημόσιου πανεπιστημίου με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.

Το πρόσχημα που προβάλλεται, ότι δήθεν τα ιδιωτικά θα «ανταγωνιστούν» τα δημόσια και άρα θα σημειωθεί βελτίωση, καταρρίπτεται από την εμπειρία των ευρωπαϊκών χωρών που έχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια. Παρά το ότι δεν εμποδίζεται η ίδρυσή τους, τα ιδιωτικά δεν καταφέρνουν να εδραιωθούν και «κυρίαρχα» παραμένουν τα δημόσια. Τα δημόσια πανεπιστήμια, όμως, σε αυτές τις χώρες λειτουργούν με καθαρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια: Επιβάλλουν δίδακτρα, δεν παρέχουν δωρεάν συγγράμματα, πουλάνε υπηρεσίες και έρευνα στους ιδιώτες, ενώ μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης που προηγουμένως παρείχε το κράτος τώρα εξαρτάται από τις «επενδύσεις».

Σε συνθήκες απόλυτης ανταγωνιστικότητας, η «αξιολόγηση» βρίσκεται σε θέση - κλειδί: Ολα εξαρτώνται από τη θέση στην οποία βρίσκεται το ίδρυμα, από την κατάταξή του στον κατάλογο των «αξιολογημένων» ιδρυμάτων. Το ύψος της χρηματοδότησης από το κράτος, για παράδειγμα, στη Γερμανία (που σημειωτέον τώρα ξεκινάει τα βήματα εναρμόνισης με την Μπολόνια), είναι ευθέως ανάλογη του ύψους της χρηματοδότησης που προσελκύει ένα ίδρυμα από ιδιωτικούς φορείς, δηλαδή όσο μεγαλώνει η κρατική, τόσο μεγαλώνει και η ιδιωτική χρηματοδότησή του.

Επιπλέον, ακόμα και σε χώρες που δεν έχουν επιβληθεί δίδακτρα, οι δωρεάν παροχές της δημόσιας εκπαίδευσης είναι περιορισμένες. Για παράδειγμα, στη Σουηδία οι φοιτητές καταβάλλουν τέλος εγγραφής, αγοράζουν οι ίδιοι όλα τα συγγράμματα και πληρώνουν για τη σίτιση, τη στέγαση και γενικότερα τη συντήρησή τους.

Οι χώρες - «πιλότοι», βέβαια, προχωρούν ένα βήμα παραπέρα στις προτάσεις τους, «βάζοντας χέρι» στο περιεχόμενο και τις μεθόδους διδασκαλίας. Χαρακτηριστική είναι η πρόταση του Πανεπιστημίου Queens του Μπέλφαστ στην Ιρλανδία, όπου ως νέο και πρωτοπόρο σύστημα εκπαίδευσης στα ανώτατα ιδρύματα προβάλλεται η εκμάθηση δεξιοτήτων, με εμπειρική συλλογή διάσπαρτων γνώσεων.

Στο συνέδριο, καθηγητές ενός πανεπιστημίου του Βελγίου, φέρνοντας το παράδειγμα της Ολλανδίας σημείωσαν ότι η διαφορά μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού ιδρύματος είναι δυσδιάκριτη. Και διερωτήθηκαν: «Γιατί να μην ιδιωτικοποιήσουμε το σύνολο της ανώτατης εκπαίδευσης;»!

Η ουσία βρίσκεται στο γεγονός ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τελικά, το δημόσιο πανεπιστήμιο είναι εκείνο που βρίσκεται στο στόχαστρο. Τόσο από άποψη λειτουργίας με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, όσο και από την άποψη της παρεχόμενης γνώσης και της ανάπτυξης της επιστήμης. Και αν στα 10 «κορυφαία» πανεπιστήμια γίνεται πράγματι έρευνα και οι φοιτητές αποκτούν ολοκληρωμένη επιστημονική μόρφωση, οι απόφοιτοι όλων των υπολοίπων είναι ξεκάθαρο ότι ετοιμάζονται απλώς για φθηνό ευέλικτο δυναμικό, πληρώνοντας μάλιστα πανάκριβα την ψευτοκατάρτισή τους.


Ελένη ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ

Εκπαίδευση αστική - διδασκαλία συνεργατική!

Παπαγεωργίου Βασίλης

Τα τελευταία χρόνια προωθείται στα σχολεία, η «ομαδοσυνεργατική» μέθοδος διδασκαλίας, η οποία μάλιστα επεκτείνεται σαν «διεπαγγελματική» μέθοδος εκμάθησης στην εκπαίδευση ενηλίκων και σε ορισμένα προς το παρόν ανώτατα ιδρύματα του εξωτερικού: οι εκπαιδευόμενοι συγκροτούν μικρές ομάδες και συνεργάζονται μεταξύ τους. Ο εκπαιδευτικός περιορίζει τη δική του «παράδοση» και αναθέτει την επεξεργασία των κειμένων, την επίλυση των ασκήσεων και άλλες δραστηριότητες σε αυτές τις ομάδες, που οφείλουν να λειτουργήσουν με συλλογικότητα, αλληλοβοήθεια, ακόμη και με έλεγχο των μελών τους. Στο τέλος του μαθήματος κάθε ομάδα παρουσιάζει σε όλο το τμήμα τα αποτελέσματα της εργασίας της. Επιπλέον, όμως, ελέγχεται και ο κάθε εκπαιδευόμενος ξεχωριστά για το τι έμαθε στη διαδικασία αυτή.

Η παραπάνω διδακτική μέθοδος είναι γνωστή από τις αρχές του 20ού αιώνα. Στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη εφαρμόζεται εδώ και δεκαετίες, ενώ στην Ελλάδα έγινε αντικείμενο σταδιακής εφαρμογής μέσα στη δεκαετία του '90. Από εκεί και πέρα συνδέθηκε με την εφαρμογή της Ευέλικτης Ζώνης και των διαφόρων Προγραμμάτων, καθώς αποτελεί βασικό λειτουργικό στοιχείο των «σχεδίων εργασίας» (projects). Τελευταία αναδεικνύεται σε μια από τις βασικές μεθοδικές αρχές των νέων σχολικών βιβλίων.

Εδώ δημιουργείται το εξής ερώτημα: πώς ένα αστικό εκπαιδευτικό σύστημα, που στοχεύει στο άνοιγμα της μορφωτικής «ψαλίδας» σε βάρος των παιδιών των λαϊκών στρωμάτων και έχει σημαία του την «ανταγωνιστικότητα», πώς, λοιπόν, αυτό «προωθεί» προοδευτικές μεθόδους παιδαγωγικής, που χρησιμοποιήθηκαν κατ' εξοχήν στο σοσιαλιστικό σχολείο για να καλλιεργήσουν τις αξίες της ομαδικότητας, της συνεργασίας, της συλλογικότητας; Πρόκειται για μια «εκπαιδευτική επανάσταση»; Πρόκειται για μια προσπάθεια να «αλλάξει» η εκπαίδευση, ώστε οι απόφοιτοί της να «αλλάξουν» με τη σειρά τους την κοινωνία; Γιατί κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η ομαδική δουλιά, η συλλογικότητα είναι βασικό στοιχείο κοινωνικοποίησης των μαθητών. Μπορεί όμως κανείς να την αποδεχτεί έτσι γενικά και άκριτα έξω από το περιεχόμενο των μαθημάτων και το σκοπό της αστικής εκπαίδευσης;

Ας σοβαρευτούμε! Η αστική τάξη δεν αλλάζει την εκπαίδευση για να «αυτοκτονήσει» πολιτικά! Ισα - ίσα, την τελευταία δεκαετία εντείνει και βαθαίνει τους ταξικούς φραγμούς στη μάθηση. Ιδιωτικοποιεί τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, προσπαθεί να τα διαχωρίσει σε κατηγορίες «ποιότητας», υποβαθμίζει τη μόρφωση των πολλών στο επίπεδο μιας φτηνής και βραχύβιας κατάρτισης. Ταυτόχρονα, ενισχύει την ιδεολογική της παρέμβαση για να εμπεδωθούν από τη νηπιακή ηλικία τα δόγματα της καπιταλιστικής αγοράς. Πώς, λοιπόν, σε εποχές αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων στην Οικονομία και στην Παιδεία, υπουργείο και αστοί παιδαγωγοί επιμένουν για «ομαδική διδασκαλία» και «συνεργασία των μαθητών/φοιτητών»; Για να κατανοήσουμε αυτή τη φαινομενική αντίφαση πρέπει να ψάξουμε βαθύτερα και πέρα από την Παιδαγωγική, στη βάση του κοινωνικού μας συστήματος, στην οικονομία! Και στη σχέση της εκπαίδευσης με την οικονομία. Είναι γνωστό ότι σε όλο και περισσότερες επιχειρήσεις, ειδικότερα σε παραγωγικές διαδικασίες που απαιτούν υψηλό επίπεδο τεχνικής, παραμερίζεται η δουλιά στην «αλυσίδα» και εισάγεται η δουλιά «στην ομάδα». Στην παραγωγική ομάδα αναπτύσσεται η συλλογική ευθύνη και η συνεργασία των εργατών, με στόχο το ανέβασμα της απόδοσης όλης της ομάδας, με απώτερο σκοπό πάντα την αύξηση των κερδών της επιχείρησης. Ο κάθε εργάτης - μέλος αυτών των ομάδων πρέπει, επομένως, εκτός από την ειδίκευσή του, να ξέρει πώς θα επικοινωνήσει, πώς θα συνεργαστεί με τα άλλα μέλη της ομάδας του, πώς θα διαχειριστεί εποικοδομητικά τη διαφωνία. Πρέπει να μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία θετικού κοινωνικού «κλίματος» στην ομάδα, να συνεισφέρει στο δυνάμωμα της συνοχής, της λειτουργικότητας και της αποδοτικότητάς της.

Αυτές οι «ομαδικές, συνεργατικές ή επικοινωνιακές δεξιότητες» έχουν γίνει περιζήτητες. Σε πολλές επιχειρήσεις ξοδεύονται σημαντικά ποσά για τη θεωρητική επιμόρφωση και την πρακτική άσκηση στον τομέα της επικοινωνίας και συνεργασίας.

Στις ομάδες παραγωγής έχει «εκσυγχρονιστεί» η πίεση προς κάθε ξεχωριστό εργάτη: πριν γινόταν στην «αλυσίδα παραγωγής», τώρα γίνεται στα πλαίσια της ομάδας, στη βάση του πλάνου της και με όργανο τη «δυναμική» της (αλληλοσυμπλήρωση, παράδειγμα, παρακίνηση, άσκηση πίεσης κλπ.). «Βραδυπορούντες» δεν έχουν θέση: σε κάθε ομάδα ξεχωρίζουν οι «αδύνατοι κρίκοι» (όπως στο γνωστό τηλεπαιχνίδι!), οι οποίοι πρέπει να διωχτούν με τη συναίνεση των συναδέλφων τους! Απώτερος σκοπός της επιχείρησης: η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης με την «ενεργητική συναίνεση» των εκμεταλλευομένων!

Συμπέρασμα: ο καπιταλισμός ΔΕΝ αναιρεί τον ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ως ΥΠΕΡΤΑΤΗ ΑΡΧΗ της λειτουργίας του (αλλά και της ηθικής του). Αυτό που συμβαίνει είναι ότι δυναμώνει ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ και ακατάπαυστα ο κοινωνικός χαρακτήρας της παραγωγής, λόγω των εξελίξεων στα μέσα και στην οργάνωση της παραγωγής. Οι μάνατζερ γνωρίζουν άριστα τα θετικά αποτελέσματα της συνεργασίας, γι' αυτό ενσωματώνουν συνεργατικές διαδικασίες σε κάποια τμήματα της επιχείρησης, πάντα με τον ίδιο σκοπό: τη μεγιστοποίηση του κέρδους της, τη βελτίωση της «ανταγωνιστικότητάς» της. «ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ», να ένα «τρανταχτό» παράδειγμα ενότητας και πάλης των αντιθέτων!

Γι' αυτό το λόγο αναθέτουν οι καπιταλιστές στην εκπαίδευση την εκμάθηση της ομαδικής δουλιάς, της συνεργασίας και επικοινωνίας. Τις εντάσσουν, μάλιστα, σε «προνομιακές» δραστηριότητες για την υποβάθμιση της μόρφωσης των εργατών, για τον κατακερματισμό της συνείδησής τους, όπως είναι τα κάθε λογής «Προγράμματα» και οι «Ευέλικτες Ζώνες»!

Στην Παιδαγωγική διεξάγεται μια αντιπαράθεση για το αν οι ομάδες πρέπει να αποτελούνται μόνο από «καλούς» - αντίστοιχα μόνο από «αδύνατους» εκπαιδευόμενους ή να είναι μεικτές ως προς τις ικανότητες των μελών τους. Στη δεύτερη εκδοχή προωθείται η αλληλοβοήθεια μεταξύ των μελών κάθε ομάδας, με στόχο να πετύχουν όλοι τους κοινούς μαθησιακούς στόχους. Ακόμη και σε αυτή, όμως, την περίπτωση πολλοί παράγοντες παρεμποδίζουν την «εξισορρόπηση» στις επιδόσεις. Η διαφορά στα «σημεία εκκίνησης» των εκπαιδευόμενων, το ίδιο το γνωστικό και ιδεολογικό περιεχόμενο των μαθημάτων, η πίεση του χρόνου, η ίδια η λειτουργία των ομάδων που «απομακρύνει» σχετικά το δάσκαλο από το συγκεκριμένο παιδί, η ψυχολογική πίεση των τεστ και εξετάσεων, η συνολική επαγγελματική - ιδεολογική συγκρότηση των εκπαιδευτικών, η κυρίαρχη ιδεολογία ασκούν ασφυκτική πίεση σε βάρος των «αδυνάτων».

Αν κοιτάξουμε τι γίνεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως στη Γερμανία, θα διαπιστώσουμε ότι ένας ανηλεής «βομβαρδισμός» με τεστ στην ηλικία των 10 ετών, διαχωρίζει σε σαφέστατη ταξική βάση τους μαθητές, στέλνοντας τους μελλοντικούς εργάτες σε κατώτερο σχολείο από εκείνο των μελλοντικών επιστημόνων! Παρόλο που μέχρι τότε έχουν συνεργαστεί σε ομάδες, τον ταξικό διαχωρισμό δεν τον αποφεύγουν! Αλλωστε και εδώ, στην Ελλάδα, το διπλό σχολικό δίκτυο και οι νέες επαγγελματικές σχολές (ΕΠΑΣ) θα υποδεχτούν ταξικά διαχωρισμένους τους μαθητές, που μέχρι πριν λίγο θα έχουν «βιώσει» τη «συλλογική δράση»! Σχετικό «κοσκίνισμα» με εξετάσεις στην Ε΄ και ΣΤ΄ τάξη του Δημοτικού και ποιος ξέρει ποιες άλλες επιλεκτικές διαδικασίες είναι ήδη «προ των πυλών»! Η «ομαδοσυνεργατική» έχει και τα όριά της!

Το ταξικό εργατικό κίνημα εκτιμάει την αξία της συνεργασίας, της σύνδεσης της ατομικής με τη συλλογική ευθύνη, της ομαδικής προσπάθειας. Ταυτόχρονα, δεν ξεγελιέται για τον πραγματικό σκοπό της εφαρμογής τους στην εκπαίδευση και στην παραγωγή σε καπιταλιστικές συνθήκες. Δεν αντιμετωπίζει την ομαδική - συνεργατική διδασκαλία ως ένα μέτρο ξεκομμένο από το περιεχόμενο και το πλαίσιο των συνθηκών του μαθήματος. Δε θεωρεί «προοδευτικό» το μάθημα που στρεβλώνει την κοινωνική πραγματικότητα, εάν αυτό γίνει με ομάδες! Δε δέχεται τη μονομέρεια στην επιλογή διδακτικής μεθόδου αλλά επιμένει για έναν παιδαγωγικά κατάλληλο συνδυασμό των μεθόδων διδασκαλίας. Πάνω απ' όλα, όμως, διατηρεί ως κύριο στόχο τη ριζική αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος: στους σκοπούς του, στη δομή του, στο περιεχόμενο, στις μεθόδους, στον εξοπλισμό του, στην ανάπτυξη του επιστημονικού δυναμικού και της κοινωνικής ευθύνης των εκπαιδευτικών όλων των ιδρυμάτων.

Αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα θα εφαρμόζει τη συνεργασία σε όλα τα επίπεδα της λειτουργίας του: στη διοίκηση, στο παιδαγωγικό έργο των εκπαιδευτικών με τη συνευθύνη των εκπαιδευόμενων, των γονιών και των μαζικών φορέων, στο μάθημα μέσα στην τάξη. Η συνεργασία δε θα περιορίζεται στη λειτουργία των μικρών ομάδων, αλλά θα κυριαρχεί σε κάθε μορφή κοινωνικής οργάνωσης της τάξης: στην «ολομέλειά» της, στο χωρισμό της σε μικρότερες ομάδες αλλά ακόμη και όταν ο καθένας ξεχωριστά, σε ατομική βάση, θα προσπαθεί να κατανοήσει κάτι, με στόχο να το μάθουν όλοι. Η ατομική δουλιά μπορεί κάλλιστα να αποτελεί συστατικό στοιχείο της συλλογικής, αφού ο καθένας συμβάλλει στην ομαδική προσπάθεια με ό,τι έχει ο ίδιος καταφέρει.

Η συλλογικότητα, ο αρμονικός συνδυασμός της ατομικής ευθύνης με τη συλλογική, η φροντίδα «για όλους μας» και όχι «για τον εαυτό μου» ανήκουν στις αξίες της εργατικής τάξης και θα αποτελέσουν κυρίαρχη ιδεολογία κάτω από τη δική της εξουσία. Στο αστικό εκπαιδευτικό σύστημα, οι ριζοσπάστες εκπαιδευτικοί αξιοποιούν και διευρύνουν όποιο «ρήγμα» πετυχαίνουν, με βασική, όμως, φροντίδα, να αναδεικνύουν την ανάγκη για τη μόρφωση του λαού κάτω από τη δική του εξουσία. Και να αγωνίζονται και για τα δυο, μέσα κι έξω από τις τάξεις, πρώτα και κύρια μαζί με τους εργάτες.


Μάριος ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ
Δρ. Κοινωνικών επιστημών, Σχολικός Σύμβουλος



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ